Το θερινό σινεμά είναι από μόνο του μια ιεροτελεστία. Όμως όταν μιλάμε για το Σινέ Παρί, το απόλυτο θερινό σινεμά της Αθήνας που βρίσκεται στην καρδιά της Πλάκας, η ιεροτελεστία παίρνει ακόμη μεγαλύτερες και όμορφες διαστάσεις.

-Πάμε να δούμε την καινούργια του Ταραντίνο;

-Πάμε. Σινέ Παρί;

-Ε, ναι.

Αυτή η στιχομυθία προηγήθηκε της πιο πρόσφατης επίσκεψής μου στο Σινέ Παρί και όπως κάθε επίσκεψη στον θερινό κινηματογράφο, το ραντεβού δίνεται κάνα δίωρο νωρίτερα. Γιατί πριν φτάσουμε με την παρέα στον κινηματογράφο, είναι κάτι σαν άτυπος νόμος πως πρέπει να ακολουθηθεί και η σχετική warm up ιεροτελεστία στα στενά της Πλάκας.

Το ραντεβού δίνεται είτε στο Μετρό Ακρόπολης είτε στο Μετρό Μοναστηρακίου. Η πρώτη γρήγορη στάση γίνεται για καφέ στο χέρι και η βόλτα ξεκινάει. Προορισμός συγκεκριμένος δεν υπάρχει, αλλά κατευθυνόμαστε αυτοβούλως στα στενά της Πλάκας, που αποτελεί και την πιο όμορφη βόλτα στην πόλη, όσο ειδικά ο καιρός παραμένει καλός. Μόλις ο καφές τελειώσει, σειρά έχει πάντα το παγωτό στο χέρι, γιατί το περπάτημα χρειάζεται δροσερά διαλείμματα (για τα δροσερά διαλείμματα όσο παίζει η ταινία θα φροντίσει η Fischer αργότερα). Αφού τα εφόδια στο χωνάκι παρθούν, ο δρόμος οδηγεί στα Αναφιώτικα για λίγη αφ’ υψηλού θέα της Αθήνας. 

Με το ατελείωτο τσιτ τσατ στα ανηφορικά σκαλάκια προς τα Αναφιώτικα συνήθως ξεχνιόμαστε, αλλά πάντα κάποιος πετάγεται με τη φωνή της λογικής, για να υπενθυμίσει στην υπόλοιπη παρέα να κατέβουμε εγκαίρως στο Σινέ Παρί. Και για να βρούμε με άνεση εισιτήρια, αλλά και, φυσικά, για να χαζέψουμε τις αφίσες που πωλούνται στο ισόγειο. Κάθε φορά «ξεφυλλίζοντας» τις πάντα μπερδεύομαι για το ποια να πρωτοδιαλέξω, να πάρω αυτή τη φορά και να γεμίσω τα λιγοστά κενά στους τοίχους του σπιτιού, ενώ πάντα θα δω κάποια που μου ξέφυγε την προηγούμενη φορά. 

Το Σινέ Παρί είναι από εκείνα τα σημεία της πόλης που μοιάζουν σαν να ήταν πάντα εκεί. Και σχεδόν…είναι. Ο κινηματογράφος του χρόνου θα κλείσει 100 χρόνια από την πρώτη φορά που άνοιξε τις πόρτες του. Το πρώτο Σινέ Παρί άνοιξε από έναν Γάλλο κομμωτή σε ένα ισόγειο χώρο και πάλι στην οδό Κυδαθηναίων, ενώ στο κτίριο που το γνωρίζουμε σήμερα μεταφέρθηκε κάπου στη δεκαετία του 1960, αρχικά ως χειμερινή αίθουσα. Στα μέσα της δεκαετία του ’80 το Σινέ Παρί επεκτάθηκε και στην ταράτσα του κτιρίου, για να γίνει αυτός ο κινηματογράφος που αποτελεί σήμα κατατεθέν της περιοχής και δέχεται κάθε χρόνο πολυάριθμους εντός και εκτός συνόρων επισκέπτες. 

Αυτό εξηγούσα ως το «φυτό» της παρέας σε αυτή την τελευταία επίσκεψη εκεί πριν λίγες μέρες, όταν κάποιος από την παρέα ρώτησε, αλλά και πάλι πετάχτηκε κάποιος ως η φωνή της λογικής για να μας πει να ανέβουμε σιγά σιγά πάνω, για να πιάσουμε την καλύτερη θέση -αυτή για την παρέα μας είναι στη δεξιά πλευρά κάπου στην πέμπτη με έκτη σειρά. Στις περιπτώσεις που θέλουμε να γίνουμε οι παρατηρητές των πάντων βέβαια, ανεβαίνουμε στον εξώστη. 

Με το που ανέβουμε πάνω, τα κομάντος της παρέας πάντα χωρίζονται: κάποιος τρέχει να πιάσει τις θέσεις ενώ δύο από μας (για το κουβάλημα) οδεύουμε ολοταχώς προς το μπαρ για να πάρουμε τις απαραίτητες μπίρες Fischer για όλη την παρέα. Την ώρα της αναμονής μέχρι να ξεκινήσει η ταινία δύο είναι τα πράγματα που χαζεύω πάντα: φυσικά η Ακρόπολη στα αριστερά που σε κάνει να νιώθεις πως αυτό το σινεμά πρέπει να είναι ένα από αυτά με τις ωραιότερες θέες στον κόσμο (στο Λος Άντζελες μπορούν πάντως να καυχιούνται πως έχουν το Cinespia που βρίσκεται…μέσα σε κοιμητήριο). Το δεύτερο πράγμα που πάντα κοιτάω και ζηλεύω λίγο είναι αυτή η πολυκατοικία στα δεξιά με τα μπαλκόνια να κοιτούν απευθείας στην οθόνη του Σινέ Παρί -παραδόξως βέβαια, δεν έχω παρατηρήσει ποτέ λαθραίους θεατές να βγαίνουν…

Με εκείνα και με τα άλλα, οι πρώτες διαφημίσεις και τα «Προσεχώς» πέφτουν μαζί με τα φώτα. Σσσσς, τώρα ησυχία… Μέχρι το διάλειμμα, για τα πρώτα σχόλια και συμπεράσματα για την ταινία, αλλά και για τον ανεφοδιασμό από το μπαρ μιας και η πρώτη Fischer είναι πλέον παρελθόν. Πριν καλά καλά τα κάνουμε γρήγορα όλα αυτά, τα φώτα ξαναπέφτουν και το δεύτερο μέρος της ταινίας ξεκινά.

Όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους, τα φώτα ανάβουν, πίνω την τελευταία γουλιά της Fischer πριν πετάξω το μπουκάλι στον κάδο και κατέβω τα σκαλιά. Ξαναχαζεύω για λίγο τις αφίσες. Στο Μετρό της επιστροφής σκέφτομαι ότι θα έπρεπε να πάρω μία ακόμη αφίσα. Δεν πειράζει, εδώ θα είμαστε και την άλλη εβδομάδα…

#StarringFischer 
#ItsAboutYourTaste 
#FischerBeer