Με πρωτουβουλία του ευρωβουλευτή Στέλιου Κούλογλου και της ευρωομάδας “The Left in the European Parliament – GUE/NGL”, πραγματοποίηθηκε στις Βρυξέλλες, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκδήλωση για την αυτοψία του πολύνεκρου προσφυγικού ναυαγίου της 13ης Ιουνίου στην Πύλο, με την παρουσία των ανθρώπων που ερευνούν τους τελευταίους έξι μήνες τις αιτίες της τραγωδίας, αλλά και επιζώντων του ναυαγίου.
Η εκδήλωση αυτή επαναλήφθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα, στον κινηματογράφο Τριανόν, όπου εκατοντάδες ανθρώπων είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε ενδελεχή επαφή με το χρονικό της βύθισης του αλιευτικού σκάφους Adriana, στο οποίο βρίσκονταν περισσότεροι από 700 κατατρεγμένοι άνθρωποι – από τους οποίους μόλις 104 είναι σήμερα ζωντανοί.
Στόχος της εκδήλωσης, να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση και να αποτραπούν οι προσπάθειες συγκάλυψης των ευθυνών των κρατικών αρχών στο έγκλημα που διατελέστηκε. Μετά την συστηματική άρνηση του Λιμενικού Σώματος να παραδώσει τα στοιχεία της υπόθεσης ως όφειλε, ο Συνήγορος του Πολίτη διέταξε τη διεξαγωγή παράλληλων ερευνών, οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη.
Όπως αποδεικνύουν οι μαρτυρίες των επιζώντων και οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα για το Ναυάγιο, το Ελληνικό Λιμενικό δεν προσπάθησε ποτέ στην πραγματικότητα να εξάγει μια επιχείρηση διάσωσης, ενώ δεν έχει καταγραφεί καμία πληροφορία από την επίμαχη βραδιά, αφού κανένα από τα συστήματα καταγραφής στο υπερσύγχρονο σκάφος 920 του Λιμενικού δεν λειτούργησε, εξαιτίας τεχνικών προβλημάτων. Μέχρι σήμερα, το λιμενικό υποστηρίζει ότι «σε καμία περίπτωση δεν ρυμούλκησε το αλιευτικό σκάφος».
Το Forensis (αδελφή οργάνωση της γνωστής ερευνητικής ομάδας Forensic Architecture), μαζί με τη βρετανική εφημερίδα Guardian, το Solomon και τη γερμανική κρατική τηλεόραση ARD, ανασύνθεσαν το προσφυγικό ναυάγιο του Ιουνίου στην Πύλο, με στόχο τη διαλεύκανση των συνθηκών που οδήγησαν στη βύθιση του Adriana.
«Η ομάδα μας πήρε συνέντευξη από 26 επιζώντες, εκ των οποίων 5 συμμετείχαν σε εκτενείς συνεντεύξεις», ανέφεραν τα μέλη του Forensis που έδωσαν το παρών στο Τριανόν. «Μέσα από 3D απεικονίσεις του πλοίου τις οποίες δημιουργήσαμε χάρη στις περιγραφές τους, “αναζήτησαν” την πορεία του ταξιδιού τους. Καθώς πραγματοποιούσαμε την έρευνα, καταφέραμε να αποκτήσουμε μερική πρόσβαση στον φάκελο της υπόθεσης που συστάθηκε από την Εισαγγελία, ο οποίος περιείχε πληθώρα εγγράφων – συμπεριλαμβανομένων παραποιημένων μαρτυριών των επιζώντων – και, κυρίως, το ημερολόγιο γέφυρας του απεσταλμένου σκάφους του λιμενικού. Όλα αυτά μας επέτρεψαν να στήσουμε την πιο πλήρη χωροχρονική χαρτογράφηση του συμβάντος μέχρι σήμερα».
