spotify-generic

Είχαμε συνηθίσει τόσα χρόνια να ακούμε πως η πειρατεία, μεταξύ άλλων, σκότωνε τη μουσική. Η λογική ήταν απλή: αν κάποιος κατέβαζε παράνομα το άλμπουμ ή τα τραγούδια εν γένει ενός καλλιτέχνη, ο τελευταίος δεν έπαιρνε μία με αποτέλεσμα ο κάθε «πειρατής» να μεταφράζεται σε μία χαμένη πώληση. Αυτό ήταν κάτι που η μουσική βιομηχανία μέσω των «αρχαγγέλων» της (RIAA, BPI και… λοιποί συγγενείς) προσπαθούσε να εξαλείψει από την εποχή που το ίντερνετ βρισκόταν σε εμβρυακό στάδιο αλλά εις μάτην: για κάθε peer-to-peer πρόγραμμα διακίνησης που έκλεινε, δέκα άνοιγαν, ενώ όταν ακόμα κι αυτά πέρασαν… εκτός μόδας, η σκυτάλη πέρασε στα torrents τα οποία μόλις πρόσφατα βρέθηκε έμμεσος τρόπος να αντιμετωπιστούν.

Θα περίμενε κανείς λοιπόν οι χαρτογιακάδες της βιομηχανίας να ανοίγουν τη μία σαμπάνια μετά την άλλη πανηγυρίζοντας για τις επιτυχίες τους. Ε, δεν είναι ακριβώς αυτή η κατάσταση. Μουσική βιομηχανία και ίντερνετ ποτέ δεν τα πήγαιναν ιδιαίτερα καλά και η σχέση αυτή δεν αλλάζει, ακόμα κι όταν οι συνθήκες φαίνονται να ‘ναι οι καλύτερες. Η πλάκα είναι εν τω μεταξύ πως αυτή τη φορά, μολονότι πρόβλημα υπάρχει, εντούτοις δεν εντοπίζεται τίποτα το παράνομο ή παράτυπο! Ο μεγάλος βραχνάς των δισκογραφικών και των ενώσεών τους δεν είναι άλλος από τις πλατφόρμες streaming μουσικής. Το Spotify αποτελεί τον αδιαμφισβήτητο κυρίαρχο στον χώρο με το Last.fm να ακολουθεί και τη Google να έρχεται φορτσάτη με την υπηρεσία Music Key για το YouTube (ανακοινώθηκε μόλις: £9,99 τον μήνα για προβολή βίντεο χωρίς διαφημίσεις και download για offline χρήση).

Προφανώς και οι συγκεκριμένες υπηρεσίες πληρώνουν στη βιομηχανία δυσθεώρητα ποσά κάθε χρόνο για να έχουν το δικαίωμα να προσφέρουν τη δουλειά των καλλιτεχνών τους (με εξαίρεση την Taylor Swift η οποία πρόσφατα έκανε πανηγυρική έξοδο από το Spotify χαρακτηρίζοντας λίγο-πολύ την υπηρεσία σκουπίδι και κατηγορώντας τη ότι έχει ευτελίσει τελείως την έννοια της αγοράς ενός άλμπουμ), όμως με δεδομένη την αύξηση της δημοτικότητάς τους, ίσως τελικά αυτές να κάνουν στις εταιρείες του χώρου περισσότερο καλό, παρά κακό. Μουσικόφιλοι που υπό άλλες συνθήκες θα αγόραζαν άλμπουμ, παίρνουν το ένα CD μετά το άλλο ή ακόμα χειρότερα –για τις εταιρείες πάντα- ακούν μεμονωμένα κομμάτια ψηφιακά. Το κυριότερο; Πληρώνουν ένα φιξ ποσό σε μηνιαία ή και ετήσια βάση και ξεχνούν την αγορά δισκακίων. Πώς αυτοί οι καταναλωτές που έχουν εκπαιδευτεί σε έναν συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας θα επιστρέψουν στο παλιό μοντέλο; Ακριβώς: δεν θα επιστρέψουν.

Η βιομηχανία έδωσε το ΟΚ στο YouTube να αναπαράγει τα κομμάτια της με το αζημίωτο, ενέκρινε αποκλειστικές υπηρεσίες streaming τύπου Spotify και σε πρώτη φάση χαμένη δεν βγήκε: αυξήθηκε η πελατειακή της βάση, ιδιαίτερα μέσω του YouTube έγιναν γνωστά κομμάτια και κομμάτια και γενικώς κέρδισε σε θέμα δημοσιότητας. Τι γίνεται όταν πάμε στο «ζουμί» όμως, τις πωλήσεις; Ο καταναλωτής μαθαίνει στο streaming, βολεύεται μ’ αυτό και εκεί θα παραμείνει. Με αυτό ως δεδομένο, ας χαλαρώσουμε ένα λεπτό και ας πιούμε την πορτοκαλάδα μας στη μνήμη του CD το οποίο το ίντερνετ εν τέλει κατάφερε να σκοτώσει χωρίς την παραμικρή υπόγεια μέθοδο. Το τέλειο έγκλημα. Να ζήσουμε να το θυμόμαστε…