Επιστροφή στο Ρινγκ *****
ΗΠΑ, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Πίτερ Σιγκάλ
Πρωταγωνιστούν: Σιλβέστερ Σταλόνε, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Κιμ Μπάσιντζερ
Διάρκεια: 113’
Δύο μποξέρ, ορκισμένοι αντίπαλοι, σκοπεύουν να λήξουν την 30ετή έριδά τους στο καναβάτσο, αποφασίζοντας έτσι μια και καλή ποιος είναι το αφεντικό. Ταυτόχρονα, όμως, καθώς καταλαβαίνουν πως τα πράγματα έχουν αλλάξει και τα μπράτσα τους (όπως και όλο το σώμα τους και οι ζωές τους εν γένει) έχουν κρεμάσει, θα κληθούν να επανεξετάσουν τις πορείες τους και να δώσουν δεύτερες ευκαιρίες σε κάποια μονοπάτια.
Θυμάστε όταν ήμασταν πιτσιρίκια που παίρναμε τις ταινίες δράσης που θέλαμε και, επειδή βαριόμασταν τα πολλά-πολλά και τους διαλόγους πηγαίναμε κατ’ ευθείαν στο ψητό και, πιο συγκεκριμένα, στην τελική μάχη των ηρώων; Η μόνη ανάμνηση που κατάφερε να ξυπνήσει το Επιστροφή Στο Ρινγκ (γιατί ο μόνος παράγοντας που ωθεί τον κόσμο να τη δει είναι ο παράγοντας των αναμνήσεων) ήταν αυτή και καμία άλλη. Μόνο που αυτή τη φορά είμαστε και κάπως μεγαλύτεροι, οπότε μπορούμε να κάνουμε υπομονή και να δούμε και όλη την υπόλοιπη ταινία.
Το τι περιλαμβάνεται μέχρι την τελική (σχεδόν αξιοπρεπή) σεκάνς είναι εξωφρενικό. Ανούσια πολυλογία σε σκηνές που, επειδή φαίνεται ότι στραβά αρμενίζουμε, προσπαθεί να γεμίσει παραπάνω χρόνο. Τάχα μου φόροι τιμής στις ταινίες των πρωταγωνιστών που τους ανέδειξαν στο ρόλο του μποξέρ. Ανώφελες προσπάθειες να χτιστεί ένας τραγικός χαρακτήρας με όλα τα κλισέ αφιλτράριστα και απλά πεταμένα σε μορφή μπούγιου. Ανόητο χιούμορ που προσπαθεί να δείξει αυτοσαρκασμό, μα καταλήγει να είναι τόσο προσποιητό που τσαντίζει (ο Κέβιν Χαρτ ως γραφικός διοργανωτής, δε, προκαλεί ευσεβείς πόθους για κάψιμό του στην πυρά με βασανιστικό τρόπο παρά την οποιαδήποτε υποψία χαχανητού).
Δεν είναι μόνο τα παραπάνω που καθιστούν την ίδια την ύπαρξη της ταινίας βλάσφημη, είναι και το timing της κυκλοφορίας της, όπως και τα δύο διαφορετικά ύφη που προσπαθεί να συνταιριάξει σε μορφή παρωδίας που την οδηγούν στο βόθρο. Αν είχε βγει νωρίς μέσα στη δεκατία του 80, όταν και μεσουρανούσαν οι μορφές του Ρόκι και του Τζέικ Λαμότα θα είχε τη δικαιολογία της αφαίμαξης δύο επίκαιρων franchise (αν και το δεύτερο αμφιβάλλω αν υπήρξε ουδέποτε μια ταινία καθαρά εμπορική για να χαρακτηριστεί κατ’ αυτήν την έννοια franchise). Τώρα όμως δεν έχει καν αυτή και η πτωμαΐνη δείχνει να ζέχνει. Ούτε το μάσημα των λέξεων του Σταλόνε, ούτε η νεοϋορκέζικη προφορά του Ντε Νίρο μπορούν να λειτουργήσουν ως ηλεκτροσόκ. Ο ασθενής απεβίωσε προ πολλού.
Δεν είναι και λίγοι αυτοί που θα ψαρώσουν με την ιδέα και θα θέλουν να περάσουν δύο ευχάριστες ώρες με δύο μύθους του κινηματογράφου. Οι δύο ώρες αυτές, παρ’ όλα αυτά, δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι δημιουργοί αυτή τη φορά δεν είχαν καμία τσίπα και μας κοπανάνε στη μούρη το πόσο ήθελαν να πάρουν τα λεφτά μας πιάνοντάς μας κορόϊδα. Κρίση έχουμε, ας μελετάμε καλύτερα τις κινήσεις μας, γιατί από τη στιγμή που συνεχίζουν να μας πλασάρουν τόσο αισχρά φύκια για μεταξωτές κορδέλες δεν είναι απλά ζήτημα showbiz, αλλά κοινωνικό. Μην πω προσωπικό. Ντροπή.
Μπελ και Σεμπαστιάν, Δύο Αχώριστοι Φίλοι
Γαλλία, 2013, 2013, Έγχρωμο
Σκηνοθεσία: Νικολά Βανιέ
Πρωταγωνιστούν: Φελίξ Μποσουέ, Τσέκι Καριό, Μεχντι Ελ Γκλαουί
Διάρκεια: 104’
Μετά την μεταφορά της σε τηλεοπτική σειρά και γιαπωνέζικο άνιμε, η συγκινητική ιστορία της Σεσίλ Ομπρί μεταφέρεται και στη μεγάλη οθόνη. Ο μικρός Σεμπαστιάν ζει σε ένα χωριό των Άλπεων με τον παππού του και τα αδέρφια του, ορφανός από μητέρα. Οι ναζί προσπαθούν να συλλάβουν το γιατρό και τη φουρνάρισσα του χωριού, οι οποίοι βοηθούν Εβραίους στην απόδρασή τους προς την Ελβετία. Απρόσμενα, ο Σεμπαστιάν θα γνωρίσει τη Μπελ, μια πανέμορφη τεράστια σκυλίτσα των Πυρηναίων, την οποία οι κάτοικοι έχουν παρεξηγήσει, θεωρώντας την ένα άγριο ζώο που τρώει τα πρόβατά τους. Η Μπελ και ο Σεμπαστιάν θα δεθούν με μια δυνατή φιλία και μαζί θα προσπαθήσουν να ανατρέψουν τα σχέδια των ναζί, παρά τους κινδύνους που ελλοχεύουν.