Το βιογραφικό της Νέλλης Καρρά είναι τόσο πλούσιο που ξαφνιάζει. Ως ηθοποιός, σκηνοθέτρια, χορογράφος και καθηγήτρια υποκριτικής στην σχολή «Αρχή» η κ. Καρρά έχει μοιράσει τον χρόνο της μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας. Η σπουδαία αυτή μορφή του θεάτρου μίλησε στην Popaganda για όσα την έχει μάθει μέχρι τώρα η ζωή. Δεν είδα δα και λίγα.
Σε ποια ηλικία αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το θέατρο; Το ήθελα από πολύ μικρή. Στα δώδεκα μου ήταν η πρώτη φορά που εκφράστηκε με λέξεις η επιθυμία μου αυτή. Αγαπούσα πάρα πολύ τα παραμύθια. Οι πρώτες μνήμες που έχω είναι αισθαντικές. Έχουν να κάνουν από τη μια με τη φύση, τον ήλιο, την άμμο, τη θάλασσα, το χορτάρι, τα ζώα και από την άλλη με τη γλώσσα και τα παραμύθια που μου δημιουργούσαν την αίσθηση του ταξιδιού και γεννούσαν εικόνες μέσα μου. Τα παραμύθια με γέμιζαν με την έντονη αίσθηση της απόλυτης γνώσης και της επαφής. Ένιωθα ότι η ιστορία υπήρχε γιατί ήμουν εγώ μέσα σε αυτήν. Αυτό συνέβαινε από τριών χρονών, ίσως και λίγο νωρίτερα. Από πολύ μικρή ηλικία με άγγιζε η απίστευτη δύναμη που έχει η γλώσσα, ο ανθρώπινος λόγος, η ποιητική διάσταση των πραγμάτων.
Έχετε γεννηθεί στις ΗΠΑ από Έλληνες γονείς. Πώς βρεθήκατε στην Ελλάδα; Ήρθα στην Ελλάδα για τον σύζυγό μου, τον θεατρικό συγγραφέα Στρατή Καρρά. Γνωριστήκαμε και κάποια στιγμή πήρα την απόφαση και ήρθα εδώ. Μου είπαν ότι πρέπει να παντρευτώ γιατί διαφορετικά δεν μου έδιναν άδεια παραμονής. Μετά τον θάνατό του παρέμεινα, είχαν περάσει τόσα χρόνια που βρισκόμουν ήδη εδώ.
Η πρώτη μου δουλειά ως δασκάλα ήταν με τον Μάνο Κατράκη, κάναμε τον Προμηθέα Δεσμώτη μαζί και ήταν πάρα πολύ ωραία εμπειρία. Μου είπε «Θα ανοίξω σχολή αρκεί να αναλάβεις τη διεύθυνση». Ήμουν μόλις 28 χρονών τότε. Εκείνη την περίοδο ο Στρατής συνεργαζόταν με τον Κατσέλη και τελικά κατέληξα στον Κατσέλη, που μου το είχε προτείνει επίσης. Είχα αρχίσει να καταλαβαίνω τι γινόταν εδώ και τι διαφορές υπήρχαν με αυτά που είχα κάνει ήδη στην Αμερική. Άρχισα να κάνω κάποιες σκηνοθεσίες και χορογραφίες στην Επίδαυρο, στους Δελφούς, στην Ελευσίνα, στο Ηρώδειο. Ήταν εξαιρετικοί οι παραπάνω χώροι αλλά έβλεπα ότι εδώ δούλευαν τις παραστάσεις πολύ διαφορετικά από τον τρόπο που τις δουλεύαμε εμείς έξω. Νομίζω ότι όλο αυτό είχε να κάνει πάρα πολύ με τη δικτατορία και τους περιορισμούς που