Ο Coti K. μένει σε ένα σπίτι στον Κεραμεικό με εσωτερική αυλή που σε κάποιον σαν εμένα που ζει σε μία πολυκατοικία σαν όλες τις άλλες, μοιάζει ακόμη πιο ωραία απ’ όσο είναι στην πραγματικότητα. Στο κέντρο της, μία μεγάλη λεμονιά. Τον φαντάζομαι, τώρα που ανοίγει ο καιρός, να κάθεται εδώ, να «απομονώνεται», και να ξεκινάει χωρίς καμία απολύτως τη σύνθεση των τραγουδιών του. Εγώ στη θέση του αυτό θα έκανα. «Όχι, με τίποτα, μόνο στην Τήνο μπορώ να γράψω», μου λέει και θυμάμαι ότι και την τελευταία φορά που είχαμε συναντηθεί, πίσω στο 2008, πάλι για το αγαπημένο του νησί μου είχε πει.

Βρεθήκαμε ξανά με αφορμή τον τελευταίο του δίσκο, The Man from Managra – το εξώφυλλο του οποίου έχει καδράρει στον δεξιό τοίχο απέναντι από τον καναπέ στο σαλόνι του – που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε περιορισμένο αριθμό βινυλίων. Σε αυτό ο «εθνικός παραγωγός» όλων των εναλλακτικών γκρουπ των δύο προηγούμενων δεκαετιών (Ονειροπαγίδα, Raining Pleasure, Στέρεο Νόβα και η λίστα δεν έχει τελειωμό), δεν έχει γράψει απλώς τη μουσική και τους στίχους (τους οποίους ερμηνεύει κιόλας), αλλά είναι μάλλον η πρώτη φορά που η τραγουδοποιία του ακολουθεί μία πιο «κανονική» φόρμα. Του λέω ότι το άλμπουμ μου θυμίζει τους Magnetic Fields και αμέσως συμφωνεί. Και μετά πιάνουμε το «Madchester», το ελληνικό new wave των 80s, και το alter ego που έχει εφεύρει τον τελευταίο καιρό. Τον καιρό της κρίσης.

Musician Coti K

Πώς και αποφάσισες να γράψεις «κανονικά» τραγούδια αυτή τη φορά; Με είχε πιάσει κάτι από τα τέλη του 2012 και το σκεφτόμουν συνέχεια. Υπάρχει μία πιο άμεση έκθεση στα «κανονικά», όπως λες, τραγούδια. Αυτή μου η ανάγκη συνέπεσε με το ότι άλλαξα το κούρδισμα σε ένα μπάσο που είχα στο σπίτι και μπορούσα να παίζω συγχορδίες σε αυτό. Το άλμπουμ έχει πολύ μπάσο, ελάχιστα κρουστά και φωνές δικές μου· εκτός από δύο κομμάτια που συμμετέχει η Στέλλα. Πήγα στο σπίτι μου στην Τήνο, που βρίσκεται μέσα στην ερημιά και ένα πρωί ξύπνησα και άρχισα να γράφω. Κάπως έτσι, μέσα σε τέσσερις, πέντε ημέρες, έγραψα τα πρώτα κομμάτια. Όταν γύρισα στην Αθήνα το ξανάκουσα και μου άρεσε.

Γιατί στην Τήνο; Η Τήνος έχει ησυχία και πολλή ομορφιά – πράγματα που χρειάζομαι για να γράψω μουσική. Από τη σιωπή γεννιέται κάτι και συνήθως δεν νιώθω την ανάγκη να δημιουργήσω όταν βρίσκομαι σε θορυβώδες περιβάλλον. Η σύνθεση είναι για μένα μία ιδιαίτερη, εύθραυστη στιγμή, με την έννοια ότι εύκολα μπορείς να χάσεις τη συγκέντρωση σου. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε trance. Για να μπω σε κάτι τέτοιο χρειάζομαι απομόνωση και ησυχία.

Τι είναι για σένα το Managra; Είναι το φανταστικό νησί μου. Ένας άνθρωπος που έχει έρθει σε αυτό το μέρος που μπορεί να μην υπάρχει πια, αφού ίσως έχει καταστραφεί από μία ηφαιστειακή έκρηξη. Είναι ένα alter ego που εφηύρα για να γράψω αυτά τα τραγούδια.

