Οι πεζόδρομοι της Αθήνας είναι μικρά νησιά, παραλληλόγραμμου σχήματος, περιτριγυρισμένα από κανάλια-δρόμους που αυτοκίνητα κυλούν στις κοίτες τους. Γι’ αυτό το λόγο οι πεζόδρομοι της Αθήνας μπορούν να εξελιχθούν σε καταφύγια ναυαγών-κατοίκων∙ όταν συμβαίνει αυτό οι ναυαγοί «χτίζουν» τα δικά τους καταφύγια-μπαρ με τις απαραίτητες προμήθειες (καφές και αλκοόλ) και περιμένουν εκείνους που θα ξεβράσει το επόμενο κύμα. Και όταν στο νησί οι ναυαγοί περνούν καλά τότε φροντίζουν το δρομολόγιο του καραβιού να τους φέρνει ξανά και ξανά στο νησί.
Το νησί της Τιμοθέου στο Παγκράτι μπορεί να το θυμόμαστε από την εποχή του Κύκλου, μπαρ με ροκ διαθέσεις που μάζευε κόσμο και από άλλες περιοχές, και κατόπιν της Συλλαβής, ενός πολύ ιδιαίτερο βιβλιοπωλείου-μπαρ που διοργάνωνε μουσικές βραδιές τόσο cozy που αισθανόσουν ότι βρισκόσουν στο σαλόνι του σπιτιού σου.
Πλέον τα συγκεκριμένα μαγαζιά δεν υπάρχουν αλλά έχουν έρθει καινούρια που διατηρούν το πνεύμα του νησιού ακέραιο από νωρίς το πρωί. Το πρωί στην Τιμοθέου συχνάζουν για καφέ κυρίως κάτοικοι της περιοχής, θα δείτε τις κυρίες που βγάζουν βόλτα τα σκυλάκια τους και που θα σας ενημερώσουν για όλες τις ενδιαφέρουσες ιστορίες της γειτονιάς, με την απαραίτητη νοσταλγική νότα.
Το βράδυ ο κόσμος έρχεται και από άλλα σημεία της Αθήνας, εκεί γύρω στις 22:00 ο πεζόδρομος παίρνει τα πάνω του, φέτος φαίνεται ότι είναι μια χρονιά που η Τιμοθέου θα είναι στα καλύτερα της αλλά μην αγχώνεστε, εδώ ούτε στριμωξίδι παίζει, ούτε αναστάτωση και εκνευρισμός. Το νησί είναι ζεν διατηρώντας ένα ωραίο ρυθμό χάρη στους θαμώνες του.
Στο νούμερο 7 βρίσκεται το Ohana, που άνοιξε μόλις τον Ιούνιο. Ohana means family και family means nobody gets left behind behind, όπως αναφέρεται στον τοίχο του μπαρ, ατάκα από την ταινία κινουμένων σχεδίων Lilo και Stitch της Disney. Xαβανέζικο και οικογενειακό το κλίμα όπως εξηγεί και ο Γιάννης που τον γνωρίζουμε από το Sutsu και το Bodega. Ο χώρος βρίσκεται υπό διαμόρφωση, σύντομα ο ένας τοίχος θα καλύπτεται από έργο του Νικήτα Κλιντ εμπνευσμένο από το διάσημο Κύμα του Ιάπωνα Χοκουσάι.
Το Ohana ανοίγει στις 10 το πρωί, οι μουσικές είναι κυρίως μαύρες, τα κοκτέιλ κοστίζουν από 6 έως 8 ευρώ, το απλό ποτό 5 κι εγώ απολαμβάνω το κοκτέιλ μου με ρούμι, τζίντζερ, λεμόνι, πουρέ μάνγκο (δικό τους), ζάχαρη. Όταν ρωτάω τον Γιάννη γιατί μαζί με τη γυναίκα του επέλεξαν την Τιμοθέου να ανοίξουν το μπαρ τους η απάντηση είναι αφοπλιστική «Είναι ένας δρόμος φιλόξενος που έχει ακόμη πολλά να δώσει, τα ενοίκια δεν είναι στα ύψη αλλά το σημαντικότερο είναι ότι τα παιδιά από το ΠάΡοΤ δίπλα, ο Ντίνος και ο Τάσος είναι φίλοι και αισθανόμουν καλά με αυτό».
