Από το παλιό αεροδρόμιο της Λευκωσίας/ Γιάννης Κούρτογλου/ FOSHPOTOS

Από το παλιό αεροδρόμιο της Λευκωσίας/ Γιάννης Κούρτογλου/ FOSHPOTOS

Αυτές τις μέρες στη Γενεύη συνομιλούν οι δύο πλευρές, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και με παρατηρητές την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν και μεταξύ των δύο προέδρων Αναστασιάδη και Ακιντζί, έχει δημιουργηθεί φαινομενικά μια καλή σχέση, το να βρεθεί μια λύση που να συμφωνούν οι δύο πλευρές και οι εγγυήτριες δυνάμεις τώρα φαντάζει αδύνατο. Παρόλη την απαισιοδοξία οι συνθήκες είναι πιο ευνοϊκές από ότι με το σχέδιο Ανάν πριν από 13 χρόνια. Καλύτερα όμως μας τα εξηγεί ο δημοσιογράφος και διεθνολόγος Γιάννης Ιωάννου. 

Ποιο είναι το κλίμα στην Κύπρο αυτές τις μέρες; Ένα μεγάλο μέρος της κυπριακής κοινωνίας έχει πλέον αντιληφθεί ότι η παρούσα φάση του Κυπριακού θα οδηγηθεί σε κάποιου είδους έκβαση –όποια κι αν είναι αυτή θετική ή αρνητική- Ωστόσο η κυπριακή κοινωνία παραμένει σε μεγάλο βαθμό περιχαρακωμένη αναφορικά με το είδος της λύσης διατηρώντας τις κλασικές αγκυλώσεις σχετικά με το είδος του κράτους που θα προκύψει μετά από μια λύση. Η ονείρωξη ενός ενιαίου κράτους όπου οι Ελληνοκύπριοι θα κάνουν κουμάντο υπάρχει ακόμη σαν ιδέα. Το θετικό είναι ότι μια μερίδα του κόσμου, οι δυναμικές ομάδες ανθρώπων 35-55 με υψηλό μορφωτικό και βιοτικό επίπεδο που είναι και η ραχοκοκαλιά της κυπριακής κοινωνίας σε κάποιο βαθμό είναι πιο έτοιμες σε σχέση με άλλες δεκαετίες (’80, ’90) για το ενδεχόμενο της συνύπαρξης με τους Τουρκοκύπριους. Το γενικότερο κλίμα όμως είναι αυτό της τελευταίας ευκαιρίας για επίλυση.

Τα πολιτικά κόμματα είναι ενωμένα; Υπάρχει κοινή εθνική γραμμή; Η εθνική γραμμή στο Κυπριακό ανάμεσα στα κόμματα είναι περισσότερο ένα αφήγημα παρά μια πρακτική πολιτική κατάσταση πραγμάτων. Στη Γενεύη μάλιστα υπήρξε διαρροή εγγράφου από την πρώτη ημέρα –μια πάγια πρακτική στο Κυπριακό από πολιτικά πρόσωπα που δεν επιθυμούν λύση. Τα δύο μεγάλα κόμματα του τόπου, ο κεντροδεξιός ΔΗΣΥ και το αριστερό ΑΚΕΛ, είναι ξεκάθαρα υπέρ της λύσης. Είναι και τα δύο κόμματα που εκπροσωπούν το μεγαλύτερο μέρος των Ελληνοκύπριων ψηφοφόρων. Στη παρούσα φάση τόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης όσο και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί είναι δύο statesmen με σαφή προσανατολισμό υπέρ της λύσης. Από εκεί και πέρα όμως το χάος. Τόσο το παραδοσιακό κέντρο (ΔΗΚΟ) όσο και το σοσιαλιστικό κόμμα ΕΔΕΚ αλλά και τα μικρότερα κόμματα (Συμμαχία Πολιτών, Οικολόγοι, Κίνημα Αλληλεγγύη καθώς και το αδελφό-κόμμα της Χρυσής Αυγής, το ΕΛΑΜ) είναι ξεκάθαρα εναντίον μιας λύσης διζωνικής, δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ). Η αντίφαση εδράζεται στο ότι η ΔΔΟ συμφωνήθηκε επί Μακαρίου και ιστορικά διαπραγματεύθηκε και διαπραγματεύεται από όλα τα πολιτικά κόμματα στη Κύπρο.

