popaganda_donuld_trump_2

Είναι ανατριχιαστικό! Το 2000 ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας ήταν 170.000 δραχμές (περίπου 500€). Σήμερα,  το 2016, ο ανάλογος μισθός είναι περίπου ο ίδιος, 586€ με τις κρατήσεις. Το 2000 το εισιτήριο για τις συγκοινωνίες ήταν 30-45 λεπτά του ευρώ ανάλογα με το μέσο σήμερα είναι 1,40€! Τρεις φορές πάνω!Η ίδια σύγκριση μπορεί να γίνει σε αρκετά προϊόντα. Εκτός από την τεχνολογία και τις συσκευές, πολύ δύσκολα θα βρούμε κάτι φτηνότερα. 15 χρόνια δεν έχουμε πάει βήμα μπροστά.

Από το 2008 και έπειτα η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ε.Ε., και με τις μνημονιακές μέσα, που είδε το ύψος του κατώτατου μισθού να καταρρέει κατά 19,5%. Το 2008 το 70,8% του ελληνικού πληθυσμού απολάμβανε εισοδήματα μεσαίων τάξεων, ύστερα από τέσσερα χρόνια (2013) μόνο το 54,2% είχε εισοδήματα που θα μπορούσαν να τον κατατάξουν στη μεσαία τάξη. Το 50% των μισθωτών αμείβεται πλέον με λιγότερα από 800 ευρώ τον μήνα. Εκατοντάδες χιλιάδες ζουν με μισθούς πείνας από μερική και εκ περιτροπής απασχόληση: 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μεικτό μηνιαίο μισθό έως 100 ευρώ και συνολικά 343.760 εργαζόμενοι αμείβονται με μηνιαίους μισθούς από 100 έως και 400 ευρώ μεικτά. Η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού μειώθηκε κατά 24,7% την περίοδο 2010-2015. Και όλα αυτά με το 48% των ελληνικών νοικοκυριών να επιβιώνει πλέον κάτω από το όριο της φτώχειας.

Τα νούμερα όπως παρουσιάστηκαν από τον ΟΑΕΔ και το Έθνος στις 26/09 δείχνουν το εξής: πως για να πούμε ότι βγήκαμε από την κρίση και επιστρέφουμε στο 2008 πρέπει ή να τριπλασιαστούν οι μισθοί σε μια μέρα ή να υποτριπλασιαστούν οι τιμές σε μια νύχτα. Τίποτα δεν θα γίνει από τα δύο.

Επειδή αυτή την περίοδο συζητούνται έντονα τα εργασιακά ώστε να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση (ομαδικές απολύσεις, κατάργηση κατώτατου μισθού και διάφορα άλλα) θα έχει ενδιαφέρον ν’ απαντήσουν όσοι συγγράφουν το ελληνικό πρόγραμμα στο εξής: πως γίνεται να μην είναι η ανταγωνιστική ελληνική οικονομία τη στιγμή που έχει κατεβάσει τόσο τη μισθολογική της ταρίφα; Γιατί πάντα υπάρχουν και θα υπάρχουν φθηνότερες από την Ελλάδα. Οι χώρες της Βαλτικής, τα Βαλκάνια θα ονειρευόντουσαν να έχουν το 500ρικο, την πρόωρη σύνταξη των κάποιων εκατομμυρίων Ελλήνων και φυσικά τον ήλιο μας.

Επειδή, η ιστορία έχει όμως ένα δράκο για όλα αυτά μπορούμε να πούμε πως ευθύνεται η παγκοσμιοποίηση. Ανίκανες και ικανές κυβερνήσεις δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι οι πληθυσμοί πια βρίσκονται σε μεγάλη κινητικότητα και πως η αγορά πια θέλει ή να επιβληθεί ή ν’ ανεξαρτητοποιηθεί από τις πολιτικές αποφάσεις. Και πολλές φορές και από την ίδια δημοκρατία. Το είπε ο αρχηγός της φυλής Τόνι Νέγκρι στην Popaganda, το λένε όλα τ’ ακροδεξιά κόμματα που θεριεύουν στην Ευρώπη, το λέει το ΚΚΕ, το λέει ο Πέπε Γκρίλο, η Μαρί Λεπέν, το ψήφισαν οι Βρετανοί με το BRexit, το διατυμπανίζει και ο Ντόναλντ Τραμπ. Αυτοί που δεν το λένε είναι ειτε ο περίφημος μεσαίος χώρος είτε οσοι ακούνε στο όνομα σοσιαλδημοκρατία που από την πολλή ψυχανάλυση έχουν ξεμείνει από επιχειρήματα. 

