Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΕΙΚΑΣΤΙΚΑ: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Το νήμα της ζωής της Λήδας Παπακωνσταντίνου

Μία από τις πιο ρηξικέλευθες εικαστικούς και performers της χώρας μας, μιλάει στην Popaganda με αφορμή την καταιγιστική έκθεση «3 Παπακωνσταντίνου: Θοδωρής, Λίτσα, Λήδα» που ενώνει τρεις ζωές στο Φουγάρο του Ναυπλίου.
Φωτογραφίες: Νατάσα Πανταζοπούλου / FOSPHOTOS
popaganda_09_LidaPapakon_05

Έχω προσπεράσει, κρατώντας σφικτά από το χέρι ένα τετράχρονο παιδί, ανήλικες γυφτοπούλες που πασαλείφουν καθισμένες στα σκαλάκια του ηλεκτρικού τα μαλλιά τους με οξυζενέ, πρόσφυγες σε σκηνές, μικροπωλητές με κάθε λογής φτηνοπραμάτειες, ανθρώπους ξέμπαρκους που λαγοκοιμούνταν στα παγκάκια, για να συναντήσω επιτέλους τη Λήδα Παπακωνσταντίνου, από τις πιο ρηξικέλευθες εικαστικούς και performers που έβγαλε ο τόπος, στην αποβάθρα 8, στο λιμάνι του Πειραιά. Εχει μόλις επιστρέψει από το Παρίσι και την έκθεση Transitions στην La galerie episodique, όπου εκθέτει έργα της μαζί με τη Λίζη Καλλιγά και την Αθηνά Ιωάννου, σε επιμέλεια Ντένη Ζαχαρόπουλου, και ετοιμάζεται να επιβιβαστεί στο δελφίνι για τις Σπέτσες, τόπο μόνιμης κατοικίας της ξανά τα τελευταία χρόνια. Το παράδοξο ραντεβού στο λιμάνι  δόθηκε με αφορμή μια καταιγιστική έκθεση κατάθεση στο Φουγάρο του Ναυπλίου, που ενώνει τρεις ζωές: «3 Παπακωνσταντίνου: Θοδωρής, Λίτσα, Λήδα» είναι κι ο τίτλος της. Η αυτοβιογραφία της Λήδας, που ξεγυμνώνει σταθμούς και απόκρυφα της ζωής της, μαζί με τις  βιογραφίες των δυο γεννητόρων της, συμπορεύονται με τον πλέον ιδιοσυγκρασιακό και πυκνό τρόπο με την  ιστορία της χώρας. Ξυλόγλυπτα  του πατέρα, ζωγραφιές της μάνας, μικτές συνθέσεις και βίντεο της κόρης , αντικείμενα χρηστικά από το πατρικό σπίτι στις Σπέτσες, επίσημα έγγραφα, έπιπλα, memorabilia συνθέτουν ένα καταιγιστικό οπτικά και συναιθηματικά πολυεπίπεδο σύμπαν.

Με τον ήλιο να χτυπά κατακούτελα στην αποβάθρα 8, και μια τούρτα που δεν πρέπει να λιώσει -την μεταφέρει η εικαστικός για τα γενέθλια του εγγονού στις Σπέτσες-, το κασετοφωνάκι ξεκινά να καταγράφει: «Δώσαμε εδώ, στο λιμάνι, ραντεβού γιατί είναι σαν το σπίτι μας”, σχολιάζει προϋπαντώντας με μαζί με τη μικρή Αταλάντη η Λήδα Παπακωνσταντίνου. «Είναι ένα καλό μέρος για να συναντηθούμε, ανάμεσα από πεταμένα μπουκάλια coca-cola και ανθρώπους που βγήκαν από  τα flying dolphin. Εδώ μπορούμε να πούμε και δέκα κουβέντες για κάτι που έχει σχέση με όλα αυτά. Μιλάμε και είμαστε εδώ, λοιπόν, επειδή η ζωή μας είναι τέτοια».

«Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό», προσθέτει, «το ότι σήμερα είσαι εδώ με το παιδί σου για να κάνεις τη δουλειά σου. Εγώ αυτό το θεωρώ αυθόρμητα φυσιολογικό. Γίνεται μια συνέντευξη που έχει σαν αφορμή ένα έργο τέχνης με θέμα συγκεκριμένο, τις ζωές τριων ανθρώπων. Και εδώ όμως στην αποβάθρα 8, αυτή τη στιγμή αναπτύσσονται, εξελίσσονται, οι ζωές τριών άλλων ανθρώπων, της κόρης σου, η δικιά σου και η ζωή η δικιά μου, με ό,τι κουβαλάμε μαζί μας».