Ποιες οι διαφορές της τωρινής κατάστασης με το σχέδιο Ανάν; Το σχέδιο Ανάν προέκυψε ιστορικά, μετά από μια διεργασία συνομιλιών χρόνων, από τον ίδιο τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν. Στη παρούσα φάση οι συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων είναι αυτό που λέμε «κυπριακής ιδιοκτησίας». Συνεπώς το όποιο συμφωνημένο πλαίσιο λύσης προκύψει θα μετουσιωθεί σε ένα σχέδιο λύσης που θα έχουν συνδιαμορφώσει από κοινού οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: ΚΥΠΡΟΣ 1974-2014: 40 χρόνια από το τραγικό καλοκαίρι του ’74 η χώρα του ποτέ πέρασε στα χρόνια του… ίσως. Μια περιήγηση σε σύγχρονες λογοτεχνικές, εικαστικές και φωτογραφικές δημιουργίες, στο παρόν του μεγάλου νησιού με τη μεγάλη ιστορία.

Τι θα ικανοποιούσε πιο πολύ τους Ελληνοκύπριους και τι τους Τουρκοκύπριους κατά τη γνώμη σου;  Νομίζω ξεκάθαρα πως μια λειτουργική ισορροπία σε μια επανενωμένη ομοσπονδιακή Κύπρο θα προσέφερε ασφάλεια. Η έννοια της ασφάλειας για την κάθε κοινότητα μεταφράζεται σε απτά πράγματα –αποτέλεσμα της ιστορικής εμπειρίας και των όσων πήγαν στραβά στη Κύπρο από το 1960 έως σήμερα. Η έννοια της ασφάλειας για τους Ελληνοκύπριους σημαίνει πως η Τουρκία δεν θα έχει αυθαίρετα επεμβατικά δικαιώματα στη Κύπρο και αντίστοιχα για τους Τουρκοκύπριους θα διασφαλίζεται η μη βίαιη έξωσή τους ή αποκλεισμός τους από τον μηχανισμό λήψης αποφάσεων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Κυπριακό δεν είναι μόνο ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής αλλά πριν από αυτό υπήρξε κι ένα ζήτημα εθνοτικών συγκρούσεων. Οι Ελληνοκύπριοι θα επιθυμούσαν σαφώς εδαφικές αναπροσαρμογές τέτοιες που να διασφαλίζουν την επιστροφή κάποιων εδαφών και οι Τουρκοκύπριοι εκείνα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά στο μελλοντικό σύστημα διακυβέρνησης που θα διασφαλίζουν την πολιτική τους ισότητα.

