Υπήρξε μια εποχή στην Αθήνα που, αν έλεγες σε μια παρέα μουσικόφιλων τη φράση “The Voice”, κανείς δεν σκεφτόταν ότι μιλάς για τηλεοπτικό σώου. Αντιθέτως, όλοι καταλάβαιναν ότι μιλάς για την Εύη Χασαπίδου-Watson. Η γυναίκα που χαρακτήρισε με το στιχουργικό και συνθετικό ταλέντο της, αλλά κυρίως με την εξαιρετική φωνή και τη μοναδική ερμηνεία της, τον ήχο δύο σπουδαίων ελληνικών σχημάτων: των No Man’s Land και των Echo Tattoo. Η “Φωνή” και οι Echo Tattoo επιστρέφουν στα κοινά μέσω της Labyrinth Of Thoughts. Με την επανακυκλοφορία σε σπέσιαλ έκδοση βινυλίου του Mind Your Step (μια σπουδαία δουλειά του 2008, που αδικήθηκε από πλευράς δημοσιότητας)· και με την εμφάνισή τους στο φεστιβάλ της εταιρίας (Παρασκευή 9/5/14, στο ΑΝ). Η επιστροφή των Echo Tattoo δεν εντάσσεται στα πλαίσια μιας ρετρό αναπόλησης, αλλά αντίθετα σηματοδοτεί την επικείμενη επιστροφή τους και με νέο υλικό. Ας αφήσουμε όμως την ίδια την Εύη να μας τα πει…
Η επανέκδοση του σε βινύλιο, αποτελεί ζέσταμα για κάποια νέα κυκλοφορία; Πώς ήταν όλα αυτά τα χρόνια η κατάσταση με τους Echo Tattoo; Η δισκογραφική σιγή σήμαινε και απραξία, ή υπήρχε κάποια απομονωμένη δημιουργική διαδικασία; Από πού να ξεκινήσω… Πάμε από το 2003 που έγραψα το “Love is free” και στην ουσία άρχισε αυτή η πολυετής γέννα του Mind your Step. Δουλέψαμε επί δύο χρόνια στο στούντιο για το άλμπουμ αυτό, με αποτέλεσμα το 2008 που κυκλοφόρησε από τη Recycled Recordings (των Παντουβάκη και Ασσέρ) να περάσει σχεδόν απαρατήρητο μετά από τόση δουλειά και την απίστευτη τύχη που είχαμε να συνεργαστούμε με τους άγιους αυτούς ανθρώπους στο στούντιο SCA, τον Άρη Χρήστου και το Θοδωρή Ζεφκιλή (και τον προσωπικό μου σκλάβο κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων το Νίκο Μασσαρά, ο οποίος τώρα έχει έναν πολυχώρο στην Κέρκυρα και κάνει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, live κτλ). Έφυγαν ένας-ένας οι παίχτες, ο Πάνος ο πληκτράς, ο Κάλι ο ντράμερ, ο Θανάσης ο μπασίστας μας, από το συγκρότημα και μετά και από τη ζωή, εγώ έγινα μαμά και επί 3 χρόνια είχα τον Ωρίωνα κολλημένο στο στήθος μου, μετά είχαμε τις προσωπικές του μάχες ο καθένας μας αλλά όλο και κάπου εμφανιζόμασταν, όλο και κάτι ηχογραφούσαμε κατ’οίκον. Η δισκογραφική σιγή ήταν κυρίως αποτέλεσμα των συνθηκών που επικρατούσαν στην πολύπαθη ανεξάρτητη σκηνή αλλά ποτέ δεν υπήρξε εσωτερική σιγή, ποτέ δεν βγήκαμε από τη δημιουργική διαδικασία. Δεν ξέρω αν οι καλλιτέχνες βγαίνουν ποτέ από αυτήν, δεδομένου ότι όλες τους οι εμπειρίες συνεισφέρουν στο έργο τους με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Και ναι, Παναγιώτη μου, ζεσταινόμαστε, διατάσεις, πηδηματάκια κτλ. Μπαίνουμε από στιγμή σε στιγμή. Η γνωριμία μας με τον Νίκο Στυλίδη που έχει τη Labyrinth of Thoughts υπήρξε καταλυτική και για τους δύο μας σε πολλά επίπεδα. Σε ότι έχει να κάνει με τη μουσική, σπρώχνουμε ο ένας τον άλλο προς τον καλύτερό του εαυτό και μαζί μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Ένα μικρό παράδειγμα είναι το “She move” το extra track που ήθελε ο Νίκος να βάλουμε στο δίσκο, το οποίο το λάτρεψε από τη στιγμή που το ξέθαψε από το σκληρό μου δίσκο, το οποίο όμως ηχητικά ήταν ένα δράμα αφού το είχαμε από εγγραφή του 1993, σε τετρακάναλο. Το βάλαμε κάτω και του αλλάξαμε τα φώτα! Εγώ ανέλαβα να εξαφανίσω τους θορύβους και ο Νίκος έκανε το mastering. Αν βρεις σημαντικές διαφορές ανάμεσα στο “She move” και τα υπόλοιπα tracks του δίσκου, να μου τρυπήσεις και το άλλο ρουθούνι. Καλά να είμαστε και σχέδια έχουμε πολλά!