Γύρω μας, όχι σε ορατό σημείο από την αποβάθρα 8, βρίσκονται πρόσφυγες. Πώς βιώνει, πώς αντιλαμβάνεται το προσφυγικό  την περίοδο που τρέχουν ταυτοχρόνως δυο εκθέσεις της στο Ναύπλιο και στο Παρίσι; «Τοποθετείς το προσφυγικό σαν να είναι κάτι που κανείς το αντιμετωπίζει ευκαιριακά και στο ενδιάμεσο», μου αντιγυρίζει ενοχλημένη. «Δεν είναι έτσι. Το προσφυγικό είναι ένα θέμα που το παρακολουθώ όπως όλοι οι άνθρωποι που είναι ενήμεροι της πραγματικότητας. Δεν έχω να πω τίποτα παραπάνω όμως, γιατί η πραγματικότητα είναι μια πραγματικότητα μέσα στην οποία εμείς εντασσόμαστε, δεν της  κάνουμε μια μικρή επίσκεψη για να  κάνουμε μια συνέντευξη. Χρειάζεται σεβασμός σε αυτό που γίνεται».

Πριν λίγες μέρες βρισκόμουν στο Φουγάρο, όπου τρία κόκκινα νήματα ζωής σαν καρδιογραφήματα, της Λήδας Παπακωνσταντίνου και των γονιών της, λαϊκών καλλιτεχνών κι από τους πρωτεργάτες του ΕΟΜΕΧ, διέτρεχαν παράλληλα τις διαδρομές τους, με σταθμούς σε ανυψώσεις ή καταβυθίσεις. «Η γραφική και γραμμική αναπαράσταση μού φάνηκε σαν μια λύση που θα μπορούσε να ενεργοποιήσει και να κάνει πιο πλατιά την όραση του θεατή. Δηλαδή, εάν έγραφα απλά ή έδινα πληροφορίες για τους τρεις μας με άλλους τρόπους μπορεί να μείωνα τον ορίζοντα. Εμένα με ενδιαφέρει ο ίδιος ο θεατής να πάρει μέρος».

popaganda_09_LidaPapakon_04

«Ενώ τρέμουν τα πόδια μου κάθε φορά που κάνω κάτι, έχω τρομερό άγχος, και με πιάνει το στομάχι μου, διαλέγω να βλέπω τον εαυτό μου σαν ατρόμητο»

Οι διαδρομές κρύβουν εκπλήξεις. Εκτός από τις αναγκαίες γεννήσεις, σπουδές, μετακομίσεις, προαγωγές (του μπαμπά), συμμετοχές σε Μπιενάλε (της κόρης), η γραμμή της Λήδας εμπεριέχει και πάρτυ σπίτι της με μπλουζ, θαυμάσια γλέντια (σε συγκεκριμένες χρονολογίες), αλλά και αρρώστιες. Συγχρόνως, με τη μικροϊστορία συνυπάρχει και η μεγάλη Ιστορία, η κατάληψη στη Νομική, η επιστροφή του Καραμανλή, η νομιμοποίηση των αυθαιρέτων.

«Μια ημερομηνία πάντοτε μάς αφορά όλους, γιατί κάτι έχει συμβεί σε όλους μας. Ανά πάσα στιγμή. Τυχαία, μια ημερομηνία αν βάλω, ας πούμε 22/1/45, που είναι η ημερομηνία που γεννήθηκα, είναι σίγουρο ότι για όλους  τους ανθρώπους κάτι  θα σημαίνει. Είτε σαν μέρος μιας ιστορίας, της ιστορίας γενικότερα, είτε μέσω μιας  προσωπικής ιστορίας. Ετσι, βρήκα μια λύση πώς να μεγαλώσω αυτό που έκανα πέρα από την οικογένειά μου και ανοίγοντας στους πάντες». Τα σκαμπανεβάσματα είναι κάτι πάρα πολύ κοινό, συνεχίζει. «Αυτή τη στιγμή, οι τρεις μας, εγώ, εσύ και η Αταλάντη, ζούμε ένα σκαμπανέβασμα».

