Αν ήταν ταινία το καλοκαίρι μου θα ήταν το Κορίτσια για φίλημα του Γιάννη Δαλιανίδη.
Και τραγούδι… το Κορμί κι αλάτι, Μπέσσυ Αργυράκη.
https://www.youtube.com/watch?v=L-Bn8sE0_ts
Το βιβλίο που θα πάρω φέτος είναι το Φυσιολογία της Γεύσης του Ζαν Ανθελμ Μπριγιά-Σαβαρέν
Πάντα θα θυμάμαι το μπάνιο στην παραλία Κεδρόδασος στα Χανιά το 2014. Ήταν Σεπτέμβριος και κάναμε ελεύθερο camping. Για τρεις μέρες ήμασταν εντελώς μόνοι μας ζώντας το βαθύ γαλάζιο, γυμνοί και ξυπόλητοι. Μαγεία.
Και ότι δεν ήθελα ν’ αγοράσω σπίτι πουθενά, γιατί μετά κολλάς με το «εξοχικό» και δεν πας πουθενά αλλού.
Μια φωτογραφία που μου θυμίζει πολλά είναι έξω από το σπίτι μας στη Νάξο. Σίγουρα ο γείτονας θα έπαιζε το μπαγλαμαδάκι του στη βεράντα. Πάντα ξυπόλητη και πάντα με γδαρμένα γόνατα και αγκώνες. Η πρόγιαγιά μου η Κατίνα σίγουρα θα τηγάνιζε πατάτες ή «τσι πατατοκεφτέδες» της και ο προπάππους μου ο Τάσος θα έβλεπε τα νέα.
Και η ανάμνηση που έχω σαν παιδί είναι να βάζω την θεία μου να μου πιάσει ψαράκια με το κουβαδάκι, να γλιστράει και να σπάει το πόδι της.
Το πρώτο φιλί που έδωσα ήταν στο γήπεδο του χωριού και με τσίμπησε σκορπιός.
Πάντα στις διακοπές ήθελα να είμαι ξυπόλητη, μαυρισμένη, με μόνιμη αλμύρα στα μαλλιά και να τρώω τηγανητές πατάτες.
Αυτό που με εκνευρίζει είναι όσοι φωνάζουν στην παραλία και όσοι κουβαλάν μαζί τους την πόλη στο νησί.
Δεν τρελαίνομαι για παγωτά. Και προτιμώ την ηλιοθεραπεία από τα μπάνια. Αλλά αν πρέπει να υπολογίσω, εκεί γύρω στο 1990 πρέπει να έκανα 90 μπάνια και να έφαγα 90 παγωτά στη Νάξο.
Οι σφήκες και τα φίδια είναι αυτό που φοβάμαι πιο πολύ στην εξοχή.
Αν μου έχει μείνει στον ουρανίσκο ένα φαγητό αυτό ήταν στην Αξιώτισσα στο Καστράκι της Νάξου, το κατσικάκι στην λαδόκολλα με πατάτες του νησιού, ξινοτύρι και γραβιέρα.
Του φρούτο του καλοκαιριού είναι η ντομάτα, σε κάθε της μορφή.
Δεν υπάρχει hangover στις διακοπές. Συμβαίνει κάτι μαγικό, τουλάχιστον σε εμένα και έχω δεκαπλάσιες αντοχές στο ξενύχτι και τις κραιπάλες, απ’ ότι στην Αθήνα. Το τελευταίο πάντως καλό ξενύχτι ήταν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο με φίλους στην Επίδαυρο όπου φύγαμε από την Disco Kapaki γύρω στις 7 το πρωί, χαζέψαμε την αυγή και ακούσαμε τα πρώτα τζιτζίκια από το μπαλκόνι μας, τρώγοντας ψωμί με αλατισμένο βούτυρο και πατέ. Στην διαδρομή προς το σπίτι, ακούγαμε Μαρινέλλα στη διαπασών.
Πάντα κοντοστέκομαι για λίγο στις διακοπές όταν αρχίζει και πέφτει ο ήλιος και τα πάντα βάφονται χρυσά.
Και θυμάμαι πως ένα καλοκαίρι είχα ερωτευτεί έναν Ιρλανδό που γνώρισα στη Νάξο. Τον Πάτι. Μόλις είχα τελειώσει το σχολείο, ήμουν δεν ήμουν 18. Περάσαμε πολύ ωραία για καμιά δεκαριά μέρες, χωρίς να αφήσουμε καμία αυγή χωρίς να την χαζέψουμε από το λιμάνι, ή bar/club του νησιού που να μην πάμε. Δώσαμε ραντεβού για το επόμενο καλοκαίρι και όντως ξαναβρεθήκαμε και περάσαμε τέλεια. Χοροί, ποτά, ξενύχτια, αυγές, ηλιοβασιλέματα και όλα αυτά που κάνεις χωρίς να κουράζεσαι ποτέ, στα 19-20 σου. Έκανα να πάω στο νησί 2-3 χρόνια και δεν τον ξαναείδα ποτέ.
Το πρώτο πράγμα που κάνω όταν γυρίζω πίσω είναι να πέσω σε μελαγχολία για τουλάχιστον 4-5 μέρες, να κάνω ματζούνια και δοξασίες για να μην μου φύγει το μαύρισμα, να βάζω στόχους για τη νέα σεζόν, να φτιάχνω την αγαπημένη μου μακαρονάδα που στερήθηκα στις διακοπές γιατί κανείς δεν την κάνει σαν εμένα (λιγκουίνι με καμμένη στο βούτυρο μυζήθρα) και να περνάω ώρες αγκαλιά με τον σκύλο μου.
Η απόφαση που παίρνω κάθε καλοκαίρι για το φθινόπωρο και δεν τηρώ ποτέ είναι να κόψω το κάπνισμα.