Οι αλλαγές στη σύνθεση φέρνουν και κάποια αλλαγή στον ήχο σας; Δώσε μας μια ιδέα για όσα ετοιμάζετε. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να έχουμε μια ομάδα εξαιρετικά ταλαντούχων και ικανών νεώτερών μας μουσικών με τους οποίους συμπνέουμε ιδεολογικά και είναι και ωραία τυπάκια. Ο ήχος προφανώς θα αλλάξει.Τέρμα τα πλήκτρα. Ο Αλφόνσος είναι εξαιρετικά ευέλικτος κιθαρίστας και έχει τρομερή αισθητική, κάπου το πράγμα έχει αρχίσει να αγριεύει πολύ περισσότερο, κάπου να γκρουβάρει αναπάντεχα. Ο Νίκος, ο ντράμερ μας, είναι εντελώς τρελός, ειλικρινά δεν έχω ακούσει ποτέ στη ζωή μου τόσες ghost notes, τόσο καλά παιγμένες. Αρκεί ίσως να σου πω, ότι ήρωάς του είναι ο Pert των Rush. Κι ο μπασίστας μας, άλλη περιπτωσάρα, βρίσκει κάτι σχηματάρες που δεν πιστεύω στ’αυτιά μου ώρες-ώρες (και είναι και καλός στους μεσαιωνικούς χορούς). Με αυτά τα μπουμπούκια θα συνεχίσουμε τις περιπέτειές μας στη δισκογραφία, αφενός με το single που θα ηχογραφήσουμε (με τη βοήθεια του Βισνού) για λογαριασμό της Labyrinth, αφετέρου με ένα full length album στη συνέχεια. Την Παρασκευή 9 του μήνα (για δυνατούς λύτες: “σε λένε το κορίτσι του….”), εμφανιζόμαστε στο AN Club μαζί με Ducky Boyz και Clerks’ Conspiracy στο πρώτο φεστιβάλ της Labyrinth. Θα έχουμε και τα τελευταία βινύλια που κράτησε η μπάντα για το event και όλες οι κυκλοφορίες της εταιρείας θα πωλούνται σε χαμηλές τιμές. Θα χαρούμε να σας δούμε, από τη σκηνή βέβαια, γιατί θα το παίζουμε σούπερσταρζ και θα κάνουμε βελονισμό στα παρασκήνια.