Το «μέτωπο της λογικής», η άποψη δηλαδή ότι δεν είναι ούτε όλα μαύρα αλλά ούτε άσπρα και η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, το «κέντρο», έχει χάσει το δίκιο του.

Ένα από αυτά είναι πως η Αμερική κάτω από τη διοίκηση Ομπάμα κατάφερε το 2015 σύμφωνα με τον αμερικάνικο ΟΑΕΔ να βγάλει λίγο παραπάνω από 3.500.000 εκατομμύρια ανθρώπους από το όριο της φτώχειας και με μια ανεργία να έχει συρρικνωθεί από το 10% που ήταν το 2008 στο 4.9%. Παρόλα αυτά ο ρατσιστής, σεξιστής, κρετίνος Ντόναλντ Τραμπ, ο άνθρωπος που έχει δεχθεί τη σφοδρότερη κριτική από τα μεγαλύτερα δημοσιογραφικά μέσα σε όλο τον πλανήτη κοντράρει στα ίσα τη διάδοχο του Ομπάμα για την προεδρία της Αμερικής. Πως συμβαίνει αυτό;

American Beauty 2 (not)

American Beauty 2 (#not)

Παρά τις σπουδαίες αναλύσεις που γίνονται κατά καιρούς πάνω στην απήχηση που έχουν οι παράλογες φωνές στον κόσμο, η απάντηση είναι περισσότερο απλή απ’ όσο νομίζουμε. Το «μέτωπο της λογικής», η άποψη δηλαδή ότι δεν είναι ούτε όλα μαύρα αλλά ούτε άσπρα και η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, το «κέντρο», έχει χάσει το δίκιο του. Ένας από τους βασικούς λόγους που έχει συμβεί αυτό είναι τα ίδια τα Μέσα που το εκπροσωπούν αφού για να επιβιώσουν μετέτρεψαν την λαλιά τους από εκπαιδευτική σε οπαδική. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το Κέντρο (όχι όλοι αλλά ένα φωνακλάδικο μέρος του) το ίδιο να έχει αποκτήσει συμπεριφορά των άκρων (εξου και ο καταπληκτικός όρος «ακραίο κέντρο»). Πρώτο παράδειγμα είναι το κείμενο συμπαράστασης στην Χίλαρι των μετριοπαθών New York Times  που δεν εξηγεί γιατί πρέπει να την ψηφίσει κανείς αλλά γιατί δεν πρέπει να στηρίξει τον αντίπαλό της. Ανάλογο ενδιαφέρον έχει η προτροπή του βουλευτή κεντρώου κόμματος Γρηγόρη Ψαριανού προς συνάδελφό του, του ακραίου ΣΥΡΙΖΑ, να «ρουφήξει τα παπάρια του» σε κάποια διαφωνία τους στην καφετερία του κοινοβουλίου. 

Παρόμοια ατμόσφαιρα σκεπάζει όλο τον κόσμο.  Το «κέντρο» δεν προτάσσει τα δικά του πλεονεκτήματα αλλά τα μειονεκτήματα του αντιπάλου. Η πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας δεν εστιάζεται στο γιατί «εγώ» είμαι ικανότερος αλλά στο ότι ο  άλλος είναι καταστροφικός. Η ΝΔ ζητά επίμονα εκλογές γιατί θεωρεί πως κάθε μέρα ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ακόμα βήμα προς την κόλαση. Ο ΣΥΡΙΖΑ δικαιολογεί τις αστοχίες του με το επιχείρημα ότι οι προηγούμενοι τα έκαναν χειρότερα. Κατά τ’ άλλα θα εκτελέσουν το ίδιο ακριβώς πρόγραμμα.

Αυτό δεν απαντά, στην Ελλάδα και στις φτωχές χώρες της Ένωσης, σε αυτόν που λέει ότι «ωραία, κουτσά, στραβά επιβίωσα αυτά τα χρόνια, τι θα γίνει από εδώ και πέρα;» Ή σε αυτόν που βλέπει την οικονομία να αναπτύσσεται αλλά τη ζωή του να μην αλλάζει. Και πάνω σε αυτό μπορεί να λέει μεταξύ σοβαρού και αστείου: «Ας βγει και ο Τραμπ να δούμε τι θα γίνει». Μπας και αν συμβεί κάτι ίσως καταλάβουμε;