Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popaganda ΜΟΥΣΙΚΗ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Φωτογραφίες: Γεράσιμος Δομένικος / FOSPHOTOS
14.01.2020

«Rock ’n’ Roll είναι, μην το γαμ*ς στη φιλοσοφία»

Μετά από 30 χρόνια στο τιμόνι των Nightstalker, ο Αργύρης Γαλιατσάτος ξέρει ότι το ζητούμενο είναι να επιβιώσεις χωρίς να μαραζώσεις. Να μεγαλώσεις χωρίς να παραιτηθείς. Να ζήσεις χωρίς φόβο. Μέχρι να έρθει τελικά αυτό που όλοι ξέρουμε ότι θα έρθει.

Στη μεγάλη, και ενδεχομένως politically incorrect σε ορισμένα σημεία, συνέντευξη που παραχώρησε στην Popaganda ο Argy των Nightstalker (κατά κόσμον Αργύρης Γαλιατσάτος) αναφέρεται δύο φορές στον Lemmy των Motörhead (κατά κόσμον Ian Fraser Kilmister).

Με την πρώτη («Ο ρόλος σου είναι να δώσεις διασκέδαση και χαρά στον κόσμο. Δεν αναλύεις τον πόλεμο. Απλά παίξε και διασκέδασε το. Σίγουρα θα κάνεις και λάθη, αλλά το θέμα είναι να παίζεις με ψυχή, όχι να παίζεις γαμώ τις μουσικές. Οι Motörhead δεν ήταν διάνοιες τεχνικά. Ήταν, όμως, αυτοί που ήταν.») υπερθεματίζει τη άποψή του σχετικά με το πού έγκειται η πυρηνική σημασία του να παίζεις σε ένα rock συγκρότημα και δη σε ένα rock συγκρότημα σαν τους Nightstalker.

Η άλλη έχει να κάνει με την κοσμοθεωρία του εκλιπόντα, αχαλίνωτου ροκ σταρ που όλως παραδόξως δεν πέθανε και τόσο νέος τελικά (ήταν 70 ετών και 4 ημερών στις 28/12/2015 που «αποχαιρέτησε» εξαιτίας του καρκίνου) αν και έζησε τόσο γρήγορα όσο ελάχιστοι στην ογδοντάχρονη, περίπου, ιστορία του rock ’n’ roll: «Όπως έλεγε ο Lemmy, οι κραιπάλες, τα ξενύχτια, τα ξύδια είναι το εύκολο κομμάτι. Το δύσκολο είναι να επιβιώσεις από αυτά. Πέρα όμως από τα ντράβαλα, και μόνο που θα αποφασίσεις να ζήσεις παίζοντας rock ’n’ roll, πρέπει να ξέρεις ότι δεν υπάρχει τίποτα σίγουρο, μπορεί να μην έχεις καν να φας αύριο. Είναι δύσκολος ο δρόμος και είναι πολύ πιθανό να μην τα καταφέρεις.»

Από αριστερά: Tόλης Μότσιος (κιθάρα), Argy (φωνητικά), Ντίνος Ρούλος (τύμπανα), Ανδρέας Λάγιος (Μπάσο)

