Πίσω στο 1979 οι Public Image Ltd. κυκλοφορούν το single “Death Disco”. Το κομμάτι λίγο αργότερα, αλλάζει ελαφρά μορφή, βαπτίζεται “Swan Lake” και βρίσκει τη θέση του μέσα στο Metal Box, χωρίς, όμως, να χάνει ίχνος από την ενέργεια του. Τριαντατέσσερα χρόνια μετά, αρκετά χιλιόμετρα μακριά από τη Βρετανία και τον απόηχο του punk, το κομμάτι γίνεται πινακίδα πάνω από μια βαριά μεταλλική πόρτα σε ένα στενό της γειτονιάς του Ψυρρή. Και εγένετο η Death Disco, ένας industrial αισθητικής χώρος, με τις new wave, goth και darkwave αδυναμίες να μην κρύβονται, δίνοντας τη δική του εναλλακτική νότα στο αθηναικό clubbing. Πλέον, κλείνει τα τέταρτα γενέθλιά του και όπως το ομώνυμο κομμάτι, εξελίσσεται χωρίς να χάνει το χαρακτήρα του. Λίγο πριν το μεγάλο πάρτυ του Σαββάτου για τα γενέθλια του μαγαζιού, ο ιθύνων νους πίσω από αυτό, Λεωνίδας Σκιαδάς, μιλάει στην Popaganda, ξετρυπώνοντας μνήμες και στιγμές από αυτά τα τέσσερα χρόνια -και διχάζεται για το αν τελικά ο απόλυτος είναι ο Robert Smith ή ο Morrissey.
Πως ξεκίνησε το όλο πράγμα με τη Death Disco; Ποιο ήταν το αρχικό όραμα και πως αυτό έχει εξελιχθεί μέσα στα 4 χρόνια λειτουργίας του;
Η ιδέα της Death Disco ξεκίνησε όταν άρχισα να νιώθω ότι οι συνθήκες δεν μου επέτρεπαν, ως DJ και ως διοργανωτής συναυλιών, να πραγματοποιήσω αυτά που επιθυμούσα. Τότε αποφάσισα ότι είχε έρθει η στιγμή ή να τα παρατήσω ή να πάρω τη κατάσταση στα χέρια μου και να δημιουργήσω κάτι που να μπορεί να στεγάσει τις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες. Ο στόχος ήταν να φτιάξω ένα μαγαζί που να έχει τη ταυτότητά του, αλλά να είναι μακριά από ταμπέλες που μπορεί να το δεσμεύουν. Ένα μαγαζί που να μπορέσει να φιλοξενήσει συγκροτήματα που ίσως να δυσκολευόντουσαν να βρουν κάπου αλλού μια στέγη, είτε αυτό αφορά τις συναυλίες τους είτε την παρουσία τους σε dj playlist. Και εν τέλη, ένα μαγαζί που να παίζει καλή μουσική, να είναι ανοικτό σε ιδέες και να είναι μια αξιοπρεπής επιλογή για τη βραδινή μας έξοδο. Ήμασταν απ’ την αρχή και είμαστε ακόμα τυχεροί που η στήριξη του κόσμου μας επιτρέπει όλον αυτό τον καιρό να είμαστε εντός των αρχικών μας προδιαγραφών και να συνεχίζουμε ακάθεκτοι για πέμπτο, πλέον, χρόνο.
Πήγαινε το χρόνο πίσω 4 χρόνια. Ποιο ήταν το πιο έντονο συναίσθημα που είχε όταν ξεκίναγες τη Death Disco και ποιο το πρώτο τώρα;
Το συναίσθημα που κυριαρχούσε τότε ήταν η η ανυπομονησία για να πραγματοποιήσω όλα αυτά που έχω στο μυαλό μου και η ανασφάλεια για το κατά πόσο ο κόσμος θα αποδεχτεί αυτό το νέο εγχείρημα μου. Τώρα, πια, η ανασφάλεια έχει περιοριστεί αλλά, η ανυπομονησία μου για τα μελλοντικά μας σχέδια παραμένει αναλλοίωτη.
Περιέγραψε με 4 λέξεις τι σημαίνει για σένα η Death Disco.
Το έχει περιγράψει ιδανικά ο Marc Almond: Dancing, Laughing, Drinking, Loving.
