Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΠΡΟΣΩΠΑ

Ο Στέλιος Μάινας δεν πιστεύει ότι υπάρχει ματαίωση για έναν Αριστερό

Ο ηθοποιός μίλησε στη Χρύσα Λύκου για τους τοξικοεξαρτημένους του κέντρο της Αθήνας, τους Αγίους των Εξαρχείων, για το γεγονός ότι δεν έδωσε ποτέ καμία συμβουλή στον γιό του και πως μέχρι και σήμερα είναι με το ένα πόδι έξω απ' το θέατρο.
Φωτογραφίες: Γεράσιμος Δομένικος

Η πορεία του Στέλιου Μάινα στον χώρο του θεάτρου, της τηλεόρασης και του κινηματογράφου, ενώνεται με ένα νήμα ταπεινότητας και τρυφερής συνύπαρξης με τον εκάστοτε ρόλο, ακροβατώντας χωρίς να πέσει, σε ρίσκα που πήρε και που του φανέρωσαν την υπερβατική ουσία της Τέχνης. Δώσαμε ραντεβού σ’ ένα καφέ που χάθηκα στην επιστροφή και κάναμε από εκείνες τις κουβέντες μου μυρίζουν ελληνικό καφέ σκέτο, μέχρι που βράδιασε. 

«Παρόλο που γεννήθηκα στην Ερμούπολη της Σύρου, ήμουν παιδί που μεγάλωσε στον Βύρωνα και μέχρι και σήμερα λατρεύω την Αθήνα. Όλες μου οι μνήμες, είναι μνήμες πόλης, ενώ η ύπαιθρος έχει αποτυπωθεί στο μυαλό μου μέσω των καλοκαιρινών μου διακοπών, στην Αντίπαρο. Ήμουν πολύ μικρός όταν χώρισαν οι γονείς μου. Ο πατέρας μου είχε καταγωγή απ’ τη Σύρο, όμως κι εμείς όπως κι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των Ελλήνων της εποχής του ’60, είχαμε πουλήσει την περιουσία μας. Έτσι, πηγαίναμε στο σπίτι της μητέρας μου στην Αντίπαρο.

Θεωρώ την Αθήνα μια κούκλα. Μου αρέσει η “φασαρία” της πόλης, απόδειξη του ότι δεν έμεινα ποτέ σε προάστιο, παραμένοντας 35 χρόνια στο ίδιο σπίτι. Καμία και κανείς όμως, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι το κέντρο έχει παραμεληθεί. Μένοντας στην πλατεία Βικτωρίας, μπορώ να πω ότι περάσαμε δύσκολα κι από πολλές διαφορετικές φάσεις τα τελευταία χρόνια. Για να μην τα πολυλογώ, το κέντρο χρειάζεται επιπλέον δομές. Για παράδειγμα οι δομές του Δήμου, οι οποίες απευθύνονται στους τοξικομανείς της πόλης, χρήζουν μιας επιπλέον μελέτης ώστε να γίνουν όντως λειτουργικές. Οι τοξικομανείς της πόλης είναι τα παιδιά μας, δεν είναι ο κανένας. Οι ίδιοι έχουν εγκαταλείψει τον εαυτό τους, οπότε αυτή η πολύ σημαντική παράμετρος πρέπει να ληφθεί υπόψιν απ’ τους αρμόδιους, ώστε να δημιουργήσουν ένα φιλικό περιβάλλον, σχετικό με αυτό που έχει συνηθίσει το παιδί που βρίσκεται στην τοξικοεξάρτηση, ώστε να νιώσει ασφαλές. Να παίξουν δηλαδή στο δικό του γήπεδο, αυτό του πεζοδρομίου κι όχι του δικού μας, του κυριλέ. Πριν από κάποια χρόνια, είχαμε κάνει πρόταση σε μια άλλη νομαρχιακή αρχή, με σκοπό να φτιαχτούν δημόσιες δομές που θα πηγαίνουν οι χρήστες και θα “βαράνε”. Μας είπαν τρελούς, αλλά ποια είναι η δική τους λύση; Δεν γίνεται τα παιδιά αυτά να πεθαίνουν στα πεζοδρόμια, πρέπει να φτιαχτούν χώροι που θα μπορούν να προστατευτούν, να βρουν νερό, τουαλέτα, καθώς και καθαρές σύριγγες. Η πολιτεία πρέπει να προσαρμοστεί και να δράσει μπροστά στη μάστιγα των ναρκωτικών. Δεν είναι εύκολο αυτό που λέμε, όμως σε πολλές χώρες οι κυβερνήσεις παρέχουν μεθαδόνη στα παιδιά αυτά, δημιουργώντας τους τη σιγουριά ότι δεν είναι εντελώς μετέωροι. Το πρόβλημα των ναρκωτικών απαιτεί μεγαλύτερο κόπο, προσπάθεια και ριζοσπαστικές λύσεις». 