Αυτό, μέσες άκρες, υιοθετήθηκε ως προσωπικό modus vivendi και από τον ίδιο τον Argy στα μέσα της δεκαετίας του ’80 («Για να χαρούμε πετούσαμε πέτρες και πλακωνόμασταν στο ξύλο»), παγιώθηκε στη δεκαετία του ’90 («Εκείνη την εποχή νόμιζα ότι πέρναγα μέσα από τοίχους») και συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση («Θέλαμε μόνο να πάμε να παίξουμε, κι ό,τι γίνει. Μέλλον; Ποιο μέλλον;») ώσπου, ευτυχώς έγκαιρα, κατάλαβε ότι καλώς ή κακώς δεν μπορείς να τα έχεις όλα σε αυτή τη ζωή («Αν ο γιατρός σου γράψει μορφίνη γιατί τη χρειάζεσαι ως παυσίπονο για κάτι που έπαθες, έχει καλώς. Από κει και πέρα, δεν υπάρχει λόγος. Μπορείς να βγάλεις τις ενδορφίνες σου με διαφορετικούς τρόπους. Άσε που μπορεί να φτάσεις να ασχολείσαι μόνο με αυτό επί 24 ώρες. Και λες τώρα θα κάνω αυτό ή θα κάνω μουσική;»), αν και χρειάστηκε να επικυρώσει τη νέα πραγματικότητα το σώμα του («Δεν πίστευα καν ότι θα φτάσω τα 50. Με τη ζωή που έκανα, μου φαινόταν δύσκολο. Δεν μ’ ενδιέφερε να μεγαλώσω. Απλά ξυπνάς μια μέρα και λες ωχ, έγινα 50. Μου φαίνεται κάπως. Γιατί δεν αισθάνομαι 50. Αλλά είμαι.») για να πάρει τελικά την απόφαση ότι δεν χρειάζεται ντε και καλά να κρατά το γκάζι συνέχεια σανιδωμένο αφού δεν είναι αυτό που απαιτούν οι περιστάσεις για να συνεχιστεί η πορεία των Nighstalker, που μετά από 30 χρόνια και πριν καλά-καλά κυκλοφορήσει ο πιο πρόσφατος, όγδοος δίσκος τους (Great Hallucinations) έχουν ήδη αρχίσει να σκέφτονται τον επόμενο.

Γιατί «ειδικά μετά το δεύτερο έμφραγμα, δεν καταλαβαίνω τίποτα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πεθάνεις κάποια στιγμή. Το ξέρεις αυτό. Οπότε να φοβάσαι μέχρι πεθάνεις; Δεν ζεις έτσι. Θα συνεχίσω μέχρι να πεθάνω.»

Γιατί, όπως έγραψε κάποτε στην Popaganda ο Αλέξης Καλοφωλιάς (The Last Drive, Thee Holy Strangers), «από τον Βύρωνα μέχρι το εξώτερο διάστημα, είναι το πνεύμα αυτής της μπάντας που την κάνει τόσο ξεχωριστή, το γεγονός ότι οι Nightstalker καταλαβαίνουν πόση σημασία έχει να μην ξεχνάς: Να μην ξεχνάς τους φίλους σου και το τι είναι για το συγκρότημα, να μην ξεχνάς τις καλές στιγμές και τα πακέτα, το πάθος και την επιμονή, να μην ξεχνάς ότι η μουσική είναι το δώρο και εσύ τυχερός που το μοιράστηκες με τους σωστούς ανθρώπους.»

Nightstalker – Great Hallucinations | 17.1 & 18.1 | Gagarin 205

Το Great Hallucinations είναι ο όγδοος δίσκος των Nightstalker. Ναι μεν οχτώ δίσκοι δεν είναι λίγοι, αλλά δεν είναι και πολλοί αν σκεφτεί κανείς ότι η μπάντα υπάρχει τριάντα χρόνια. 
Όχι, δεν είναι πολλοί. Συνήθως βγάζουμε δίσκο κάθε τέσσερα χρόνια. Σαν τις ολυμπιάδες κι εμείς. Αυτό το ηχογραφήσαμε στην Κόρινθο. Την προπαραγωγή, τη σύνθεση κι όλα αυτά τα κάναμε εδώ πέρα, για πάνω από ενάμιση χρόνο. Δε βιαζόμαστε γενικά, μας αρέσει να κάνουμε πρόβες, να τζαμάρουμε.

Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη διαδικασία που ακολουθείτε για να γράψετε νέα τραγούδια; 
Δεν υπάρχει κάτι στάνταρ. Μπορεί να φέρω εγώ στίχους κι ένα μουσικό σχήμα που έχω βγάλει σε μια κιθάρα που γρατζουνάω ίσα ίσα για να έχω μια μελωδία. Μπορεί να φέρουν ο Τόλης ή ο Αντρέας κάτι δικό τους και θα βάλω εγώ πράγματα από πάνω. Ή θα κάτσουμε όλοι μαζί και ό,τι βγει. Θα παίξει κάτι ο κιθαρίστας, θα κολλήσει από πάνω κάτι ο ντράμερ, μετά θα κολλήσω κι εγώ κάτι – αυτή είναι για μένα η καλύτερη φάση, ειδικά όταν βλέπεις ότι ένα κομμάτι βγαίνει αβίαστα. Γιατί υπάρχουν και κομμάτια που κολλάς χρόνια ολόκληρα. Στο νέο δίσκο πάντως τα περισσότερα κομμάτια βγήκαν αβίαστα.