Οι μαρτυρίες που ξεσκεπάζουν το Λιμενικό
Κατά τις συνεντεύξεις, οι επιζώντες περιέγραψαν ότι το πλοίο με το οποίο ταξίδευαν με προορισμό την Ιταλία διέθετε τρία επίπεδα, όλα γεμάτα με ανθρώπους – από 720 ως 750, σύμφωνα με τις μαρτυρίες τους. Οι γυναίκες και τα παιδιά βρίσκονταν στο μπροστινό μέρος του μεσαίου καταστρώματος, σε έναν φυλασσόμενο χώρο (καμία γυναίκα και κανένα παιδί δεν επέζησε). Μία από τις μαρτυρίες των επιζώντων έφτασε μέχρι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο Ahmad Al Kilani, ασφαλής πλέον από τη Γερμανία, εξήγησε μέσω τηλεδιάσκεψης ότι το αλιευτικό σκάφος μετά από πέντε μέρες ταξιδιού είχε χαθεί και, από ένα σημείο και μετά, η πλοήγηση γινόταν με τη θέση του ηλίου. Η μηχανή κάθε τόσο υπερθερμαινόταν και υπολειτουργούσε και οι προμήθειας είχαν στερέψει, γεγονός που οδήγησε τουλάχιστον δύο ανθρώπους στον θάνατο πριν από το ναυάγιο.
«Τις δύο πρώτες μέρες του ταξιδιού μας οι συνθήκες ήταν καλές. Μετά, το νερό τελείωσε. Δεν μπορούσαμε να κουνηθούμε από τις θέσεις όπου καθόμασταν γιατί η βάρκα ήταν γεμάτη. Κάποιοι έπιναν ούρα για να επιβιώσουν – εγώ δεν μπορούσα να το κάνω και έπινα νερό από τη θάλασσα στο οποίο βάζαμε μέσα χουρμάδες για να γίνει πιο γλυκό και να μπορέσουμε να το πιούμε. Το πρωί μας έκαιγε ο ήλιος και το βράδυ είχε πολύ κρύο. Ήμασταν εξουθενωμένοι. Την 5η μέρα ζητούσαμε από οπουδήποτε βοήθεια και κανείς δεν ανταποκρινόταν», λέει ο Ahmad, ο οποίος έδωσε 4.400 δολάρια για τη διακίνηση και 50 ακόμα ώστε να κάτσει στο πάνω -και πιο ασφαλές σε περίπτωση βύθισης- μέρος του πλοίου. Όπως τόνισε ο ίδιος, μόλις οι άνθρωποι επιβιβάστηκαν στο σκάφος, οι διακινητές έφυγαν πίσω στη Λιβύη, χωρίς να επιβιβαστούν μαζί τους. Τα γεγονότα επιβεβαίωσε και ο επιζώντας Αμίρ Ζαχίρι, ο οποίος βρέθηκε στο Τριανόν.
Όπως εξηγούν οι άνθρωποι της οργάνωσης Forensis, 13 ώρες πριν τη βύθιση του πλοίου εμφανίστηκε ένα ελικόπτερο της Frontex, ενώ στις 19:40 της 13ης Ιουνίου, ένα εμπορικό πλοίο ονόματι Lucky Sailor προσέγγισε το αλιευτικό σκάφος πετώντας στους ανθρώπους νερό και λίγο φαγητό. «Η χαρτογράφηση μας επιβεβαιώνει πολλά από τα στοιχεία που κατέθεσαν στις μαρτυρίες τους οι επιζώντες. Επιβεβαιώνεται ότι το Adriana είχε εντοπιστεί τουλάχιστον 13 ώρες πριν βυθιστεί. Το ελληνικό λιμενικό έστειλε, μετά τον εντοπισμό, ένα σκάφος που βρισκόταν στο λιμάνι της Σούδας, το οποίο χρειάστηκε 7 ώρες για να φτάσει στην τοποθεσία. Το σκάφος του λιμενικού, αντί να προχωρήσει σε επιχείρηση διάσωσης, “καθάρισε” τη σκηνή δίνοντας εντολή σε όλα τα εμπορικά πλοία που βρίσκονταν κοντά να απομακρυνθούν και αγνόησε κάθε προσφορά από τη Frontex και επιστράτευση των υπηρεσιακών μέσων στην περιοχή».