Είναι ο Ερντογάν το μεγάλο πρόβλημα; Εξαρτάται πως τον βλέπει κανείς. Ο Ταγίπ Ερντογάν ιστορικά στη Κύπρο βλέπει ένα λάθος –κάτι που αγνοούμε στην Ελλάδα και στη Κύπρο συχνά-. Βλέπει μια κοινότητα (Τουρκοκύπριοι) η οποία είναι άπιστοι και δεν είναι «καλοί Μουσουλμάνοι» κι αυτό θέλει να το αλλάξει. Αυτό αποτελεί μια σημαντική ποιοτική διαφοροποίηση σε σχέση με τους Κεμαλιστές προκατόχους του. Πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά αυτή την πίεση για αλλαγή την ασκεί στη λεγόμενη ΤΔΒΚ. Και την ασκεί μέσω της οικονομικής πολιτικής του (ισλαμικός φιλελευθερισμός του AKP) αλλά και μέσω μιας διαδικασίας πολιτικής ολοκλήρωσης η οποία βρίσκεται κοντά στο μοντέλο του AKP και της σύγχρονης Τουρκίας. Ευτυχώς για όλους οι Τουρκοκύπριοι έχουν κατορθώσει να αντιστέκονται εμπράκτως σε αυτό. Το ερώτημα είναι μέχρι πότε θα είναι ικανοί μιας και πρόκειται για μια κοινότητα λίγων χιλιάδων εναντίον μιας Τουρκίας των πολλών δεκάδων εκατομμυρίων. Από εκεί και πέρα, ο Ερντογάν των τελευταίων μηνών έχει καταντήσει ένας καρτεσιανού τύπου ηγέτης που διώκει τους πάντες, μεταχειρίζεται εύστοχα τις πολιτικές της οργής και που διαβλέπει παντού δυτικές συνομωσίες –ιδίως μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Το ερώτημα είναι κατά πόσον παραμένει ορθολογιστής. Οι τελευταίες του κινήσεις (σε Συρία βλέπε Χαλέπι και στο Ιράκ) καθώς και η στροφή του προς την Ρωσία και το Ιράν καταδεικνύουν ότι παραμένει τέτοιος. Ακριβώς γιατί δοκιμάζει τα αισθητήρια της Δύσης στη μεταβατική αυτή περίοδο από τον Ομπάμα στον Τραμπ. Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε, ιδίως στη Κύπρο, είναι πως χωρίς λύση του Κυπριακού το κατεχόμενο κομμάτι της πατρίδας μας θα αφεθεί σε μια διαδικασία «ερντογανοποίησης» της οικονομίας και της πολιτικής ζωής. Για να το θέσω σε απλή γλώσσα: Θα έρθει η στιγμή που στον μέσο Τουρκοκύπριο (που πίνει ζιβανία και τρώει λούντζα όπως ακριβώς και ο μέσος Ελληνοκύπριος) θα τεθεί το ζήτημα «η πας στο τζαμί την Παρασκευή ή…».

Ο Γιάννης Ιωάννου.

Ο Γιάννης Ιωάννου.

Η νέα γενιά τι θα ήθελε από αυτή την ιστορία; Υπάρχουν δύο εκφράσεις της νέας γενιάς. Αυτή που διατηρεί επαφές με Τουρκοκύπριους και που έχει αναπτύξει εδώ και λίγα χρόνια δυναμικές σχέσεις φιλίας, συνεργασιών ακόμη και διαπροσωπικών σχέσεων και αυτή που δεν έχει καμιά ιστορική εμπειρία συνύπαρξης με την άλλη κοινότητα (π.χ. μικτά χωριά και κοινότητες πριν το 1974) αλλά δεν την επιδιώκει κιόλας στη παρούσα φάση. Οι νέοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, δεν έχουν ζήσει την ιστορική εμπειρία των συγκρούσεων και του πολέμου αλλά ούτε κι αυτή της ειρηνικής συμβίωσης. Μόνο εξ’ ακοής και αφηγήσεων έχουν εικόνα. Το ζητούμενο είναι η νέα γενιά, και ιδίως η ηλικιακή ομάδα των 18-25 να αντιληφθεί ότι σε αυτό το νησί υπάρχει και ο άλλος/η. Και να τον καταλάβει. Καταλαβαίνεις κάποιον όταν τον γνωρίζεις και όχι μέσα από τα αφηγήματα ή τα λογής στερεότυπα. Π.χ. εμένα ο πατέρας μου, που πολέμησε τους πραξικοπηματίες και τους Τούρκους εισβολείς με το αυτόματο στη πρώτη γραμμή το 1974, δεν μου είπε ποτέ «γιε μου, ο εχθρός σου είναι οι Τουρκοκύπριοι». Όταν γνώρισα και συναναστράφηκα πρώτη φορά με κάποιον Τουρκοκύπριο, το διαπίστωσα και ο ίδιος. Είναι συνεπώς και θέμα παιδείας. Και αγωγής. Οι νέοι είναι παντού και πάντα πιο ανοικτοί. Αλλά τα βλέπουν και λίγο μόνο άσπρα ή μαύρα –για να παραπέμψω και στους στίχους του Because You’re Young των Cock Sparrer.

