Pride film still

Pride *****

Ηνωμένο Βασίλειο, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Matthew Warchus

Πρωταγωνιστούν: Ben Schnetzer, Dominic West, Bill Nighy

Διάρκεια: 120’

Η αδιαμφισβήτητα σκληρή πολιτική της Margaret Thatcher οδηγεί στις απεργίες των ανθρακωρύχων, οι οποίες το 1984 επεκτείνονται στη Νότια Ουαλία. Στο Λονδίνο, μια ομάδα γκέι που καταδιώκεται από τις αρχές, οργανώνεται πολιτικά και αποφασίζει τη δημιουργία ενός μετώπου συμπαράστασης στους απεργούντες ανθρακωρύχους. Το κοινωνικό τους στίγμα, όμως, δε θα επιτρέψει την αποδοχή του μετώπου από τα διάφορα σωματεία. Έως ότου, τουλάχιστον, μια μικρή πόλη της Νότιας Ουαλίας αποφασίζει να συζητήσει μαζί τους. όσα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη κι ας έχει σε σημεία, όσα κλισέ κι αν περιέχει, όσα ερωτηματικά κι αν προκαλεί σε σημεία η πολιτική του σκοπιά, ένα είναι το σίγουρο: ότι πρόκειται για μια από τις καλύτερες ταινίες που μίλησαν για τους ομοφυλόφιλους στην εποχή που αυτοί θεωρούνταν λούμπεν στοιχεία, με μπόλικο κέφι και βρετανικό φλέγμα.

Ο John Waters στο This Filthy World αναφέρεται στο ζήτημα των ομοφυλόφιλων, λέγοντας πως στην εποχή του, το να είσαι γκέι ήταν κάτι το επαναστατικό, το ασυμβίβαστο, ενώ σήμερα οι γκέι περνάνε τον περισσότερο χρόνο τους στο γυμναστήριο. Όσο εμπρηστική και να ακούγεται αυτή η δήλωση, κρύβει από πίσω της μια δόση αλήθειας. Έχουν –υποτίθεται- πραγματοποιηθεί κάποια βήματα σχετικά με την αποδοχή των ομοφυλοφίλων από την εποχή που αυτοί αδίκως συλλαμβάνονταν και φυλακίζονταν, αλλά ταυτόχρονα, ας μου επιτραπεί μια μικρή παρατήρηση. Στην προσπάθεια της κοινωνίας να φανεί πολιτικά ορθή και ανεκτική, δίνεται περισσότερη αξία σε κάτι τόσο απλό και ταυτόχρονα ουσιώδες όσο η σεξουαλική προτίμηση του ατόμου. Πάγιο το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να παντρεύεται/συζεί με το άτομο που αυτό επιθυμεί, αλλά –τουλάχιστον από τη δική μου, βολεμένα ετερόφυλη οπτική- λανθασμένα τοποθετείται ως ένδειξη προοδευτικής κοινωνίας από τη στιγμή που η πείνα, η φτώχεια, η στέγαση σε γενικότερο επίπεδο απέχουν πολύ από το να λυθούν. Γεγονότα που θα έπρεπε πρωτίστως να καλύπτονται αγνοούνται και το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στο «λιμπιντικό» κριτήριο. Όχι ότι δεν είναι σημαντικό να μην υπάρχει παραγκωνισμός σε κάποιους ανθρώπους που «δεν ακολουθούν την πεπατημένη», αλλά πιο σημαντικό μου ακούγεται να μη λιμοκτονεί κάποιος, ανεξαρτήτως σεξουαλικής προτίμησης.

Με βάση τα παραπάνω, όταν μιλάμε για τον φερόμενο ως queer κινηματογράφο, ας μου επιτραπεί να μη συμφωνώ με την πλειοψηφία των ταινιών που αφορούν στο τι σημαίνει να προτιμάς άτομα του ιδίου φύλου. Τοποθετούν τους ομοφυλόφιλους πρωταγωνιστές τους στη θέση του μεμψίμοιρου θύματος που τα πάντα τριγύρω του είναι άσχημα και βίαια, αρνητικά προς τον ίδιο και αντικαθιστούν την πηγαία τρυφερότητα με μελοδραματική, κλισέ αντιμετώπιση της σχέσης. Εγκαθιστούν, δηλαδή, βαθύτερα στην κοινή συνείδηση τον ομοφυλόφιλο ως τραγικό θύμα και ποτέ δεν του προσδίδουν μια υπερηφάνεια ζωτική, που απέχει από κάθε λογής gay pride υπερβολές. Εξαίρεση αποτελούν οι queer αναφορές του Πάνου Κούτρα ο οποίος ουδέποτε παρουσίασε τους ομοφυλόφιλους ως κλαψιάρηδες που τρώνε τα σκουπίδια της κομπλεξικής υφηλίου, αλλά τους παρακολουθούσε με ύφος αγέρωχα στοργικό και με χιουμοριστικές πινελιές. Και αυτό δεν το λέω μόνο εγώ, ο «ασφαλής» ετεροφυλόφιλος, αλλά και μια σημαντική πλειοψηφία όσων ομοφυλόφιλων έχω συναναστραφεί.

