Ποιο είναι το πρώτο που θυμάσαι από την κινηματογραφική Στρέλλα και το έξοχο σενάριο των Πάνου Χ. Κούτρα και Παναγιώτη Ευαγγελίδη; Εγώ, το βάδισμα της πρωταγωνίστριας μέσα στην πόλη, εκεί προς το τέλος της ταινίας. Και την κάμερα να κλέβει στιγμές από το βλέμμα της. Για χρόνια μετά, δεν μπορούσα να θυμηθώ τίποτα άλλο, λες και όλα άρχιζαν και τελείωναν σε αυτό το απελευθερωτικό road μονόπλανο.

Η μνήμη πάει και σκαλώνει όπου θέλει, νόμος. Και γύρευε και γιατί το κάνει δηλαδή. Όταν πρωτοάκουσα πως υπάρχει η ιδέα να «περάσει» αυτή η ταινία σε όπερα δωματίου και άφησα τον ενθουσιασμό μου να καταλαγιάσει, θυμήθηκα εκείνη τη στιγμή. Και σκέφτηκα αμέσως, πως θα είναι από αυτές τις σκηνές που αναγκαστικά θα μεταλλαχθούν, που θα ψάξουν να ακουμπήσουν το βαθύ τους συναίσθημα κάπου αλλού. Και να δημιουργήσουν την ανάλογη αναστάτωση. Πώς να βάλεις ολόκληρη πόλη μέσα σε μια θεατρική σκηνή;

Για πόσες ταινίες μπορείς να γράψεις δίπλα τους τη λέξη σταθμός και να είναι αυτό ακριβώς; Μέτρα στα δάχτυλα. Έχουν ειπωθεί πολλά για την σημαντικότητα της κινηματογραφικής Στρέλλας του 2009 – γράφεις τον αριθμό και δεν πιστεύεις πώς πέρασαν τόσα χρόνια. Έχουν ειπωθεί πολλά και όλα τους είναι σωστά και δίκαια. Για το αδάμαστο ταπεραμέντο της, τον μοντερνισμό της εικόνας της, τον ωμό ερωτισμό της, το κλείσιμο του ματιού της στον μύθο του Οιδίποδα και τον οπερατικό βερισμό. Και για το πώς αγκάλιασε το περιθώριο με τρυφερότητα και άγρια τόλμη.

Η ανάθεση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στον συνθέτη Μιχάλη Παρασκάκη να φέρει την τόσο σημαντική αυτή ταινία για την ορατότητα των τρανς και της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας στην Ελλάδα, στην Εναλλακτική Σκηνή της, ήταν και είναι μια ωραιότατη κίνηση. Ακόμη και αν ακολούθησαν περιπετειώδεις στιγμές με παραιτήσεις, νέες ακροάσεις και ανασχεδιασμούς σε βασικά σημεία της εικόνας. Ακόμη και τότε, μέσα από την αναγνώριση και τον επαναπροσδιορισμό, κατάφερε να λειτουργήσει και να φτάσει στον στόχο της – να προκληθούν, δηλαδή, συζητήσεις που έφεραν ακόμη πιο κοντά το πλατύ κοινό στην τρανς ορατότητα.

Η Στρέλλα, αυτός ο γλυκός συνδυασμός του τίτλου της μυθικής ταινίας Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη και της λέξης «τρέλα», έχει στα credits της ένα μπουκέτο από ωραίους ανθρώπους. Πέρα από τον Μιχάλη Παρασκάκη στη σύνθεση, συναντάμε τον Γιώργο Κουτλή στη σκηνοθεσία, την Αλεξάνδρα Κ* στο λιμπρέτο, τον Κωνσταντίνο Τερζάκη στη μουσική διεύθυνση. Για την ερμηνεία των ρόλων της Στρέλλας, της Μαίρης και της Βίλμας επελέγησαν διεμφυλικές γυναίκες από τις ακροάσεις που πραγματοποιήθηκαν στην ΕΛΣ τον Οκτώβριο του 2022. Τον ρόλο της Στρέλλας θα ερμηνεύσει η Λέττα Κάππα, της Μαίρης η Ιωάννα Ζαμ-Πέτρου και της Βίλμας η Βικτωρία Τσιτουρίδου-Μάγια, ενώ την επιμέλεια κίνησης και τη χορογραφία της παραγωγής υπογράφει η διεμφυλική καλλιτέχνις Φένια Αποστόλου.