Ποιες είναι οι 4 εμβληματικότερες στιγμές από τα 4 χρόνια της Death Disco;
Θα πω δύο συναυλίες, αυτές των And Also The Trees και των Clan of Xymox, γιατί και τα δύο groups είναι εφηβικές μου αδυναμίες και ήταν πολύ δυνατό το συναίσθημα να τα βλέπω να δίνουν συναυλία στο «σπίτι μας». Και δύο πάρτι, το ICONS, ένα πάρτι που κάνουμε κάθε τρεις μήνες και παίζουμε μουσικές μόνο από τα πέντε αγαπημένα μας συγκροτήματα (Cure, Smiths, Depeche Mode, Joy Division και Sisters of Mercy) και το γενέθλιο πάρτι κάθε χρονιάς, που είναι μια σημαντική μέρα για μας και λατρεύουμε να την περνάμε μαζί με όλους όσους εκτιμούν αυτό που κάνουμε. Mπορεί πολλοί να μην έχουν τη δυνατότητα να μας έρχονται πολύ συχνά, αλλά ξέρω ότι στο συγκεκριμένο event θα δώσουν το παρόν.
Πόσο εύκολο είναι στην Αθήνα το 2017 να έχεις ένα μαγαζί σαν τη Death Disco; Είναι δυνατό να κρατήσει ένα συμπαγή χαρακτήρα ή είναι απαραίτητες και κάποιες μικρές υποχωρήσεις στις επιλογές των live και των dj sets προκειμένου να «βγαίνεις»;
Η Death Disco αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της όπως και οι περισσότερες επιχειρήσεις στην Ελλάδα της κρίσης. Παρόλα αυτά, δεν έχουμε αναγκαστεί να κάνουμε υποχωρήσεις. Όσα events και συναυλίες κάνουμε έχουν την έγκρισή μας. Ακόμα κι αν μερικά από αυτά δεν είναι απόλυτα του γούστου μας, μας αρέσει να δοκιμάζουμε διαφορετικά πράγματα και πολλές φορές, το αποτέλεσμα μας αποζημιώνει και με το παραπάνω. Αν χρειαστεί ποτέ να κάνουμε υποχωρήσεις θα είναι η αρχή του τέλους για τη Death Disco.
Είναι Σάββατο βράδυ και έχει live στην Death Disco. Πως κυλάει ιδανικά η βραδιά ώστε στο τέλος να πεις «ήταν μια καλή βραδιά»;
Sold out, η μπάντα έχει δώσει ότι καλύτερο μπορούσε, η συναυλία τελειώνει μέσα σε παρατεταμένα χειροκροτήματα από το εκστασιασμένο κοινό, και με το πρώτο τραγούδι που ακούγεται στην μετάβαση από τη συναυλία στο πάρτι ξεκινάει μια club night που κρατάει γερά μέχρι το πρωί, με πολύ χορό και πολλά χαμόγελα. Mission accomplished!
Πλέον, διαπιστώνεται ότι η ηχογραφημένη μουσική σιγά σιγά ίσως πεθαίνει. Είναι τα live τελικά αυτά που κρατάνε την οικονομία της μουσικής ζωντανή, τουλάχιστον σε local καλλιτέχνες;
Νομίζω ότι όσο και να πέφτουν οι πωλήσεις, πάντα θα υπάρχει ανάγκη για ηχογραφημένη μουσική. Παλιά, η ηχογράφηση ενός δίσκου ήταν αυτοσκοπός, τώρα πολλές φορές είναι η αφορμή για μια περιοδεία. Όμως, όπως και να έχει, τα συγκροτήματα και το κοινό πάντα θα χρειάζονται μια ηχογράφηση που θα τους φέρει σε επαφή. Μου φαίνεται παράλογο, στην εποχή του διαδικτύου που οι αποστάσεις έχουν σχεδόν εξαφανιστεί, για να ακούσω το αγαπημένο μου συγκρότημα να πρέπει να βρεθώ σε μια συναυλία του στην άλλη άκρη της Ευρώπης ή του κόσμου. Αν όμως μιλάμε για τη «δισκογραφημένη» μουσική, αυτό είναι μια εντελώς άλλη υπόθεση, ο μουσικός κόσμος θα συνεχίσει να γυρίζει και χωρίς τα cd, no doubt about it.