Αυτό πιστεύεις ότι έχει να κάνει με το ότι σε κάθε επόμενο βήμα είστε πιο έμπειροι από το προηγούμενο; 
Όχι, έχει να κάνει με τα ίδια τα κομμάτια. Το “Children of the Sun”, για παράδειγμα, το είχαμε από το ’90-κάτι, το φτάναμε μέχρι ένα σημείο, δε μπορούσαμε να το συνεχίσουμε και το παρατούσαμε. Έτσι πάει όμως, μπορεί να βγάλεις ένα σχήμα και να μη σου κολλάει πουθενά εκείνη τη στιγμή, δε σημαίνει όμως ότι πρέπει να το πετάξεις, μπορεί κάποια άλλη στιγμή να κολλήσει. Η έμπνευση δε μπορεί να μπει σε καλούπι. Δεν αποφασίζεις ότι πρέπει να έχεις έμπνευση τώρα.

Μετά από ένα hit σαν το “Children of the sun” πόσο έντονη είναι η αγωνία για το αν θα επαναληφθεί η επιτυχία; 
Το σκεφτόμουν σήμερα αυτό. Αν υπάρχει αγωνία δεν είναι για να επαναλάβεις την ίδια επιτυχία, αλλά να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Αλλά αυτά δε μπορείς να τα προβλέψεις. Ούτε καν είχαμε φανταστεί ότι θα γινόταν αυτό που έγινε με το “Children of the sun”.

https://www.youtube.com/watch?v=fclmGZrnvzk

Εσύ έχεις καθημερινή τριβή με τη μουσική;
Ναι, έχω μια κιθάρα που γρατζουνάω ακόμη και τις μέρες που δεν έχουμε πρόβα. Και συνήθως προβάρουμε τουλάχιστον τέσσερις φορές την εβδομάδα, ανάλογα με το αν γράφουμε δίσκο ή ετοιμαζόμαστε για περιοδεία.

Μετά από τόσα χρόνια, τι ακριβώς σε συνεπαίρνει ακόμη στην υπόθεση Nightstalker;
Μα όλη η φάση των Nightstalker είναι ένα thrill. Όταν είσαι πάνω στη σκηνή, αισθάνεσαι ζωντανός, δεν ξέρω πώς αλλιώς να στο πω.

Σου έχει τύχει να βλέπεις τον κόσμο κάτω από τη σκηνή να τα δίνει όλα αλλά εσείς την ίδια στιγμή να νιώθετε ότι δεν είναι από τα καλά σας live; Ή συντονίζεστε πάντα με το κοινό;
Έχει τύχει αρκετές φορές να μην ξέρουμε τι μας γίνεται πάνω στη σκηνή, να μην ακούμε δηλαδή από τα μόνιτορ ή η σκηνή η ίδια να είναι για πέταμα, κι από κάτω να γίνεται της κακομοίρας. Οπότε γίνεται αυτό που λες, συντονίζεσαι. Λες αφού δεν ακούω που δεν ακούω τι παίζω, ας το διασκεδάσω τουλάχιστον.

«Rock ’n’ roll είναι, μην το γαμάς στη φιλοσοφία», μου είχες πει πριν μερικά χρόνια. Μπορείς σε παρακαλώ να φιλοσοφήσεις λίγο και να μου το αναλύσεις;
Μα όλος ο σκοπός είναι να διασκεδάζεις. Αυτός δεν είναι; Δηλαδή να αρχίσεις να αγχώνεσαι για τον λόγο που θα διασκεδάσεις; Είναι λίγο οξύμωρο. Εντάξει, υπάρχει λίγη αγωνία, γιατί πρέπει να βγεις σε μια σκηνή, αλλά στην τελική ο ρόλος σου είναι να δώσεις διασκέδαση και χαρά στον κόσμο. Δεν αναλύεις τον πόλεμο. Απλά παίξε και διασκέδασε το. Σίγουρα θα κάνεις και λάθη, αλλά το θέμα είναι να παίζεις με ψυχή, όχι να παίζεις γαμώ τις μουσικές. Οι Motorhead δεν ήταν διάνοιες τεχνικά. Ήταν, όμως, αυτοί που ήταν.