Όπως επιβεβαιώνει ο δημοσιογράφος του Solomon Σταύρος Μαλιχούδης (ο οποίος υπήρξε ο πρώτος δημοσιογράφος που παρακολουθήθηκε από το Predator λόγω της έρευνας που πραγματοποιούσε για το προσφυγικό-μεταναστευτικό): «Για το αλιευτικό, οι ελληνικές αρχές είχαν ειδοποιηθεί με κάθε πιθανό τρόπο. Η Frontex είχε εντοπίσει το σκάφος και σε δελτίο τύπου που έστειλε αργότερα είπε ότι είχε ενημερώσει τις ελληνικές αρχές για την κατάσταση του σκάφους, την ταχύτητα, την πορεία του κ.ά, οι οποίες είχαν ενημερωθεί και από τις ιταλικές αρχές που είχαν λάβει μήνυμα έκτακτης ανάγκης από το Alarm Phone και το είχαν προωθήσει στις ελληνικές αρχές, μιας και το σκάφος βρισκόταν στην ελληνική ζώνη έρευνας και διάσωσης».
Η από κοινού έρευνα του Solomon, του Guardian και του ARD για το ναυάγιο στην Πύλο, βραβεύτηκε με το Βραβείο “Daphne Caruana Galizia Prize for Journalism 2023” που δίνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο όνομα της δολοφονημένης δημοσιογράφου.
Σκάφος 920: Υπερσύγχρονες κάμερες εκτός λειτουργίας και επικοινωνία του καπετάνιου μέσω… Viber
Κομβικό σημείο στην τραγική υπόθεση αποτελεί η στιγμή της άφιξης του λιμενικού στα ανοιχτά της Πύλου, η οποία ισοδυναμεί με την απώλεια κάθε ψηφιακού ίχνους. Ο μόνος τρόπος για να ανιχνευθεί η πορεία του αλιευτικού είναι από τις πληροφορίες που έδινε ο καπετάνιος μέσα από τα ημερολόγια της γέφυρας του σκάφους του λιμενικού ΠΠΛΣ-920. «Ακόμα κι αυτά όμως, περιέχουν σοβαρές αντιφάσεις, ασάφειες και αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες που δεν εξηγούνται από τον καπετάνιο. Αίσθηση κάνει το γεγονός ότι στην επιχείρηση του λιμενικού επιστρατεύτηκε ένα σκάφος που αποτελεί την τελευταία λέξη της τεχνολογίας και κατασκευάστηκε μόλις πριν δύο χρόνια με κόστος αρκετών εκατομμυρίων ευρώ, συγχρηματοδοτούμενο από ευρωπαϊκά κονδύλια και δεσμευμένο από ευρωπαϊκούς κανονισμούς για σταθερή καταγραφή των δραστηριοτήτων του. Παρόλα αυτά, τόσο οι διάφορες κάμερες, όσο και τα διάφορα συστήματα ανίχνευσης, τη βραδιά του ναυαγίου δεν λειτουργούσαν».
Ο Σταύρος Μαλιχούδης επιβεβαιώνει τη μη λειτουργία του οπτικοακουστικού εξοπλισμού στο 920. «Το 2021 κατασκευάστηκαν συνολικά 4 σκάφη από μια γαλλική εταιρεία για περισσότερα από 40 εκατομμύρια ευρώ, με τη χρηματοδότηση να προέρχεται κατά 90% από την Frontex. Όπως αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου του λιμενικού, το σκάφος φτιάχτηκε σύμφωνα με τις προδιαγραφές που το ίδιο το ελληνικό λιμενικό έθεσε. Επίσης, όταν το σκάφος πήγε να συνδράμει στο σημείο, είχε έναν καπετάνιο ο οποίος νωρίτερα μέσα στο έτος είχε βραβευτεί από τον υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής για τη δράση του. Ήταν λοιπόν ένα πολύ καλά εξοπλισμένο σκάφος, το οποίο χειριζόταν ένας βραβευμένος καπετάνιος», αποκαλύπτει.
Στο διοικητικό συμβούλιο της Frontex, το 2021, είχε γίνει μια συνάντηση στην οποία είχε ληφθεί η απόφαση, όσα σκάφη της Frontex επιχειρούν στην Ελλάδα, να καταγράφουν οπτικά τις επιχειρήσεις τους. Αυτή η απόφαση είχε ληφθεί επειδή είχαν προηγηθεί τεκμηριωμένες καταγγελίες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για ρυμουλκήσεις και απαγωγές ανθρώπων και εγκατάλειψή τους σε φουσκωτές σχεδίες χωρίς μηχανή – είτε στη βάρκα όπου βρίσκονταν, και πάλι χωρίς μηχανή.