Στρέλλα

Σκηνή από τις πρόβα (Λέττα Κάππα, Διονύσης Τσαντίνης-Αναστασία Κότσαλη)/ © Αντρέας Σιμόπουλος

Σε λίγες μέρες, με το ξεκίνημα του νέου μήνα, η sold out πλέον Στρέλλα θα αναμετρηθεί με το κοινό της. Θα ανοίξει τις σελίδες της και θα διηγηθεί με λυρικό τρόπο την ιστορία της. Έως τότε, ας αφήσουμε τρεις πιστούς της ακόλουθους από τη βασική δημιουργική ομάδα, να μας διηγηθούν πώς φτάσαμε εδώ. Και κυρίως, γιατί αυτή η ιστορία τελικά παραμένει μία από τις ωραιότερες που έχουν ειπωθεί.

Γιώργος Κουτλής, Σκηνοθεσία

Τώρα που πλησιάζει η ώρα να συναντήσει η Στρέλλα το κοινό της, τι σκέφτεστε για αυτό το πρώτο σας ταξίδι στον κόσμο της όπερας δωματίου; Είναι όπως το περιμένατε;  

Είναι κάπως, ναι, όπως το φανταζόμουν. Πρωταγωνιστής είναι η μουσική. Προτεραιότητα είναι να μπορεί να εκπληρωθεί το όραμα του συνθέτη. Έχει τα καλά του και τα κακά του. Σίγουρα δεν έχω τον έλεγχο που έχω σε μια θεατρική παράσταση. Αλλά έχεις μια καθαρή παρτιτούρα που σε οδηγεί στις επιλογές σου. Επίσης οι χρόνοι είναι πιο πιεστικοί στην όπερα. Πρέπει να φτάσεις στο αποτέλεσμα με μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι στις αμιγώς θεατρικές πρόβες. Είναι μια ενδιαφέρουσα εμπειρία και κάτι καινούριο για μένα.

Στην όπερα, που υπάρχει έντονη «διαστρέβλωση» και «διαμάχη» με την πραγματικότητα, είναι αυτό ένα στοιχείο που τελικά απελευθερώνει ή περιορίζει τον σκηνοθέτη;

Κοίτα, εδώ δεν κάνουμε μια κλασική όπερα. Η μουσική του Μιχάλη είναι πολύ ιδιαίτερη και έχει -νομίζω- προσπαθήσει να ακολουθήσει σε πολλά σημεία τη μουσικότητα του προφορικού λόγου. Στα ποιητικά σημεία είναι απελευθερωτικό, στα ρεαλιστικά σε δυσκολεύει -θα έλεγα- στην αρχή, αλλά όταν σταματήσεις να προσπαθείς να το κανονικοποιήσεις και το αντιμετωπίσεις σαν genre, τότε ανακαλύπτεις την ομορφιά του. Ξέρεις, και ο ποιητικός έμμετρος λόγος που έχουν πολλά θεατρικά έργα έρχεται σε «διαμάχη» με την πραγματικότητα. Νομίζω το θέμα είναι να το χρησιμοποιήσεις και να το αποδεχθείς ως σκηνική φόρμα. Τότε αρχίζει και αποκτά καλλιτεχνικό ενδιαφέρον.

Αλεξάνδρα Κ*, libretto

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία στην δική σας συμμετοχή; Ποιο ήταν αυτό το σημείο κατά τη μεταφορά από την οθόνη στην σκηνή που σας προβλημάτισε ίσως περισσότερο;

Όταν αναλαμβάνεις μια διασκευή, οφείλεις να κάνεις τον δικό σου συγγραφικό εαυτό στην άκρη και να υπηρετήσεις μέχρι κεραίας, με σεβασμό και αγάπη, το παιδί ενός άλλου. Εδώ είχα να κάνω με ένα έργο που αγαπούσα ήδη πολύ, ένα σενάριο τόσο καλογραμμένο και προσωπικό που, αν το “άγγιζα” με τον δικό μου τρόπο, θα το λέρωνα. Πήρα από νωρίς την απόφαση να μην παρέμβω παρά μόνο στο τεχνικό κομμάτι, στη μεταφορά του από την οθόνη στη σκηνή. Αυτό μου ζητήθηκε άλλωστε. Προσωπικά έχω την τάση ο διάλογός μου να είναι μίνιμαλ και dry. Η Στρέλλα όμως είναι ένα κείμενο πλούσιο σε χυμούς, ένα κείμενο που δεν φοβάται τον λυρισμό και το συναίσθημα. Συνάντησα τυχαία τον Πάνο Κούτρα που, προς τιμήν του, μας εμπιστεύτηκε με κλειστά μάτια, και τον παρακάλεσα να μου δώσει μια λέξη κλειδί. Η λέξη του ήταν “μελόδραμα”. Βρίσκω γενναία αυτή τη λέξη εν έτει 2023 και αποφάσισα να τη στηρίξω μέχρι τέλους. 