Εκτός από τη σύνθεση των τραγουδιών, ερμηνεύεις και τους στίχους. Αυτή είναι ωραία ιστορία και έκατσε λίγο περίεργα, από το πουθενά. Κάνοντας το δίσκο σκεφτόμουν διάφορες φωνές. Εκείνες τις μέρες ήρθαν σε επικοινωνία μαζί μου άνθρωποι από την εταιρία Ειρκτή, που έχει βγάλει τα άλμπουμ των Metro Decay, των Film Noir κι άλλων ’80s συγκροτημάτων. Μου έστειλαν να ακούσω ένα κομμάτι που ήθελαν να επανακυκλοφορήσουν, από ένα γκρουπ εκείνης της εποχής και ζήτησαν την άποψή μου. Όταν το άκουσα, συνειδητοποίησα ότι εγώ ήμουν αυτός που τραγουδούσε. Έτσι θυμήθηκα ότι είναι κάτι που μπορώ να κάνω.

Έπαιζες όμως σε πολλές μπάντες στα 80s. Tι θυμάσαι πιο έντονα από όλη εκείνη τη φάση; Μία μικρή περίοδο πέρασα από τους Metro Decay. Πιο παλιά ήμουν σε ένα γκρουπ που λεγόταν Final Sense, μετά έγινε Common Sense (καμία σχέση με το γκρουπ που εμφανίστηκε στα ’90s) και έκανα πολλή παρέα με τους Ανυπόφορους που έπαιζαν τις προάλλες στο Gagarin 205. Το ‘82 μάλιστα, με τον κιμπορντίστα, τον Γιάννη, είχαμε μία μπάντα που λεγόταν Ηλεκτρόλυση. Η τωρινή εποχή, μου θυμίζει εκείνα τα χρόνια. Το ένιωθα έντονα και το συζητούσα με τον Alex K των Last Drive πριν λίγες μέρες. Τότε υπήρχε μία υπόγεια βία στην πόλη, κάτι που συναντάς και τώρα. Θυμάμαι τρομερές ιστορίες με σκινάδες που πλάκωναν κόσμο και έκλειναν μαγαζιά. Χαίρομαι για τους Stress και για τα άλλα γκρουπ των ’80s που έστω και αργά είχαν μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό και γέμισαν π.χ. το Gagarin 205, τις προάλλες. Πιστεύω όμως ότι είναι και λίγο μόδα όλο αυτό· μακάρι τελικά να μην είναι και ο κόσμος να καταλαβαίνει τώρα γιατί άξιζαν από τότε αυτά τα συγκροτήματα.

Συνθέτης, μουσικός, παραγωγός, τραγουδιστής και πρόσφατα κατασκευαστής οργάνων. Πώς προέκυψε το τελευταίο; Τα τελευταία τρία χρόνια ασχολούμαι με αυτό. Μου αρέσει. Το τσέλο και το μπάσο που χρησιμοποιούμε στους Mohammad, τα έχω φτιάξει εγώ. Τώρα σχεδιάζω ένα μπάσο και περιμένω να δω το αποτέλεσμα γιατί θέλω να το βγάλω σε μικρή παραγωγή και ελπίζω να πουλήσω μερικά κομμάτια. Θα ήθελα μελλοντικά, να έχω μία εταιρία που θα φτιάχνει αυθεντικά μουσικά όργανα. Έχω μία εμμονή με το μπάσο. Επίσης όλες οι ιδιότητές μου, σχετίζονται μεταξύ τους. Πιο παλιά είχα κάνει και audiovisual installations. Λέω λοιπόν ότι αυτό που κάνω, είναι ένα πράγμα που δημιουργεί ήχο.

