Η γνωριμία μας με τον πολύτιμο λίθο του τίτλου γίνεται με το που ξεκινά η ταινία, με την κάμερα των Σάφντι να μπαίνει στην καρδιά του διαμαντιού μετά την εξόρυξή του στην Αιθιοπία και να βγαίνει στην άλλη άκρη του κόσμου, τη Νέα Υόρκη, περνώντας κυριολεκτικά μέσα από την κολονοσκόπηση του Χάουαρντ. Είναι η πιο αξιομνημόνευτη σκηνή του Uncut Gems, αλλά η ταινία ευτυχώς δεν φτάνει στο peak της το πρώτο 5λεπτο – συγκεκριμένα δεν έχει peak, αφού κάθε ένα από τα 135 λεπτά της είναι τσιτωμένο στο φουλ. Με τη μανιακή ενέργειά τους, που επιτυγχάνεται μέσα από ολοκληρωτικά κοντινά πλάνα και διαλόγους που κάνουν εκείνους του Ρόμπερτ Άλτμαν να μοιάζουν αγγελοπουλικοί (με την σκηνοθετική, όχι την ολυμπιακή έννοια) (βασικά και με την ολυμπιακή με τόση διαδοχή βρισιών), οι Σάφντι καταφέρνουν να αποδώσουν οπτικά το high του εθισμού στον τζόγο, του κινδύνου στον οποίο βρίσκεται συνεχώς ο Χάουαρντ, του θορυβώδους κέντρου του Μανχάταν και του καθημερινού αγώνα για να πετύχεις κάτι στην πόλη που αν τα καταφέρεις εκεί, θα τα καταφέρεις οπουδήποτε, όπως λέει κι ένα τραγούδι. (Αυτός ο αγώνας δίνει στην ταινία και την εβραϊκότητά της -είναι μάλλον το πιο εβραϊκό mainstream προϊόν της ποπ κουλτούρας του 2019 μετά το άλμπουμ Father of the Bride των Vampire Weekend- που ο κριτικός και σκηνοθέτης Μάικλ Κορέσκι περιγράφει σαν «απελπισία για οικονομική και πολιτιστική σταθερότητα» ως παράγωγο της μετανάστευσης.)
Η γυναίκα του (Ιντίνα Μενζέλ, η Έλσα του Frozen αν η ηλικία σας είναι μονοψήφιος αριθμός, σούπερ σταρ του Μπρόντγουεϊ για τους υπόλοιπους) απεχθάνεται τον Χάουαρντ, σε σημείο που τον αποκαλεί τον πιο ενοχλητικό άνθρωπο που έχει γνωρίσει ποτέ. Δεν έχει άδικο. Ο Χάουαρντ, που με το μέρος του έχει μόνο την ερωμένη και υπάλληλό του (η πρωτοεμφανιζόμενη, πρώην dominatrix, Τζούλια Φοξ) χτίζει ένα Jenga στοιχημάτων, χωρίς να σταματάει για να πάρει ανάσα ή για να σκεφτεί τα πιθανά αδιέξοδα. Σε αυτό τον αχώνευτο, ασταμάτητο ρόλο, ο Σάντλερ είναι καλύτερος από ποτέ, αν και βρίσκουμε τα έκπληκτα, ενθουσιώδη σχόλια των κριτικών για την ερμηνεία του ελαφρώς συγκαταβατικά.
Οι κωμικοί ηθοποιοί δεν είναι τα παιδιά ενός κατώτερου Λόρενς Ολίβιε, άσχετα αν κάποιοι επιλέγουν να συνεχίσουν μια λαμπρή καριέρα δεκαετιών με σκουπίδια του Netflix που έχουν παγκόσμια απήχηση. Ούτε ο συγκεκριμένος είχε να παίξει καλά σε δραματικό ρόλο από το Χτυπημένος από Έρωτα του PTA πριν περίπου 20 χρόνια, εξίσου εντυπωσιακός ήταν και στο προπέρσινο The Meyerowitz Stories. Η αλήθεια είναι πως ο κουραστικός, ακούραστος Χάουαρντ ταιριάζει γάντι στην περσόνα που έχει καλλιεργήσει όλα αυτά τα χρόνια ο Σάντλερ – την υπηρετεί ακόμα και η αντρο-μωρουδίστικη φωνή του.