Στρέλλα

Έχετε κάποιο αγαπημένο χαρακτήρα στο έργο; Κι αν ναι, πιάνετε ίσως τον εαυτό σας να του «συμπεριφέρεστε» διαφορετικά;

Είναι αρχή μου να μην έχω αγαπημένο χαρακτήρα σε κανένα έργο, είτε δικό μου είτε άλλων. Αν αγαπήσω κάποιον περισσότερο απ’ τους υπόλοιπους, αν του συμπεριφερθώ διαφορετικά, δεν θα υπάρχει ισορροπία δυνάμεων επί σκηνής (ή επί της οθόνης), άρα οποιαδήποτε σύγκρουση, εξωτερική ή εσωτερική, θα είναι αδύναμη και ψεύτικη. Στη Στρέλλα, οι Κούτρας-Ευαγγελίδης τους αγάπησαν όλους εξίσου, είναι όλοι τους ήρωες δημιουργημένοι με μεγάλη τρυφερότητα. Είναι απολύτως κατανοητό το από πού έρχεται ο καθένας τους και γιατί δρα με τον τρόπο που δρα. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις κανέναν κι αυτό είναι που κάνει το δίλημμα του θεατή ουσιαστικό.

Μιχάλης Παρασκάκης, συνθέτης

Ποια είναι αυτά τα στοιχεία της ταινίας που θέλατε να τονιστούν περισσότερο μέσα από τον τον δικό σας ρόλο;

Δεν υπάρχει κάτι που ήθελα να τονίσω, μα περισσότερο να αποδώσω με ένα άλλο μέσο, τη μουσική, τη δική μου προσέγγιση. Η ταινία θεωρώ έχει πολύ καλή ισορροπία στις διάφορες παραμέτρους κι αυτό ίσως να είναι το ένα πράγμα που θέλω να πετύχει και η παράσταση.

Στρέλλα

Υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στη μουσική μετά τις εκ νέου ακροάσεις για την επιλογή διεμφυλικής γυναίκας στο ομώνυμο ρόλο;

Στο επίπεδο της παρτιτούρας δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές, στην ερμηνεία της όμως έπρεπε να βρω μια ισορροπία μεταξύ έμπειρων και μη ερμηνευτών. Το έργο παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες, ακόμα και για τους έμπειρους τραγουδιστές, είναι όμως γραμμένο με έναν τρόπο που έρχεται πολύ κοντά στη φυσική ομιλία. Έτσι, η απόδοσή του με έναν τρόπο πιο προσωδιακό απ’ ό,τι τραγουδιστικό, έδωσε τη λύση.


Ποιο ήταν το πρώτο που σκεφτήκατε όταν σας έκαναν την πρόταση;

Μ.Π.: Η ανάθεση ήταν για μια όπερα βασισμένη σε ελληνική ταινία, μια ιδέα της ΕΛΣ και του κ. Κουμεντάκη. Επειδή ο κινηματογράφος είναι η δεύτερή μου αγάπη μετά τη μουσική, σκέφτηκα πόσο διάνα έπεσε αυτή η ανάθεση – για εμένα τουλάχιστον. Στη συνέχεια πρότεινα 3 αγαπημένες μου ταινίες και επιλέχθηκε η Στρέλλα.

Α.Κ.: Εγώ θυμάμαι ότι έσκασαν στο κεφάλι μου χρώματα.

Γ.Κ.: Τότε που έγινε σε μένα η πρόταση δεν με ήξερε ακόμη κανένας, μόλις είχα κάνει την πρώτη μου παράσταση εν μέσω κόβιντ. Οπότε η χαρά μου ξεπερνούσε όλες τις άλλες σκέψεις. Τώρα που το λέμε, νομίζω ήταν κάτι του τύπου «κουλό αλλά γαμάτο».