υπέμεναν εδώ οι άνθρωποι, με το γεγονός ότι πολλοί προοδευτικοί, αριστεροί άνθρωποι ήταν πάρα πολύ δυνατά μυαλά και σπουδαίοι καλλιτέχνες που αποκλείονταν από χώρους έκφρασης μόνο και μόνο επειδή υπήρχε αυτή η γελοία αντίληψη που δεν αφορούσε την πραγματικότητα. Να φανταστείτε εκείνη την εποχή ήθελα να φύγω από την Αμερική γιατί τότε είχαν αρχίσει να σκοτώνουν τους προοδευτικούς ανθρώπους τον John Kennedy, τον Robert Kennedy, τον Martin Luther King. Είχα πάντα μια αίσθηση ότι θα έπαιρνα άλλες πληροφορίες αν ζούσα έξω από την Αμερική. Γιατί αν ζεις σε μια χώρα που σου λένε ότι αυτή είναι η αρχή και το τέλος του κόσμου και όλα τα άλλα είναι περιφέρειες της καταλαβαίνεις ότι η οπτική γωνία σου είναι περιορισμένη. Και θες να δεις τι υπάρχει παραέξω. Ήθελα να ταξιδέψω, ήθελα να ζήσω στην Ευρώπη, ήθελα να γνωρίσω άλλους ανθρώπους. Και ήρθα στην Ελλάδα και έπεσα πάνω στη δικτατορία.
Το πρώτο μου ταξίδι ήταν το 1969 αλλά άρχισα να πηγαινοέρχομαι πιο συχνά από το 1972. Είχα ελληνική καταγωγή και αυτό έκανε τη διαφορά. Θυμάμαι πώς μιλούσαν τότε για την Ελλάδα οι Έλληνες της Αμερικής και πώς οργάνωναν τη ζωή τους γύρω από την ελληνικότητά τους. Μιλούσαν συντηρητικά, ονειρικά, ρομαντικά όλα περιστρέφονταν γύρω από την Εκκλησία, καθώς αυτή αποτελούσε το κέντρο του κόσμου τους, Ήταν συγκινητικό βέβαια καθώς υπήρχε μεγάλη ανάγκη να διατηρήσουν την ταυτότητα τους, τη γλώσσα τους, τις παραδόσεις τους, τους χορούς και τα τραγούδια. Όλο αυτό όμως γινόταν με έναν βαθιά συντηρητικό τρόπο και ένιωθα όλη αυτή την πνιγηρή ατμόσφαιρα που ήθελα να σπάσω. Ήθελα να φύγω από αυτό κι έφυγα.
Στην Ελλάδα δεν ήθελα να παίξω πια κι αυτό ήταν θέμα γλώσσας. Για μένα πια ήταν πολύ πιο δημιουργικό να χορογραφήσω ή να σκηνοθετήσω ή και να ασχοληθώ με την μετάδοση τεχνικών και πληροφοριών που εγώ θεωρούσα δεδομένες και για άλλους δεν ήταν. Το 1982 άνοιξα το πρώτο μου εργαστήρι, υπήρχαν κάποιες αναγνωρισμένες θεατρικές σχολές κι ακόμη υπήρχε η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος του ηθοποιού. Ήταν το δικό μου το πρώτο θεατρικό εργαστήρι στην Αθήνα. Ερχόντουσαν άνθρωποι που πρωταγωνιστούσαν στο Εθνικό, μαζί με παιδιά από φοιτητικές θεατρικές ομάδες, ερχόντουσαν και έκαναν μάθημα όλοι μαζί χωρίς να τους απασχολεί ποιος ήξερε τι και τι τίτλους είχε ο καθένας γιατί αυτά που κάναμε ήταν για όλους καινούργια.