Η κουβέντες μας γυρίζουν ακόμη στην πλατεία Βικτωρίας, ανακαλώντας στιγμές που μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, όταν ακροδεξιά στοιχεία συγκρούστηκαν με το αντιφασιστικό κίνημα, στο φως κι όχι στη σκιά του προσφυγικού. Γιατί οι ξεκληρισμένοι αυτού του κόσμου, ψάχνουν διέξοδο απ’ το σκοτάδι, ένα μέρος που να βλέπει ουρανό. «Περάσαμε πολλές φάσεις με το προσφυγικό στην πλατεία, συγκρούσεις μεγάλης έντασης με τους φασίστες, οι οποίοι ήταν στην περιοχή και αντέδρασαν. Περάσαμε επίσης φάσεις εγκατάλειψης και εκμετάλλευσης των προσφύγων, απ’ τους ίδιους τους ομοεθνείς τους. Έπειτα, ήρθαν κάποιες δομές που έφεραν μια “κανονικότητα” και πολλοί ήταν εκείνοι που κατάφεραν κι έφυγαν προς την Ευρώπη, αυτό που βασικά αποζητούν απ’ την αρχή. Η πλατεία Βικτωρίας, είναι ένα κέντρο μεταφοράς. Η Δύση, δεν αναλαμβάνει αυτό που θα έπρεπε να κάνει, να αποκαταστήσει δηλαδή όλες αυτές τις κατεστραμμένες χώρες. Μιλάμε για προσφυγιά, ποια ή ποιος θέλει να αφήσει την πατρίδα του για μια άλλη; Αναγκάζονται να φύγουν, τη στιγμή που διεφθαρμένες κυβερνήσεις απομυζούν τον κόσμο με αποτέλεσμα να νιώθουν εγκαταλειμμένοι. Αν τους έδιναν μια προοπτική στον τόπο τους, να είσαι σίγουρη ότι θα έμεναν και θα αγωνίζονταν γι’ αυτήν». 

Μηχανάκια μαρσάρουν διαρκώς, κόρνες διαβρώνουν τις λέξεις μας που τελικά σβήνουν για να τις επαναλάβουμε ξανά ξανά μόλις απομακρυνθούν. «Δεν με φοβίζει η πόλη, την αγαπάω. Ο κόσμος όμως είναι αγχωμένος και ζορισμένος, με αποτέλεσμα όλα αυτά να καθρεφτίζονται στον δρόμο και αυτούς που θα συναντήσεις. Έχει αποτυπωθεί πλέον, ότι πρέπει να είμαστε νευρικοί, επιθετικοί, πως πρέπει να τρέξουμε σε μια κούρσα καθημερινότητας. Αυτό ναι, με φοβίζει». 