Δίπλα στα πολύ μεγάλα γεγονότα, όπως η γέννηση του γιου και του εγγονού της, τοποθετεί ένα πάρτυ. Με ποια λογική, με ποια μονάδα μέτρησης έγινε μια τόσο «άνιση» και ετερόκλητη σταχυολόγηση; «Η διαδικασία ίσως έχει κάποια σημασία. Δυο χρόνια δουλεύω πάνω σε στην ιδέα της έκθεσης. Άρχισα γράφοντας την ιστορία των τριών μας, την ιστορία των γονιών και τα πράγματα που μείνανε στη μνήμη μου ως παιδί τους. Ως οικογένεια μιλάγαμε πάρα πολύ μεταξύ μας. Συχνά και για πράγματα που συνήθως οι άλλες οικογένειες δεν μιλάνε. Ήταν αρκετά ανοικτοί οι γονείς μου. Παράλληλα, αυτά που θα μπορούσαν να θεωρηθούν οικογενειακά μυστικά αφορούσαν πάρα πολλούς άλλους ανθρώπους. Η πολιτική, ας πούμε, θέση των γονιών μου αφορούσε πολλούς ανθρώπους. Αναφέρομαι στην Ελλάδα του Εμφύλιου».

Μας διακόπτει ένας επαίτης. Ο τρίτος ή ο τέταρτος μιας σειράς ανθρώπων που είτε θέλουν να μας πουλήσουν αρώματα και χαρτομάντηλα είτε απλά ζητούν λίγα λεφτά επειδή πεινάνε. «Θα σου δώσω όλα όσα έχω», του λέει η Λήδα Παπακωνσταντίνου βγάζοντας απ΄την τσέπη της όλα της τα κέρματα. «Καλό Πάσχα», είναι το ευχαριστώ του ζητιάνου που εξαφανίζεται στη στιγμή.

Ξαναπιάνει το νήμα των γραμμών της κοινής βιογραφίας τους στο Φουγάρο: «Στις γραμμές αυτές  προϋπάρχει μια προετοιμασία. Κάθισα κι έγραψα όλα τα πράγματα που άρχισα σιγά σιγά να θυμάμαι. Τη μνήμη πρέπει να την ανακινείς σιγά σιγά. Και κάτι αρχίζει να γίνεται. Και κράταγα σημειώσεις. Στη συνέχεια σε αυτές τις σημειώσεις, που ήταν η ιστορία  του Θοδωρή, η ιστορία της Λίτσας και η ιστορία της Λήδας, έγινα κι εγώ ένα τρίτο πρόσωπο, πήρα απόσταση από τον εαυτό μου. Γίνανε μικρά γκρουπ από γραφτά. Σε αυτά τα γραφτά μετά έκανα highlighting με διαφορετικά χρώματα, ποιες λέξεις θα κρατήσω ή ποιες φράσεις από ολόκληρη ενότητα. Δηλαδή “1964”. Ενα σωρό πράγματα γίνανε το 1964, αρκετά σημαντικά για να τα καταγράψω. Από αυτά όμως πάρα πολύ λίγα βρήκαν εντέλει τη θέση τους. Γιατί  αυτά  που μπορούσα να βάλω στον τοίχο ήταν αυτά που θα μπορούσαν να με ενώσουν με τους άλλους κι όχι αυτά που θα με διαφοροποιούσαν».

Η Λήδα Παπακωνσταντίνου και η μικρή Αταλάντη

Η Λήδα και η μικρή Αταλάντη

Βεβαίως, της πέρασε από το μυαλό και η ιδέα ότι η έκθεση «είναι ένας πάρα πολύ καλός τρόπος να δώσω μια νέα ανάγνωση αυτού του μεγάλου κομματιού που λέγεται χειροτεχνία στη χώρα μας. Πώς δηλαδή  ξεκίνησε και πώς έγινε πριν αλλάξουν οι οικονομικές συνθήκες και γίνουν όλα made in China. Οι γονείς μου ήταν από τους πρώτους που εργάστηκαν για τον ΕΟΜΕΧ».