Όταν διάβασα για το Pride, ήμουν έτοιμος για μια ακόμα πολιτικά ορθή ταινία, που θα μου κουνάει το δάχτυλο για το πόσα έχουν περάσει οι γκέι και γιατί πρέπει να τους σέβομαι. Μόλις έπεσαν οι τίτλοι τέλους, ο ενθουσιασμός μου δεν μπορούσε να κρυφτεί. Και αυτό, κυρίως, επειδή επιτέλους είδα μια ταινία που να αφορά στην ομοφυλοφιλία αλλά δεν την έβγαλε ως μεμψίμοιρη παντιέρα. Αντιθέτως, μου γνώρισε ανθρώπους περιθωριακούς αλλά ως επί το πλείστον περήφανους για την ταυτότητά τους, καυστικούς και μαχητικούς, που όσα δεινά και να τους βρήκαν δεν έδειξαν διάθεση παραίτησης και αγωνίστηκαν για την αλλαγή της κοινωνίας. Όχι ως προς το πώς θα αντιμετωπίζει τους ίδιους, αλλά πως θα μπορέσουν να συμβάλλουν στη μείωση της κοινωνικής αδικίας, προσπαθώντας να ανατρέψουν τις προκαταλήψεις που επικρατούσαν εις βάρος τους. Και την αντίληψη πως ο ιδρώτας του εργάτη, ανεξαρτήτως του ποιος είναι αυτός, εφόσον χύνεται, κοστίζει το ίδιο, προάγοντας την πραγματική ενότητα.

Για να καταλήξει σε αυτά τα συμπεράσματα (και να θίξει μια πληθώρα ζητημάτων που διαχρονικά αφορούν στην εικόνα και τη ζωή του ομοφυλόφιλου), δεν επιστράτευσε καμία σοβαροφάνεια. Αντιθέτως, επέδειξε ένα σπιρτόζικο σενάριο, γεμάτο χιούμορ και ενέργεια, με σαφή αγάπη για τη ζωή και την κοινωνική, χτισμένη σε στέρεες βάσεις, ισότητα. Ακόμα και στις στιγμές που πήγαινε να βυθιστεί σε μια άνευ επιστροφής θλίψη, πείσμωνε και επανέκαμπτε με μια πανκ, βρετανική διάθεση, ανεβάζοντας ρυθμό και καταλήγοντας σε σπαρταριστά σκηνικά που έκαναν δύο ώρες να περάσουν χωρίς να γίνουν αντιληπτές. Φυσικά υπήρξαν και οι στιγμές που δεν μπορούσε παρά να τηρήσει ορισμένα κλισέ, συγκινητικού περιεχομένου, αλλά ο μάστορας Matthew Warchus τις τοποθέτησε σωστά μέσα στην ταινία του (η οποία, μάλιστα, είναι και η δεύτερή του), κάνοντας μια σκηνή τυπικότατα δακρύβρεχτη να φαντάζει, αν όχι απαραίτητη, τουλάχιστον υποδειγματική και άναρχα γνήσια, απεγκλωβισμένη από το αρνητικό φορτίο που θα είχε σε οποιαδήποτε άλλη ταινία. Και αν λάβουμε υπόψη πως όλα τα άτομα που βλέπουμε έχουν όντως περπατήσει κι αγωνιστεί, τότε μπορούμε με ασφάλεια να πούμε πως, για να κυκλοφόρησε μια ταινία για τα ανδραγαθήματά τους σαν κι αυτή, ο αγώνας τους δικαιώθηκε.