Musician Coti K

Η παραγωγή στους δίσκους, σου έχει λείψει; Παραγωγές πλέον θα έκανα με τους δικούς μου όρους, αφού ολόκληρη τη δεκαετία του ‘90, την πέρασα έτσι. Δεν μου έχει λείψει, είναι κουραστικό, καθόλου εύκολο. Τελείωνα την παραγωγή ενός δίσκου και έπρεπε να περάσουν δύο μήνες για να μου έρθει η όρεξη και να ξανασχοληθώ. Στην παραγωγή είσαι εσύ κι ο υπολογιστής. Το ψειρίζεις όλη την ώρα, κόβεις, ράβεις. Υπάρχει πάντα η επιλογή να μπεις σε ένα στούντιο και να πεις στο γκρουπ τι να κάνει, αλλά η παραγωγή που έχει ηχητική παρέμβαση απαιτεί χρόνο και θυσίες. Η διαδικασία του να είναι όλοι ικανοποιημένοι (παραγωγός και γκρουπ) θέλει χρόνο. Αν το έκανα τώρα, θα γινόταν διαφορετικά. Όταν ξεκινούσα, σχεδόν δεν υπήρχε ο όρος «παραγωγός» στην Ελλάδα. Νόμιζαν ότι είναι ο άνθρωπος της εταιρίας, ο υπεύθυνος της δισκογραφικής. Τότε αυτός ο ρόλος ήταν σαν μία εξέλιξη του παραδοσιακού ηχολήπτη. Προσωπικά έκανα ηχοληψία, mixing, mastering και είναι πολλή δουλειά για έναν άνθρωπο. Τώρα θα είχα ηχολήπτη, έναν για τις τις μίξεις κι εγώ παραγωγός. Αυτό θα μου άρεσε.

Tι ακούς αυτή την περίοδο; Γενικά δεν παρακολουθώ πολύ τα μουσικά, όλο και κάτι όμως παίρνει το αυτί μου. Μου άρεσε πολύ ο δίσκος του Ku. Tελευταία άκουγα πάλι τους Go Betweens. Το Βefore Hollywood είναι ένας πολύ σημαντικός δίσκος για μένα.

Από το «Madchester» τι σου έχει μείνει; Ήμουν εκεί το ’86-’87, τότε που είχε σκάσει το ecstasy στο Hacienda. Δεν έπαιρνα, γιατί τους έβλεπα όλους σαν στρατιωτάκια που έκαναν τα ίδια πράγματα. Θυμάμαι είχαμε γνωρίσει κάτι κοπέλες και οι φίλοι τους είχαν μια μπάντα, τους Apple Mondays. Μας κάλεσαν στη Hacienda να τους δούμε αλλά μας φάνηκαν άθλιοι τύποι και δεν πήγαμε ποτέ. Τελικά έπαιζαν οι Happy Mondays αλλά λόγω προφοράς, δεν το είχαμε καταλάβει.

Τι άλλο θα βγάλεις το 2014; Συνεχίζω με τους Mohammad. Μέσα στο 2014 δηλαδή, θα βγάλουμε τρεις δίσκους. Ο πρώτος βγαίνει μέσα στο μήνα και οι επόμενοι θα ολοκληρωθούν σύντομα. Ελπίζω μέσα στο καλοκαίρι να γράψω κι άλλα ως Man from Managra.

Έχεις σκεφτεί πως θα παρουσιάσεις live τον τελευταίο σου δίσκο; Ετοιμάζω κάποια αλλά η βασική ιδέα είναι να κάνω σε σπίτια, όχι σε μαγαζιά. Το πρώτο θα είναι για τους φίλους που είναι στα special thanks του δίσκου και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο βοήθησαν στη διαδικασία για να βγει και μετά σκοπεύω να το παρουσιάσω σε μαγαζιά. Μέχρι τώρα, όμως, δεν έχω κλείσει κάτι.

Είναι τελικά η δημιουργικότητα το αντίδοτο στο βαρύ κλίμα της κρίσης; Το βασικό πρόβλημα είναι η κρίση αξιών που έχει η κοινωνία. Στο πολιτικό κομμάτι, τι να πούμε; Μέρα με τη μέρα μας βάζουν όλο και πιο μέσα στην κρίση. Φοβάμαι ότι έχει ακόμα κατήφορο αλλά το οικονομικό μέρος δεν με νοιάζει καθόλου. Θα ζήσουμε με πιο λίγα. Ούτως η άλλως αυτό κάνουμε τόσο καιρό. Είμαστε τυχεροί που ζούσε σε μία χώρα με τέτοιες καιρικές συνθήκες, που έχουμε αυτό τον καιρό και αυτό τον ήλιο.

Ο δίσκος The Mand From Managra κυκλοφορεί σε περιορισμένο αριθμό βινυλίων και μπορείτε να τον ακούσετε/αποκτήσετε από τα: www.themanfrommanagra.bandcamp.com και www.themanfrommanagra.com.