Ο πατέρας της ήταν, πέραν των υπολοίπων, κι ένας εξαιρετικός αρχειοθέτης. «Γι’ αυτό και κληρονόμησα όλα αυτά τα πράγματα. Υπάρχουν όλα τα στοιχεία της καταπληκτικής διαδρομής της Ελλάδας μετά τον Εμφύλιο. Πώς σιγά σιγά κατάφεραν να στηριχθούν στα πόδια τους οικονομικά άνθρωποι οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί και είχαν μείνει άνεργοι, λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Το ίδιο το κράτος τους έδωσε διεξόδους να στήσουν  δουλειές. Αυτό έκανε ο ΕΟΜΕΧ. Ξεκίνησε σαν βασιλική πρόνοια και εν συνεχεία άρχισε να δίνει δάνεια και να οργανώνει την ελληνική χειροτεχνία. Ηθελα να μιλήσω και γι’ αυτό. Είναι θέματα που δεν έχουν συζητηθεί. Δεν έχει αποδοθεί μια περίοδος».

Τα έργα των γονιών της και τα δικά της διαπιστώνει διατρέχοντας την έκθεση πως βρίσκονται σε έναν ανοικτό διάλογο. «Κάποια από μόνα τους φωνάζουν και λένε “εμένα η θέση μου είναι σε ένα γκρουπ εδώ, αριστερά στο πάτωμα, με το φως να πέφτει έτσι και να κοιτάω απέναντι αυτό”. Η δουλειά πάντα έχει τη ζωή και τη φωνή της. Είναι ζωντανά αυτά τα αντικείμενα, όπως είναι όλα τα καλά αντικείμενα.  Υπάρχει μια βασική αλήθεια, όπως τώρα που ξαναείδα  το “Νυμφαίας” του Μονέ και ξαναέβαλα και τα κλάματα. Έτσι γίνεται!»

Τα κλάματα δεν τα βάλατε όσο στήνατε την έκθεση; Όχι, γιατί είχα δουλειά να κάνω. Άλλωστε, είχα δυο χρόνια περίπου προετοιμασίας και χαλιναγώγησης του συναισθήματος. Για να γίνει υπερβατικό ένα έργο πρέπει να γίνει υπέρβαση. Το συναίσθημα είναι σαν την ιδιωτική ζωή, είναι προσωπικό. Όταν μιλάς έξω από σένα οι κώδικες είναι άλλοι, ανοίγουν».

Η ίδια δεν θέλησε να βάλει όριο στην αυτοέκθεσή της. Μιλά στην έκθεση ακόμη και για την αρρώστια της: «Υπάρχουν άνθρωποι όμως που καταλαβαίνουν τον εαυτό τους μονάχα σε σχέση με τις αρρώστιες τους και δεν μιλάνε για τίποτα άλλο. Ας πούμε, ένα χαρακτηριστικό δυστυχές των μεγαλυτέρων ανθρώπων είναι ότι σχεδόν επιβάλλεται να βιώνουν τον εαυτό τους μέσα από τις αρρώστιες και τα φάρμακά τους. Αυτό είναι τραγικό! Γιατί μέχρις ότου να πεθάνουμε, ζούμε. Και η ζωή είναι τεράστια. Θα ήταν κρίμα να την σπαταλήσουμε. Θα ήτανε κι ασέβεια!”.

Ένα από τα μυστικά που θέλει να μου αποκαλύψει σε δεύτερη επίσκεψη στο Φουγάρο, είναι τα έργα των γονιών της πάνω στα οποία έχει επέμβει ο γιος της  μικρός, «συμπληρώνοντάς τα. Κανείς δεν τα ξέρει. Αυτά τα έργα τα αναγνωρίζω μόνο εγώ. Ο τρόπος που τα παιδιά μας είναι μέσα στη ζωή μας είναι απόλυτα καθοριστικός».

Της περιγράφω τον ενθουσιασμό της παρέας των παιδιών με την οποία επισκέφτηκα την έκθεσή της στο Φουγάρο. «Τα έργα έχουν μια χαρά», λέω. «Που μεταδίδεται σε όλους, ανεξαιρέτως ηλικίας»,συμπληρώνει. «Η τύχη που είχα εγώ παιδί είναι ότι, παρόλες τις γενικότερες μεγάλες και ειδικότερες δυσκολίες που είχε η οικογένειά μου, βίωσα, πάντοτε αποδεικτικά, με στοιχεία, τη χαρά».

