To concept δεν είναι καινούργιο, μάλιστα πολλάκις έχει αποδειχτεί ως και ταλαιπωρημένο. Τσιτωμένοι πιτσιρικάδες από την ευρύτερη γειτονιά της Μεγάλης Βρετανίας πιάνουν όργανα και μικρόφωνα κι επιχειρούν το δικό τους post punk revival, όσο προσπαθούν να καταλάβουν και οι ίδιοι αν νιώθουν περισσότερο τσαντισμένοι ή λυπημένοι. Το NME τους αποθεώνει και τα indie kids σπεύδουν σε ουρές στη Rough Trade για να αποκτήσουν το δίσκο ενός ακόμα “next big thing”.
Η περίπτωση ωστόσο των Ιρλανδών Murder Capital έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για δύο λόγους: πρώτον, δεν προσπαθούν να κοπιάρουν την μία και αγαπημένη τους μπάντα, αλλά στον ήχο τους παρελαύνει η κληρονομιά αρκετών από αυτές που θα βρει κανείς στις σελίδες του Rip It Up And Start Again του Simon Reynolds και δεύτερον, ακούγονται ειλικρινείς. Οι συγκρίσεις με τους Fontaines D.C. ήταν αναμενόμενο να πέσουν στο τραπέζι, λόγω κοινής καταγωγής και ηχητικής αφετηρίας, όμως αυτή είναι μια σύγκριση που μπορεί να μείνει μόνο σε αυτό το πρώτο επίπεδο.
Το When I Have Fears, το φετινό ντεμπούτο των Murder Capital, αν και με λιγότερο πιασάρικη αίσθηση από το, επίσης φετινό, Dogrel των Fontaines D.C., θέτει τους προβληματισμούς του με ευθύτητα αλλά και νηφαλιότητα, με τον ήχο της μπάντας να ακούγεται εστιασμένος αλλά και πρόσφορος σε μελλοντικά ανοίγματα, την ίδια στιγμή.
Εξίσου ευθύς ήταν κι ο μπασίστας τους, Γκάμπριελ Πασκάλ Μπλέικ, σε αυτή την συνέντευξη, είτε έδινε ποιητικές απαντήσεις για τους στίχους τους, είτε περιέγραφε την εξώπορτα του σπιτιού του. Αν πάντως θέλετε να σας τα κάνει περισσότερο «λιανά», θα τον βρείτε μαζί με τους υπόλοιπους Murder Capital στην Death Disco στις 26 Σεπτεμβρίου…
https://www.youtube.com/watch?v=_K67sRNLi4Q
Πρώτα από όλα, θα ήθελα να μου πεις λίγα λόγια για το όνομα της μπάντας… Μπορεί να ιδωθεί ως η αντανάκλαση της ανικανότητας της ιρλανδικής κυβέρνησης να παρέχει επαρκή χρηματοδότηση και υποδομές για την ψυχική υγεία στην Ιρλανδία.
Όταν ξεκινήσατε λοιπόν με τους Murder Capital, πόσο μακριά πιστεύατε πως θα φτάσετε; Το πιο σημαντικό πράγμα για μας είναι να παλεύουμε να δημιουργήσουμε την καλύτερη τέχνη που μπορούμε. Να ωθούμε τους εαυτούς μας στο να γίνουμε οι πιο αυθεντικοί κι αληθινοί καλλιτέχνες. Υποθέτω πως δεν θα ξεμπερδέψουμε ποτέ με αυτό αλλά είναι η επιδίωξη που είναι σημαντική.
Φανταζόσουν ποτέ ότι θα δουλεύατε με τον Flood; Το ότι είχαμε την ευκαιρία να δουλέψουμε με τον Flood ήταν πραγματική ευλογία. Εννοώ, στην αρχή κάπως το αναφέραμε μεταξύ σοβαρού και αστείου, η ιδέα να τον κλείναμε πραγματικά όμως έμοιαζε μη ρεαλιστική. Αλλά γρήγορα μετατράπηκε σε σοβαρή πιθανότητα και υπήρχε ένα αίσθημα αμοιβαίου σεβασμού σχεδόν αμέσως.
Τελικά τί νιώθεις ότι προσέδωσε στο When I Have Fears; Δεν νομίζω πως ο δίσκος θα υπήρχε στην ειλικρινή, αληθινή μορφή του χωρίς τον Flood. Νομίζω ότι αυτό ήταν κάτι που πετύχαμε μαζί.
Αυτό πάντως που είναι σίγουρο είναι πως η ιδέα της «σκηνής του Δουβλίνου» δεν προέκυψε από τις μπάντες του Δουβλίνου.
Κι αν δεν υπήρχε το ίντερνετ πώς πιστεύεις πως θα εξαπλωνόταν η φήμη των Murder Capital; Από στόμα σε στόμα. Από το ξεκίνημα τα live μας φαίνονταν να αυξάνονται, ενώ είχαμε βγάλει μόνο ένα single. Πιστεύω πως το γεγονός ότι ο κόσμος δε μας συζητούσε μόνο, αλλά ερχόταν και στα live μας ήταν ο αληθινός λόγος για τον οποίο μέρος του κοινού κόλλησε μαζί μας είτε μας προσπέρασε. Άλλωστε αυτό δεν είναι το νόημα; Η αληθινή ανθρώπινη σύνδεση.