Για τους πρωταγωνιστές τι να πει κανείς; Τον αλητάκο αγωνιστή Ben Schnetzer; Τον ταιριαστά συνεσταλμένο George MacKay; Την ασυμβίβαστη Faye Marsay; Τον στιλάτο, φανφαρόνο και γόη Dominic West (θεέ McNulty); Τους παλαίμαχους Bill Nighy και Imelda Staunton; Πέραν των άψογων ερμηνειών τους, καταφέρνουν να δώσουν σάρκα και οστά στους τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους χαρακτήρες με τέτοιο τρόπο ώστε να καθίστανται συμπαθείς χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Στην όλη εικόνα προσθέτουμε ένα άψογο soundtrack (αν έχει το «What Difference Does It Make» από Smiths, το «I Want To Break Free» από Queen και πληθώρα άλλων ονομάτων ανάλογου βεληνεκούς δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικό) και έχουμε ένα εξαιρετικό πακέτο. Μια ανάλαφρη ταινία που μιλά για σοβαρά θέματα με τον κατάλληλο τρόπο.

Οτιδήποτε άλλο ειπωθεί, θεωρείται περιττό επί του προκειμένου. Μπορεί αρκετοί από εσάς να μην ενθουσιαστούν εξίσου με το συγκεκριμένο φιλμ, αλλά υποθέτω πως είτε με τον έναν είτε με τον άλλον τρόπο η ειλικρίνεια και τα σκέρτσα της θα σας αγγίξουν. Και τώρα να με συγχωρείτε αλλά επιστρέφω στην καθιερωμένη καλοκαιρινή ρετροσπεκτίβα των Coil


Το Βαποράκι (The Mule) *****

Αυυστραλία, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Angus Sampson, Tony Mahony

Πρωταγωνιστούν: Angus Sampson, Hugo Weaving, Leigh Whannell

Διάρκεια: 103’

Αυστραλία, 1983: ο καλοκάγαθος γίγαντας Ray αποφασίζει να συνδράμει σε μια επιχείρηση μεταφοράς ναρκωτικών από την Ταϋλάνδη, μέχρι που οι αρχές κάτι μυρίζονται και τον συλλαμβάνουν ως ύποπτο. Για να γλιτώσει από τα σίδερα της φυλακής και να βοηθήσει την οικογένειά του, πρέπει να κρατήσει 7 μέρες το προϊόν εκεί που βρίσκεται: στην κοιλιά του. Όμως οι αστυνομικοί που τον περιφρουρούν αποφασίζουν να καταχραστούν την ιδιότητά τους. Έξυπνα γραμμένο σενάριο, αληθινά μαύρες δόσεις χιούμορ, τέλειος μπούλαρχος ο Angus Sampson και σαφής τήρηση των κανόνων της ναρκοκωμωδίας. Χωρίς να φέρνει και τίποτα παραπάνω στο προσκήνιο, λειτουργεί περίφημα. 


O Aριστερόχειρας (Southpaw) **1/2***

ΗΠΑ, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Antoine Fuqua

Πρωταγωνιστούν: Jake Gyllenhaal, Rachel McAdams, Forest Whitaker

Διάρκεια: 124’

Επιτυχημένος μποξέρ, οικογενειάρχης, πλούσιος, με δική του signature επίθεση και αριστερόχειρας, ο Billy βυθίζεται στην αυτοκαταστροφή μετά από ένα τραγικό γεγονός. Όλα δείχνουν να καταρρέουν αλυσιδωτά, μέχρι τουλάχιστον ένας παλαίμαχος «συνάδελφος» αποφασίζει να τον ξαναβάλει στον ίσιο δρόμο. Ο Gylenhaal εξακολουθεί να είναι ένα μεγάλου βεληνεκούς αστέρι των καιρών του (για το μετά μη με ρωτάτε), αλλά μετά από ένα σερί όπως αυτό του Prisoners, The Enemy και Nightcrawler, περιμένουμε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια ταινία εξίσου ιδιαίτερη. Αν και ρεαλιστικότατη και καλογυρισμένη (ειδικά δε στις σκηνές του μποξ), δεν παύει να είναι τυπική, θυμίζοντας μια πιο νερωμένη έκδοση ενός συμβατικότερου Οργισμένου Ειδώλου με mainstream επιθυμίες. Ούτε κρύο, ούτε ζέστη. 