O Γιώργος Μάινας, έχει ένα γιό περίπου στην ηλικία μου. «Στον γιο μου δεν είπα τίποτα ποτέ, δεν του έδωσα ποτέ καμία συμβουλή κι αυτό μπορεί να είναι πατρικό λάθος. Δεν είναι ότι δεν συμμετείχα στο μεγάλωμα του, επέλεξα απλά να τον αντιμετωπίζω από μικρό σαν ενήλικα. Φυσικά όταν έκανε κάτι που κινδύνευε ήμουν πολύ αυστηρός, απλώς όσες φορές με έτρωγε που είναι και τι κάνει δεν τον αναζητούσα, δεν ήθελα να του δημιουργώ ηθικά διλήμματα, ώστε του να μας δίνει αναφορά. Μπορεί να έκανα και λάθος, δεν ξέρω. Το μόνο για το οποίο έχω μετανιώσει σχετικά με την ανατροφή που του έδωσα εγώ και η γυναίκα μου, είναι ότι δεν του δημιουργήσαμε ανοσοποιητικό σύστημα απέναντι σε όσα συμβαίνουν. Δεν τον κάναμε σκληρόπετσο, με αποτέλεσμα να πληγώνεται εύκολα. Η δική μας εποχή, ήταν από μόνη της εποχή έκθεσης. Εσείς μεγαλώσατε στα σπίτια, εμείς στους δρόμους. Το σπίτι, το είχαμε μόνο για ύπνο. Δεν ήταν πιο αθώες εποχές, ήταν άλλη η κοινωνία».

Λίγο φυσάει και ψάχνω τη μάσκα κάτω απ’ το τραπέζι. Αναρτιέμαι αν έχω άλλη στην τσάντα μου ή αν δεν θα πάω τελικά super market, μιας και δεν θα μπορώ να μπω. «Δεν χρειαζόμαστε καμία πανδημία για να μας υπενθυμίσει τον μικρόκοσμο στον οποίο ζούμε. Στις δύσκολες συνθήκες της απομόνωσης, προσπάθησα να βρω ένα μικρό κομμάτι, ένα φως που θα δείχνει καλύτερο το αύριο. Το πιο δύσκολο για μένα ήταν η απώλεια των ανθρώπων μου, το κενό που δεν αναπληρώνεται, φίλοι που δεν θα ξαναδώ. Περάσαμε και περνάμε ένα είδος πολέμου, οι απώλειες αυτό αποδεικνύουν. Πρόκειται για μια ασύμμετρη απειλή που δεν ξέρεις πώς μπορείς να αντιμετωπίσεις. Είναι κάτι εντελώς καινούργιο κι επικίνδυνο, γι’ αυτό και απαιτεί εγρήγορση. Δεν μπορώ να διαχειριστώ τους ανθρώπους που τους ακούς να λένε ότι δεν τρέχει τίποτα. Είναι η μέγιστη εθελοτυφλία, όταν υπάρχουν τόσα θύματα σε όλο τον πλανήτη. Η ψυχική διαταραχή του να αποκόπτεσαι απ’ την οικογένεια σου, το να μην μπορείς να δεις τους φίλους σου, να συνεχίσεις την κοινωνική σου ζωή ενώ παράλληλα κόσμος πεθαίνει καθημερινά απ’ αυτόν τον ιό, είναι ένας φοβερός κλονισμός.  Θέλω να σου πω ότι έχω κρατήσει το τελευταίο μήνυμα ενός καλού φίλου, όταν βρισκόταν ακόμη στο νοσοκομείο για να μου υπενθυμίζει με τι έχουμε να κάνουμε. Μου έγραψε: “Φίλε Στέλιο, δεν είναι καθόλου πλάκα όλο αυτό, προσέχτε πάρα πολύ. Ελπίζω να τα πάω σύντομα καλύτερα και να σου μιλήσω”. Μετά από λίγες ημέρες διασωληνώθηκε και τελικά πέθανε». 