«Δεν έχω καμία ανάγκη να βάλω ταμπέλα ή να ταυτιστώ με κάποια σχολή. Είμαι καλλιτέχνης, είμαι φυσικά και performer, αλλά και πολλά άλλα πράγματα. Είμαι πολύ καλή κολυμβήτρια, μαγείρισσα, γιαγιά, οδηγώ πολύ καλά το  τρίκυκλό μου, επίσης ράβω πολύ καλά»

Για να με πείσει πιάνει την αφήγηση: «Ο πατέρας μου έφτιαχνε φιγούρες από Καραγκιόζη. Είναι ένα στοιχείο που στη συνέχεια χρησιμοποίησα στη δουλειά μου. Έχω φτιάξει κι εγώ φιγούρες, σκιές και χρησιμοποίησα το θέατρο των σκιών. Ήμουνα τριών-τεσσάρων ετών, όταν ο πατέρας μου έφτιαξε τους πρώτους Καραγκιόζηδες. Έστηνε ένα μπερντέ στο άνοιγμα της κουζίνας κι ερχόντουσαν όλα τα πιτσιρίκια της γειτονιάς και μας έκανε παραστάσεις μέσα στο σπίτι μας, που ήταν 4×4. Αυτό ήταν το σπίτι μας. Εκεί ακριβώς όμως γινόταν μια πλημμύρα χαράς. Πάνω σε ένα πολύ γερό μύθο έβαζε και στοιχεία της πραγματικότητας και της καθημερινότητας, της επικαιρότητας. Αυτό που κάνει η δημοσιογραφία γινόταν μέσα στην κουζίνα μας, σε ένα πλαίσιο περιχαρές. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο σε αυτό το νησί. Όπως δεν υπάρχει και τώρα στο ίδιο νησί που ζω».

Τα δεκάδες  έργα και τα αντικείμενα της έκθεσης αναρωτιέται κανείς τι θα απογίνουν. «Αρκετά, ελπίζω, σαν ενότητες ότι θα μείνουν κάπου ασφαλή και προσβάσιμα». Δεν σκέφτεται κάποιο μουσείο, «γιατί δεν έχουν χρήματα για να συντηρήσουν όσα ήδη έχουν. Θα περιμένω». Δεν έχει χώρο για να τα αποθηκεύσει η ίδια, «γιατί παράγω συνεχώς πράγματα. Καθώς μιλάμε ήδη αυτή τη στιγμή έχουν προστεθεί νέα έργα στον προσωπικό μου χώρο και ο προσωπικός μου χώρος δεν είναι ατέρμονος. Μαζεύεται δουλειά γιατί δεν πουλάμε τα πάντα». Ένα άλλο μεγάλο θέμα, τονίζει, είναι «η διαχείριση της δουλειάς  σου. Τι κάνει κανείς με τη δουλειά;». Δεν σκέφτεται να μετατρέψει το σπίτι στις Σπέτσες σε μουσείο, αφενός γιατί δεν έχει τα λεφτά αφετέρου γιατί «τα μουσεία γίνονται από  ανθρώπους που στόχος της ζωής τους είναι να κάνουν μουσεία. Εγώ είμαι καλλιτέχνης».

Θα αυτοπροσδιοριζόταν περαιτέρω ως performer, όντας από τους πρωτεργάτες της performance στη χώρα; «Είμαι ένας άνθρωπος δημιουργικός. Το συνηθισμένο είναι οι άλλοι να σου βάζουν ταμπέλες, εγώ δεν έχω καμία ανάγκη να βάλω ταμπέλα ή να ταυτιστώ με κάποια σχολή. Είμαι καλλιτέχνης, είμαι φυσικά και performer, δεν το συζητάω, αλλά είμαι και πολλά άλλα πράγματα. Ξέρετε, είμαι πολύ καλή κολυμβήτρια, εκεί είμαι καλή performer, είμαι καλή μαγείρισσα, είμαι καλή γιαγιά, ήμουν πολύ καλή ποδηλάτρια, οδηγώ πολύ καλά το  τρίκυκλό μου, επίσης ράβω πολύ καλά, δεν ξέρω να κεντάω γιατί δεν μπορώ να επαναλάβω το ίδιο πράγμα, έχω αυτή την αδυναμία συγκέντρωσης σε οτιδήποτε γίνεται με μια τακτική επανάληψη. Όμως ράβω εξαιρετικά. Έραβα και τα ρούχα μου. Εν τέλει όλο αυτό το ράψιμο είναι στοιχείο της δουλειάς μου».