Το κέντρο συντονισμού του λιμενικού οφείλει επομένως, όταν υπάρχει μια κατάσταση ανάγκης, μια συνθήκη έρευνας και διάσωσης, να καταγράφει διαρκώς τις συνομιλίες. Εκείνο το βράδυ, οι υπερσύγχρονες κάμερες ενός υπερσύγχρονου σκάφους βρίσκονταν εκτός λειτουργίας. Όπως προσθέτει ο δημοσιογράφος, «Το δεύτερο σημείο που δυσχεραίνει τη δουλειά μας, τη δουλειά του Συνηγόρου του Πολίτη που είχε ανακοινώσει ανεξάρτητη έρευνα και φυσικά την επιθυμία των επιζώντων για διαλεύκανση και δικαιοσύνη, είναι ότι η επικοινωνία του καπετάνιου με το λιμενικό φαίνεται να μην έγινε μέσα από αυτά τα συστήματα που καταγράφουν τις συνομιλίες, αλλά μέσω κινητού τηλεφώνου – και συγκεκριμένα μέσω Viber, όπως λέει το ρεπορτάζ μας».
Το χρονικό της ρυμούλκησης του Adriana
Αφού αρχικά το λιμενικό σκάφος προσέγγισε το αλιευτικό, λέγοντας στους πρόσφυγες πως θα τους οδηγήσουν ασφαλείς στην ιταλική ακτή, και, αφού το δεύτερο έχασε τα ίχνη του πρώτου όταν η μηχανή του σταμάτησε να λειτουργεί, το λιμενικό προσέγγισε αργότερα ξανά, ακουμπώντας την πρύμνη του στην πλώρη του Adriana, και, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των προσφύγων, ένας μασκοφόρος άνδρας του λιμενικού σκαρφάλωσε από το 920 στο αλιευτικό και έδεσε ένα σχοινί μπλε χρώματος στο κιγκλίδωμα, έκκεντρα προς τα δεξιά.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές του Forensis, «το λιμενικό επιχείρησε να ρυμουλκήσει το προσφυγικό σκάφος δύο φορές. Στην πρώτη προσπάθεια το σχοινί έσπασε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ενώ στη δεύτερη, ξανά κρατώντας το ίδιο σχοινί, ξεκίνησε με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα και η ρυμούλκηση τράβηξε το σκάφος μπροστά “σαν πύραυλο”, όπως μας είπαν επιζώντες, ταρακουνώντας το δεξιά, αριστερά, ξανά δεξιά και τελικά οδηγώντας το στην ανατροπή του. Μετά τη βύθιση στις 14:06, οι επιζώντας έκατσαν στην καρίνα του αναποδογυρισμένου σκάφους, ενώ άλλοι κολύμπησαν για πολλά μέτρα προκειμένου να προσεγγίσουν το σκάφος του λιμενικού το οποίο είχε αρχίσει να απομακρύνεται, εγκαταλείποντάς τους».
Το σκάφος του λιμενικού προκάλεσε κύματα φεύγοντας, που επιτάχυναν τη βύθιση του πλοίου. Περίπου μισή ώρα πέρασε μέχρι μέλη του πληρώματος να επιστρέψουν με σωσίβια λέμβο στο σημείο του ναυαγίου για να αναζητήσουν επιζώντες στο νερό. Σύμφωνα με τον Σταύρο Μαλιχούδη, «η ύπαρξη του σχοινιού και η πιθανή ρυμούλκηση έχει αναφερθεί σε έρευνες πολλών έγκριτων μέσων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, και είχε υπάρξει μια πολύ εκτενής κάλυψη του θέματος. Σε σχετική φωτογραφία από την έρευνα που κάναμε, φαίνεται να υπάρχει σε σκάφη του λιμενικού το μπλε σχοινί που χρησιμοποιήθηκε για τη ρυμούλκηση, όπως το περιέγραψαν οι επιζώντες στις μαρτυρίες τους».