Αν δεν βγει πουθενά η πολυμερής της Γενεύης που οδηγούμαστε; Η παρούσα φάση της διαδικασίας είναι ανοικτού τέλους όπως λέμε στη γλώσσα της διπλωματίας. Συνεπώς αν δεν υπάρξει αποτέλεσμα στη Γενεύη δεν θα καταρρεύσει απαραίτητα. Ωστόσο ο χρόνος –για πρώτη φορά ίσως- λειτουργεί εις βάρος όλων. Όχι μόνο λόγω των εξελίξεων στην ευρύτερη γειτονιά μας αλλά και εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι στην Κύπρο το 2018 έχουμε εκλογές. Προεδρικές. Και στις Προεδρικές είθισται οι Κύπριοι πολιτικοί να βγάζουνε τις βράκες (sic) και να προβάρουν… φουστανέλες.

Ο Κυπριακός Τύπος πως στέκεται απέναντι στο ζήτημα; Το τοπίο των μίντια στη Κύπρο (έντυπη, διαδικτυακή και τηλεοπτική δημοσιογραφία) λαμβάνει σαφείς τοποθετήσεις υπέρ και εναντίον της λύσης. Όχι μόνο λόγω μεγέθους αλλά κι αναφορικά με την κληρονομιά του «ναι» και του «όχι» στα δημοψηφίσματα του 2004 αναφορικά με το σχέδιο Ανάν. Το ίδιο συμβαίνει και με τα Μέσα στα Κατεχόμενα. Στη Κύπρο τελευταίως είναι –και λόγω του φυσικού αερίου- πολύ της μόδας οι γεωπολιτικές αναλύσεις. Όλοι προσπαθούν να το παίξουν Foreign Affairs, Politico και Foreign Policy και ως δημοσιογράφος με ακαδημαϊκό υπόβαθρο στο γνωστικό αντικείμενο των Διεθνών Σχέσεων μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι διαβάζεις απίθανα πράγματα. Αναλύσεις που περισσότερο υπηρετούν την γνωστική ασυμφωνία ή το αν κάποιος είναι υπέρ ή εναντίον της λύσης παρά την εγκυρότητα και την επιστημοσύνη.

Αν σου ζητήσω να προβλέψεις το αποτέλεσμα των συνομιλιών ποιο θα είναι αυτό; Νομίζω ότι από την Γενεύη θα επιστρέψουμε χωρίς κάποιο θεαματικό αποτέλεσμα, ένα breakthrough όπως λέμε στη διπλωματική γλώσσα,  για να συνεχίσουμε τις συνομιλίες εδώ. Νομίζω ότι ο Απρίλιος είναι καθοριστικός μήνας λόγω του ότι οι εξελίξεις στην Τουρκία (δημοψήφισμα για την συνταγματική μεταρρύθμιση) θα οδηγήσουν στην ολοκλήρωση (ή μη) της μετάβασης του Ερντογάν σε ένα α λα τούρκα προεδρικό σύστημα. Αν μέχρι τότε οι δύο κοινότητες έχουν συμφωνήσει σε όλα και εκκρεμεί μόνο το νευραλγικό και με διεθνείς διαστάσεις ζήτημα της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων τότε ίσως έχουμε καταιγιστικές εξελίξεις. Ας ελπίσουμε για το καλύτερο.

Ο Γιάννης Ιωάννου είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα Πολίτης και διεθνολόγος.