Σκέφτομαι ότι πάνε τρία σχεδόν χρόνια, από τότε που δεν ήταν βασικό θέμα στις συζητήσεις μας η πανδημία. Το θέατρο σιγά-σιγά επιστρέφει. Τραυματισμένο, μετά από πολλούς κλυδωνισμούς, επιστρέφει. «Δεν ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που θα πεθάνουν χωρίς το θέατρο, σας το λέω εντίμως με όλο το θάρρος και το θράσος. Την αγαπώ πολύ τη δουλειά μου, αλλά έχω την αίσθηση ότι δεν είναι το μοναδικό πράγμα στη ζωή. Για να το πω βαρύγδουπα αν και δεν είναι, η τέχνη είναι υποδεέστερη της ζωής. Η ζωή από μόνη της είναι πολύ πιο δυνατή από οποιαδήποτε τέχνη, μιας και η τελευταία δεν είναι τίποτα άλλο, από μια συμπύκνωση στιγμών της πραγματικότητας. Για να κάνεις τέχνη πρέπει να μπορείς να δεις καθαρά την πραγματικότητα, να έχεις ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά σου, να μη ζεις στον δικό σου κόσμο. Μπορεί οι καλλιτέχνες να ζούμε στον μικρόκοσμο του θέατρο, όμως εργαζόμαστε για τη ζωή, για τα προβλήματα που συμβαίνουν στον κόσμο, στην καθημερινότητα του. Δεν κάνουμε θέατρο για να απομονωθούμε απ’ τον κόσμο, αλλά για να ενσωματωθούμε και να μιλήσουμε για όσα τους απασχολούν και μας απασχολούν. Χρειάζεται να ανοιγόμαστε με μεγαλύτερη αγνότητα στα πράγματα, και να μπαίνουμε σε αυτά με τη διακινδύνευση ακόμη και να χάσουμε. Σε όλη μου τη ζωή σαν ηθοποιός αυτό προσπαθώ να κάνω, να μπαίνω στα πράγματα με την αφέλεια του νεοφώτιστου. 

Προσωπικά, είμαι πάντα με το ένα πόδι απ’ έξω απ’ το θέατρο, είμαι έτοιμος να την κάνω απ’ την πρώτη στιγμή που μπήκα. Μπορώ να ζήσω εύκολα χωρίς αυτό, κι αυτό χωρίς εμένα 100%, πίστεψε με. Δεν νιώθω ότι έχω προσθέσει κάτι σ’ αυτήν τη δουλειά, υπάρχουν πιο σημαντικοί άνθρωποι από ‘μένα, σιγά την απώλεια όταν μια μέρα εξαφανιστώ. Διαπιστώνω με απογοήτευση κάποιες φορές, ότι οι ηθοποιοί χάνουμε επαφή με επαγγέλματα που η αξία τους είναι ίδια ή και μεγαλύτερη απ’ την τέχνη. Είναι λάθος αυτό, μιας και δεν μπορώ για παράδειγμα να δεχτώ ότι η τέχνη, όσο σπουδαία κι αν είναι, είναι ανώτερη απ’ την Ιατρική. Αυτή είναι η προσωπική μου γνώμη, χωρίς να υπονοώ στο ελάχιστο ότι κάνουμε μια “δεύτερη” δουλειά. Κάθε άλλο. Για να κάνεις αυτήν τη δουλειά πρέπει να την τιμάς και να την εκτιμάς. Όταν ασχολείσαι με την τέχνη, πρέπει διαρκώς να βάζεις έναν συγκεκριμένο υψηλό ηθικό, κι όταν λέω ηθικό, εννοώ την άνωθεν εξύψωση της προσωπικότητας της δικιάς μας και των γύρω μας. Αν αγαπάς αυτό που κάνεις, επιβεβαιώνεις την ύπαρξη σου στη γη. 

Το θέατρο δεν καταρρέει, γιατί δεν μας έχει ανάγκη. Σοκαρίστηκα απ’ τις καταγγελίες που έγιναν το τελευταίο διάστημα γιατί συνέβησαν στην “οικογένεια” μου, στον κοντινό μου κύκλο. Με σοκάρει το κακό, κι ας ξέρω ότι υπάρχει. Δεν είναι απλό αυτό που βίωσαν όλες αυτές οι γυναίκες και τα παιδιά, ανέλαβαν μια πολύ σοβαρή ευθύνη μιλώντας για όλα αυτά δημόσια. Τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση και την εκμετάλλευση της θέσης κάποιων είναι επίσης οικογένεια, και κανείς δεν έχει την παραμικρή δικαιολογία για όσα τους έκαναν. Ο κόσμος έχει μάθει να λέει “έλα μωρέ καλλιτέχνης είναι, άρα λίγο τρελούτσικος”, δεν είναι όμως έτσι. Είναι τραγικό να εκμεταλλεύεσαι τη θέση σου για άλλους σκοπούς. Δεν υπάρχει ναι μεν αλλά, πρέπει να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι.