«Άμα πάθεις έμφραγμα και το περάσεις, μετά σκέφτεσαι πάμε γι’ άλλα. Τι να κάνεις δηλαδή; Να κάτσεις σπίτι και να πεθάνεις από το φόβο;»

Σου περνούσε ποτέ από το μυαλό ότι οι Nightstalker θα είχαν τόση διάρκεια, ότι θα φτάνατε να θεωρείστε παλιοσειρά;
Δεν το σκεφτήκαμε ποτέ έτσι. Θέλαμε μόνο να πάμε να παίξουμε, κι ό,τι γίνει. Μέλλον; Ποιο μέλλον; Εγώ δεν πίστευα καν ότι θα φτάσω τα 50, τι να λέμε.

Γιατί;
Γιατί με τη ζωή που έκανα, μου φαινόταν λίγο δύσκολο. Δεν μ’ ενδιέφερε να μεγαλώσω. Άσε που δεν το περιμένεις. Απλά ξυπνάς μια μέρα και λες ωχ, έγινα 50. Μου φαίνεται κάπως. Γιατί δεν αισθάνομαι 50. Αλλά είμαι.

Πόσο αισθάνεσαι;
Ξέρω κι εγώ, 12, 13, κάπου εκεί.

Οπότε δηλαδή είδες μια μέρα τον εαυτό σου στον καθρέφτη και κατάλαβες ότι μεγάλωσες;
Από τα 40 ξεκινάει όλο αυτό, αρχίζεις κι αναρωτιέσαι τι στο καλό συμβαίνει. Ξέρεις κάτι όμως; Η διάθεση είναι η ίδια, το σώμα σου όμως δεν σ’ ακολουθεί. Υπάρχει οξείδωση. Υπάρχει γήρας. Αλλά το βασικό είναι να θες να κάνεις αυτό που κάνεις, όσο και να ‘σαι.

Έχουν υπάρξει στιγμές μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια που να έχεις μετανιώσει που δεν ζεις μια «κανονική» ζωή;
Όχι, δεν το έχω μετανιώσει ποτέ. Γιατί η μουσική μου δίνει πράγματα που δεν θα μπορούσε να μου τα δώσει τίποτα άλλο. Μια μεγάλη ιδέα είναι η μουσική, μια ουτοπία, αν θες, γιατί δεν θα μπορέσεις κιόλας ποτέ να φτιάξεις το τέλειο τραγούδι.

Όταν λες τέλειο τραγούδι; Έχεις έστω στο μυαλό σου μια ιδέα γι’ αυτό;
Ίσως να είναι αυτό το «ιιιιιιιιιιιιιι» που κάνει το μηχάνημα λίγο πριν πεθάνεις. Όχι μωρέ, δεν υπάρχει τέλειο τραγούδι. Αν υπήρχε, θα ακούγαμε μόνο αυτό και θα τελείωνε η υπόθεση εκεί πέρα. Η μουσική πάνω απ’ όλα είναι γλώσσα για να επικοινωνήσεις.

«Μέλλον; Ποιο μέλλον; Εγώ δεν πίστευα καν ότι θα φτάσω τα 50. Με τη ζωή που έκανα, μου φαινόταν λίγο δύσκολο. Δεν μ’ ενδιέφερε κιόλας να μεγαλώσω. Άσε που δεν το περιμένεις. Απλά ξυπνάς μια μέρα και λες ωχ, έγινα 50. Μου φαίνεται κάπως. Γιατί δεν αισθάνομαι 50. Αλλά είμαι.»