Περνάμε λοιπόν στο ΠάΡοΤ δίπλα που άνοιξε το καλοκαίρι του 2014, έχει τους σταθερούς θαμώνες του και είναι πάντα έτοιμο να δεχτεί νέους. Πίσω από τη μπάρα, αναλόγως τη μέρα, θα συναντήσουμε τον Ντίνο, τον Τάσο ή την Αλεξάνδρα. Ο Ντίνος, που είναι και ο ιδιοκτήτης, επειδή μάλλον τον τρώνε τα χέρια του -δημιουργικότητα το λένε αλλιώς- συνεχώς φτιάχνει το μαγαζί, σχεδόν ό,τι θα δείτε εδώ μέσα είναι χειροποίητο.
Στο ΠάΡοΤ αγαπούν τα funky ακούσματα, δεν λένε όμως όχι και στα indie και τώρα τελευταία προτιμούν τα afro-beat. Είναι ανοιχτοί σε μουσικές που δε θα ακούσεις εύκολα αλλού, δεν προτιμούν τις εύκολες mainstream λύσεις. Τα κοκτέιλ στοιχίζουν 7 ευρώ, υπάρχουν περίοδοι που προτείνουν νέα κοκτέιλ και τότε θα βρείτε στα 6 ευρώ, και το ποτό 5.
Υπάρχει και κοκτέιλ με το όνομα Κουμίκο, είναι εμπνευσμένο από την ομώνυμη γατούλα του πεζόδρομου που τα παιδιά του μαγαζιού φροντίζουν καθημερινά. Τι κάνει το ΠάΡοΤ να ξεχωρίζει σύμφωνα με τον Ντίνο; «Είμαστε τόσο επαγγελματίες ώστε να μην μείνεις ποτέ δυσαρεστημένος από όσα σου προσφέρουμε και τόσο ερασιτέχνες ώστε να χαλαρώσεις, να μην νιώθεις ότι πράγματα είναι στημένα».
Παραδίπλα από το ΠάΡοΤ, ναι στην ίδια πλευρά του πεζόδρομου, συναντάμε έναν άλλο εκπρόσωπο του ζωικού βασιλείου, επίσης ιπτάμενο. Πρόκειται για το Κουνούπι, μπαρ-καφέ που υπό το νέο του ιδιοκτησιακό καθεστώς τελεί τα τελευταία δύο χρόνια.
Το Κουνούπι, που ανοίγει από τις 9 το πρωί, επεκτάθηκε τον χειμώνα που μας πέρασε για να είναι άνετα ο κόσμος που μέχρι τώρα το προτιμούσε αλλά και για να προσελκύσει και νέο κόσμο. Η διακόσμηση χαρακτηρίζεται κυρίως από ροκ στοιχεία ενώ ο Στιβ Μακ Κουίν μας κοιτάει με το μοναδικό του ύφος μέσα από ένα κάδρο στον τοίχο. Οι μουσικές κυμαίνονται σε ευρύ φάσμα, γενικά είναι αρκετά uplifting η διάθεση τους, από ροκ μέχρι ποπ, αναλόγως τη βραδιά και βλέποντας προς τα πού κινείται και η διάθεση του κόσμου. Τα κοκτέιλ είναι στα 7 ευρώ, αλλά κι εδώ υπάρχουν μέρες προσφορών που θα τα βρείτε στα 6, και τα ποτά είναι στα 5 ευρώ.