Τι σας έχει μείνει από εκείνα τα χρόνια; Υπάρχουν πολλές ιστορίες από εκείνη την εποχή. Θα μπορούσα να σου πω μια ιστορία με γνωστούς ανθρώπους της τέχνης. Αλλά προτιμώ να σου πω μια ιστορία με παιδιά. Με κάλεσαν σε ένα σχολείο να κάνω παιδικό θέατρο. Εκεί λοιπόν ήταν ένα κοριτσάκι, ας πούμε η Λένα, που επικαλούνταν συχνά τον μπαμπά της, ότι θα μαλώσει τα άλλα παιδιά και γι’ αυτό τον λόγο οι συμμαθητές της δεν την συμπαθούσαν και δεν την έπαιζαν. Ήρθε πράγματι ο μπαμπάς της στο σχολείο και είπε κάτι σαν «είστε υποχρεωμένοι να είστε όλοι αγαπημένοι». Ήταν ένα άλλο κορίτσι, ας πούμε η Μαρία, γύρω στα δέκα, που με συγκινούσε βαθιά γιατί ήταν πολύ ιδιαίτερος ο τρόπος που στεκόταν στον κόσμο. Την είδα λοιπόν τη Μαρία να κλαίει και τη ρώτησα τι συμβαίνει. Μου λέει «τίποτα». Τη ρωτάω αν είναι τόσο δύσκολο να βάλουν τη Λένα μέσα στο παιχνίδι τους και μου απαντάει «Όχι, δεν είναι αυτό. Τι είναι, τι δεν είναι το ίδιο κάνει. Απλά αν πρέπει να αγαπήσουμε τότε πως θα καταλάβω ποιος με αγαπάει πραγματικά και ποιος με αγαπάει επειδή πρέπει;»
Όταν δουλεύω δεν έχει σημασία αν δουλεύω με ερασιτέχνες, επαγγελματίες, ενήλικες ή παιδιά. Οι επιστήμονες λένε πλέον ότι όλα τα συναισθήματα που πρόκειται να βιώσουμε σε ολόκληρη τη ζωή μας τα βιώνουμε μέχρι την ηλικία των έξι ετών. Μετά απλά τα ανακυκλώνουμε. Συναισθηματικά είμαστε ήδη έμπειροι, είμαστε γνώστες των πραγμάτων απλά δεν το κατανοούμε πάντα γιατί η ζωή φέρνει τα συμβάντα σε μικρές παραλλαγές. Η κουβέντα που είπε αυτό το κορίτσι ήταν τόσο σοφά διατυπωμένη που πραγματικά δεν θα μπορούσα εγώ να την πω πιο σωστά.
Μιλήστε μου την εμπειρία σας με το Θέατρο Κωφών. Ξεκίνησα το θέατρο Κωφών πριν από τριάντα χρόνια. Τώρα έχω περάσει αυτή τη δραστηριότητα σε απόφοιτους της σχολής μου για να τη συνεχίσουν, αν το επιθυμούν. Τόσα χρόνια όλο αυτό γίνεται χωρίς καμία υποστήριξη από την πολιτεία και είναι πολύ δύσκολη υπόθεση. Δυστυχώς συνάντησα αδιαφορία από ανθρώπους που θα έπρεπε να είναι πιο ευαίσθητοι. Για να γίνω πιο συγκεκριμένη για πολλά χρόνια χτυπάγαμε πόρτες στο Εθνικό Θέατρο και στο υπουργείο Πολιτισμού χωρίς καμία ανταπόκριση, κανένα ενδιαφέρον. Η ζωή στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολη για ανθρώπους με αναπηρίες. Είναι κοινό μυστικό ότι στα χωριά ακόμη τους κρύβουν. Δεν τους αντιμετωπίζουν ως πολίτες. Μόλις το 2000 αναγνωρίστηκε η ελληνική νοηματική γλώσσα σε θέματα εκπαίδευσης και αυτό μαρτυρά από μόνο του πόσο πίσω είμαστε. Στην Ελλάδα απαιτούμε οι άνθρωποι αυτοί να ενταχθούν στην κοινωνία με πληρότητα και παραγωγικότητα σαν όλους τους υπόλοιπους. Πώς θα γίνει αυτό αφού δεν τους έχουμε εφοδιάσει με όσα χρειάζονται;