Τι σημαίνει ψυχολογικά να επιστρέφεις μετά από τόσα χρόνια; Πόσο αλλαγμένοι είστε σαν άνθρωποι; Πώς επηρεάζουν τη μουσική σας οι πιθανές αλλαγές στη ζωή σας; Επιστρέφουμε; Γιατί που είχαμε πάει; (σφυρίζει αδιάφορα, κλωτσάει το χαλίκι, βάζει κραγιόν, καθαρίζει τα γυαλιά της, βάζει αντηλιακό). Δεν ξέρω τι να σου απαντήσω σε αυτό. Αλλαγμένοι; Όχι, ιδιαίτερα. Ίσως πιο συνειδητοποιημένοι, πιο ανυπόμονοι σε κάποια πράγματα, πιο υπομονετικοί σε άλλα. Ας μην επεκταθώ, ακούστε το”Everybody’s Free (To Wear Sunscreen)” και τα ξαναλέμε. Οι αλλαγές στη ζωή σου δεν θα συμπαρασύρουν απαραίτητα το ύφος των κομματιών, ίσως σου βγει κάτι πιο ανάλαφρο με τις χαρές, ίσως κάτι πιο θλιμμένο με τις λύπες, ίσως γράφεις περισσότερο, ίσως καθόλου. Στις χαρές γράφω μάλλον λιγότερο: “too busy having fun”! Συνήθως γράφω περισσότερο, όταν προσμένω κάτι. Σε πρακτικό επίπεδο, τουλάχιστον στη δική μου περίπτωση, δεν υπάρχει παρά μόνο μία σταθερή: Αν είναι στημένο το στούντιο στο σπίτι στο οποίο βρίσκομαι, γράφω. Αν δεν είναι, δεν γράφω παρά μόνο ιδέες στο κινητό για μην τις ξεχάσω, σπάνια όμως γίνονται κομμάτια. Όταν έχεις ένα μικρό παιδί στο σπίτι, δεν έχεις την πολυτέλεια της επανάληψης (παίζω το κομμάτι 30 φορές και το θυμάμαι) επίσης, αν δεν γράφεις παρτιτούρα, κάπως πρέπει να κρατάς τις συνθέσεις σου, γι αυτό αναφέρομαι σε ηχογραφήσεις. Ο Ωρίωνας με έκανε πάντως πιο αποτελεσματική στη σύνθεση, ξεσκαρτάρω πιο γρήγορα τις ιδέες και βρίσκω πιο γρήγορα το ύφος, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να μην με διακόψει. To “Love is free” το έγραψα στο σπίτι του Πάνου ως αντίδοτο στην κατάθλιψή μου, όταν μάλιστα πίστευα ότι δεν θα την έβγαζα καθαρή πλέον. Και σιγά – σιγά άρχισα να πιστεύω τους ίδιους μου τους στίχους μου: “turn your senses to the music instead/your salvation sleeps in your head”. Ευτυχώς είχα δίπλα μου τον Πάνο, τον κιθαρίστα μας και την Έρση την κοπέλα του τότε, (φανατική των echo και κολλητή μου έκτοτε), και συνήλθα σιγά-σιγά. Αν εσύ καταλάβαινες ότι το έγραψε κάποιος που φλέρταρε με το θάνατο, αυτό θα οφειλόταν μάλλον σε κληρονομικό χάρισμα, μέντιουμ καταξιωμένο κτλ.
Ζούμε μια γενικότερη φάση επιστροφής εγχώριων σχημάτων που ξεκίνησαν στα 80s και εδραιώθηκαν στα 90s και τα 00s. Οι παλιότεροι μουσικοί διεκδικούν επάξια μερίδιο από το νεαρότερο κοινό. Πώς το βλέπεις αυτό; Είναι εφικτό να συναντηθούν δυο γενιές ακροατών και να μπορέσουν έτσι να στηρίξουν ικανοποιητικά την προσπάθεια μιας μπάντας; Μα έχει γίνει ήδη αυτή η συνάντηση, όχι με τον κινηματογραφικό τρόπο που θα προτιμούσαμε όμως. Η γενιά μας ήταν η πρώτη της οποίας τα παιδιά άκουσαν τα ίδια με τους γονείς τους και μιλάω για τους θιασώτες του mainstream και του λαϊκού, όπου βλέπεις γονείς και παιδιά να ακούνε τις ίδιες ανοησίες και να «γουστάρουν». Προτιμότερο λοιπόν να ακούνε δυο γενιές Deus, Drive και Stalker, παρά τον εμετό της αποχαύνωσης. Ένα καλό παράδειγμα για την ανεξάρτητη σκηνή είναι ίσως η συναυλία των Stress στην οποία έγινε της τρελής. Το κοινό ήταν ανάμικτο, με περισσότερους βέβαια τους μεγαλύτερους σε ηλικία αλλά με μια καλή αναλογία πιτσιρικαρίας. Δεν ήμουν εκεί, ο Νίκος μου τα είπε, όταν γύρισε σπίτι. Και είναι και πιο αρμόδιος να μιλήσει για το κοινό λόγω της εταιρείας μέσω της οποίας έχει μια πιο ευρεία άποψη για το τι συμβαίνει. Μου έλεγε λοιπόν ότι από τα πιο νεαρά σε ηλικία άτομα, τα περισσότερα δεν μπαίνουν στη διαδικασία να αγοράσουν δίσκους. Και σκέφτομαι ότι προφανώς προτιμούν να κατεβάσουν, δεν τους ενδιαφέρει και τόσο η ποιότητα του ήχου, φτάνει να μπορέσουν να ακούσουν αυτό που θέλουν τη στιγμή που το θέλουν, δεν έχουν και χρήματα τις περισσότερες φορές. Και εκεί έρχεται να προσφέρει λύση το Ίντερνετ. Πράγμα στο οποίο δεν έχω ουδεμία αντίρρηση (η τέχνη ανήκει σε όλους), φτάνει να μην είναι εις βάρος της σκηνής και εν κατακλείδει εις βάρος της ζωής τους της ίδιας, εις βάρος της νιότης τους που ξοδεύεται στον αναίμακτο έρωτα, την οπτική υπερπληροφόρηση και καταλήγει στην αδιαφορία και την αναισθησία. Αλλιώς θα στηρίξει ο πιτσιρικάς τη σκηνή, με την παρουσία του στα live και αλλιώς ο παλιός, με την αγοραστκή του δύναμη. Είναι όμως εξίσου σημαντικοί και ο ένας και ο άλλος.