Χάρτινες Πόλεις (Paper Towns) *1/2****

ΗΠΑ, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Jake Schreier

Πρωταγωνιστούν: Nat Wolff, Cara Delevingne, Halston Sage

Διάρκεια: 109’

Μετά από πολλά χρόνια απομάκρυνσης μεταξύ τους, ο Quentin ψάχνει να βρει τη Margo, τη γειτόνισσά του που πάντα λάτρευε τα μυστήρια και, ύστερα από μια ολονύχτια περιπέτεια, εξαφανίστηκε. Εξετάζοντας τα στοιχεία που άφησε πίσω της, ο Quentin, με τη βοήθεια των φίλων του, θα την αναζητήσει λοιπόν, ελπίζοντας να ξανακερδίσει τη χαμένη του φίλη. Σίγουρα περισσότερο ειλικρινές και λιγότερο «άτιμο» στις συγκινήσεις που επιζητά να προσφέρει σε σχέση με το Λάθος Αστέρι, αλλά και πάλι. Δεν μπορεί να απευθυνθεί σε κοινό ευρύτερο των νεαρών εφήβων και να στοχεύσει σε νοσταλγικά μεγαλύτερα άτομα, οπότε μερικές σκόρπιες βινιέτες δε συναπαρτίζουν μια αξιοπρεπή γενική εικόνα. 


Θα Μείνει Μεταξύ Μας (Un moment d’ιgarement) *****

Γαλλία, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Jean-François Richet

Πρωταγωνιστούν: Vincent Cassel, François Cluzet, Alice Isaaz

Διάρκεια: 105’

Ο Pierre και ο Jacques αποφασίζουν να πάνε διακοπές μαζί με τις έφηβες κόρες τους στη θάλασσα. Η Françoise, κόρη του Jacques, αποφασίζει να κάνει την κίνηση και να φλερτάρει με τον Pierre. Η σχέση που θα ξεκινήσει μεταξύ τους θα κάνει τις διακοπές των τεσσάρων πιο δύσκολες απ’ όσο περίμεναν. Ένα ανούσιο remake της ομώνυμης ταινίας του 1977 που άδικα προσπαθεί να μεταφέρει στο παρόν μια ούτως ή άλλως μέτρια δοσμένη ιστορία. 


Κατακούτελα (Trainwreck) 1/2*****

ΗΠΑ, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Judd Apatow

Πρωταγωνιστούν: Amy Schumer, Colin Quinn, John Cena

Διάρκεια: 125’

Μεγαλωμένη με απέχθεια για τη μονογαμία, η συντάκτις Amy αρνείται να κάνει σοβαρή σχέση ή να αποκτήσει έναν σταθερό σύντροφο. Με τον καιρό, όμως, η κοινωνική και επαγγελματική της ζωή δείχνουν να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, ενώ έχει αρχίσει να τρέφει μια εμμονή για τον αθλίατρο από τον οποίο πήρε συνέντευξη πρόσφατα. Αργά ή γρήγορα, πρέπει να το καταλάβει-αναπόφευκτα μεγαλώνει και δεν ισχύουν οι ίδιοι κανόνες. Μια Swinton δεν φέρνει την άνοιξη σε αυτή τη bash-class ανοησία που θέλει να περνιέται για έξαλλη κωμωδία. Ε όχι κυρά Θάλεια μου, Ε ΟΧΙ. 


Χιροσίμα Αγάπη Μου (Hiroshima Mon Amour)

Γαλλία, Ιαπωνία, 1959, Ασπρόμαυρο

Σκηνοθεσία: Alain Resnais

Πρωταγωνιστούν: Emmanuelle Riva, Eiji Okada

Διάρκεια: 90’

Εκείνος κι Εκείνη περνούν το τελευταίο τους βράδυ σε μια Χιροσίμα που έχει σταματήσει στο χρόνο. Που ίπταται στο πουθενά. Οι ενδόμυχες σκέψεις τους, οι φόβοι τους, οι λαχτάρες τους, όλα θα περάσουν από το μικροσκόπιο ενώ παραδέχονται το αναπόφευκτο της ανατολής του ήλιου. Δεν πρόκειται να πω τίποτα παραπάνω γι’ αυτό το παντός καιρού αριστούργημα. Τα ‘χω πει πέρυσι, στο Ιδανικό για Θερινό. Από εμένα προς τη Strada, ένα μεγάλο, εγκάρδιο Ευχαριστώ.


Το Βασίλειο Των Μαϊμούδων (Monkey Kingdom)

ΗΠΑ, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Mark Linfield, Alastair Fothergill

Διάρκεια: 81’

Στη Σρι Λάνκα, η Maya, μια μαϊμού, επιβιώνει στα συντρίμμια του αρχαίου πολιτισμού που κάποτε κατοικούσε στην περιοχή. Ο επιθετικός της χαρακτήρας δείχνει να αλλάζει όταν τελικά γεννά το παιδί της, το οποίο προορίζει για αρχηγό της φυλής της. Μια φυλή που συμβιώνει με πολλές ακόμα και δείχνουν να έχουν μια κοινωνία ανταγωνιστική, παρόμοια με την ανθρώπινη.