Στο σημείο αυτό, που μιλάμε για όλες αυτές τις φρικτές συμπεριφοράς, θέλω να μιλήσω και για κάτι άλλο που με έχει φρικάρει, κι αφορά τις γυναικοκτονίες. Ακούς να λένε πολλοί ότι διαφωνούν για το αν θα λέγεται γυναικοκτονία ή ανθρωποκτονία, άκουσα μάλιστα προχθές έναν νομικό ότι υποτιμάμε τις γυναίκες με τον όρο γυναικοκτονία. Όταν ένα γεγονός παραβατικό κι εγκληματικό επαναλαμβάνεται διαρκώς κι έχει κατεύθυνση το φύλο ενός ανθρώπου, τότε πρέπει να το ορίσεις ξανά, ώστε ο νόμος να σταθεί απέναντι στο κοινωνικό γεγονός». 

Με τρομάζει να γυρνάμε σε εποχές που η θέση της γυναίκας είναι στα κάτω, είναι το πιο επικίνδυνο που μπορεί να μας συμβεί. Δεν μας ανήκουν οι γυναίκες, ούτε μπορούμε να τις κάνουμε ό,τι θέλουμε.

Η κουβέντα μας με τον Στέλιο Μάινα γίνεται στη σκιά των 36 σφαιρών που έπεσαν στο Πέραμα από αστυνομικούς, σκοτώνοντας ένα παιδί. Μιλάμε για όλες αυτές τις φρικαλέες εκτελέσεις ανθρώπων στο δημόσιο χώρο που σημάδεψαν τη ζωή μας τα τελευταία χρόνια, καταλήγοντας πως κοινός παρονομαστής δεν είναι άλλος απ’ τον φασισμό σε όποια του μορφή. «Φασισμός σημαίνει βία. Ξέρω καλά ότι ο κόσμος έχει πιεστεί πολύ και πως η απόγνωση τον κάνει να εκφασίζεται, δυστυχώς όμως δεν υπάρχει πλέον καμία απολύτως δικαιολογία. Η άνοδος του νεοφασισμού παίρνει κεφάλι και η κοινωνία οφείλει να βρει τρόπους ώστε οι ανθρώπους να μπορούν να αναγνωρίσουν και να αγαπήσουν το καλό. Μπορεί να ακούγεται ρομαντικό, είναι όμως απόλυτα ρεαλιστικό.

Με ρωτάς ποιος είναι ο αριστερός σήμερα. Αριστερός είναι ο ανθρωπιστής, κι αυτό ήταν πάντα. Προσωπικά, γαλουχήθηκα με τις αρχές του Διαφωτισμού, που ξεκίνησαν απ’ την Γαλλική Επανάσταση και που πήρε κάποιες απ’ τις αρχές την απ’ την Αθηναίων Πολιτεία. Επίκεντρο είναι ο άνθρωπος, όχι το κέρδος. Αυτό για μένα είναι η αριστερά. Ό, τι κάνει καλό σε μένα κάνεις καλό σε όλους, κι ό,τι κάνει κακό σε μένα κάνει κακό σε όλους. Κρατώντας την προσωπικότητα μας και την προσωπική μας πορεία, να προσπαθούμε πάντα να δούμε το όλον κι όχι την ατομικότητα μας. Τα τελευταία χρόνια ανακάλυψα τον φιλόσοφο Μπαρούχ Σπινόζα και για το μόνο που μετανιώνω είναι ότι δεν τον είχα ανακαλύψει νωρίτερα. Είναι ένας άνθρωπος που προσπάθησε να εντάξει το ατομικό μέσα στο συλλογικό και πώς μπορεί μέσα απ’ τις αρχές του ανθρωπισμού και της αλληλοβοήθειας.