popaganda_09_LidaPapakon_01

«Η τύχη που είχα εγώ παιδί είναι ότι, παρόλες τις γενικότερες μεγάλες και ειδικότερες δυσκολίες που είχε η οικογένειά μου, βίωσα, πάντοτε αποδεικτικά, με στοιχεία, τη χαρά»

Πόσες φορές έχει μετατοπιστεί η Λήδα Παπακωνσταντίνου καλλιτεχνικά; «Η ραχοκοκκαλιά, αν μετατοπιστεί, είσαι άρρωστος, έχεις πρόβλημα και πας και κάνεις εγχείριση. Μετατόπιση σπονδύλου; Μπορεί να μείνεις και ανάπηρος! Δεν έχω τέτοια θέματα. Μάλιστα ο δικός μου κόκκυγας είναι ενωμένος πάνω στο σπόνδυλο, κάτι που μου δίνει αυτό το περήφανο που έχει η κοσρμοστασιά μου, που όμως  είναι  φυσικό ελάττωμα. Παρ’ όλα αυτά, η βάση ήταν γερή γιατί οι γονείς μου μου δώσανε φοβερή βάση να κρατιέμαι. Από εκεί και πέρα φρόντισα κι εγώ. Ενώ τρέμουν τα πόδια μου κάθε φορά που κάνω κάτι, έχω τρομερό άγχος, και με πιάνει το στομάχι μου, διαλέγω να βλέπω τον εαυτό μου σαν ατρόμητο και λέγε λέγε το πίστεψα».

Αν δεν γινόταν καλλιτέχνις υπάρχει κάτι άλλο που θα ήθελε να κάνει στη ζωή της; «Θα ‘θελα να/ θα΄θελα να’μουν κηπουρός», τραγουδά. «Πολύ θα ‘θελα να ήμουν κηπουρός», σοβαρολογεί. «Γιατί ο κηπουρός ασχολείται με τη ζωή». Περιγράφει με ενθουσιασμό τις συκιές που είδε να μεγαλώνουν σε ένα ανάκτορο στο ανατολικό Βερολίνο. «Μεγαλώναν πίσω από τζάμια σε ύψος και σε πλάτος, σαν κληματαριές. Δεν είχαν πάχος! Αυτές τις συκιές αν ήμουν κηπουρός θα τις φρόντιζα».

Τα μάτια της φωτίζονται όταν μιλά για τα ίχνη και των δυο παππούδων της στην Κωνσταντινούπολη: «Ο παππούς απ’την πλευρά της μάνας μου, χτίστης από τη  δυτική Μακεδονία, πήγε στην Πόλη κι έγινε εργολάβος. Ο άλλος παππούς πιθανότατα εκείνη την εποχή ήταν κηπουρός και μάλιστα αρχικηπουρός στο Τοπ Καπί. Οι ρίζες μου σαν του φυτού πηγαίνουν  δεξιά, αριστερά παντού, και αυτό έχει ένα ενδιαφέρον».

Η διαμονή στις Σπέτσες αποκαλύπτει τάσεις αναχωρητισμού; «Καθόλου! Εκεί ζούσαν οι γονείς μου. Εγώ πήγα επειδή άρεσε του Ντέιβιντ, του πρώτου μου άνδρα και πατέρα του γιου μου. Νομίζω ήταν οι πρώτες διακοπές της ζωής μου οι Σπέτσες, μετά τη Σαλαμίνα. Πήγα και μαγεύτηκα. Επέστρεψα με ευχαρίστηση. Έχω ζήσει και ζω μια ανθρώπινη ποιότητα που δεν θα μπορούσα να βρω  αλλού». Της αρέσει να λέει «καλημέρα» και να της το ανταποδίδουν, εξηγεί. «Κι όταν λείπω να με ρωτάνε “πού ήσουνα;” Κάποιος με παρακολουθεί, κάποιους παρακολουθώ εγώ. Ένας μικρός τόπος αυτό που  επίσης προσφέρει είναι την ορατή αποτελεσματικότητα. Κάνω κάτι και ξέρω αμέσως αν λειτούργησε ή όχι».


Λήδα Παπακωνσταντίνου: «3 Παπακωνσταντίνου. Θοδωρής, Λίτσα, Λήδα». Φουγάρο The Gallery, Ναύπλιο. Επιμέλεια έκθεσης: Φλωρίκα Κυριακοπούλου. Μέχρι 15 Μαίου.www.fougaro.gr
POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.