Είναι αναμφίβολα ένας από τους πλέον επιτυχημένους και σημαντικούς Ευρωπαίους συγγραφείς αστυνομικών μυθιστορημάτων της εποχής μας. Το πρώτο του μυθιστόρημα εκδόθηκε το 1986, αλλά η καθιέρωση του ήρθε με τη δημιουργία του διάσημου πλέον αντιήρωά του, του επιθεωρητή Ρέμπους, έναν χρόνο μετά. Οι περιπέτειες του κυνικού και περιθωριακού Σκωτσέζου επιθεωρητή φιγουράρουν στις λίστες των μπεστ σέλερ και έχουν μεταφραστεί σε 36 γλώσσες – προσδίδοντάς του παγκόσμια φήμη. Όσο για τις βραβεύσεις και τις διακρίσεις του, είναι πολυάριθμές, ενώ για τις υπηρεσίες του στη λογοτεχνία του απονεμήθηκε επίσης τιμητικός τίτλος (OBE) από τη βασίλισσα της Αγγλίας.

Κύριε Ράνκιν, τι σας έκανε να επιλέξετε να γράφετε αστυνομική λογοτεχνία; Να στραφείτε, δηλαδή, σε αυτόν τον ζοφερό και άγριο κόσμο της μυθοπλασίας; Νομίζω ότι η αστυνομική λογοτεχνία παρουσιάζει στον αναγνώστη μια συνολική, ολιστική εμπειρία. Μαθαίνουμε για έναν πολιτισμό από πάνω προς τα κάτω, τους ανθρώπους του, τη φιλοσοφία της ζωής, τους φόβους και τα προβλήματά του (οικονομικά και κοινωνικά), την ιστορία και τη γεωγραφία του. Η αστυνομική λογοτεχνία διατυπώνει μεγάλα ηθικά ερωτήματα, έχει τη δυνατότητα να αποτυπώνει σημαντικά κοινωνικά ζητήματα τα οποία την ίδια στιγμή είναι προσβάσιμα και ευανάγνωστα. Ήθελα να γράψω για τη σύγχρονη Σκωτία όσο το δυνατόν πληρέστερα και η αστυνομική λογοτεχνία μου επιτρέπει να το κάνω.

Ο Στίβεν Κινγκ στο πασίγνωστο μυθιστόρημά του «Μίζερι» έγραψε για έναν συγγραφέα που φυλακίζεται και βασανίζεται από μία φανατική αναγνώστριά του. Η γραμμή που διαχωρίζει τη μυθοπλασία από την πραγματικότητα είναι συχνά εξαιρετικά λεπτή. Ποιο είναι το διακύβευμα όταν γράφετε μια ιστορία; Μπορεί η λογοτεχνία να αποδειχτεί ένα επικίνδυνο παιχνίδι; Η λογοτεχνία μπορεί να είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι, σε ορισμένες χώρες. Πολλοί συγγραφείς σε όλο τον κόσμο κρατούνται στη φυλακή ή υπόκεινται σε λογοκρισία, επειδή στα καθεστώτα δεν αρέσουν αυτά που λένε. Αυτό δεν είναι (ως τώρα) πρόβλημα στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά δεν θα αρέσει σε όλους αυτό έχω να πω για τη σύγχρονη Σκωτία. Σε κάθε περίπτωση, νομίζω ότι οι αναγνώστες της αστυνομικής λογοτεχνίας είναι έξυπνοι, ανοιχτόμυαλοι άνθρωποι και μάλλον δεν είναι αρκετά πιθανό να αποτελέσουν έναν κίνδυνο για μένα!