Πως θα περιέγραφες τον μέσο θαμώνα της Death Disco;
Θα σου περιγράψω κάποιον που έρχεται στις σαββατιάτικες club night μας, μια και όλα τα άλλα, λόγω της πολυσυλλεκτικότητας των events, είναι ρευστά. Στα 25 με 30, του αρέσει να βγαίνει, να φλερτάρει, να κινείται στη πόλη, μισεί τη σοβαροφάνεια και το δήθεν, ακούει και στηρίζει καινούργιες μπάντες αλλά μετά από 2-3 ποτά θα τα σπάσει ευχαρίστως με μερικά all time darkwave classics.
Πες μου 4 ονόματα που θα ήθελες να εμφανιστούν στη σκηνή της Death Disco, αλλά, πιθανόν, αυτό δε θα συμβεί ποτέ.
Ian Curtis, Rozz Williams, Adrian Borland, David Bowie. Και σίγουρα δεν θα συμβεί ποτέ.
Πως βλέπεις τη Death Disco από δω και πέρα; ; Έχει εδραιώσει ένα χαρακτήρα στη σκηνή της Αθήνας ή βρίσκεται ακόμα σε εξελικτική φάση;
Θεωρώ ότι έχουμε κερδίσει την εκτίμηση ενός μέρους της εναλλακτικής αθηναϊκής σκηνής και αυτό μας χαροποιεί ιδιαίτερα. Ξέρουμε όμως ότι για να συνεχίσει αυτό, δεν πρέπει ποτέ να επαναπαυόμαστε. Πάντα θα ψάχνουμε για νέες μπάντες, νέα πάρτι, νέες συνεργασίες.
Tι να περιμένουμε από το party του Σαββάτου για τα 4 χρόνια του μαγαζιού;
Όσοι έχουν ξανάρθει, ξέρουν τι να περιμένουν. Οι υπόλοιποι να είναι έτοιμοι για ένα εντελώς άναρχο μουσικό πρόγραμμα που θα πετάει από indie σε EBM και από darkwave σε 80’s. Θα περάσουν 20 dj’s από τα decks μας και ως εκ τούτου, είναι αδύνατον να υπάρξει ομαλή μουσική ροή, άλλωστε, δεν είναι και κάτι που το επιδιώκουμε στο συγκεκριμένο πάρτι. Σε όσους έρθουν νωρίς, θα μοιράσουμε 70 μπλουζάκια που έχουν φτιαχτεί αποκλειστικά και μόνο για το συγκεκριμένο πάρτι, θα έχουμε μπαλόνια και τούρτα σαν κάθε γενέθλιο πάρτι που σέβεται τον εαυτό του , θα κεράσουμε άπειρα Jagermeister σφηνάκια και γενικά, αν κρίνουμε από τα ανάλογα πάρτι του παρελθόντος θα γίνεται ένας πολύ ευχάριστος χαμός!
Κάποτε ο John Lydon έλεγε ότι «η live μουσική είναι υγιής». Επιβεβαιώνεις;
Δεν νομίζω ότι χρειάζεται την επιβεβαίωσή μου ο νονός της Death Disco (Death Disco ονομάζεται ένα single που έβγαλε ο Lydon στα 1979). Ο λόγος του είναι νόμος.
Τελικά, είναι οι Cure οι απόλυτοι;
Ήταν το πρώτο συγκρότημα που αγάπησα στην εφηβεία μου. Με συνόδευσαν στις καλές και κακές μου στιγμές και μέχρι και σήμερα παίζουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Ναι, για μένα είναι οι απόλυτοι, και γι’ αυτά που μου προσφέρουν τώρα, αλλά, κυρίως, γι’ αυτά που μου προσέφεραν στα ανήσυχα νεανικά μου χρόνια. Όπως λέει και ένας άσπονδος φίλος του Robert Smith :“But don’t forget the songs that made you smile and the songs that made you cry”. Οk, προδόθηκα. Όσον αφορά το στιχουργικό, ο Morrissey είναι το απόλυτο.
Σάββατο 11 Μαρτίου | The 4th Death Disco Birthday Party / facebook event
Death Disco, Ωγύγου 16 και Λεπενιώτου 24, Ψυρρή