Η τελευταία σας κυκλοφορία ετοιμάστηκε σε μια πολύ διαφορετική χώρα. Πώς βλέπεις τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα; Η Ελλάδα περνάει τεχνητή κλινική κατάθλιψη. Τεχνητή μεν, πραγματική δε. Φαντάσου τους ανθρώπους της χώρας μας σαν μια οντότητα, έναν άνθρωπο που περνάει αυτήν την ασθένεια σε βαριά μορφή. Κλείνεται στον εαυτό του, δεν έχει κουράγιο να αντιμετωπίσει τη μέρα, όλα του φταίνε, αρχίζει και κατηγορεί τους άλλους γύρω του γιατί στην ουσία αισθάνεται ανίκανος, αρχίζει να μισεί κι αν δεν κάνει κάτι, αργά ή γρήγορα οδηγείται στην αυτοκτονία. Η απομάκρυνση από κάθε σημείο ανάτασης είναι κάτι αναμενόμενο. Το δυστύχημα είναι ότι δεν υπάρχει γιατρός πουθενά στον πλανήτη που αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα χέρια ανηδονικών πλασμάτων που έχουν προ πολλού χάσει κάθε επαφή με την ανθρωπιά και τη λογική, ούτε κουβέντα φυσικά για οράματα. Ο εκφασισμός της κοινωνίας, δεν είναι παράδοξο φαινόμενο. Σε κάθε τέτοιας μορφής και βάθους καταστροφική διαδικασία θα χρησιμοποιηθούν οι εκφοβιστές και οι προπαγανδιστές του μίσους για να μπορέσουν να μείνουν σε θέσεις ισχύος τα ανθρωποειδή σκουπίδια. Κι εδώ έχουμε έναν αγράμματο φωνακλά να διαχειρίζεται το πιο σημαντικό κοινωνικό αγαθό, μια παχύσαρκη ύαινα, που θα έτρωγε και τη μάνα του κι ένα παιδί της σφαλιάρας να μας επιβάλουν την δικτατορία των ανίκανων, χωρίς κανένα απολύτως πλάνο ακολουθώντας τις οδηγίες εκείνων που δεκαετίες πριν προετοίμαζαν την Ελλάδα για εξοχική τους επιχείρηση, τις οδηγίες εκείνων που μας εξαθλιώνουν κι ύστερα μας πουλάνε τα άθλια “φθηνά” προϊόντα τους (που στην ουσία τα χρυσο-πληρώνουμε, γιατί είναι χείριστης ποιότητας) αποδυναμώνοντας ακόμα περισσότερο την τοπική οικονομία. Στο τέλος θα μας νοικιάζουν και τα ίδια μας τα σπίτια. A job well done! Δεν υπάρχει Ελληνικό Κράτος. Δεν ξέρω αν υπήρξε και ποτέ και δεν ξέρω αν θα υπάρξει. Αλλά δεν υπάρχει χειρότερο από το να επικυρώσουμε με την ψήφο μας αυτούς που τόσο χλευαστικά δεν μπαίνουν καν στον κόπο να κρύψουν ότι είναι υπάλληλοι των ψυχρών εκμεταλλευτών μας ή τους μπράβους τους που φυσικά δεν θα σου πουν ότι η Ελλάδα έγινε εσκεμμένα ο προορισμός των παράνομων μεταναστών της Ευρώπης (γιατί ως γνωστόν όλη η Ευρώπη μας στέλνει δια Ευρωπαϊκής συνθήκης τους ανεπιθύμητούς της) και θα σε στρέψουν εναντίον κουρελιών που δεν φταίνε σε τίποτα , που έψαξαν ένα καλύτερο αύριο, όπως έκανε κάποτε ο θείος σου στην Αμερική και στη Γερμανία. Υπάρχουν παραδείγματα χωρών που αντιστάθηκαν επιτυχώς σε όλα αυτά και τρόπος υπάρχει να ανακάμψει η χώρα. Μια χώρα που παράγει μπορεί να γίνει αυτοδύναμη.