Μετά τη μεταπολίτευση, ο πολιτικός δρόμος που με συνάρπασε ήταν αυτός της λεγόμενης εναλλακτικότητας της αριστεράς. Δεν υπάρχει ματαίωση για έναν αριστερό. Η ματαίωση υπάρχει για να αναιρείται. Είμαι πιστός στις αρχές μου κι όταν αυτές αναιρούνται, δημιουργώ νέες αξίες βασισμένες και μεταμορφωμένες πάνω στις παλιές, ακόμη πιο ισχυρές. Όταν αυτοαναιρείσαι οφείλεις να δημιουργήσεις ένα νέο περιβάλλον, μακριά από  καθησυχασμούς. Αυτά που βιώναμε χθες, έχοντας βρει λύσεις, μπορεί να μην καθρεφτίζουν το σήμερα, οπότε θα ψάξουμε να βρούμε νέες αντιστοιχίες. Τελικός σκοπός είναι η συμβίωση, όχι η αντιπαράθεση. Το άλλο άκρο είναι ο πόλεμος.  Σαφώς υπάρχει και η νομοτελειακή σύγκρουση η οποία θα έρθει δεδομένα. Δεν πιστεύω όμως ότι η κοινωνία αυτή βρίσκεται μπροστά σε μια τέτοια συνθήκη, βρίσκεται νομίζω περισσότερο σε μια περισυλλογή. Υπάρχουν στιγμές ανάπαυλας, μοιάζει πραγματικά να έχουμε χάσει τη μπάλα, είναι κι αυτό όμως μια διαδικασία της ζωής».

Φέρει μια μεγάλη γοητεία η εξιστόρηση γεγονότων που η δικιά μου γενιά βίωσε μέσα απ’ τις αναμνήσεις των ανθρώπων που προϋπήρξαν. «Η δικιά σας γενιά είναι άτυχη, μεγαλώσατε με πολλά “μη”. Η δικιά μας, πήρε έναν μιμητικό αέρα, από την επανάσταση του κινήματος των παιδιών των λουλουδιών, το αντιπολεμικό κομμάτι το οποίο ταλάνιζε τότε την ανθρωπότητα, και που τελικά φάγαμε το μετά το Βιετνάμ στη μάπα. Όταν ήμασταν έφηβοι γράφαμε παντού “Make Love not War”, που μπορεί να μοιάζει αστείο όμως τότε δεν ήταν, μέχρι τουλάχιστον να μπούμε στις νεολαίες, να πολιτικοποιηθούμε και να αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε όσα συνέβαιναν στην πραγματική τους υπόσταση. Έτσι, και με αυτα τα κριτήρια διαλέξαμε τις παρέες μας. Νιώθω πολυ τυχερός για τους ανθρώπους που γνώρισα και που έχουν μερίδιο ευθύνης για τη γνωριμία μου με το θέατρο.

Οι άνθρωποι που ασχολούνταν τότε με την τέχνη, ήταν εκείνοι που είχαν βιώσει κυνηγητά, εξορίες ήταν ικανοποιημένοι με τα λίγα, είχαν οράματα για τη ζωή τους και τη ζωή των άλλων.

Τον ηθικό ορίζοντα δεν τον έχει στο τσεπάκι του κανένας, μπορείς να τον χάσεις ανά πάσα στιγμή. Στα 15 μου, πέρα απ’ τον Che Guevara, ήρωας μας ήταν και ο Gandhi. Η δικιά μου η γενιά και οι φίλοι, δεν ονειρευόντουσαν μόνο επαναστάσεις στην Κούβα, αλλά και να απελευθερωθούν σε ανώτερες ατμόσφαιρες». 