Τι σας έχει μάθει η επαφή σας με τα κωφά παιδιά που ασχολούνται με το θέατρο; Μου έχει μάθει πολλά πράγματα που εφαρμόζω και στα μαθήματα της σχολής μου. Κατ’ αρχήν διαπίστωσα πολλά πράγματα που γνώριζα ως θεωρία χάρη στη δική μου εκπαίδευση. Το πρώτο είναι η συλλογική φύση της δουλειάς του θεάτρου. Συλλογική φύση σημαίνει ότι κάνουμε όλοι μαζί ένα πράγμα. Κι αυτό το ένα πράγμα δεν είναι παρά η αφήγηση του μύθου. Το θέατρο είναι η συλλογική αφήγηση ενός μύθου. Αυτό αμέσως σε γλιτώνει από την άσκοπη κατάθεση ενέργειας. Η ιστορία είναι κάτι πάρα πολύ δυνατό, υπάρχει πριν την γραφή, υπάρχει πριν τον πολιτισμό, ξεκινάει μέσα σε αυτή την ομίχλη που έχουμε εμείς κατατάξει ως προϊστορία. Από εκείνα τα βάθη γεννιέται η ανάγκη των ανθρώπων να επεξεργάζονται αρχέτυπους χαρακτήρες που κουβαλάνε δυνάμεις προερχόμενες από την άγρια φύση του ανθρώπου. Σκοπό μας είναι να φέρουμε τη φωνή εκεί που επικοινωνεί με την ψυχή όχι εκεί που ακούει το αυτί την τρωτή καθημερινή κουβέντα. Έχει να κάνει πολύ η όλη διαδικασία με αυτό που ελευθερώνει τον άνθρωπο, που του επιτρέπει να εκφραστεί με πληρότητα βρίσκοντας ισορροπία και γείωση μέσα από μια παράδοση που πάει τόσο πίσω που σχηματίζει μια ατελείωτη αλυσίδα ανθρώπων από γενιά σε γενιά μέχρι το σήμερα, μια αλυσίδα με προοπτική να συνεχίσει στο μέλλον. Εκεί επάνω συναντιόμαστε και δεν μπορούμε να υποτιμούμε αυτή την τεράστια δύναμη για να κάνουμε εμείς το κομμάτι μας. Γι αυτό νομίζω ότι στην εκπαίδευση είναι σημαντικό να ξεκινήσει κανείς πρώτα με τη δύναμη της συνάντησης, να βρισκόμαστε μαζί. Έχουν πια αποδείξει οι επιστήμονες ότι οι άνθρωποι μαθαίνουν καλύτερα σε ομάδες. Ας τιμήσουμε το γεγονός ότι είμαστε μαζί επειδή κάτι κοινό μας ενώνει. Συναντιόμαστε για να κάνουμε μαζί θέατρο. Αυτή είναι η προσφορά του καλλιτέχνη, ο καλλιτέχνης προσφέρεται ως μέσο, ως κανάλι για να φτάσει η ιστορία στον θεατή. Η γενναιοδωρία μας επιτρέπει να ανεβάσουμε πολύ το επίπεδο της ανάλυσης μας και να φύγουμε από τους φόβους, τις ανασφάλειες και τις κοινωνικές νόρμες, τα ταμπού, τους περιορισμούς, τα πρέπει και τα μη. Η γενναιοδωρία μας δίνει το κουράγιο να ψάξουμε καινούργιες περιοχές αντίληψης και έκφρασης. Η ιστορία στέκεται πάνω σε αυτήν την παράδοση για να πάει ένα βήμα πιο πέρα. Είναι μεγάλη χαρά να ανακαλύπτουμε αυτούς τους κρίκους που μας ενώνουν.