Τα  ξημερώματα της 14ης Απριλίου του 2018 ο εξηντάχρονος Ντέιβιντ Μπάκελ μπήκε στο Prospect Park στο Μπρούκλιν. Εκεί, αφού έφτιαξε γύρω του ένα κύκλο με χώμα, λούστηκε με βενζίνη και αυτοπυρπολήθηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συνεχιζόμενη καταστροφή του πλανήτη. Αυτή η ενέργεια συνοδεύτηκε από μία εκτενή επιστολή στις εφημερίδες όπου έγραφε μεταξύ άλλων: «Οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη εισπνέουν τώρα αέρα που έχει γίνει ανθυγιεινός από τα ορυκτά καύσιμα και πολλοί πεθαίνουν πριν την ώρα τους εξαιτίας του – ο πρόωρος θάνατος μου με τη χρήση ορυκτών καυσίμων αντανακλά αυτό που κάνουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας (…) Η ρύπανση ρημάζει τον πλανήτη μας». Φυσικά το γεγονός χάθηκε σε κάποια μονόστηλα.

Ο David Wallace-Wells σκέφτεται όπως ο παραπάνω αυτόχειρας. Μόνο που ως δημοσιογράφος ξέρει ότι αυτά τα διαβήματα μπορεί να είχαν κάποια απήχηση τη δεκαετία του ’60 αλλά τώρα είναι παρωχημένα. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αυτοκτονήσεις για να σώσεις ένα πλανήτη που αυτοκαταστρέφεται. Υπάρχουν όμως πολλοί λόγοι να προσπαθήσεις να εξηγήσεις στο κοινό έστω και προβοκάροντας το, ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη δεν αφορά πιά ένα μακρινό μέλλον.

Ο αμερικανός δημοσιογράφος εξηγεί από την εισαγωγή ότι ποτέ δεν υπήρξε οικολόγος, ούτε είχε πολλά πάρε δώσε με τη φύση. Είναι ο κλασικός μητροπολιτάνος που θεωρεί δεδομένο το αυτοκίνητο, το αεροπλάνο, τον κλιματισμό, τον υπολογιστή, το κινητό και τη κεντρική θέρμανση. Το μόνο που έκανε όταν ξεκίνησε τη μελέτη του ήταν να αρχίσει να παρατηρεί πιο προσεκτικά τον κόσμο γύρω του και να διαβάσει τις αμέτρητες έρευνες σχετικά με την άνοδο της θερμοκρασίας της Γης. Και κατάλαβε ότι σε ό,τι αφορά την υπερθέρμανση του πλανήτη, όλοι, από τους ηγέτες των ισχυρών κρατών μέχρι τον τελευταίο πολίτη, εθελοτυφλούν. Γιατί όλοι θεωρούν ότι αυτός ο εφιάλτης είναι πολύ μακρινός.

Ωστόσο ο ρυθμός της αύξησης της θερμοκρασίας έχει επιταχυνθεί ιδίως μετά τη δεκαετία του ’50. Μαζί με τη καταναλωτική ευμάρεια κατέφτασε και η αλόγιστη χρήση του ξύλου, του κάρβουνου και του πετρελαίου. Ο άνθρωπος του εικοστού αιώνα αποδείχτηκε υπερβολικά αυτάρεσκος καθώς θεωρούσε ότι μπορεί να λεηλατεί αδιάκοπα και ατιμώρητα τη φύση. Και ο επίγονός του στον αιώνα που διανύουμε, αποδείχθηκε όχι μόνο πιο εγωιστής αλλά και τυφλός. 

Οι καταστροφικές πυρκαγιές που ξεσπούν τους καλοκαιρινούς μήνες στην Καλιφόρνια, ο τυφώνας Κατρίνα που χτύπησε τη Νέα Ορλεάνη, η μόλυνση της ατμόσφαιρας στο Πεκίνο, η ξηρασία που κυριαρχεί στη Μέση Ανατολή, καταστρέφοντας κοπάδια και σοδειές, και μετατρέπει τους κατοίκους της σε πρόσφυγες. Όλα αυτά δεν είναι καταστροφολογικά σενάρια. Είναι η πραγματικότητα που εισβάλλει από τις τηλεοπτικές οθόνες. Και δεν αντιμετωπίζεται με εβδομαδιαίες πορείες, ακτιβιστικές δράσεις εντυπωσιασμού και πρόσωπα-πυροτεχνήματα όπως η Γκρέτα Τούνμπεργκ.

