CODEX 11

Σχεδόν βράδυ, σχεδόν απόγευμα, μια ζέστη συναγωνίζεται με μια υποψία ανέμου και έξω από το μαγαζί έχει κάτσει εδώ και ώρα και μετράει με ένα περίεργο παλιό τοπογραφικό όργανο ένας καλοντυμένος και αρκετά καλοζωισμένος νεαρός. Κάθε λίγο σταματάει και συστήνεται στον κόσμο ως  Κ. και προσπαθεί λέει να βρει του κύριους κάποιου πύργου για να συζητήσει τα της αμοιβής του και τα της διαμονής του κοντά στο μαγαζί. Ξαφνικά βλέπει ένα αυτοκίνητο και τα παρατάει όλα και αρχίζει να τρέχει σε κύκλους βγάζοντας ταυτόχρονα απεγνωσμένες κραυγές που ξεσηκώνουν την γειτονιά που καλεί αστυνομία και όλο αυτό τελειώνει. Φαίνεται μερικές φορές αυτοί που υποδύονται λογοτεχνικούς ήρωες στα στενά ξεχασμένων προαστίων να φοβούνται παραπάνω από το κανονικό ,αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο τελικά ότι δεν ήταν ο ίδιος ο πασίγνωστος χωρομέτρης , φυτευμένος στο 2014 έτσι με μια άγνοια του μέλλοντος, και με μια μεγαλύτερη άγνοια του παρόντος. Σαν να είναι παγιδευμένος σε μια μοίρα να βλέπει καφκικά σκηνικά συνεχώς και σαν αυτά να αυτοπραγματώνονται σχεδόν με έναν τρόπο που έχουν εξηγήσει πολύ κατώτεροι συγγραφείς από την Βραζιλία. Πάντως οι κύριοι του πύργου το απόγευμα πάντα πίνουν το τσάϊ τους πολύ μακριά από το μαγαζί και τα στενά του, και αυτοκίνητα θα περνάνε πάντα. Έτσι είναι οι δρόμοι, και έτσι είναι οι κύριοι.