Trentemoller--768x1366

Όταν εμφανίστηκε χαρμόσυνα στη ζωή μας ο κύριος Anders Trentemøller με το εκπληκτικό The Last Resort (Poker Flat, 2006), ένα από τα καλύτερα άλμπουμ των 00s ανεξαρτήτως είδους, αγόραζα ακόμα dance μουσικά περιοδικά (Mixmag, Groove, Trax και λοιπά). Τα οποία, όπως ίσως γνωρίζετε, συνηθίζουν να φιλοξενούν ένα δισέλιδο με top 10charts από τους πιο καυτούς DJs και παραγωγούς της εποχής. Το chart του Trentemøller ήταν η αγαπημένη μου στιγμή στο ξεφύλλισμα. Εκεί που οι υπόλοιποι ηλεκτρονικοί κήρυκες λίσταραν white labels, ολόφρεσκα remixes, 12’’ που προωθούσαν τις ετικέτες τους και παραγωγές από άγραφους – εντελώς άγνωστους – παραγωγούς, ο Trentemøller διάλεγε ονόματα όπως My Bloody Valentine, The Cure, Echo and the Bunnymen, The Raveonettes και πάει λέγοντας. Δεν ήταν τρολιά προτού φυσικά γίνει η λέξη παγκοσμίως δημοφιλής. Ήταν μια ειλικρινής κατάθεση του γούστου, των προτιμήσεων και των επιρροών ενός τύπου που ποτέ δεν ένιωσε περιχαρακωμένος κάτω από ετικέτες όπως electronica, club music, dance κτλ.

Μιλάμε στο τηλέφωνο εν’ όψει των δύο εμφανίσεών του σε Θεσσαλονίκη κι Αθήνα και τον ρωτάω αν το κάνει ακόμα. «Φυσικά, αν μου το ζητήσει κανείς είναι πολύ πιθανό να διαλέξω κάτι από αυτά τα ονόματα, γιατί αυτή είναι η μουσική που εξακολουθεί να μου αρέσει. Εξάλλου, ποτέ δε θεώρησα ότι γράφω αυστηρά ηλεκτρονική μουσική. Αντίθετα προσπαθώ να κάνω κάτι ποιοτικό προσθέτοντας στοιχεία από shoegaze, hard rock, club music ακόμα και pop. Ποτέ δεν με ενδιέφερε να μείνω προσκολλημένος σε ένα είδος κι επίσης εκδηλώνοντας την προτίμησή μου σε αυτούς τους δίσκους δεν έκανα κάποιου είδους δήλωση, απλά έλεγα τι ακούω στο σπίτι ή το στούντιό μου».

trentemoller_3-1Nina mouritzen

Στη χώρα μας έρχεται ξανά μετά από μια φοβερή εμφάνιση σε ένα κατάμεστο Fuzz (τότε στη Βουλιαγμένης) το χειμώνα του 2007. Είναι στο πλαίσιο του δεύτερου γύρου περιοδείας που τρέχει προκειμένου να υποστηρίξει το περσινό τρίτο άλμπουμ του Lost (In My Room, 2013), ένα δίσκο ορισμό του slowburner που όσο πιο πολύ ακούς τόσο πιο πολύ εκτιμάς (αν και δεν διακρίθηκε στις λίστες με τα καλύτερα του 2013). Το μεγάλο ενδιαφέρον του στέκεται στις συμμετοχές που πλαισιώνουν τις μελωδίες του Δανού. Η Kazu από τους Blonde Redhead, η Jana Hunter των Lower Dens, η Sune Rose Wagner των Raveonettes, ο Johnny Pierce των Drums, η παλιά συνεργάτιδα Marie Frisker, οι Ghost Society, ακόμα και η Mimi των σπουδαίων Low. Ήταν άραγε κάτι σαν όνειρο ζωής να σχηματίσει μια τέτοια indie all-star ομάδα; «Όταν άρχισα να γράφω το άλμπουμ, το προόριζα για instrumental. Αλλά στην πορεία οι μελωδίες “ζήτησαν” φωνητικά από μόνες τους. Βρέθηκα σε δίλημμα, γιατί πολλές φορές τα άλμπουμ με πολλές συνεργασίες δε λειτουργούν, κι άρχισα σιγά σιγά να επικοινωνώ με τους ερμηνευτές. Με πολλούς γνωριζόμασταν ήδη, ας πούμε με την Kazu έχουμε δώσει μαζί συναυλίες, η Mimi ακούει τη μουσική μου. Ήταν σημαντικό αυτό για να μη μοιάζει ο δίσκος με συλλογή, να είναι όντως κάτι αυθύπαρκτο». Του λέω ότι θα σκότωνα για να ακούσω τον Robert Smith των The Cure σε ένα track του, χαμογελάει κι επιβεβαιώνει ότι παραμένει μεγάλος fan τους, όμως επαναλαμβάνει την παγίδα που μπορείς να πέσεις με τους πολλούς guests. Πώς αντιμετωπίζει όμως την αναπόφευκτη απουσία των φωνών από τα live; «Είναι μαζί μας η Marie Frisker με την οποία δουλεύω χρόνια και μπορεί να καλύψει τα φωνητικά σε κάποια κομμάτια, πάντα φυσικά με τον δικό της τρόπο».

Σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ο Trentemøller θα συνοδεύεται από φουλ μπάντα και αυτό το τονίζει σε κάθε ευκαιρία, τόσο στη συνομιλία μας όσο και σε προηγούμενες συνεντεύξεις του. «Για μένα είναι απλό. Δεν είναι live, αν παίζεις με laptop. Άλλο να χρησιμοποιείς κάποια φίλτρα ή μηχανικά κόλπα κι άλλο να στηρίζεσαι ολοκληρωτικά σε προηχογραφημένα. Έχουμε μπάσο, έχουμε live drums, εγώ είμαι στα πλήκτρα και χειρίζομαι sequencers, γι’ αυτό επιμένω δεν είναι ακριβώς electronica αυτό που κάνουμε».

Λίγο πριν κλείσουμε ο Trentemøller λέει ότι αυτή τη φορά ελπίζει να δει λίγο παραπάνω από τη χώρα μας σε αυτήν την επίσκεψη και είτε διπλωματικά είτε όχι, αναφέρει πως θυμάται πολύ έντονα το κοινό, το ωραίο vibe του τότε live και το πόσο άνετα είχαν νιώσει εκείνος και οι συνεργάτες του. Του ζητάω να αναφερεθεί στα στερεότυπα που έχει στο μυαλό του για τους Έλληνες, το αποφεύγει ευγενικά κι ανανεώνει το ραντεβού επί σκηνής…

INFO: Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου στο Fix Factory of Sound (Θεσσαλονίκη) και Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου στο Gazi Music Hall (Αθήνα). Τις δύο βραδιές θα ανοίξει ο T.O.M. and his Computer. Τα εισιτήρια 25€ και προπωλούνται στα καταστήματα Public, Seven Spots, Παπασωτηρίου, Ticket House (και στις δύο πόλεις), το Lotus Record Shop (στη Θεσσαλονίκη) και τα www.viva.gr και www.public.gr. Στο ταμείο η τιμή θα είναι 30€