Ξεκίνησε με λίγους ανθρώπους να χορεύουν έξω στη ζέστη του καλοκαιριού. Και είναι μια συγκλονιστική ιστορία που έγραψε ο John Waller στην Guardian. Χέρια να χτυπιούνται, σώματα να λικνίζονται και ρούχα μούσκεμα στον ιδρώτα. Xόρευαν όλη τη νύχτα μέχρι το πρωί. Σταματώντας σπανίως για να φάνε ή να ξεδιψάσουν, αγνοώντας την κούραση και τον πόνο των ποδιών τους, συνέχιζαν επί μέρες. Μέχρι τη στιγμή που παρενέβησαν οι αρχές, εκατοντάδες ακόμα χόρευαν με τον ίδιο ξέφρενο τρόπο.
Αλλά αυτό δεν ήταν ένα από εκείνα τα ρέιβ πάρτι του ‘80 που ξεκινούσαν κάπου παράμερα και κατέληγαν σε χωράφια γεμάτα λάσπη. Αντίθετα, είναι μια από τις πιο περίεργες επιδημίες της παγκόσμιας ιστορίας. Και συνέβη πριν από 500 χρόνια στο Στρασβούργο. Κατά τη διάρκεια τριών καυτών μηνών του 1518, αρκετές εκατοντάδες άνθρωποι ένιωσαν έναν καταναγκασμό να χορέψουν.
Ο χορός τους συνέχισε μέχρι που μερικοί από αυτούς κατέρρευσαν και πέθαναν επί τόπου. Τι συνέβαινε;
Σύμφωνα με μία αναφορά της δεκαετίας του 1530 από τον ευέξαπτο αλλά λαμπρό γιατρό Paracelsus, η «χορευτική επιδημία του Στρασβούργου» ξεκίνησε στα μέσα Ιουλίου 1518, όταν μια μοναχική γυναίκα βγήκε έξω από το σπίτι της και χόρευε ασταμάτητα για αρκετές ημέρες. Μέσα σε μια εβδομάδα, δεκάδες άλλοι είχαν καταληφθεί από την ίδια ακαταμάχητη μανία.
Οι προύχοντες που διοικούσαν την πόλη δεν ήταν ευχαριστημένοι. Ένας από αυτούς, ο συγγραφέας Sebastian Brant, είχε αφιερώσει ένα κεφάλαιο από το ηθικολογικό του bestseller, το Ship of Fools, στην χορευτική παράνοια. Μπερδεμένοι από το χάος στους δρόμους, ο ίδιος και οι υπόλοιποι δημοτικοί σύμβουλοι συμβουλεύθηκαν τοπικούς γιατρούς οι οποίοι, σύμφωνα με την τότε ιατρική σοφία, απεφάνθησαν ότι ο χορός είναι το αποτέλεσμα του «πολύ θερμού αίματος» του εγκεφάλου.
Οι σύμβουλοι διέταξαν αυτό που θεώρησαν ως κατάλληλη θεραπεία: περισσότερο χορό! Διέταξαν την εκκαθάριση μιας υπαίθριας αγοράς σιτηρών, επιτάξαν τις αίθουσες των συντεχνιών και έστησαν μια μεγάλη σκηνή δίπλα σε μια έκθεση αλόγων. Εκεί συνόδευσαν τους μανιακούς χορευτές με την πεποίθηση ότι αν αυτοί συνέχιζαν τον ξέφρενο χορό τους θα απέβαλαν την ασθένεια.
Προσέλαβαν μέχρι και μουσικούς και πλήρωσαν «δυνατούς άνδρες» για να κρατάνε τους κουρασμένους όρθιους, στηρίζοντας τα σώματά τους καθώς χόρευαν. Αυτοί συνέχισαν να χορεύουν κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο σε ένα σκηνικό τόσο δαιμονικά απόκοσμο όσο μόνο η φαντασία του Hieronymus Bosch μπορούσε να συλλάβει.
Ένα ποίημα στα αρχεία της πόλης εξηγεί τι συνέβη στη συνέχεια: «Στην τρέλα τους οι άνθρωποι συνέχιζαν να χορεύουν μέχρι να χάσουν τις αισθήσεις τους και πολλοί πέθαναν». Το συμβούλιο κατάλαβε ότι είχε κάνει λάθος. Αποφασίζοντας ότι οι χορευτές ήταν θύματα ιερής οργή και όχι των ερεθισμένων εγκεφάλων τους, επέβαλαν απαγόρευση της μουσικής και του χορού δημοσίως. Έτσι, οι χορευτές μεταφέρθηκαν σε ένα ιερό αφιερωμένο στον Άγιο Βίτο, σε μια μουχλιασμένη σπηλιά πάνω στα βουνά, όπου, αφού τους έβαλαν να φορέσουν κόκκινα παπούτσια στα ματωμένα πόδια τους, τους οδήγησαν να χορεύουν γύρω από το ξύλινο ειδώλιο του αγίου. Τις επόμενες εβδομάδες, λένε τα αρχεία, οι περισσότεροι σταμάτησαν την ενεξέλεγκτη κίνησή τους. Η επιδημία είχε τελειώσει.
