Βολικά ψέματα κι άβολες αλήθειες

Τις προάλλες, ο υπουργός Οικονομικών επικαλέστηκε τη -δυσμενή- οικονομική κατάσταση ατόμων του στενού οικογενειακού περιβάλλοντός του , έχοντας κατά νου να δείξει ότι, λίγο πολύ, «η κρίση μας έχει ακουμπήσει όλους». Στο ίδιο μοτίβο, στις αρχές του έτους, ο Γενικός Γραμματέας Εσόδων, Χάρης Θεοχάρης, είχε δηλώσει δημόσια ότι κι εκείνος δυσκολεύεται ν’ ανταποκριθεί με συνέπεια στις φορολογικές υποχρεώσεις της μνημονιακής περιόδου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι πολίτες της χώρας αναλαμβάνουν χωρίς εξαιρέσεις το βάρος της σωτηρίας της. Παράλληλα, τόσοι και τόσοι, στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις, στο διαδίκτυο, σε δημόσιες εκδηλώσεις κ.ο.κ. μας καλούν να δώσουμε από κοινού, «μαζί», τη μάχη για την έξοδο από την κρίση. Η συλλογιστική είναι απλή, αλλά φαίνεται να έχει μία βάση. Εφόσον οι επιπτώσεις της συγκυρίας είναι ορατές στις ζωές όλων μας, τότε όλοι οφείλουμε να συμβάλουμε, «θυσιαζόμενοι» για την κοινή προσπάθεια.

Τα παραπάνω ίσως και να είχαν κάποιο νόημα αν πριν από λίγες ημέρες δεν ερχόταν στη δημοσιότητα, από Το Βήμα, μία άβολη, για τους παραπάνω ισχυρισμούς, αλήθεια, ότι δηλαδή, σύμφωνα με έγκυρη διεθνή έκθεση για τους «υπερβολικά εύπορους» του πλανήτη, οι εκατομμυριούχοι στην Ελλάδα, για το 2013, ανέρχονται σε 8.000. Μάλιστα, μόλις 505 πολυεκατομμυριούχοι φέρονται να διαθέτουν περιουσία που φθάνει στα 60 δισ. ευρώ. Το πλέον αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο αριθμός τους αυξήθηκε σε σχέση με πέρυσι κατά 50 άτομα, ενώ τα συνολικά διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία τους έχουν αυξημένη αποτίμηση κατά 20% σε σύγκριση με το 2012. Όπως κι αν διαβαστούν τα δεδομένα της έκθεσης αυτής, είναι μάλλον αδύνατον να θεωρηθούν έστω και κατ’ ελάχιστο έγκυροι οι ισχυρισμοί υπέρ του «κοινού πλήγματος» που έχει επιφέρει η οικονομική κρίση. Χωρίς ασφαλώς τα οικονομικά να είναι απλές προσθαφαιρέσεις, όταν η περιουσία 505 ανθρώπων υπολογίζεται στο 1/3 περίπου του ελληνικού ΑΕΠ, σίγουρα στην Ελλάδα της κρίσης δεν αντιμετωπίζουμε μία «no-win situation».

24ÙÑÇ ÁÐÅÑÃÉÁ ÁÈÇÍÁ ÓÕÃÊÑÏÕÓÅÉÓ ÄÉÁÄÇËÙÓÇ ÁÓÔÕÍÏÌÉÁ

Αναπροσδιορισμός της πολυτέλειας

Σe μία περίοδο που οι ανισότητες διευρύνονται με ραγδαίο ρυθμό στις ανεπτυγμένες χώρες, χαρακτηριστικά είναι σχετικά θέματα που επιμελήθηκαν πρόσφατα ο Guardian για τη Μεγάλη Βρετανία  και ο New Yorker για την παγκόσμια μητρόπολη, η Ελλάδα έχει τύχει να είναι το αντικείμενο («Guinea pig» είναι η συχνή περιγραφή της στην περίοδο των Μνημονίων) κάθε φιλελεύθερου πειραματισμού, τόσο κοινωνικά ωφέλιμου όσο εκείνοι, εξαιτίας των οποίων η έκθεση της WEALTH-X και της UBS καταγράφει αύξηση των υπερ-πλουσίων στη χώρα. Μέσα σε αυτό πλαίσιο, εχθές τέθηκε σε εφαρμογή ένας μηχανισμός που στηριζόμενος ακόμη περισσότερο στις αγοραίες συνθήκες, αποψιλώνει την κοινωνική διάσταση των ιατροφαρμακευτικών παροχών, εκτοξεύοντας τα κόστη συμμετοχής των ασφαλισμένων στην αγορά φαρμάκων. Όταν ακόμη και στα παραδείγματα που επιστρατεύει το ίδιο το αρμόδιο Υπουργείο, το φάρμακο τείνει να αντιμετωπίζεται ως είδος πολυτελείας, τότε δεν μπορείς να διατηρείς αμφιβολίες για την κοινωνική μεροληψία της επιλογής.

 Η απάθεια της ευημερίας

Βέβαια για τους «505» ή τους «8.000» της ιστορίας μας, αυτή η εξέλιξη δεν έχει καμία σημασία. Προφανώς και δεν τους αφορά, εξάλλου «οι πλούσιοι απλά ενδιαφέρονται λιγότερο» για την κοινωνική δυστυχία που τους περιβάλλει. Αν όμως εκείνοι έχουν «δικαίωμα» στην απάθεια, τι γίνεται με τους υπόλοιπους; Όχι με όλους, άλλωστε, όπως είδαμε ήδη, το «όλοι» είναι πλάσμα της φαντασίας, αλλά με τους περισσότερους, εκείνους που όντως καλούνται να σηκώσουν αφόρητα βάρη. Πριν φθάσουμε σε αδιέξοδο ίσως είναι απαραίτητο να επιστρέψουμε στα βασικά, αποφεύγοντας το χάος της περιπτωσιολογίας, των αποσπασματικών αναγνώσεων και των σπασμωδικών αντιδράσεων. Μία ημέρα πριν την αλλαγή στον υπολογισμό της συμμετοχής των ασφαλισμένων στην αγορά φαρμάκου προς το πιο… φιλελεύθερο, αρκετά μακριά από την Ελλάδα, η Amia Srinivasan, σχολιάζοντας στους κυριακάτικους New York Times, έθετε κάποιες ερωτήσεις προς τους «ηθικολόγους της ελεύθερης αγοράς».

Η ηθική της επιλογής

Καταλήγοντας, πρόβαλε εκείνο που συχνά τείνουμε να ξεχνάμε, ότι η όποια πολιτική ή και τεχνοκρατική επιλογή εδράζεται σε κάποια ηθική βάση. Οπότε ναι, το να στερείς από τους ανθρώπους την πρόσβαση στην ενδεδειγμένη ιατροφαρμακευτικά περίθαλψη συνιστά ένα ζήτημα και ηθικής σημασίας. Αντίστοιχης ηθικής βαρύτητας είναι η αδιαφορία για την έλλειψη στέγης, τροφής κ.ο.κ. Σε ό,τι αφορά την κοινωνία, κάποια στιγμή έρχεται η ώρα, ίσως κι εξαιτίας της βιαιότητας των στιγμών, να δείχνει αν ωριμάζει, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της. Εξάλλου η (αν)ισότητα είναι θέμα επιλογής (), σημειώνει ο Joseph Stiglitz· το κοινωνικά κρίσιμο ζήτημα όμως είναι ποιος θέτει τους όρους της επιλογής αυτής.