Στο νέο μυθιστόρημά σας «Ένα τραγούδι για δύσκολους καιρούς», βρίσκουμε τον πρωταγωνιστή σας, τον ντετέκτιβ Ρέμπους, σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής του. Είναι συνταξιούχος και γεμάτος αβεβαιότητα, ο σύζυγος της κόρης του αγνοείται και εκείνη αναμένεται να είναι η βασική ύποπτη. Ο Ρέμπους φοβάται μήπως αυτή θα είναι η πρώτη φορά στη ζωή του που δεν θα θέλει να ανακαλύψει την αλήθεια. Πώς σας ήρθε η ιδέα για έναν τόσο ιδιαίτερο ντετέκτιβ; Δεν ξέρω από πού προέκυψε ο Ρέμπους. Κάποια στιγμή απλώς τρύπωσε στο κεφάλι μου, μια σκοτεινή νύχτα όταν ήμουν 24 χρονών φοιτητής. Δεν είχα ιδέα ότι θα παρέμενε εκεί για τα επόμενα τριάντα χρόνια. Βάζω τον Ρέμπους να μεγαλώνει -πάνω κάτω- σε πραγματικό χρόνο, γιατί αυτό μου επιτρέπει να εξερευνήσω αυτή καθ΄ αυτή τη διαδικασία της γήρανσης. Αλλά και να καταγράψω τον τρόπο που εξελίσσεται ο πρωταγωνιστής μέσα στον χρόνο. Στα πρώτα μου βιβλία ήταν ένας πολύ φυσικός χαρακτήρας που θα έπαιρνε μέρος σε καβγάδες ή θα χρησιμοποιούσε το μεγάλο του μέγεθος για να εκφοβίσει τους άλλους. Δεν μπορεί πλέον να κάνει τέτοια πράγματα. Και συνειδητοποιεί όλο και περισσότερο τη θνητότητα, αλλά και τον ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο – έναν κόσμο που μοιάζει να τον έχει λιγότερη ανάγκη από ό, τι στο παρελθόν. Αυτό με αποτρέπει από το να τεμπελιάζω ή να ακολουθώ εύκολες επιλογές στο γράψιμό μου. Ακριβώς επειδή σε κάθε νέο βιβλίο ασχολούμαι με έναν χαρακτήρα που έχει αλλάξει από το προηγούμενο, που συνεχώς αλλάζει – όπως ακριβώς συμβαίνει στη ζωή.

Στα αστυνομικά μυθιστορήματα συμβαίνει συχνά να αναρωτιόμαστε για τη σχέση του ντετέκτιβ-πρωταγωνιστή με τον συγγραφέα του. Πώς θα περιγράφατε τη σχέση σας με τον Τζον Ρέμπους; Νομίζω ότι μου αρέσει ο Ρέμπους περισσότερο από ό, τι θα του άρεσα εγώ εάν συναντιόμασταν ποτέ! Θα με έβρισκε πολύ φιλελεύθερο στη σκέψη και τη στάση μου. Δεν ήμουν ποτέ άνθρωπος δράσης. Νομίζω ότι μοιάζω περισσότερο με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες μου. Αν και περιέργως, τα τελευταία χρόνια έχω ζήσει στο ίδιο σπίτι με τον εχθρό του Ρέμπους, τον δαιμόνιο Κάφερτι. Ίσως τελικά να έχω πραγματοποιήσει το δικό μου ταξίδι από το καλό στο κακό, από τον ήρωα στον κακοποιό – ή, αλλιώς, από τον Δόκτορα Τζέκυλ στον κύριο Χάιντ…

Αποκτήσατε διεθνή φήμη σχεδόν από την αρχή και θεωρείστε ένας από τους πλέον αναγνωρισμένους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας. Ποιο είναι το καλύτερο που ακολουθεί μία τέτοια αναγνώριση; Και ποιο είναι το χειρότερο τίμημα αυτής της επιτυχίας; Το καλύτερο μέρος της επιτυχίας μου; Αυτό είναι δύσκολο να απαντηθεί. Είναι καλύτερο να έχεις χρήματα παρά να μην έχεις χρήματα. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που είχε λίγα ή καθόλου χρήματα, γι’ αυτό εκτιμώ ότι έχω. Είναι υπέροχο που σε τόσους αναγνώστες αρέσουν στα βιβλία μου και ότι τους αρέσει να περνούν χρόνο με τον Ρέμπους. Οι συγγραφείς δεν είναι τίποτα χωρίς τους αναγνώστες τους. Αλλά όταν κάθομαι να γράψω, οι ίδιες αμφιβολίες επανέρχονται: Είμαι καλός σε αυτό; Θα είναι καλό αυτό το βιβλίο; Τι γίνεται αν έχω αφήσει πίσω μου την καλύτερή μου συγγραφική περίοδο; Αυτή η συνεχής αμφιβολία μπορεί να είναι το χειρότερο που αντιμετωπίζεις όταν είσαι συγγραφέας. Συνεχίζω να γράφω γιατί κάθε βιβλίο μου αποτυγχάνει να πει ακριβώς αυτό που θέλω να πω για τον κόσμο, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Τι σας αγχώνει περισσότερα στη διαδικασία της συγγραφής ενός βιβλίου; Αλλά και ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία, τελικά, για έναν συγγραφέα; Το γράψιμο είναι σκληρή δουλειά. Η πλοκή είναι δύσκολη. Το να βρεις λίγη ηρεμία, λίγη ησυχία μπορεί επίσης να είναι πολύ δύσκολο. Μπορεί να μην έχω γράψει τίποτα για καιρό, αλλά να με απασχολούν περιοδείες, διεθνή φεστιβάλ, συναντήσεις για κινηματογραφικά και τηλεοπτικά προγράμματα και συνεντεύξεις – όπως αυτή εδώ. Αλλά το να είσαι συγγραφέας, είναι επίσης πολύ διασκεδαστικό: Σου επιτρέπει να παραμένεις ένα παιδί που παίζει με τους φανταστικούς φίλους του.

