La corrispondenza
Θα Σε Περιμένω, Πάντα (La corrispondenza) *****

Ιταλία, 2016, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Giuseppe Tornatore

Πρωταγωνιστούν: Olga Kurylenko, Jeremy Irons, Shauna Macdonald

Διάρκεια: 116’

Η Amy εργάζεται ως κασκαντέρ σε ταινίες δράσης ενώ παράλληλα φοιτά σε ένα διδακτορικό αστροφυσικής, διατηρώντας μια τρυφερή ερωτική σχέση με έναν κατά πολύ μεγαλύτερό της καθηγητή, τον Ed. Η σχέση της είναι ένα πραγματικό καταφύγιο από τα προβλήματα που την κατατρέχουν αλλά ξαφνικά ένα αιφνίδιο περιστατικό ανατρέπει τη μόνη χαραμάδα ευτυχίας της: ο Ed πεθαίνει, αλλά κατά περίεργο τρόπο εξακολουθεί να επικοινωνεί μαζί της, να της στέλνει μηνύματα και βίντεο. Προσπαθώντας να ανακαλύψει τι συμβαίνει, θα αναγκαστεί να έρθει αντιμέτωπη με όσα δεν ομολόγησε ποτέ της. Δυστυχώς, ο Tornatore μετά το Τελικό Χτύπημα δεν καταφέρνει να γράψει ένα σενάριο που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που το κοινό του έχει χτίσει γι’ αυτόν. Σκηνοθετικά κρατά κάποια από την αίγλη του αλλά οι χαρακτήρες του παραμένουν μονοδιάστατοι και η πλοκή θλιβερά προβλέψιμη.

Ήθελα πολύ να ξεκινήσω αυτό το κείμενο γράφοντας για το πώς ο Giuseppe Tornatore συνεχίζει μια εξαιρετική πορεία  στον αγγλόφωνο κινηματογράφο. Το Τελικό Χτύπημα μπορεί να δίχασε τους κριτικούς αλλά το κοινό το αγκάλιασε θερμά, οπότε οι βάσεις για να δούμε ένα βήμα προς τα πάνω σε αυτήν την ταινία. Άλλωστε στο καστ λάμπει το όνομα του Jeremy Irons οπότε θα σκεφτόταν κανείς πως τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά και μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι για το συναισθηματικό ταξίδι που ο σκηνοθέτης θα μας προσφέρει για μια ακόμα φορά. Έστω και αν δεν αγγίξει ποτέ ξανά το ύψος μιας ταινίας όπως του Σινεμά ο Παράδεισος, ταινία που τον καθιέρωσε. Δυστυχώς, όμως, οι προσδοκίες δεν ανταποκρίνονται πάντα στην πραγματικότητα.

Ο Tornatore θέλει να χτίσει ένα ρομάντσο που θα συμπαρασύρει στο πέρασμά του το θεατή σε μια γλυκιά, αισθαντική δίνη όπου η αγάπη ξεπερνά τα όρια της θνητότητας και εξακολουθεί να υφίσταται στο διηνεκές. Δεν τα καταφέρνει, όμως, να του δώσει μια στέρεη υπόσταση, αφήνοντας πλοκή και χαρακτήρες να παραμένουν έωλοι καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, μειώνοντας σημαντικά την ουσία των όσων θέλει να περάσει.  Βλέπουμε δύο χαρακτήρες που καθόλου ενδιαφέροντες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, όντας και οι δύο περιλουσμένοι από το φως μια Θείας Χάριτος, χωρίς κάποιον ίσκιο να τους δίνει μια ανθρώπινη υπόσταση. Αν και προσπαθεί να κάνει την κεντρική πρωταγωνίστρια να φανεί κάπως πιο γκρίζα, καταφεύγει σε εύκολες λύσεις σχετικά με το τι είναι αυτό που την καταδιώκει ψυχολογικά για χρόνια, κάνοντάς τη να φαίνεται παντελώς βαρετή.

Προσπαθεί, επιπλέον, να συνδέσει τον έρωτα με το θάνατο, μια θεματολογία που έχει απασχολήσει την Τέχνη για αιώνες, αλλά οι συνεκτικοί αρμοί μεταξύ των δύο παραμένουν διαχωρισμένοι με μεγάλα κενά, οδηγώντας το κινηματογραφικό όχημα σε ένα διαρκές φλερτ με τον εκτροχιασμό. Προσπαθεί να τα συνδυάσει, θέλοντας να δείξει την αιωνιότητα της αγάπης, αλλά ο τρόπος με τον οποίο αποδίδει το θέμα, είναι πολυφορεμένος και καθόλου πρωτότυπος, με έντονα μελοδραματικά στοιχεία και προβλέψιμα βήματα σε ένα μονοπάτι που θυμίζει ρομάντσο δευτέρας διαλογής. Επιπλέον, ο πειραματισμός του με τη μετα-αφήγηση μέσω των οθονών των υπολογιστών και των καμερών σε ένα διαρκές exposition των χαρακτήρων στερεί από το σκηνοθέτη αυτό το πλούσιο στυλιζάρισμα το οποίο τον κάνει ξεχωριστό. Σίγουρα υπάρχουν εξαίσια σκηνικά και το δέσιμο της εικόνας με τη μουσική του Ennio Morricone πολλές φορές καταλήγει σε ένα αισθητικό αποτέλεσμα που ξεπερνά τη μετριότητα, αλλά δεν παύει να στερείται φαιάς ουσίας για να ανέβει πραγματικά επίπεδο.

