Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

γελαστος πριγκηπας
Γελαστός Πρίγκηπας ***1/2**

ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν

Πρωταγωνιστούν: Πολ Ραντ, Εμίλ Χιρς, Τζόις Πέιν

Διάρκεια: 94’

Η οικολογική καταστροφή του 1988 στην επαρχία Μπάστροπ του Τέξας αποτελεί το φόντο του Γελαστού Πρίγκηπα, μα όχι το σκοπό του. Ο ώριμος Άλβιν προσλαμβάνει τον παρία «κουνιάδο» του, Λανς, ως βοηθό του, στο κοπιώδες εγχείρημα βαψίματος της ασφάλτου, που καταστράφηκε μετά την ισχυρότερη πυρκαγιά που σημειώθηκε ποτέ στην πολιτεία. Ο Άλβιν σκέφτεται με την καρδιά του, ο Λανς με τη βουβωνική του χώρα. Ο ένας θέλει να ακούει μια κασέτα εκμάθησης Γερμανικών την ώρα της δουλειάς, ο άλλος τις κιθαριές των Loosely Tight. Η απομόνωση θα τους αναγκάσει να ανοιχτούν ο ένας στον άλλον και κάποια απρόβλεπτα γεγονότα θα τους φέρουν προ των ευθυνών τους.

Όταν μια ταινία ξεκινά με μια μαύρη οθόνη στην οποία περιγράφεται το μέγεθος της καταστροφής μιας πυρκαγιάς, τι πιο λογικό από το να σκεφτεί κανείς πως αυτό που θα δει είναι μια ταινία για την επίπτωση της ανθρώπινης «νόσου» πάνω στον αθώο πλανήτη Γη ή ένας ύμνος στη φύση και στο πόσο κακή είναι η ζωή στην πόλη. Μα όχι, όπως προαναφέρθηκε, τα καμένα δέντρα και η στάχτη αποτελούν, κατά τρόπο εξπρεσιονιστικό, το κατάλληλο πεδίο για να γραφτεί η ιστορία των ψυχών αυτών των δύο ανθρώπων. Η φύση είναι η ψυχή τους, μαύρα δέντρα που θυμίζουν πως το παρελθόν πέρασε. Ο ένας θρηνεί για το παρελθόν και τη ζωή του, ο άλλος εθελοτυφλεί. Ονειρεύονται ένα καλύτερο αύριο που, όπως ο δρόμος θα ξαναβαφτεί με κίτρινες γραμμές, έτσι και οι ζωές τους θα ξαναοργανωθούν και θα μπορούν να «οδηγούν ασφαλείς».

Μια γλυκιά μπαλάντα για την ανάγκη της απομόνωσης και ανακατάταξης των αξιών, για τη φιλία και την αγάπη και, εν τέλει, για το ίδιο το θαύμα του να είσαι άνθρωπος με αισθήματα. 

Το απαράμιλλο ατού της ταινίας είναι αυτό της μαγευτικής φωτογραφίας. Μια κάμερα που αναδεικνύει τόσο την καθημερινότητα της επαναλαμβανόμενης δουλειάς, όσο και τη σκοτεινή ομορφιά της καταστροφής και της ηθελημένης μοναξιάς. Το καβαλέτο του σκηνοθέτη Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν περιέχει όλες τις αποχρώσεις του καφέ, του μαύρου και τους τονισμούς του κίτρινου και του κόκκινου, παράγοντας πίνακες μοναδικής πνευματικής ομορφιάς, άλλες φορές περισσότερο νατουραλιστικούς και άλλες εξπρεσιονιστικούς/αλληγορικούς. Καίριο ρόλο παίζει και το υπνωτιστικό σάουντρακ των πάντα υπέροχων Explosions In The Sky, επεκτείνοντας την ήρεμη δύναμη της mise en scene.