Αυτό το παράξενο κεφάλαιο της ανθρώπινης ιστορίας δημιουργεί πολλές ερωτήσεις που είναι δύσκολο να απαντηθούν. Γιατί οι προύχοντες συνταγογραφούσαν περισσότερο χορό ως θεραπεία; Γιατί έβαλαν στους χορευτές κόκκινα παπούτσια; Και πόσοι άνθρωποι πέθαναν; (Ένας συγγραφέας που ζούσε κοντά στην πόλη υπολόγισε 15 την ημέρα, τουλάχιστον για ένα διάστημα, αλλά αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί.)
Μπορούμε με κάποια σιγουριά, νομίζω, να πούμε τί προκάλεσε και τί όχι αυτό το περίεργο φαινόμενο. Για κάποιο χρονικό διάστημα, ο εργοτισμός έμοιαζε να είναι μια καλή εξήγηση. Προκαλείται από την κατανάλωση φαγητού που έχει επιμολυνθεί από ένα είδος μούχλας που ευδοκιμεί στη σίκαλη όταν έχει πάρει υγρασία και παράγει μια χημική ουσία που συγγενεύει με το LSD. Μπορεί να προκαλέσει τρομακτικές ψευδαισθήσεις και βίαιους σπασμούς. Αλλά είναι πολύ απίθανο οι πάσχοντες να χόρευαν για μέρες. Εξίσου απίθανος είναι ο ισχυρισμός ότι οι χορευτές ήταν αμαρτωλοί. Ήταν σαφές στους παρατηρητές ότι δεν ήθελαν να χορεύουν. Αλλά η πιο αξιόπιστη εξήγηση, κατά την άποψή μου, είναι ότι ο λαός του Στρασβούργου ήταν θύματα της μαζικής ψυχογενούς ασθένειας, που κάποτε αποκαλούνταν «μαζική υστερία».
Υπήρχαν αρκετά ξεσπάσματα χορού τους προγενέστερους αιώνες που επηρρέασαν λίγους ή πολλούς ανθρώπους, σχεδόν όλα σε πόλεις κοντά στον ποταμό Ρήνο. Μαζί με τους εμπόρους, τους προσκυνητές και τους στρατιώτες που κινούνταν σε αυτά τα νερά, ταξίδευαν και τα νέα και οι διαδόσεις. Μια συγκεκριμένη ιδέα φαίνεται να είχε εγκατασταθεί στην πολιτιστική συνείδηση της περιοχής: ότι ο Άγιος Βίτος τιμωρούσε τους αμαρτωλούς κάνοντάς τους να χορεύουν. Ένας πίνακας ζωγραφικής στον καθεδρικό ναό της Κολωνίας δραματοποιεί την κατάρα: κάτω από μια εικόνα του Αγίου Βίτου, τρεις άντρες χορεύουν χωρίς χαρά, τα πρόσωπά τους με μια έκφραση ντελιριακή, αποστασιοποιημένα από την πραγματικότητα.
Τέτοιες υπερφυσικές πεποιθήσεις μπορεί να έχουν δραματικές επιπτώσεις στη συμπεριφορά μας. Μια κλασική περίπτωση είναι ο «δαιμονισμός», κατά τον οποίο οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν να έχουν καταληφθεί από κάποιο πνεύμα. Η Αμερικανή ανθρωπολόγος Erika Bourguignon γράφει για το πώς η ανατροφή σε ένα «θρησκόληπτο περιβάλλον», στο οποίο η κατοχή από πνεύμα λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, προτρέπει τους ανθρώπους να εισέλθουν σε μια διασχιστική διανοητική κατάσταση, όπου η φυσιολογική συνείδηση απενεργοποιείται.
Οι άνθρωποι ενεργούν σύμφωνα με την αναμενόμενη από την κοινωνία συμπεριφορά του «δαιμονισμένου». Αυτό συνέβαινε στα Ευρωπαϊκά μοναστήρια πριν από τις αρχές του 1700, όταν κάποιες μοναχές σφάδαζαν, είχαν σπασμούς, αφρούς στο στόμα, έκαναν άσεμνες χειρονομίες, σκαρφάλωναν στα δέντρα και νιαούριζαν σαν τις γάτες. Η συμπεριφορά τους φαινόταν παράξενη, αλλά οι καλόγριες ζούσαν σε κοινότητες όπου ωθούνταν να τρέφουν εμμονές με την αμαρτία και ενθαρρύνονταν σε μια μυστικιστική υπερφυσικότητα. Εκείνοι που πίστευαν ότι η ψυχή τους έχει καταληφθεί από δαίμονες συχνά εισέρχονταν σε μια διασχιστική κατάσταση, κατά την οποία έκαναν ακριβώς αυτό που οι θεολόγοι και οι εξορκιστές περιέγραφαν για τους «δαιμονισμένους». Σε κάποιες περιπτώσεις, η «δαιμονική κατοχή» εξαπλωνόταν και σε παρευρισκόμενους που μοιραζόντουσαν τους ίδιους θρησκευτικούς φόβους.