Σήμερα που έχουμε 2020 και ακόμη καλά κρατεί η μυθολογία γύρω από την αγγλόφωνη ελληνική σκηνή των 90s, εσύ πώς έχεις στο μυαλό σου εκείνη την εποχή;
Ποια μυθολογία έχει περάσει δηλαδή στον κόσμο;

Κάπως σαν να ήταν ο χρυσός αιώνα του Περικλή.
Ήταν πολύ λιγότερες οι μπάντες σε σχέση με σήμερα, λιγότερος κι ο κόσμος. Ήμασταν πιο πρωτόγονοι, πιο πωρωμένοι. Ερχόμασταν και από τη δεκαετία του ’80 που για να χαρούμε πετούσαμε πέτρες και πλακωνόμασταν στο ξύλο. Το ’90 για τη δική μας σκηνή ήταν πολύ underground. Πιο πολύ υπήρχε το ελληνόφωνο. Εμείς κρυβόμασταν από ‘δω κι από ‘κει για να παίξουμε. Άσε που με το δικό μας ήχο δεν ξέρανε που να μας κατατάξουν, ούτε εμείς οι ίδιοι δεν ξέραμε τι παίζαμε. Ήμασταν heavy metal; Ήμασταν hard rock; Σίγουρα πάντως δεν ήμασταν garage που ψιλοέπαιζε τότε και οι Last Drive ήταν το μεγάλο όνομα της φάσης. Που και οι Drive δηλαδή στα 90s το άφησαν το garage. Δε μπορείς να παίζεις πάντα τα ίδια, ψάχνεσαι, θες να δεις και κάτι άλλο. Εντάξει το rock ’n’ roll και το garage, αλλά έβγαιναν κι άλλα πράγματα, πχ το grunge, και οι Drive τα έπιαναν όλα αυτά, ήταν ανοιχτοί να ακούσουν τα πάντα, οπότε ο Αλέξης πειραματίστηκε και πάνω σε εμάς κάνοντας την παραγωγή των δύο πρώτων μας δίσκων.

Η αίσθηση της σκηνής τελικά υπήρχε τότε ή είναι κάτι πλασματικό που έχουμε ωραιοποιήσει εκ των υστέρων;
Απλά ήμασταν γνωστοί όλοι. Βρισκόμασταν συνέχεια στα ίδια μέρη, όχι μόνο για λάιβ, από το πρωί πηγαίναμε στις ίδιες καφετέριες, μετά στο σπίτι κάποιου για να ακούσουμε μουσική, μετά πηγαίναμε στις πρόβες μαζί, ήταν δηλαδή πιο κλειστός ο κύκλος και γι’ αυτό ίσως πιο δεμένος. Τώρα η σκηνή είναι πολύ πιο μεγάλη.

Καλύτερα τώρα ή τότε;
Τότε ήταν Άγρια Δύση, έκανες ό,τι να ‘ναι, με ό,τι έβρισκες. Έκλεινες ένα λάιβ και δεν ήξερες αν θα υπάρχει ήχος. Τώρα είναι πιο οργανωμένα τα πράγματα. Δε σ’ έχουν οι μαγαζάτορες για ένα τσούρμο μαλάκες μαλλιάδες που σπάνε τα όργανά τους. Κι ο κόσμος τώρα είναι πιο προετοιμασμένος, ξέρει τι πάει ν’ ακούσει. Τότε δεν τους πολυένοιαζε κιόλας, μπούκαραν και για τη φάση, μπουκάλια πάνω στη σκηνή, ό,τι να ‘ναι, να τα σπάσουμε. Τώρα ακούνε και τη μουσική. Που, όπως και να το κάνεις, είναι πολύ βασικό.

Θυμάσαι κάποιες από εκείνες τις παλιές συναυλίες που να ήταν πιο επεισοδιακές από άλλες;
Είχαμε σπάσει το ΑΝ! Παλιά, μέχρι το ’95, ήταν τελείως διαφορετικό μέσα, η σκηνή ήταν αλλού. Θέλανε λοιπόν να κάνουν ανακαίνιση και είχαμε λάιβ με τους Deus Ex Machina. Σπάστε το όλο, μας είπαν. Σπάσαμε τα μπαρ, ξηλώσαμε τις τουαλέτες, κατεβάσαμε σωλήνες, όλα ρημαδιό. Τσάμπα κατεδάφιση. Κομματάκια. Μείνανε τα ντουβάρια μόνο. Άλλη επεισοδιακή φάση ήταν το ’96 ή το ’97 που μας είχε καλέσει ο δήμος της Μήλου, καμιά εικοσαριά συγκροτήματα, Αέρα Πατέρα, Deus, Last Drive, εμείς… Μας είχαν αμολήσει εκεί, ήταν σαν να είχαμε κάνει κατάληψη στο νησί, δεν έβγαινε ο κόσμος έξω, τρεις μέρες το κάναμε ρημάδι. Τώρα τα νέα συγκροτήματα είναι πιο επαγγελματίες, δεν κάνουν τέτοιες αλητείες.