http://youtu.be/IKIg_a12lO0

Το αφελές και προβλέψιμο σενάριο αποτελεί σίγουρα ένα μειον. Πρόκειται για ένα κλασσικό παράδειγμα ταινίας που στο πρώτο πεντάλεπτο μαντεύει κανείς πως θα συνεχιστεί και ποια θα είναι η κατάληξη. Μα, εκτός της φωτογραφίας, οι εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών Πολ Ραντ και Εμίλ Χερς είναι αυτές που αφήνουν τις βαθύτερες πτυχές του σεναρίου να βγουν στο φλοιό και να μετατρέψουν μια γελοιωδώς απλοϊκή ιδέα σε ένα τρυφερό χάρμα ιδέσθαι.

Μια γλυκιά μπαλάντα για την ανάγκη της απομόνωσης και ανακατάταξης των αξιών, για τη φιλία και την αγάπη και, εν τέλει, για το ίδιο το θαύμα του να είσαι άνθρωπος με αισθήματα. Μια από τις ελάχιστες φορές που ένα remake μιας άγνωστης, μινιμαλιστικής ταινίας καταφέρνει να πιάσει έστω και ένα μέρος από τη μαγεία της πρωτότυπης (η ταινία είναι remake μιας ισλανδικής παραγωγής του 2011, του Either Way). Αφεθείτε στην αγνότητά του άφοβα.

line-630
 
LEE DANIELS' THE BUTLER

Ο Μπάτλερ *****

ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Λι Ντάνιελς

Πρωταγωνιστούν: Φόρεστ Γουιτάκερ, Όπρα Γουίνφρεϊ, Τζον Κιούζακ

Διάρκεια: 132’

Ένας Αφροαμερικάνος που έμελλε να παρακολουθήσει υποχρεωτικά αμέτοχος όλες τις μεγάλες αλλαγές που αφορούν στα φυλετικά δικαιώματα από πολύ κοντά είναι ο πρωταγωνιστής του Μπάτλερ. Η ζωή προόριζε τον Σέσιλ Γκέινς για «μεγάλα» πράγματα· από τις ανυπόφορες μέρες της σκλαβιάς στις βαμβακοφυτείες του Νότου κατέληξε να υπηρετεί ως μπάτλερ στο Λευκό Οίκο εφτά διαφορετικούς πλανητάρχες (Άιζενχάουερ, Κένεντι, Τζόνσον, Νίξον και Ρίγκαν εμφανίζονται ενώ λάμπουν δια της απουσίας τους Φορντ και Κάρτερ) και να συμπεριφέρεται σαν να μη συμβαίνει τίποτα ενώ αυτοί ξεδίπλωναν τα σχέδιά τους. Ως επιπρόσθετος βραχνάς στο κεφάλι του, ο μεγάλος του γιος που, ακτιβιστής ων, είναι πάντα στην πρώτη γραμμή του κοινωνικού πολέμου για την άρση των διακρίσεων.

Με κατάλληλη επιλογή ηθοποιών και ανάλογες ερμηνείες από τον καθένα και με τρόπο που ομοιάζει στην αφήγηση του Φόρεστ Γκαμπ, ξεδιπλώνεται επί της οθόνης μια οδύσσεια δεκαετιών. Από την εποχή της σκλαβιάς στις πρώτες έντονες αντιδράσεις της δεκαετίας του 50 για να φτάσουμε στο σήμερα και την εκλογή του πρώτου αφροαμερικανού Προέδρου των ΗΠΑ. Σαφώς, η εστίαση δίνεται στα γεγονότα που ο πρωταγωνιστής υπηρετεί και παρατηρεί αμίλητος τον εκάστοτε Πρόεδρο να διαχειρίζεται το μέλλον της χώρας του, ενώ ο γιος του μπαινοβγαίνει στις φυλακές επειδή τόλμησε να σηκώσει κεφάλι.