Όλοι οι μάρτυρες αναφέρουν ότι τους κατάσχεσαν τα κινητά τηλέφωνα, είτε ενώ βρίσκονταν πάνω στο πλωτό του Λιμενικού μετά τη διάσωσή τους, είτε αργότερα στην Καλαμάτα, και ότι οι αρχές αρνήθηκαν να τα επιστρέψουν, παρά τα επανειλημμένα αιτήματα. Ορισμένοι ανέφεραν ότι στα κινητά, που βρίσκονταν μέσα σε αδιάβροχες θήκες, είχαν βίντεο από τη στιγμή λίγο πριν τη βύθιση του σκάφους.
Η πραγματικότητα των pushbacks και των απαγωγών
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να συγκρατήσουμε πως το έγκλημα της Πύλου δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο τραγικό περιστατικό -όπως ακούστηκε στα μέσα- αλλά μια διαδοχή από θανατηφόρα ναυάγια στην περιοχή του δυτικού και κεντρικού Αιγαίου τα τελευταία χρόνια. Οι συστηματικές και εξαιρετικά βίαιες απαγωγές και επαναπροωθήσεις που έχει αποδειχθεί πλέον πως διαπράττουν οι ελληνικές αρχές στο Αιγαίο, αποτελούν τον λόγο για τον οποίο οι πρόσφυγες ακολουθούν μη ασφαλείς θαλάσσιες οδούς.
«Στη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, έχουμε καταγράψει 2.010 τέτοιες υποθέσεις που κατέληξαν στην επαναπροώθηση 55.455 ανθρώπων. Αν θέλουμε να μιλάμε για δικαιοσύνη, η απόδοσή της οφείλει να ξεκινήσει με την ανάληψη ευθυνών. Είναι επιτακτική ανάγκη να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος που ασκεί θανάσιμη και εσκεμμένη βία ενάντια στους μετανάστες και τους πρόσφυγες στα σύνορα της χώρας και της Ευρώπης, και ο οποίος διασφαλίζει επανειλημμένα την ατιμωρησία των κρατικών αρχών», τονίζει η ερευνητική ομάδα Forensis.
«Υπάρχουν ακόμα πολλά αναπάντητα ερωτήματα για το συμβάν, τα οποία θα μπορούσαν να απαντηθούν με μία υποβρύχια αποστολή που θα ανακτούσε κάποια από τα αγνοούμενα σώματα. Είναι πράγματι μια δύσκολη και κοστοβόρα επιχείρηση, ωστόσο είναι τεχνικά εφικτή και ηθικά αναγκαία. Πιθανώς επειδή το υποβρύχιο δεν θα ανέβαινε στην επιφάνεια όπως κατέβηκε, αλλά θα ανέσυρε μαζί του τα “φαντάσματα” των ευρωπαϊκών πολιτικών και πρακτικών συνοριακής διαχείρισης της τελευταίας δεκαετίας -και όχι μόνο- μια τέτοια διαδικασία δεν έχει κινηθεί».
Η τακτική της εγκατάλειψης σε life rafts
Ο Βασίλης Παπαδόπουλος, Πρόεδρος ΔΣ στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες – Greek Council for Refugees και μέλος της πρωτοβουλίας δικηγόρων και νομικών που ασχολούνται με τη διερεύνηση των ευθυνών στο Ναυάγιο της Πύλου, εστίασε στην πολιτική που ακολουθεί τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα αλλά και πολλές χώρες στα σύνορα της Ευρώπης, οι οποίες λειτουργούν αποτρεπτικά, ως συνοριοφύλακες, κάνοντας απαγωγές και εγκαταλείποντας τους πρόσφυγες σε life rafts (φουσκωτές σωσίβιες σχεδίες) πλησίον των τουρκικών αρχών, έτσι ώστε να περισυλλεχθουν από την τουρκική ακτοφυλακή.