Άρα το ζουν λιγότερο έντονα;
Το ζουν περισσότερο επαγγελματικά. Είναι σοβαροί στη δουλειά τους. Εμείς ποτέ δεν βάλαμε κάτω ένα πλάνο, ή όποτε πήγαμε να το κάνουμε, δε βγήκε όπως νομίζαμε. Είναι OK να θες να κάνεις καριέρα, αλλά το αύριο δεν το ξέρει κανένας. Προτιμώ να περνάω καλά τώρα παρά να σκεφτώ τι θα γίνει αύριο ή μεθαύριο.

«Εμείς ποτέ δεν βάλαμε κάτω ένα πλάνο, ή όποτε πήγαμε να το κάνουμε, δε βγήκε όπως νομίζαμε. Είναι OK να θες να κάνεις καριέρα, αλλά το αύριο δεν το ξέρει κανένας. Προτιμώ να περνάω καλά τώρα παρά να σκεφτώ τι θα γίνει αύριο ή μεθαύριο.»

Πριν μου είπες ότι δεν φανταζόσουν ότι θα έφτασες στα 50. Όταν όμως έμπλεξες με τη μουσική, είχες έστω στο πίσω μέρος του μυαλό σου τη βεβαιότητα ότι πρόκειται για κάτι που θα κάνεις μέχρι να πεθάνεις;
Στα 20, όταν έκανα τους Nightstalker, είχα πει ότι αν μέχρι τα 25 δεν καταφέρναμε τίποτα, θα τα παρατούσα και θα έκανα κάτι άλλο. Αλλά απ’ ό,τι φαίνεται, δεν έγινε αυτό. Τι να κάνουμε, αυτό μου αρέσει να κάνω, αυτό συνεχίζω να κάνω.

Δεν σκέφτηκες να τα παρατήσεις ούτε όταν έπαθες έμφραγμα;
Ειδικά τότε δεν κρατιόμουν, σκεφτόμουν άντε να φύγω από το νοσοκομείο, να πάω να παίξω. Άμα πάθεις έμφραγμα και το περάσεις, μετά σκέφτεσαι τι να μου πεις τώρα κι εσύ, πάμε γι’ άλλα. Τι να κάνεις δηλαδή; Να κάτσεις σπίτι και να πεθάνεις από το φόβο;

Δηλαδή ο φόβος δεν μπήκε καθόλου στην εξίσωση;
Μπήκε, εντάξει, και; Ειδικά μετά το δεύτερο έμφραγμα, δεν καταλαβαίνω τίποτα… Ξέρεις τι γίνεται; Τι νόημα έχει να φοβάσαι συνέχεια μέχρι να πεθάνεις και να ζεις με χάπια; Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πεθάνεις κάποια στιγμή. Το ξέρεις αυτό. Οπότε να φοβάσαι μέχρι πεθάνεις; Δεν ζεις έτσι. Άμα είχα μπει σε αυτό το κανάλι, θα έπρεπε να κυκλοφορώ με μια σακούλα χάπια, να μην αφήνω κανέναν να καπνίζει δίπλα μου και να κάθομαι στο σπιτάκι μου. Δεν υπάρχει αυτό στη ζωή μου. Θα συνεχίσω μέχρι να πεθάνω.

Σου φαίνεται βαρετό να προσέχεις τον εαυτό σου;
Όχι, προσέχω, αλλά χωρίς να καταπιέζομαι. Όσο μπορώ, για παράδειγμα, προσέχω τη διατροφή μου. Ή προσπαθώ να περπατάω. Είχα κόψει και το κάπνισμα για δύο χρόνια, δυστυχώς τώρα το ξανάρχισα. Και το βασικό είναι η ψυχολογία. Αν αισθάνεσαι καλά, είσαι καλά. Αν μαραζώσεις, τελείωσες.