Το μήνυμα που κρύβεται στο βιβλίο του «Ακατοίκητη Γη – Μία ιστορία του μέλλοντος» είναι απλό και σαφές. Διαθέτουμε ελάχιστο χρόνο -περίπου τρεις δεκαετίες- για να αποφύγουμε τις καταστροφικές συνέπειες της υπερθέρμανσης. Αλλιώς ολόκληρες περιοχές του πλανήτη θα βρεθούν κάτω από το νερό της θάλασσας. Οι κάτοικοί τους θα μεταβληθούν σε πρόσφυγες, το πόσιμο νερό θα εκλείψει, οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις θα μειωθούν. Η ανθρωπότητα προβλέπεται να αντιμετωπίσει την πείνα, τη δίψα, τους ξεχασμένους ιούς ασθενειών που θα ξεπηδήσουν από το λιώσιμο των πάγων και τις πολεμικές συγκρούσεις που θα ξεσπάσουν ως αποτέλεσμα όλων αυτών.

Η ανακύκλωση είναι σωστή, τα ηλεκτρικά οχήματα αναγκαία, οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας είναι ευπρόσδεκτες, ακόμα και η κατάργηση του πλαστικού είναι ενδεδειγμένη. Μόνο που αυτές οι σπασμωδικές ενέργειες στερούνται νοήματος όταν βλέπεις τη συνολική εικόνα. Γιατί δεν υπάρχει πια χρόνος. Δεν μπορούμε να πειραματιζόμαστε με ανεμογεννήτριες ενώ παράλληλα υπερκαταναλώνουμε ορυκτά καύσιμα για να βολευόμαστε στην άνετη ζωή του δυτικού ανθρώπου.

Οπότε ποια είναι η λύση; Ο αγγελιοφόρος των άσχημων νέων δεν έχει έτοιμες λύσεις και δεν είναι καν αισιόδοξος. Μπορούμε να χώσουμε το κεφάλι μας στην άμμο και να αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες μία κάθε φορά όπως κάνουμε τώρα. Μπορούμε -οι πιο λογικοί- να αποσυρθούμε σε κάποιο καταφύγιο και να ετοιμαστούμε για την επιβίωση μετά την ολική καταστροφή. Μπορούμε να πιέσουμε τις πολιτικές δυνάμεις ώστε να προβούν σε δυναμικές ενέργειες απέναντι στα πιο ενεργοβόρα κράτη τα οποία όμως είναι και τα πιο ισχυρά οικονομικά. Μπορούμε να ξανασκεφτούμε την πυρηνική ενέργεια κάτω από ένα πιο ψύχραιμο πρίσμα. Και μπορούμε φυσικά να βάζουμε τα μπουκάλια και τα χαρτιά στον κάδο ανακύκλωσης και μετά να πηγαίνουμε στο κέντρο με το SUV μας.

Κάποτε ο Αλ Γκορ είχε αποκαλέσει το ντοκιμαντέρ του για τη υπερθέρμανση του πλανήτη «άβολη αλήθεια». Είχε πολύ δίκιο. Οι άνθρωποι της Δύσης καταλαβαίνουν πολύ καλά το πρόβλημα. Το αναπνέουν στη πόλη τους, το μυρίζουν στο νερό και την τροφή τους, το συναντούν στην καθημερινή ειδησεογραφία. Απλά δεν επιθυμούν να το δούν. Βαφτίζουν τις αποδείξεις αλλαγής της θερμοκρασίας θεομηνίες, στρέφουν την προσοχή τους στο πλαστικό ή στις τίγρεις της Βεγγάλης που εξαφανίζονται, και προτιμούν να χειροκροτάνε στα πιτσιρίκια που παρελαύνουν με τα πλακάτ στο Σύνταγμα. Είναι πιο βολικό και ανέξοδο και ανώδυνο. Μέχρι να αντικρύσουμε τον οικολογικό Αρμαγεδώνα.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Κωστή Πανσέληνου.