Σίγουρα. Γενικά σε ενοχλεί καθόλου που τείνουν να σας κατατάσσουν σε μια αναδυόμενη «σκηνή του Δουβλίνου»; Όχι, δεν νομίζω πως μας ενοχλεί γενικά. Από την άλλη δεν το σκεφτόμαστε και ιδιαίτερα. Σεβόμαστε και αγαπάμε τις μπάντες με τις οποίες μας πετάνε στο ίδιο τσουκάλι, αλλά δεν είμαι τόσο αφελής για να πιστεύω πως είμαστε όλοι το ίδιο. Αυτό πάντως που είναι σίγουρο είναι πως η ιδέα της «σκηνής του Δουβλίνου» δεν προέκυψε από τις μπάντες του Δουβλίνου.
Λοιπόν, ποιά είναι μια ερώτηση που θα ήθελες να σου κάνουν στις συνεντεύξεις αλλά δεν σου κάνουν ποτέ; Καλή ερώτηση. Πιστεύω πως θα είχε πλάκα αν ένας δημοσιογράφος μας ρωτούσε κάτι εντελώς άσχετο με την ίδια την μπάντα. Όπως, «Τί χρώμα είναι η εξώπορτά σου;». Είμαι σίγουρος πως θα μπορούσε να ξεκινήσει μια ενδιαφέρουσα κουβέντα από μια τέτοια ερώτηση.
Και μία ερώτηση που θα ευχόσουν να σταματήσουν να σας κάνουν; Να ευχόμουν να σταματήσουν να μας ρωτάνε κάτι; Γάμησέ το. Είναι κουλ και μόνο που οι άνθρωποι μας ρωτάνε πράγματα.
Ωραία λοιπόν, εφόσον δεν σε ρωτάνε τί χρώμα είναι η εξώπορτά σου, θες να μου απαντήσεις; Χαχαχα. Είναι ξύλινη κι έχει αμμοβολισμένα διαμάντια.
Μάλιστα. Για το Δουβλίνο ποιό είναι το καλύτερο πράγμα έχεις να αναφέρεις; Οι άνθρωποι. Όποτε επιστρέφουμε, ποτέ δεν έχω αρκετό χρόνο για να βρεθώ με όλους όσους θέλω να δω. Η μετακόμιση στο Δουβλίνο με έκανε να ωριμάσω πολύ και να καταλάβω πολλά για το πόσο όμορφη αλλά και τρομακτική μπορεί να γίνει η ανθρώπινη φύση.
Και ποιό είναι το χειρότερο πράγμα σε αυτή την πόλη; Το χειρότερο, ε; Η στεγαστική κρίση. Είναι πολύ πιθανό το Δουβλίνο σύντομα να γίνει μια πόλη από ξενοδοχεία με τους κατοίκους του να μην έχουν θέση εδώ.
https://www.youtube.com/watch?v=ddBjpD5kHVY
Γιατί θα «συσχετίζατε το πράσινο με το μπλε» (“correlate the green and blue”); Για να βγάλει νόημα η ομορφιά πίσω από το γκρι.
Ποιό ήταν το τελευταίο βιβλίο ή έργο που διάβασες εσύ ή και τα υπόλοιπα μέλη και είχε κάποια δημιουργική επίδραση στη μπάντα; Ή ενδεχομένως κάποια ταινία που είδατε ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να σας επηρέασε… Η δουλειά της Francesca Woodman ήταν πολύ σημαντική για τον δίσκο. Καθίσαμε όλοι μαζί και είδαμε το ντοκιμαντέρ The Woodmans που πραγματεύεται τη ζωή της αλλά και τη ζωή της οικογένειάς της μετά τον θάνατό της. Το γράψιμο του δίσκου μπήκε σε μια εντελώς διαφορετική τροχιά μετά από αυτό.
Διαβάζοντας τους στίχους σας τείνω να φέρνω στο μυαλό μου την εικόνα ενός κάπως εσωστρεφή εφήβου που ακούει τον δίσκο σας κλειδωμένος στο δωμάτιό του. Γράφετε μουσική για αυτόν τον έφηβο; Δεν γράφουμε μουσική για κάποιον άλλο, αλλά αυτό που λες έχει απόλυτη βάση. Όταν ηχογραφούσαμε το “On Twisted Ground” ένιωθα περισσότερο σαν να είμαι στο δωμάτιο-κουτί του 16χρονου που άκουγε το κομμάτι μετά από έναν τσακωμό με τους γονείς του, παρά στον χώρο και να ηχογραφούσα. Πιστεύω πως η ιδέα ενός εφήβου να μας ακούει επίσης δικαιολογεί τις αποφάσεις μας στο να κάνουμε ή όχι κάτι μέσα στην βιομηχανία, τη στιγμή που είμαστε αβέβαιοι για τους εαυτούς μας.
Θεωρείς τους Murder Capital μια ρομαντική μπάντα; Υποθέτω πως σε στιγμές οι πέντε μας έχουμε έναν ρομαντικό τρόπο στο πως βλέπουμε τον κόσμο. Όταν είσαι Ιρλανδός, έχεις γενικά έναν αρκετά ποιητικό τρόπο με τον οποίο πορεύεσαι.
Για εσένα, τί είναι ρομαντικό; O Τζέιμς (σ.σ. Μακ Γκόβερν, o frontman της μπάντας) διάβαζε το Love του Σταντάλ μια μέρα στο βαν και σταμάτησε και γύρισε να μου διαβάσει το εξής απόσπασμα: «Στην αγάπη, σε αντίθεση με τα άλλα πάθη, οι αναμνήσεις αυτού που είχες κι έχασες είναι πάντα καλύτερες από αυτό για το οποίο μπορείς να ελπίζεις στο μέλλον».
Τέλος εφόσον ο δίσκος σας έχει τον τίτλο When I Have Fears δεν μπορώ να μην ρωτήσω αν έχετε φόβους… Έχουμε φόβους κάθε μέρα. Είναι αρκετά αστείο ότι μισώ τον αριθμό δεκατρία.