Τα μυθιστορήματά σας είναι προσεκτικά δομημένα. Καταστρώνετε την πλοκή σας από την αρχή στην κάθε λεπτομέρεια ή έχετε μία γενική ιδέα και ξεκινάτε να γράφετε αυτοσχεδιάζοντας;  Κάνω πολύ λίγο προγραμματισμό πριν ξεκινήσω. Η ιστορία από μόνη της μου λέει πού θέλει ή πρέπει να πάει. Ξεκινάω με ένα θέμα που επιθυμώ να εξερευνήσω και η εναρκτήρια σκηνή είναι συνήθως η σκηνή του εγκλήματος. Ενώ γράφω το πρώτο προσχέδιο, ξέρω τόσο λίγα όσο οι ντετέκτιβ μου – ανακαλύπτω κάτι όταν εκείνοι το ανακαλύπτουν. Περίπου στα δύο τρίτα του πρώτου προσχεδίου, αρχίζω να αντιλαμβάνομαι ποιος είναι ο δολοφόνος και γιατί διέπραξε το έγκλημα. Αλλά για το μεγαλύτερο μέρος της πλοκής είμαι και εγώ ντετέκτιβ – γνωρίζω μόνο όσα γνωρίζουν ο Ρέμπους και οι συνεργάτες του και προσπαθώ να βρω τις σωστές απαντήσεις. Ίσως να υποψιάζομαι ποιος είναι ο δολοφόνος, αλλά η ίδια η ιστορία είναι που συχνά με οδηγεί σε μία άλλη κατεύθυνση και σε ένα απρόσμενο συμπέρασμα.

Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που πήρατε ποτέ ως συγγραφέας; Η αρχική μου πρόθεση ήταν να θεωρηθώ λογοτέχνης. Το πρώτο μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον Ρέμπους επρόκειτο να είναι μια νέα εκδοχή του θέματος «Δόκτωρ Τζέκυλ και κύριος Χάιντ». Όταν εκδόθηκε, αντιμετωπίστηκε από τους κριτικούς ως «αστυνομικό μυθιστόρημα». Ένας συγγραφέας που θαύμαζα μου είπε να μην με απασχολεί αυτό. «Απλά γράψτε τα βιβλία που θέλετε να γράψετε, αντί για τα βιβλία που πιστεύετε ότι θα σας θαυμάσουν επειδή τα γράψατε».

Έχετε καταλήξει τι ιδιαίτερο έχει εκείνη η στιγμή που αποφασίζετε ότι μπορείτε να αρχίσετε τη σύνθεση μιας ιστορίας; Πώς αντιλαμβάνεστε την έμπνευση; Η έμπνευση είναι μια μορφή μαγείας. Είναι σαν να υπάρχει ήδη η ιστορία, να περιστρέφεται αόρατη γύρω μου. Στη συνέχεια αποφασίζει ότι είμαι ο καλύτερος για να τη γράψει! Λέμε ότι αυτές είναι «στιγμές λάμπας» γιατί έτσι αισθάνεσαι – σαν να ανάβει μία λάμπα. Και τότε γίνονται όλα διαυγή και σαφή, όπως όταν ένα σκοτεινό δωμάτιο φωτίζεται ξαφνικά.

Έχετε κάποιο όφελος ως συγγραφέας σε σχέση με το πώς βλέπετε τα πράγματα στον κόσμο;  Το γράψιμο είναι ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνώ με τον εξωτερικό κόσμο και επίσης ο τρόπος που κατανοώ τον κόσμο. Αυτό ισχύει από τότε που ήμουν παιδί. Το γράψιμο είναι επίσης μια μορφή ψυχοθεραπείας για μένα, ένας τρόπος αντιμετώπισης των ανησυχιών και των προβλημάτων μου, των πολλών ερωτηματικών μου σχετικά με την κοινωνία και την ανθρώπινη φύση. Και, επίσης, είναι μία μορφή κάθαρσης το να μεταφέρω το περιεχόμενο από τις σκοτεινότερες γωνίες του μυαλού μου, σε μία λευκή σελίδα.