Άρα δεν υπάρχει το άγχος στη ζωή σου;
Ειδικά άγχος ο γιατρός μου είπε να μην έχω καθόλου. Έχω μόνο δημιουργικό άγχος για τους Nightstalker.

https://www.youtube.com/watch?v=ktVvt9xQfoI

Μπορείς να θυμηθείς μερικές ακόμη οριακές στιγμές από την τριαντάχρονη πορεία της μπάντας;
Ήμουνα μια φορά μέσα σε μια κλινική αποτοξίνωσης. Κατά τις 3 το βράδυ έβλεπα τηλεόραση. Βάζω το Mad, πετυχαίνω διαφήμιση ότι οι Nightstalker παίζουν την Πέμπτη στο Rodeo και τρώω ένα τρελό φλας. Θα τους γαμήσω, λέω, τι κάνανε, πήραν άλλο τραγουδιστή, τι έγινε; Τελικά όμως απλά δε βγάλανε από το πρόγραμμα τη διαφήμιση για τη συναυλία που είχε αναβληθεί. Τρελάθηκα! Τι άλλο να θυμηθώ; Ότι δέκα μέρες μετά το πρώτο έμφραγμα, κάναμε live;

Το ότι στις συναυλίες σας παίζετε και πολύ παλιά σας τραγούδια, ενεργοποιεί κάποιο μηχανισμό νοσταλγίας για την εποχή που ήσουν νέος;
Όχι, καθόλου. Δεν μου λείπει ούτε η νιότη μου, ούτε η Αθήνα της νιότης μου, γιατί όλο μαλακίες κάναμε. Δεν μου λείπω καθόλου ως πιτσιρικάς.

Κι αν είχες την ευκαιρία να συναντήσεις τον πιτσιρικά εαυτό σου, τι θα του έλεγες;
Ο εαυτός μου της εποχής που βγάλαμε το Use, λογικά θα έκανε τράκα στον μεγάλο. Άσε, θα μπλέκαμε. Ο τωρινός μου εαυτός θα έκανε ότι δεν τον ξέρει. Εκείνη την εποχή νόμιζα ότι πέρναγα μέσα από τοίχους.

«Όλη η φάση των Nightstalker είναι ένα thrill. Όταν είσαι πάνω στη σκηνή, αισθάνεσαι ζωντανός, δεν ξέρω πώς αλλιώς να στο πω.»

Εκ των υστέρων, τη σύγκρουση με ποιους από αυτούς τους τοίχους θα ήθελες να είχες αποφύγει;
Πολλά πράγματα, τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, αλλά δε μπορώ να πω ότι έχω μετανιώσει για κάτι. Απλά επειδή τώρα ξέρω, θα τα έφτιαχνα κάπως διαφορετικά τα πράγματα, λίγο πιο ανώδυνα. Θα απέφευγα, ας πούμε, μία δεκαπενταετία που έκανα μια…έρευνα με τα οπιούχα.

Και τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, όπως λες, ποια είναι;
Ότι αν ο γιατρός σου γράψει μορφίνη γιατί τη χρειάζεσαι ως παυσίπονο για κάτι που έπαθες, έχει καλώς. Από κει και πέρα, δεν υπάρχει λόγος. Μπορείς να βγάλεις τις ενδορφίνες σου με διαφορετικούς τρόπους. Με τη μουσική, με το σεξ, με τη γυμναστική, με τη γιόγκα, με ό,τι άλλο θες. Τα περισσότερα απ’ όσα κάνουμε σ’ αυτή τη ζωή έχουν να κάνουν με το κυνήγι της αδρεναλίνης, που μετά σου βγάζει τις ενδορφίνες και κοιμάσαι χαρούμενος. Αφού μπορείς να το κάνεις με τόσους άλλους τρόπους, γιατί να το ψάξεις έτσι; Άσε που μπορεί να φτάσεις να ασχολείσαι μόνο με αυτό επί 24 ώρες. Και λες τώρα θα κάνω αυτό ή θα κάνω μουσική;

Για σένα το καμπανάκι ποιο ήταν;
Στο ζύγι είναι η ευχαρίστηση κι ο πόνος. Στην αρχή η ευχαρίστηση είναι πάρα πολλή, ο πόνος δεν υπάρχει. Μετά, σιγά σιγά αλλάζει αυτό και μένει μόνο ο πόνος. Και λες τι κάνω, παίρνω κάτι για να ευχαριστιέμαι και πονάω; Οπότε εκεί χωρίζουν οι δρόμοι. Προτίμησα τη μουσική, γιατί είναι αληθινή.