Ο Tornatore, τέλος, δείχνει να θεωρεί πως οι ηθοποιοί του από μόνοι τους δεν μπορούν να σώσουν την κατάσταση. Σίγουρα ο Jeremy Irons και η Olga Kurylenko ερμηνεύουν άρτια το υλικό που τους δόθηκε, αλλά από μόνες τους οι ερμηνείες δεν αρκούν για να κάνουν τη σωτήρια μανούβρα. Και αυτό δεν οφείλεται σε κάποιο ερμηνευτικό ελάττωμα, αλλά στους ίδιους τους κενούς χαρακτήρες που υποδύονται μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο μετριότητας.

Δεν ξέρω γιατί μπήκα στη διαδικασία να γράψω ένα μακροσκελές κείμενο για κάτι που θα συνοψιζόταν εύκολα σε μια παράγραφο. Ή μάλλον ξέρω: το πλήγμα ήταν ιδιαίτερα μεγάλο προκειμένου να μην επεκταθώ. Γιατί ο αισθαντικός Tornatore κατέληξε να σκηνοθετεί και να υπογράφει μια κακή (για τα δεδομένα του) και βαρετή ταινία. Τη συνιστώ; Μάλλον όχι, αλλά περί ορέξεως… Περονόσπορος έπεσε τις τελευταίες εβδομάδες;


Μαμά, γύρισα! (Retour chez ma mère) *****

Γαλλία, 2016, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Éric Besnard

Πρωταγωνιστούν: Alexandra Lamy, Josiane Balasko, Mathilde Seigner

Διάρκεια: 97’

Αφού χάνει τη δουλειά της στα 40 της χρόνια και δεν έχει άλλη λύση, η Stephanie αναγκάζεται να μετακομίσει πίσω στο σπίτι της μητέρας της. φυσικά, η συγκατοίκησή τους δεν πρόκειται να είναι εύκολη, με τα κουσούρια της μαμάς να ταλαιπωρούν την κόρη της επί καθημερινής βάσης. Η υπόλοιπη οικογένεια θα έρθει και αυτή στο σπίτι κάποια στιγμή και κάποια μυστικά που έμεναν θαμμένα χρόνια θα αρχίσουν να ξεφεύγουν από το «συρτάρι». Υπάρχουν φάσεις που όντως ο θεατής γελάει (ιδιαίτερα δε αν αρέσκεται στο χιούμορ γαλλικής σχολής), αλλά επί της ουσίας πρόκειται για μια ακόμα γαλλική κωμωδία χωρίς κάτι το ιδιαίτερο να την ξεχωρίζει και να την καθιστα τη «δροσερή» επιλογή του καλοκαιριού. Πάντως, όπως είπαμε, έχει τις στιγμές της ενώ η ερμηνεία της μητέρας είναι απολαυστική με τον τρόπο της. 


Angst-2

Ο Φόβος – Δεν πιστεύω πια στην αγάπη (La Paura / Non credo più all’amore)

Ιταλία, 1954, Ασπρόμαυρο

Σκηνοθεσία: Roberto Rossellini

Πρωταγωνιστούν: Ingrid Bergman, Mathias Wieman, Renate Mannhardt

Διάρκεια: 82’

Η αποκατεστημένη έκδοση της ταινίας του Rossellini, βασισμένης στο βιβλίο του Stefan Zweig και με πρωταγωνίστρια τη μούσα του, Ingrid Bergman, κυκλοφορεί στις αίθουσες. Η Irene Wagner έχει ό, τι θα μπορούσε να ζητήσει θεωρητικά ένας άνθρωπος: status, έναν πλούσιο σύζυγο που τη λατρεύει και ασφάλεια. Αλλά μέσα της νιώθει ένα κενό, το οποίο μπορεί να κλείσει μόνο με το ρίγος της αιφνίδιας αγάπης. Και κλείνει, τελικά, όταν γνωρίζεται με το νεαρό Eric, με τον οποίο για ένα σύντομο χρονικό διάστημα θα συνάψουν μια παθιασμένη σχέση η οποία θα διαλυθεί εν ονόματι του φόβου για τη θαλπωρή της οικογένειάς της που την κατακλύζει. Αλλά μια νεαρή κοπέλα, πρώην ερωμένη του Eric την απειλεί πως θα την ξεμπροστιάσει στην οικογένειά της εκτός αν της πληρώσει το μεγάλο χρηματικό ποσό που ζητά, καθώς γνωρίζει τα πάντα για τη σχέση της. όχι το καλύτερο δείγμα της συνεργασίας Rossellini-Bergman αλλά ακόμα και σε αυτήν την ταινία διακρίνονται ψήγματα ερμηνευτικού και σκηνοθετικού μεγαλείου, με το δράμα της πρωταγωνίστριας να γίνεται εντόνως αντιληπτό από το κοινό.


Η Εποχή των Παγετώνων: Σε Τροχιά Σύγκρουσης (Ice Age: Collision Course)

ΗΠΑ, 2016, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Mike Thurmeier, Galen T. Chu

Με τις φωνές των: Πέτρου Φιλιππίδη, Γιάννη Μπέζου

Διάρκεια: 94’

Το αγαπημένο αταίριαστο τρίο των Manny, Sid και Diego επιστρέφει και αυτή τη φορά έχει κάθε λόγο να ανησυχεί. Ο Scrat εξακολουθεί να κηνυγάει το βελανίδι του αλλά κατά λάθος εκτοξεύεται στο διάστημα και προκαλεί μια σειρά από γεγονότα που οδηγούν στην πτώση ενός αστεροειδή, ο οποίος απειλεί να καταστρέψει τη Γη. Έτσι οι τρεις πρωταγωνιστές θα αναγκαστούν να ξεκινήσουν ένα ταξίδι για να βρουν μια λύση πριν να είναι πολύ αργά.