Μιλώντας για εκείνη την εποχή, τον ρωτάω για τα πρόσωπα που φέρει μέχρι και σήμερα μέσα του με τρυφερότητα, άνθρωποι που δεν τον απογοήτευσαν, μέχρι το τέλος. «Με τον Περικλή Κοροβέση, γνωριζόμασταν απ’ τη δεκαετία του ’70 και θα ήθελα μιας και είμαστε μαζί να επαναλάβω τη φράση που είπε κάποτε στη συνέντευξη σας, μιας και με εκφράζει απόλυτα. “Εγώ ξέρω αν είμαι αναρχικός ή αριστερός, αυό που θέλω εγώ είναι να μην πεθάνω μαλάκας”. Εξαιρετικό υπόδειγμα ήθους και πορείας στη ζωή, ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος. Έπειτα θυμάμαι τον Παύλο Σιδηρόπουλο, ήμουν ακόμη 19 όταν κάναμε τυχαία μαζί Πρωτοχρονιά στο σπίτι του Χρέλια του τελευταίου απ’ την οικογένεια μπουλουκτσή που υπήρξε. Την εποχή εκείνη δούλευε με τον Μαρκόπουλο στους Ελεύθερους Πολιορκημένους. Τον αγαπούσα πολύ, ήταν ένα φοβερά ευαίσθητο παιδί. Τον Άσιμο, τον θυμάμαι στον λόφο του Στρέφη, να παίζει κορόμηλα με τους φίλους του, να τα πιάνουν δηλαδή με το στόμα και να ξεκαρδίζονται. Ήταν ένα άτομο χωρίς ανοσοποιητικό σύστημα, τόσο εαυαίσθητος. Με συγκινεί η έκθεση αυτή στους ανθρώπους κι αμέσως μου δημιουργούνται αισθήματα πατρικότητας και προστασίας. Ο Άσιμος ταν παρών, είχε όμως κι απόσταση. Αυτό που με εξοργίζει όμως, όπως και στην περίπτωση της Κατερίνας Γώγου, είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί τσαλαπατήθηκαν απ’ τη ζωή με τον χειρότερο τρόπο. Πρέπει να γίνουμε σκυλιά μαύρα για να αντέξουμε τη ζωή όπως είναι; Έφυγαν νέοι, άδικα και τραγικά, δεν εντάχθηκαν πουθενά, παρέμειναν οι Άγιοι των Εξαρχείων»

Σε ένα  κλίμα νοσταλγίας ανθρώπων που χάραξαν τη δικιά τους μοναχική πορεία, επηρεάζοντας ταυτόχρονα τις ζωές πολλών, μιλάμε για βιβλία και μουσική. «Διαβάζω πάρα πολύ, πάντα διάβαζα και πολλά είναι τα βιβλία εκείνα που με έχουν καθορίσει. Όσο μεγαλώνω όμως, διαπιστώνω πως επανέρχομαι διαρκώς στις πρώτες μου πηγές, διαβάζοντας με άλλο πλέον μάτι, τα αναγνώσματα που είχα νεότερος. Η λογοτεχνική απόσταση απ’ τον χρόνο, μου δίνει μια άλλη ανάταση που πάει πιο κοντά στο παραμύθι με ό,τι σημαίνει αυτό. Μου αρέσει πολύ η ελληνική ποίηση, ανακάλυψα ξανά τον Ρίτσο, πόσο μεγάλος ερωτικός ποιητής είναι. Ο αγαπημένος μου όμως ποιητής, αυτός που με εκφράζει περισσότερο απ’ όλους, είναι ο μέγας σουρεαλιστής, Οδυσσέας Ελύτης, ο έρωτας που είχε για το φως. Η ποίηση, έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, είναι σιβυλλική όπως πρέπει να είναι τα πράγματα στη ζωή. Είναι εδώ και ταυτόχρονα δεν είναι, είναι ναι κι όχι μαζί. Αυτός είναι ο σκοπός της, να μη δίνει δηλαδή θέσεις για τη ζωή, αλλά ψήγματα και ερωτήματα. Όσο πιο δεδομένα είναι τα πράγματα, τόσο πιο πεπερασμένα μοιάζουν. Θα σου πω όμως κι έναν μεγάλο ποιητή, που δεν είναι ποιητής και ακούει στο όνομα Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ενώ χρησιμοποιεί τον πεζό λόγο, τα νοήματα μέσα στα διηγήματα του είναι βαθιά ποιητικά. Έχω εσωτερικά ταυτιστεί μαζί του. 