Τίθεται, επιπλέον, το δίλημμα μεταξύ του αγώνα και της ασφαλούς ζεστασιάς κάτω από τη φτερούγα του «δράκου». Ο Σέσιλ δε θα ‘θελε τα παιδιά του και η γυναίκα του να υποφέρουν όπως αυτός κάτω από την τυραννία του Λευκού Άνδρα, μα κατ’ αυτόν τον τρόπο αποδέχεται την υποτιθέμενη κατωτερότητά του, ενώ ο γιος πάνω στη νεανική έξαψη αγνοεί τα συναισθήματα του πατέρα του για να ριχτεί στη μάχη. Η οικογένεια προέχει τελικά της κοινωνίας; Σε ποιο σημείο διαχωρίζονται τα δύο και σε ποιο αποτελούν ένα και το αυτό;

http://youtu.be/DUA7rr0bOcc

Όσο, όμως, και να σώζουν την κατάσταση οι εκπληκτικές ερμηνείες (ο Φόρεστ Γουιτάκερ σε ρόλο ζωής και η Όπρα Γουίνφρεί άψογη, απομακρυσμένη από τη celebrity φύση της) οι ενδιαφέρουσες επιλογές των δεύτερων ρόλων (χαρακτηριστικός ο Άλαν Ρίκμαν, χτυπάει κέντρο υποδυόμενος τον Ρίγκαν) ο Μπάτλερ παραμένει σε μεγάλο βαθμό στρογγυλοποιημένος και παραφουσκωμένος. Ο Ντάνιελς στην προσπάθειά του να χωρέσει ολόκληρες δεκαετίες πολιτικής και κοινωνικού αναβρασμού κάνει το λάθος να μην αποδίδει όλα τα γεγονότα με την ίδια σοβαρότητα, ενώ υπάρχουν στιγμές που θα μπορούσε να πέσει ψαλίδι.

Ναι μεν προσεγγίζει εν μέρει σωστά -όσο πάντα «επιτρέπεται» στα πλαίσια του εμπορικού κινηματογράφου- τη δισυπόστατη φύση των κινημάτων δράσης των έγχρωμων και τον ενίοτε πυρωμένο φανατισμό τους, μα στο άμεσα πολιτικό μέρος δεν ξεφεύγει από τη διάπραξη τετριμμένων σφαλμάτων. Πλέκει μια αγιογραφία για τον Κένεντι, ενώ τον Άιζενχάουερ τον περνά στα γρήγορα. Γενικώς αυτό είναι και το πρόβλημα με αρκετούς από τους σημαντικούς δευτερεύοντες χαρακτήρες: κατανοητή η υποκειμενική σκοπιά του ήρωα, μα αυτό θα έπρεπε να συνεπάγεται και μια αποφορτισμένη αποστασιοποίηση που σε καμία περίπτωση δεν υφίσταται στην ολότητα της ταινίας. Και, όσο και να εξακολουθεί να αποτελεί μια δραματοποιημένη αυτοβιογραφία, τα «συγκινητικά» μέρη της πέφτουν στο λάκκο του δακρύβρεχτου λαϊκισμού.

Αναμφίβολα ένα καλό δείγμα «προβληματισμένου», ποιοτικού εμπορικού κινηματογράφου που είναι ηλίου φαεινότερον ότι είναι περισσότερο φιλόδοξη γι’ αυτά που μπορεί να καταφέρει σε σχέση με όσα όντως επιτυγχάνει. Τουλάχιστον μέσα από τα νέφη της κάποιας σοβαροφάνειας και της λείανσης κρίσιμων γεγονότων (που ούτως ή άλλως συνεπάγονται της ίδιας της φύσης της ταινίας) υπερτερούν τα καλύτερα στοιχεία της. Κάποια πράγματα από αυτή θα μείνουν μα άλλα ήταν καταδικασμένα εξ αρχής να ξεχαστούν. Μα αυτό επ’ ουδενί δεν αφαιρεί τη fun πλευρά της ταινίας του Λι Ντάνιελς.

Στην επόμενη σελίδα: Αγνωσία, Last Vegas, Ψυχρά και Ανάποδα