Πόσο αναγκαίο, αλλά και πόσο δύσκολο είναι να παλεύει κανείς με τη μουσική σε μια χώρα σε πρωτοφανή κρίση και σε μια εποχή που η ψηφιακή απαξίωση σχεδόν εκμηδενίζει τις πιθανότητες βιοπορισμού; Αν η μουσική δεν ήταν βαθιά εσωτερική ανάγκη δεν θα υπήρχε λόγος ούτως ή άλλως να ασχοληθείς μαζί της πέραν την ακρόασης. Στους σκοτεινούς καιρούς όμως, πάντα χρειάζεται κάτι σαν το μυθικό “κρυφό σχολειό”. Ένα φως που ακόμα κι αν δεν είναι φανερό σε όλους, υπάρχει και περιμένει όσους θέλουν να μάθουν να ζουν αλλιώς. Θα μπορούσες να πεις ότι οι μουσικοί (δεδομένου ότι η μουσική είναι η πιο διαδεδομένη τέχνη) είναι κι αυτοί “γιατροί του κόσμου”. Και τελικά ποιά είναι η ψηφιακή ανταμοιβή; Ούτε κάποιο ζεστό σώμα δίπλα σου, ούτε βόλτα στην νύχτα της πόλης, καμία χαρά, τίποτα απτό. Μηχανική απομόνωση και μοναξιά. Όσο και να έχεις εθιστεί στην εικόνα ή τον ήχο που βγαίνουν από ένα κουτί, αν δεν ξυπνήσεις από αυτό, θα στραγγίξεις, γιατί δεν σου προσφέρει τίποτα άλλο εκτός από ενημέρωση στην καλύτερη των περιπτώσεων. Ας μην το θέτουμε κι εμείς τόσο απαξιωτικά, δεν είναι ηλίθιοι οι άνθρωποι και αργά ή γρήγορα ανοίγουν τα μάτια τους. Αυτό τουλάχιστον θέλω να πιστεύω, αυτό μου δίνει τη δύναμη να συνεχίζω. Πάντα ήταν δύσκολα για την ανεξάρτητη σκηνή. Ποτέ δεν καταφέραμε να ζήσουμε αποκλειστικά από τη μουσική ακόμα και στις εποχές των ευτραφών βοοειδών. Αλλά τώρα υπάρχουν πολλοί περισσότεροι λόγοι να μην τα παρατήσεις.
Την ερχόμενη Παρασκευή οι Echo Tattoo θα εμφανιστούν στο φεστιβάλ της Labyrinth, στο ΑΝ. Θα ακούσουμε και νέο υλικό εκεί; Το νέο μας σχήμα είναι μωρό ακόμα, παίζουμε μαζί λιγότερο από 3 μήνες, οπότε αυτήν τη στιγμή έχουμε δουλέψει ελάχιστα νέα κομμάτια, γιατί έπρεπε πρώτα να φέρουμε στα μέτρα μας τα παλιά. Οπότε ναι μεν θα παίξουμε νέο υλικό αλλά όχι πάνω από 2-3 κομμάτια.