«Ανέκαθεν είχαμε επαναπροωθήσεις προσφύγων, αλλά όχι με τη χρήση life rafts και την εγκατάλειψη ανθρώπων στη θάλασσα. Ήταν κάτι που μας εξέπληξε και ήρθε μετά το περιστατικό του Έβρου, τον Μάρτιο του 2020, όταν η Ελλάδα ανέλαβε τον ρόλο της “ασπίδας της Ευρώπης”. Πλέον έχει αλλάξει η λογική, μιλάμε για εργαλειοποίηση των μεταναστών στα σύνορα της ΕΕ και είναι υβριδικός πόλεμος, είναι κάτι πολύ επικίνδυνο γιατί ονοματίζει τους μετανάστες σαν εργαλεία πολέμου και πολλούς από εμάς που τους υπερασπιζόμαστε ως συνεργάτες του εχθρού, φτάνοντας σε σημείο να παρακολουθούμαστε».
Αναφερόμενος στον ρόλο της Ευρώπης, ο κ. Παπαδόπουλος σχολιάζει: «Η Ελλάδα, καθώς βρισκόταν στη ζώνη έρευνας και διάσωσης της, όφειλε να παρέμβει. Το σκάφος βρισκόταν σε διεθνή χωρικά ύδατα και η Ελλάδα είχε υποχρέωση να παρέμβει και να διασώσει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κλείνει τα μάτια και επιτρέπει στις χώρες στα σύνορα της Ευρώπης να μην διασώζουν ανθρώπους και αυτό γίνεται με έναν τρόπο που πάει να περάσει στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, με το περίφημο νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο».
Οι πρόσφυγες ως εξιλαστήρια θύματα: «Έχουμε να κάνουμε με μια αμείλικτη δικαιοσύνη»
Ο Δημήτρης Χούλης, δικηγόρος κάποιων εκ των 9 επιζώντων που κατηγορούνται άδικα ως διακινητές, υπογράμμισε ότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν πληγεί διπλά, καθώς είναι και ναυαγοί και κατηγορούμενοι. «Αντί να πάνε σε ένα camp και να δεχτούν ψυχολογική υποστήριξη, βρέθηκαν κατηγορούμενοι σε μία φυλακή και τους αποδίδονται ευθύνες για τον θάνατο 650 περίπου ανθρώπων. Από το 2015, μαζί με την ομάδα μας, αναλαμβάνουμε τέτοιες υποθέσεις και αυτό που βίωνα πάντα (εκτός από την αδικία), ήταν η μοναξιά των ανθρώπων αυτών. Δεν είχαν κανέναν να μιλήσουν, κανέναν να τους συμπαρασταθεί. Με τη βοήθεια του Solomon και του Forensis, αναδείχθηκαν 2 από τις περίπου 2.000 τέτοιες υποθέσεις των τελευταίων 4-5 χρόνων. Περίπου 2.000 απλοί διακινούμενοι πρόσφυγες βρίσκονται άδικα στη φυλακή ως εξιλαστήρια θύματα».
«Αυτές οι μαρτυρίες σε όλες τις υποθέσεις είναι πανομοιότυπες και έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Είναι εξοργιστικό ότι ακόμα και όταν στήνουν μία δικογραφία δεν κάνουν τον κόπο να αλλάξουν την σειρά των λέξεων. Είναι όλες ίδιες, και πάντα στο τέλος ευχαριστούν το Λιμενικό που τους έσωσε. Αυτό είναι ένα μοτίβο που συνεχίζεται από το 2014 και μετά, από το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι. Χρειάζεται οι δικαστές να μην θεωρούν ότι μπορούν να αποφασίσουν ό,τι θέλουν και όποτε το θέλουν, και η παρουσία ανθρώπων σε αυτή τη μακρά διαδικασία της δικαίωσης είναι αναγκαία».
«Αυτή τη στιγμή έχει γίνει μία μήνυση για να βρεθούν ποιοι είναι υπεύθυνοι του ναυαγίου, αλλά πολύ φοβάμαι ότι κι αυτή η μήνυση, όπως και τόσες άλλες, θα τραβήξει, θα τραβήξει, θα τραβήξει και δεν θα γίνει ποτέ δικαστήριο. Έχουμε να κάνουμε με μια αμείλικτη δικαιοσύνη που θα διαλέξει τυχαία έναν, δύο, δέκα από αυτούς τους ταλαίπωρους ανθρώπους, για να τους αποδώσει ευθύνες και να συγκαλύψει το πραγματικό έγκλημα».