Χωρίς τη μουσική τίποτα δεν θα ήταν ίδιο. Παίζω κιθάρες, και πολυ νεότερος κλαρινέτο. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα, ήταν στα 15 μου και ήταν Led Zeppelin “Stairway to Heaven”. Αγαπάω τη ροκ μουσική, τις μπαλάντες, πέρασα όμως και απ’ την κλασική κάπου στα 18. Όλη μου η μετεφηβική ηλικία ήταν ο Χατζιδάκις τον οποίο λατρεύω, ακούγοντας τον χωρίς να κουράζομαι στιγμή, ενώ παράλληλα με συγκινεί βαθιά κι ο Θάνος Μικρούτσικος. Ως μεγάλος τραγουδοποιός της νεότητας μας, υπήρξε ο Διονύσης Σαββόπουλος. Προφανώς και θεωρώ μεγάλο συνθέτη τον Θεοδωράκη, κι έχω την πεποίθηση ότι ήταν κι ένας μεγάλος συμφωνικός συνθέτης, που δυστυχώς δεν είχε την ευκαιρία να αναδειχθεί αυτή του η πλευρά. Το έργο Χρύσα, δεν ανήκει ποτέ στον καλλιτέχνη. Το έργο του Μίκη Θεοδωράκη δεν του ανήκει. Είναι τόσο μεγάλο που ανήκει σε όλο τον κόσμο. Δεν προστατεύτηκε στο τέλος ο Μίκης, η τέχνη του όμως έχει προάγει τον αγώνα της αριστεράς σαν υπόθεση στην Ελλάδα, ξεσήκωσαν τα βουνά. Την επόμενη της μεταπολίτευσης Θεοδωράκη ακούγαμε, ποιον άλλον;».

Η κουβέντα μας φτάνει στο “Τσέρνομπιλ” τη νέα θεατρική παράσταση που πρωταγωνιστεί. «Όταν μου είπε ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος την ιδέα για το “Τσέρνομπιλ”, αντιλήφθηκα ότι ο μικρόκοσμος στον οποίο ζούμε, αναπνέουμε και δημιουργούμε δεν έχει καμία σχέση με το κομμάτι της ανθρωπότητας στο οποίο ανήκουμε, κι έχουμε την ίδια ευθύνη είτε ζούμε εδώ είτε θα ήμασταν στο Τσέρνομπιλ. Αυτό που λέω είναι, ότι η ρήση της δικής μου δεκαετίας αυτή του ’70, που ακούγαμε να λέει ο Mao, ότι αν μια πεταλούδα κινήσει τα φτερά της στον Αμαζόνιο, μπορεί να φέρει βροχή στην Κίνα, είναι η απόλυτη πραγματικότητα και ισχύει για όλα τα πράγματα. Με δύο λόγια, όλη η ανθρωπότητα είμαστε πιασμένοι χεράκι-χεράκι και τώρα αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μας με το κλίμα, μιας σχέσης που βρίσκεται πλέον στο δώδεκα και πέντε κι όχι στο παραπέντε.

Το κομμάτι της κλιματικής αλλαγής, δεν το προλάβαμε τις προηγούμενες δεκαετίες και τώρα έρχεται σε βαθμό νιοστής. Με μια πιθανή βεβαιότητα, η γη θα εξακολουθεί να υπάρχει και μετά την καταστροφή του ανθρώπινου είδους, και βαδίζουμε νομοτελειακά προς αυτό. Το Τσέρνομπιλ, ήταν ένα καμπανάκι το οποίο έβγαλε την ανθρωπότητα απ’ τον δικό της εφησυχασμό, που νόμιζε ότι τα έχει όλα υπο έλεγχο. Δεν είναι έτσι, μας το επανέλαβε αυτό και η Φουκουσίμα. Το μέλλον δεν ήταν η πυρηνική ενέργεια, απόδειξη ότι αμέσως μετά το Τσέρνομπιλ η ανθρωπότητα ενίσχυσε τις έρευνες της κι αποφάσισε να πάει στις ανανεώσιμες πηγές, όπως η αιολική και η ηλιακή. Δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια.  Έχω την εντύπωση ότι πρέπει να βρεθούν άμεσες λύσεις τώρα, μπας κι αντιστρέψουμε την καταστροφή μας». 

Τσέρνομπιλ – Ένα χρονικό του μέλλοντος
Κεντρική Σκηνή – Θέατρο του Νέου Κόσμου
12 Νοε – 12 Δεκ
Εισιτήρια εδώ

POP TODAY
LIFE
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.