Αυτές οι παρατηρήσεις θα μπορούσαν ασφαλώς να εφαρμοστούν σε όσα συνέβησαν στο Στρασβούργο το 1518. Η κατάρα του Αγίου Βίτου είναι ακριβώς αυτό το είδος της υπερφυσικής πεποίθησης που μπορεί να οδηγήσει σε διασχιστικές καταστάσεις. Τα χρονικά συμφωνούν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι υπέθεταν ότι ο εξοργισμένος Άγιος Βίτος προκάλεσε τη μανία. Οπότε το μόνο που χρειάστηκε για μερικούς από τους ευσεβείς και συναισθηματικά ευάλωτους ήταν να πιστέψουν ότι ο Άγιος Βίτος τους είχε στο μάτι για να εισέλθουν σε μια κατάσταση έκστασης κατά την οποία αισθάνθηκαν υποχρεωμένοι να χορεύουν για μέρες.
Εάν η χορευτική μανία ήταν πραγματικά μια περίπτωση μαζικής ψυχικής ασθένειας, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί επηρέασε τόσους πολλούς ανθρώπους: λίγες πράξεις θα μπορούσαν να είναι πιο ευνοϊκές για την ενεργοποίηση μιας τόσο δυνατής ψυχικής επιδημίας από την απόφαση του τοπικού συμβουλίου να περιορίσει τους χορευτές στα πιο δημόσια μέρη της πόλης. Η έκθεσή τους καθιστούσε και άλλους πολίτες ευάλωτους, καθώς τους έκανε να σκέφτονται τις δικές τους αμαρτίες και την πιθανότητα να είναι επόμενοι.
Η ζωή στο Στρασβούργο στις αρχές της δεκαετίας του 1500 ικανοποιούσε ακόμα μία βασική προϋπόθεση για την εμφάνιση ψυχογενών ασθένειών: τα χρονικά καταγράφουν τη μεγάλη δυσφορία της εποχής που οδηγεί σε υψηλά επίπεδα ευαισθησίας σε τέτοια φαινόμενα. Οι κοινωνικές και θρησκευτικές συγκρούσεις, οι τρομακτικές νέες ασθένειες, η χαμηλή συγκομιδή και η αύξηση της τιμής του σιταριού προκάλεσαν εκτεταμένη δυστυχία. Ένας χρονικογράφος περιέγραψε το 1517 με απόλυτη ακρίβεια ως μια «κακή χρονιά». Το επόμενο καλοκαίρι, τα ορφανοτροφεία, τα νοσοκομεία και τα καταφύγια ήταν γεμάτα με ανθρώπους σε απελπισία. Αυτές ήταν οι ιδανικές συνθήκες για να πιστέψουν οι άποροι της πόλης ότι ο Θεός ήταν θυμωμένος μαζί τους και ότι ο Άγιος Βίτος περιπολούσε τους δρόμους τους.
Ευτυχώς, η χορευτική επιδημία του 1518 ήταν η τελευταία του είδους της στην Ευρώπη. Κατά πάσα πιθανότητα, η εμφάνιση περαιτέρω κρουσμάτων μειώθηκε μαζί με την εξασθένιση των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Με αυτόν τον τρόπο, η χορευτική μανία υπογραμμίζει τη δύναμη του πολιτισμικού πλαισίου να διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται η ψυχολογική ταλαιπωρία.
Η επέτειος για τα 500 χρόνια από τη χορευτική επιδημία σηματοδοτείται φέτος με μια έκθεση στο Strasbourg’s Musée de l’Oeuvre Notre-Dame, την παραγωγή ενός τηλεοπτικού ντοκιμαντέρ, τη δημοσίευση του μυθιστορήματος του γάλλου συγγραφέα Jean Teulé, ακόμη και με ένα techno πάρτι που οργανώθηκε από μια ομάδα DJs που έχουν υιοθετήσει το όνομα “1518”. Και γιατί όχι; Λίγα γεγονότα μπορούν αποκαλύψουν τόσο έντονα τα αλλόκοτα άκρα στα οποία μπορεί να μας οδηγήσει ο εγκέφαλός μας όταν πέφτει στην παγίδα του συλλογικού φόβου.
Πηγή: The Guardian