Αλήθεια, πώς βλέπετε τα πράγματα στις μέρες μας; Το «Ένα τραγούδι για δύσκολους καιρούς» το συνέλαβα σε μια εποχή που σκεφτόμουν την άνοδο της Δεξιάς, ειδικά στην Ανατολική Ευρώπη, καθώς το Brexit δίχαζε τις απόψεις στο Ηνωμένο Βασίλειο και συνέβαιναν κάθε λογής γεγονότα, από εκείνα που κάνουν τον κόσμο να φαίνεται ένα ακόμη πιο άσχημο μέρος. Έτσι, οι σκοτεινοί καιροί όπως τους αντιλαμβανόμουν ήταν η εποχή του Τραμπ και του Brexit, μια εποχή πολιτικού εξτρεμισμού η οποία νόμιζα ότι ήταν τόσο σκοτεινή όσο δεν πήγαινε. Σίγουρα δεν ήξερα τότε πως ο Covid βρισκόταν στη γωνία και ότι όλα θα γινόταν ακόμα χειρότερα!

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προέκυψε από τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ανεξάρτητα από τον Covid, η Ε.Ε. είναι εδώ και χρόνια σε παρακμή, λείπει η φαντασία, το πολιτικό όραμα, οι προσωπικότητες με πολιτικό σχέδιο και τόλμη. Υπάρχει ακόμα προοπτική για αυτήν ή θα διαλυθεί;  Αυτές είναι σκοτεινές μέρες. Η Ευρώπη γίνεται σκοτεινή. Οι αυταρχικοί λαϊκιστές ηγέτες αυξάνονται, φέρνοντας μαζί τους έναν άσχημο λόγο δυσπιστίας, φόβου και πικρίας. Το ευρωπαϊκό σχέδιο –το ιδεώδες για το τι θα μπορούσε να σημαίνει η Ευρώπη– φαίνεται να απειλείται. Ο πλανήτης λιώνει ή καίγεται και αισθανόμαστε σε μεγάλο βαθμό αδύναμοι. Φαίνεται ότι υπάρχει λιγότερος χώρος για ψύχραιμα επιχειρήματα και περισσότερος χώρος για σπλαχνικό μίσος και πόλωση στις πολιτικές απόψεις. Τίποτα από αυτά δεν είναι καλό – πολλά από αυτά τρομάζουν. Το Brexit φαίνεται να είναι ένα ακόμη μικρό βήμα στην πορεία προς το χάος και την αστάθεια. Οι άνθρωποι χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις συνήθεις πολιτικές βεβαιότητες. Θέλουν αλλαγή, αλλά εκείνοι που θα μπορούσαν να αλλάξουν κάπως τα πράγματα, έχουν γίνει πρωταθλητές της αφωνίας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρείται μια μακρινή ελίτ που δεν ενδιαφέρεται για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Τα κοινωνικά μέσα έχουν εργαλειοποιηθεί. Οι άνθρωποι δεν ξέρουν ποιον ή τι να εμπιστεύονται. Οι δημοσιογράφοι κακοποιούνται, οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί κατηγορούνται για μεροληψία και για ψεύδη. Η λογοτεχνία είναι από τη φύση της σχεδόν καθολική, ανήκει σε όλους που μπορούν να διαβάσουν. Αλλά οι άνθρωποι επηρεαζόμαστε και γινόμαστε εσωστρεφείς, μικρόνοες, ξενοφοβικοί. Οι φωνές της διαφωνίας σιωπούν σε πολλές χώρες. Τα κλειστά μυαλά είναι μια τρομερή κατάσταση. Η ελεύθερη σκέψη και η ανταλλαγή ιδεών και απόψεων είναι τόσο ζωτικής σημασίας για τον πολιτισμό. Ελπίζω τα πράγματα να αλλάξουν προς το καλύτερο, αλλά δεν είμαι αισιόδοξος.

Τι σημαίνει να είναι κάποιος συγγραφέας στις μέρες μας; Μπορεί η λογοτεχνία να αλλάξει τη ζωή μας; Δεν πιστεύω ότι η λογοτεχνία και οι τέχνες απαραίτητα αλλάζουν τις ζωές. Γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι μπορούν να εργαστούν σε στρατόπεδα εξόντωσης και να επιστρέψουν το βράδυ στο σπίτι για να διαβάσουν Σαίξπηρ ή Όμηρο και να ακούσουν τον Μπετόβεν ή τον Μότσαρτ. Το μοναδικό καθήκον του συγγραφέα είναι να λέει τις ιστορίες που αισθάνεται ότι πρέπει να ειπωθούν. Νομίζω ότι οι άνθρωποι χρειάζονται ιστορίες περισσότερο από ποτέ στις μέρες μας, γιατί οι ιστορίες μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τον κόσμο και να κατανοήσουμε τον εαυτό μας. Μας ανοίγουν στις εμπειρίες άλλων ανθρώπων σε άλλες κουλτούρες. Τουλάχιστον, ελπίζω ότι αυτό το καταφέρνουν.

Τα βιβλία του Ίαν Ράνκιν κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, με τελευταίο το «Ένα τραγούδι για δύσκολους καιρούς»