Οπότε υπό μία έννοια, η μουσική και σε έβαλε σε περίεργες ατραπούς και σου έσωσε τη ζωή.
Κάποια στιγμή βρίσκεσαι μόνος σου και μιλάς με τον εαυτό σου, δεν υπάρχουν δικαιολογίες, δε λες ψέματα όπως λες στους άλλους, «καλά είμαι» και παπαριές. Και καταλαβαίνεις ότι ή θα κάνεις το ένα ή θα κάνεις το άλλο, δε γίνεται και τα δύο. Εδώ δε μπορούν να τα καταφέρουν καλλιτέχνες με εκατομμύρια στην πλάτη τους, πεθαίνουν από αυτό, και θα μπορέσεις εσύ ρε κακομοίρη με πέντε-δέκα ευρώ; Δεν γίνεται. Θες λοιπόν να είσαι άρρωστος συνέχεια.

Το thrill πότε είναι μεγαλύτερο, την πρώτη στιγμή που βγαίνετε στη σκηνή ή όταν τελειώνετε ιδρωμένοι και αποκαμωμένοι ένα live;
Είναι μέχρι να πατήσεις πάνω στη σκηνή, η αδρεναλίνη στο τέρμα. Το παθαίνω ακόμη και μετά από τόσα χρόνια, ίσως μάλιστα πιο πολύ όταν είναι 20 άτομα από κάτω, παρά απ’ όταν είναι 3000. Αυτό έχω καταλάβει τώρα τελευταία που έχω σταματήσει το αλκοόλ και τις κραιπάλες και παρατηρώ τον εαυτό μου.

«Η μουσική μου δίνει πράγματα που δεν θα μπορούσε να μου τα δώσει τίποτα άλλο. Μια μεγάλη ιδέα είναι η μουσική, μια ουτοπία, αν θες, γιατί δεν θα μπορέσεις κιόλας ποτέ να φτιάξεις το τέλειο τραγούδι.»

Αν ερχόταν σήμερα ένας πιτσιρικάς και σου έλεγε ότι θέλει να ζήσει μια ζωή σαν αυτή που έχεις ζήσει εσύ μέχρι σήμερα, τι θα του έλεγες; Ναι, προχώρα μεγάλε ή άσ’ το καλύτερα, θα κινδυνεύσεις;
Άμα το αντέχει, ας το κάνει. Όπως έλεγε ο Lemmy, οι κραιπάλες, τα ξενύχτια, τα ξύδια είναι το εύκολο κομμάτι. Το δύσκολο είναι να επιβιώσεις από αυτά. Πέρα όμως από τα ντράβαλα, και μόνο που θα αποφασίσεις να ζήσεις παίζοντας rock ’n’ roll, πρέπει να ξέρεις ότι δεν υπάρχει τίποτα σίγουρο, μπορεί να μην έχεις καν να φας αύριο. Είναι δύσκολος ο δρόμος και είναι πολύ πιθανό να μην τα καταφέρεις.

Ποιό είναι το καλύτερο και το χειρότερο στο να παίζεις σε μια μπάντα σαν τους Nighstalker;
Το καλύτερο δεν ξέρω, το χειρότερο είναι να είσαι εγώ.

Χειρότερο για τους υπόλοιπους της μπάντας εννοείς;
Ε, ναι, για τους υπόλοιπους. Τη βλέπω τη δουλειά, θα πεθάνω καμιά μέρα και θα βάλουν γυναικεία φωνητικά. Θα μου το κάνουνε ρημάδι.

Στις 17 και 18 Ιανουαρίου οι Nightstalker επιστρέφουν στο Gagarin 205, για να γιορτάσουν την κυκλοφορία του νέου της δίσκου Great Hallucinations που κυκλοφορήσε στις 4 Οκτωβρίου 2019 από τη Heavy Psych Sounds.
Special guests Παρασκευής: The Big Nose Attack.
Special guests Σαββάτου: Coyote’s Arrow.
Περισσότερες πληροφορίες: gagarin205.gr
POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.