Ποιο ήταν αυτό το στοιχείο  που σας έκανε να πείτε το ναι;

Γ.Κ.: Βασικό ήταν ότι μου άρεσε πολύ η ταινία. Το να έχεις καλό πρώτο υλικό είναι πάντα πολύ σημαντικό. Τώρα, “Στρέλλα σε όπερα δωματίου” από μόνο του είναι κάτι ιντριγκαδόρικο. Έχει τόσα ρίσκα που κάπως με κάνει να θέλω να μπλέξω. Μου ανεβάζει την αδρεναλίνη και την όρεξη για δουλειά. Και φυσικά ήταν για μένα μια πολύ τιμητική πρόταση.

Α.Κ.: Τι εννοείτε; Είναι η Στρέλλα! Σε όπερα! Ποιος τρελός δεν θέλει να βυθιστεί σ’ αυτό το σύμπαν; Ειδικά με τον Παρασκάκη που τον στόκαρα στο Soundcloud πριν τον γνωρίσω, και τον Κουτλή που τον στοκάρω από θέατρο σε θέατρο.

Μ.Π.: Πέρα από το ότι είναι μεγάλη τιμή, δεν υπάρχουν πολλοί χώροι στην Ελλάδα για έναν συνθέτη που να έχει την απόλυτη ελευθερία να γράψει όπως θέλει. Μια ανάθεση από την ΕΛΣ παρέχει αυτόν τον χώρο και δεν υπήρξε στιγμή που να νιώσω ότι προσπαθεί να ελέγξει αυτό που γράφω.

Γιατί πιστεύετε υπάρχει αυτή η τάση να «μεταφέρονται» ταινίες στο θέατρο; Καλύπτει πιστεύετε κάποια συγκεκριμένη ανάγκη;

Γ,Κ,: Νομίζω ότι έχουμε ανάγκη για ελληνικά έργα. Και μοιάζει τα τελευταία χρόνια να έχουν γραφτεί σημαντικότερα κινηματογραφικά από θεατρικά έργα. Κι αυτά τα κινηματογραφικά έργα έχουν καταφέρει να περάσουν στο επίπεδο του μύθου. Είναι η σύγχρονη μυθολογία μας. Έχουμε ανάγκη από νέους εγχώριους Οιδίποδες και Αντιγόνες. Πιστεύω ότι θα υπάρξει συνολικά στροφή στο ελληνικό ρεπερτόριο.

Α.Κ.: Ίσως την ανάγκη να επισκεφθεί κανείς χαρακτήρες που έχει ήδη αγαπήσει, να τους δει φωτισμένους από άλλες γωνίες, να δει πώς θα αντιδράσει στην καινούρια του συνάντηση μαζί τους. Ειδικά στη Στρέλλα όμως, νιώθω πως η σύνδεσή της με την όπερα είναι πυρηνική, έπρεπε να γίνει. Όχι θέατρο, όχι μιούζικαλ, όπερα.

Μ.Π.: Η τάση είναι παγκόσμια και στην όπερα παρατηρείται όλο και πιο πολύ. Έχει να κάνει πιστεύω με το ότι ο κινηματογράφος, ως η πιο δημοφιλής από τις άλλες τέχνες, φέρνει στο θέατρο και την όπερα κοινό το οποίο μάλλον δεν θα ερχόταν. Καλώς ή κακώς, οι οργανισμοί παγκοσμίως προσπαθούν να προσελκύσουν το λεγόμενο νέο κοινό (new audiences) το οποίο σε πολλές περιπτώσεις το κάνουν δελεάζοντάς το, αντί καλλιεργώντας το. Το να το κάνουν μεταφέροντας ταινίες στη σκηνή, το θεωρώ μια από τις καλές εκδοχές αυτής της προσπάθειας.

Πείτε μου κάποια λόγια για την ταινία, τι σκεφτόσασταν όταν την είχατε δει;

Γ.Κ.: Αλήθεια έχει περάσει τόσος καιρός που δυσκολεύομαι. Το μόνο που θυμάμαι ήταν ότι ήμουν αποσβωλομένος.

Α.Κ.: Θυμάμαι ότι βγαίνοντας απ’ την αίθουσα, έμαθα κάτι για μένα που δεν ήξερα. Πως τάσσομαι με την αγάπη από όπου κι αν προέρχεται κι όπου κι αν καταλήγει.