Ο Νικόλας που είναι πίσω από το μπάρα του Κουνουπιού το τελευταίο τρίμηνο μου ετοιμάζει ένα Apple Martini, για να πάρω δυνάμεις πριν συνεχίσω τη βόλτα μου.
Λίγο, πολύ λίγο παρακάτω από το Κουνούπι συναντάμε το Rudolf, με το εξαιρετικά καλόγουστο λογότυπο. Το μπαρ άνοιξε μόλις τον Ιούνιο, ο Θανάσης λέει ότι επέλεξαν το όνομα γιατί «κι εγώ και ο Νίκος είμαστε καρναβάλια και χορεύουμε “Ρούντολφ το ελαφάκι”, τα Χριστούγεννα. Το μαγαζί μας είναι διασκεδαστήριο, θέλουμε να το πάμε προς τα κοκτέιλ περισσότερο αλλά επειδή μόλις ανοίξαμε θα δούμε προς τα πού θα πάει η τάση του κόσμου και της γειτονιάς. Επιλέξαμε την Τιμοθέου γιατί έχει αρτιστίκ ατμόσφαιρα, κόσμο που αγαπάει τα ζώα όπως κι εμείς, τους βλέπεις καθημερινά πόσοι περνούν από τον πεζόδρομο με τα σκυλιά τους, είμαστε κι εμείς άνθρωποι της γειτονιάς και μ’ αρέσουν τα στέκια. Η Τιμοθέου έχει στέκια και το Rudolf θέλει να γίνει ένα στέκι που οι θαμώνες θα φέρουν νέους θαμώνες, θα γίνει μια αλυσίδα ανθρώπων, σε μια old school διάθεση όπως τότε που δεν είχαμε κινητά. Πάντως τα κοκτέιλ μας είναι απλά αλλά βασισμένα σε καλά υλικά και σωστούς συνδυασμούς και οι μουσικές μας προτιμούμε να είναι αναπάντεχες να μπορείς να ακούσεις μέχρι και Μαρινέλλα καπάκι μετά από Manu Chao».
Τα κοκτέιλ στο Rudolf κοστίζουν 7 ευρώ και το ποτό 5,5 ευρώ και ενώ πίνω το δροσερό και γευστικότατο κοκτέιλ που μου έφτιαξε ο Γιάννης χαζεύω τα φωτισμένα μπουκάλια που έχουν κρεμάσει τα παιδιά του Ρούντολφ στον πεζόδρομο, δίνοντας του έναν ωραία παράδοξο τόνο.
Η βόλτα στη Τιμοθέου ολοκληρώνεται στην παμπ Berlin by 5 Drunk Men, το παλαιότερο εν ενεργεία μαγαζί του πεζόδρομου. Εδώ, κατ’ αρχάς έχουμε την εξής πρωτοτυπία: Μπορείς, εάν θες, να σερβιριστείς μόνος σου με τρεις απλές κινήσεις. Παίρνεις το ποτήρι σου, το τοποθετείς σε πλάγια θέση κάτω από την κάνουλα, ανοίγεις τη στρόφιγγα και βάζεις όση μπίρα θέλεις στο ποτήρι σου. Είσαι έτοιμος. Πέρα από αυτό, υπάρχουν 25 draft μπίρες που μπορείς να δοκιμάσεις, 25 πολύ ιδιαίτερες ετικέτες.
«Μπίρα σημαίνει ροκ» λέει γελώντας ο συνιδιοκτήτης Κώστας και συνεχίζει «οι 5 Drunk Men του τίτλου είμαστε η παρέα από την Καισαριανή που δημιουργήσαμε το μαγαζί και όταν ήμασταν μικροί πηγαίναμε στο Red Lion και λέγαμε ότι αυτό θέλαμε να κάνουμε στη ζωή μας, να ανοίξουμε μια παμπ». Στο 5 Drunk Men by Berlin μπορείς να συνοδεύσεις τη μπίρα σου με φαγητό τύπου μπιραρίας.