Στο σποτ για το πάρτι στο ΑΝ, σε παρουσιάζει (σε άπταιστα αγγλικά) ο γιός σου. Δεν μπορώ να μην κάνω την κλισέ ερώτηση περί μητρότητας και δημιουργικότητας. Πόσο σε έχει επηρεάσει σε καλλιτεχνικό επίπεδο το παιδί; Το Ωριωνάκι με έσωσε. Ήρθε στη ζωή μου σε μια στιγμή που είχα γονατίσει από το βάρος της ασθένειας της μητέρας μου και έφερε αγάπη, μια αγάπη πρωτόγνωρη, διαφορετική από οτιδήποτε είχα νιώσει μέχρι τότε. Με έκανε ήρωα, υπεράνθρωπη. Μου έδωσε τα μάτια του, την καθαρότητά τους. Έγινα η τροφή του (τρία χρόνια θηλασμός), η νοσοκόμα του, ο κλόουν του, η δασκάλα του, το αλογάκι του και (για να μην ξεχνιόμαστε) ο θηριοδαμαστής του. Με έκανε να αγαπήσω εκ νέου τον εαυτό μου, να καταλάβω για άλλη μια φορά πόσο λάθος είναι όλο αυτό το σύστημα που μας κάνει να μισούμε τους εαυτούς μας: “Mommy I like you when you’re naked”. Η δημιουργία δεν ήταν εύκολο πράγμα με ένα μωρό στην αγκαλιά, με μια μητέρα που δεν θυμόταν καν ποιά είμαι, ειδικά την περίοδο που άλλαζα πάνες και στους δύο χωρίς καμία βοήθεια. Κατάφερνα όμως, να γράφω, όταν κοιμόταν ο μικρός, κομμάτια γι’ αυτόν κυρίως. Το παιδί με έχει επηρεάσει βαθύτατα ως άνθρωπο και αυτό φυσικά έχει αντίκτυπο στον τρόπο που λειτουργώ σε όλα τα επίπεδα. Αλλά υπάρχει ένα μικρό κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας που έχει παραμείνει ίδιο. Πάντα μα πάντα θα πρέπει να είμαι “στον κόσμο μου” για να δημιουργήσω. Το θέμα είναι ότι τώρα θέλω να κάνω πράγματα και με τον Ωρίωνα. Η Patty Smith δεν είναι που παίζει με το γιό της; Αυτό θέλω κι εγώ. Κι όπως είχα δει τη Neneh Cherry να τραγουδάει έγγυος επι σκηνής και ευχόμουν να ήμουν στη θέση της και τελικά το έκανα κι εγώ η ίδια στη συναυλία του Γρηγορόπουλου στα προπύλαια, όπου βγήκα οκτώ μηνών έγγυος να ουρλιάξω για το αδικοχαμένο παιδάκι, έτσι ίσως έρθει και η επόμενη πολυπόθητη στιγμή που θα τσακωνόμαστε με τον Ωρίωνα για το ρυθμό στην πρόβα και όχι για τα παιχνίδια στο πάτωμα.
Τα 200 βινύλια του Mind your step είναι όλα ζωγραφισμένα στο χέρι από εσένα. Πώς προέκυψε αυτό; Ασχολείσαι και με τη ζωγραφική; Κάποιο άλλο κομμάτι που μας διαφεύγει από το παζλ του δημιουργικού σου ταλέντου; Το ταλέντο μου στη ζωγραφική ήταν το πρώτο που ανακάλυψαν οι γονείς μου για μένα στην ηλικία των ενός και μισού χρόνου, όταν παρουσία μιας ζωγράφου φίλης της μητέρας μου και μετά από την προτροπή της, ζωγράφισα ένα πουλάκι “μονοκονδυλιά” όπως έλεγε η μαμά μου. Στην ηλικία των τριών ο πατέρας μου με είχε ήδη εκπαιδεύσει στις δεύτερες και τρίτες, όπως έλεγε, φωνές, με έβαζε να χορεύω και με έκαναν χάζι με τη μητέρα μου, γιατί έκανα πράγματα που σαν παιδί δεν υπήρχε περίπτωση να είχα δει, “έτσι χορεύουν οι Πολυνήσιοι αγάπη μου ” έλεγε ο πολυταξιδεμένος μπαμπάς μου, “που τα έχεις δει εσύ αυτά τα πράγματα;”. Τότε δεν υπήρχε ίντερνετ και από τηλεόραση ελάχιστα πράγματα. Μετά άρχισα να φτιάχνω πήλινα αγαλματίδια που έδινα στους δικούς μου ως δώρα και αργότερα, η αγαπημένη μου φιλόλογος η κα Κωνσταντινίδου διέκρινε την συγγραφική μου έφεση και με ενθάρρυνε. Γενικά, δεν υπάρχει και κάτι που να μην μπορώ να κάνω και ο θείος μου ο Watson μου έλεγε πάντα ότι πρέπει να μάθω να εστιάζω σε κάτι, γιατί οι πολυτάλαντοι άνθρωποι έχουν μια τάση να διαχέονται.