Μ.Π.: Θυμάμαι πως αυτό που λάτρεψα τότε στην ταινία ήταν η φυσικότητα με την οποία παρουσίαζε την διεμφυλική ηρωίδα, σχεδόν αδιάφορα για το ότι είναι διεμφυλική. Η ταινία δεν χτίζεται πάνω στο ότι η Στρέλλα είναι τρανς. Το δράμα της ταινίας είναι το «ταμπού» (όπως λένε στην ταινία) της αιμομιξίας. Η διεμφυλικότητα κι η ομοφυλοφιλία δεν παρουσιάζονται σαν ταμπού που πρέπει να ξεπεραστούν. Είναι καθημερινοί άνθρωποι λοιπόν, κι αυτό για μένα ήταν τεράστια επιτυχία της ταινίας.

Στρέλλα

Σκηνή από πρόβες (Λέττα Κάππα, Ιωάννα-Ζαμ Πέτρου, Βικτωρία Τσιτουρίδου Μάγια / φωτογραφία -Ανδρέας Σιμόπουλος

Πόσο δύσκολο ήταν να βγει η δυναμική αυτού του μοναδικού κινηματογραφικού χαρακτήρα από το πανί και να ανέβει στη θεατρική σκηνή;

Γ.Κ.: Νομίζω από όταν βρήκαμε τη Λέττα ήταν πιο εύκολο. Κάπως, για μένα, η ταινία «Στρέλλα» είναι σαν αληθινή ιστορία κι εμείς κάνουμε μια παράσταση γι’ αυτά τα αληθινά γεγονότα.

Α.Κ.: Αυτή τη δυσκολία την επωμίζονται κυρίως η πρωταγωνίστριά μας, ο συνθέτης και ο σκηνοθέτης μας. Ξαναλέω, εγώ έκανα απλώς τη μεταφορά, δεν ξαναέγραψα το κείμενο. Το 80% του λιμπρέτο είναι το σενάριο των Κούτρα-Ευαγγελίδη.

Μ.Π.: Η Στρέλλα για μένα είναι μια καθημερινή γυναίκα. Έχει μια αμεσότητα, μια αθωότητα και μια αφέλεια αφοπλιστική. Αυτό ίσως ήταν το πιο δύσκολο να διατηρηθεί σε συνθήκες όπερας, που τα μεγέθη μπορούν να είναι υπερβολικά, μεγαλοπρεπή και λυρικά.

Βλέποντας ξανά την ταινία πρόσφατα, αναρωτιόμουν, δεκατρία χρόνια μετά, μέσα στο κύμα πολιτικαλκορεκτισμού που κυριαρχεί, τι γλώσσα θα χρησιμοποιούσε. Ή αν θα μίλαγε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Αυτό ήταν κάτι που σας απασχόλησε στη δική σας μεταφορά;

Γ.Κ.: Αποφασίσαμε να μείνουμε κοντά στην ταινία, θεωρώντας ότι και σήμερα τα ζητήματα της παραμένουν εξίσου σημαντικά. Νομίζω ότι η ιστορία ξεπερνάει οποιοδήποτε διάλογο γύρω από το politically correct, και οποιαδήποτε προσπάθεια να σχολιαστεί το έργο αυτό με τέτοια κριτήρια μου φαίνεται άστοχη.

Α.Κ.: Ναι. Όχι όσον αφορά τον πυρήνα του έργου, που για μένα είναι η τρυφερότητα και μπορεί να σταθεί πάντα και παντού, όσο το ότι τοποθετείται σε έναν χώρο, έναν χρόνο και μια γλώσσα που βίωσαν οι προηγούμενες γενιές τρανς ατόμων, και που η σημερινή νέα γενιά μπορεί να τον κρίνει ως στερεοτυπικό. Δεν είναι politically correct η Στρέλλα, είναι προϊόν της εποχής της. Είναι όμως φτιαγμένη από ανθρώπους που ξέρουν στο πετσί τους αυτό το βίωμα κι αυτό δεν μπορούμε παρά να το σεβαστούμε.

Μ.Π.: Δε με απασχολεί τόσο αν ένα έργο του παρελθόντος στέκεται στο σήμερα. Το βλέπω και το εξετάζω ως τέτοιο και δε θεωρώ πως ό,τι δεν στέκεται σήμερα πρέπει να διαγράφεται. Έχουμε τη γνώση και την εμπειρία να τα κρίνουμε και να τα τοποθετούμε εκεί που πρέπει. Η Στρέλλα, ωστόσο, πιστεύω ότι στέκεται και με το παραπάνω στο σήμερα και θα στέκεται για πολλές δεκαετίες ακόμη. Μακάρι να έρθει η στιγμή που θα θεωρείται κοινωνικά όχι απλά μη αποδεκτό, αλλά γραφικό, να σοκάρεσαι με θέματα όπως η ομοφυλοφιλία και η διεμφυλικότητα.

Στρέλλα

Η Νίνα Νάη σε σκηνή από πρόβα © Αντρέας Σιμόπουλος

Τώρα που έχει περάσει η περίοδος των «αναταράξεων», θεωρείτε πως η νέα διαμονή ικανοποιεί και δικαιώνει το αίτημα που υπήρξε για να βρεθεί διεμφυλική γυναίκα για τον κεντρικό ρόλο; Χρειαζόταν το έργο στην όπερατική του διασκευή μια διεμφυλική γυναίκα όπως σαφέστατα το χρειαζόταν στον κινηματογράφο;

Γ.Κ.: Το έργο δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάτι. Εμείς ως κοινωνία χρειαζόμαστε αποδοχή στη διαφορετικότητα, συμπερίληψη και ενσυναίσθηση. Και μέχρι να σταματήσουμε να έχουμε στο περιθώριο ανθρώπους, το αίτημα για συμπερίληψη θα είναι δίκαιο.

Α.Κ.: Θεωρώ πως, όπως κι αν καταγραφεί στο τέλος το εγχείρημα, άνοιξε ένας διάλογος που έπρεπε να ανοίξει. Έγινε μια αρχή και για μένα είναι ευτύχημα ότι αυτή την αρχή την προκάλεσε μια παράσταση.

Μ.Π.: Αρχικά πρέπει να πω ότι δεν συμφωνώ με την άποψη ότι οι ηθοποιοί κι οι τραγουδιστές πρέπει να έχουν το βίωμα του ρόλου που υποδύονται. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως έχουμε μια μειονότητα που η κοινωνία τής έχει συμπεριφερθεί βάναυσα. Θεωρώ πως σωστά τέθηκε λοιπόν το αίτημα στην παρούσα φάση και, πέρα από τον γόνιμο διάλογο που άνοιξε, είναι μια τεράστια επιτυχία της κοινότητας να μπει τόσο δυναμικά σε έναν μεγάλο, δημόσιο οργανισμό. Ωστόσο δημιουργεί έναν αντίλογο που μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ και δε θα ήθελα να βλέπω διεμφυλικές μόνο σε ρόλους διεμφυλικών. Ιδανικά, να φτάσουμε στο σημείο να μιλάμε για πραγματικά ίσες ευκαιρίες λοιπόν.

Τι πιστεύετε πως θα θυμάστε αργότερα από αυτό το ταξίδι της Στρέλλας;

Μ.Π.: Την πολυπλοκότητα του εγχειρήματος. Τόσο για μένα όσο και για τον Γιώργο (Κουτλή) είναι η πρώτη μας απόπειρα στην όπερα, η οποία σημαδεύτηκε από την «ανατάραξη» που αναφέρατε. Το επόμενο έργο που θα ήθελα να γράψω είναι ένα 3λεπτο για σόλο φλογέρα (γέλια)! Αν πάει καλά ωστόσο, πιστεύω ότι όλες οι δυσκολίες θα υπερκεραστούν από τη χαρά της επιτυχίας κι επιπλέον από την ιστορική στιγμή της επίσημης «εισόδου» των διεμφυλικών καλλιτεχνίδων στον χώρο της όπερας.

Γ.Κ.: Θα θυμάμαι τη Λέττα να κάθεται στο σκηνικό, να καπνίζει ενώ πέφτει στο πρόσωπό της ένα φως από τη μια μπλε και από την άλλη ματζέντα. Νομίζω αυτή η εικόνα θα μου μείνει. Κι ένα πολύ διαφορετικό επαγγελματικό ταξίδι.

Α.Κ.: Το ταξίδι τώρα ξεκινάει, είναι πολύ νωρίς για να ξέρω τι θα βαρύνει τελικά μέσα μου. Αν και στο τέλος, αυτό που μένει είναι πάντα οι συνοδοιπόροι-συνεργάτες μου.