Όταν το κακό πλησιάζει, όταν η επερχόμενη καταστροφή μοιάζει αναπόφευκτη, όταν η ήττα ενός πολιτισμού προδιαγράφεται σε μία νοσηρή, διαταραγμένη ιστορική συγκυρία, τότε μόνο η λογοτεχνία με την εκφραστική της δύναμη είναι ικανή να αποδώσει τόσο πειστικά όλα εκείνα που προηγήθηκαν. Αλλά και να προειδοποιήσει -με ανατριχιαστική σαφήνεια- για όσα θα επακολουθήσουν.
Σε ένα από τα πλέον σημαντικά μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα με τίτλο «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» (1942) του Αυστριακού συγγραφέα Ρόμπερτ Μούζιλ, επιχειρείται κάτι προκλητικά -θα έλεγε κανείς- παράτολμο και απρόσμενο: η ανάδειξη του συνόλου των ψυχικών διεργασιών και παραμέτρων μιας ολόκληρης εποχής μέσα από τη λεπτομερή περιγραφή του ψυχισμού ενός και μόνο ανθρώπου! Ο Ούλριχ, κεντρικός χαρακτήρας του έργου, είναι ένας νεαρός διανοούμενος που επιθυμεί διακαώς να ξεφύγει από τους καταπιεστικούς προσδιορισμούς και τις αναμενόμενες «ιδιότητες» που του επιβάλλουν η ανατροφή του, ο τρόπος ζωής και οι κοινωνικές συμβάσεις.
Αποφασίζει, λοιπόν, να εγκαταλείψει για ένα χρόνο κάθε ιδέα για επαγγελματική σταδιοδρομία, προκειμένου να ανακαλύψει τις πραγματικές του ικανότητες. Η αφήγηση του έργου ξεκινάει τον Αύγουστο του 1913, στη Βιέννη, με τον Ούλριχ να συμμετέχει σε μια ειρηνιστική εκστρατεία.
Ο πόλεμος, ωστόσο, δεν αργεί να ξεσπάσει. Έτσι, με τον κόσμο να καταρρέει γύρω του ο ήρωας του μυθιστορήματος δεν θα καταφέρει να ανακαλύψει ποιες είναι οι ιδιότητές του: Αφ’ ενός μεν, λείπει από τη ζωή του ένας κεντρικός άξονας. Αφ’ ετέρου δε, η διαταραγμένη αυτή εποχή όπου όλα χάνονται αποτελεί το ιδανικό σκηνικό για την απολεσθείσα ταυτότητά του – εξακολουθεί να μη γνωρίζει ποιος είναι και τι θέλει: πρόκειται -δηλαδή- για έναν άνθρωπο χωρίς ιδιότητες. Όποτε η Ιστορία προελαύνει προς την καταστροφή, οι άνθρωποι «αποπροσωποποιούνται», αποποιούνται όλων εκείνων των ιδιοτήτων που συνιστούν την ανθρωπιά, συνήθως απομακρύνονται από τον πολιτισμό, εν τέλει αποκτηνώνονται.
Μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1931, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το αριστοτεχνικό μυθιστόρημα «Στο χείλος της αβύσσου» του Εριχ Κέστνερ, το οποίο η εθνικοσοσιαλιστική εφημερίδα Volkischer Beobachter έσπευσε να χαρακτηρίσει «σκουπίδι». Ο επιμελητής και ο εκδότης προχώρησαν σε μια σειρά αλλαγών και ένα κεφάλαιο λογοκρίθηκε.
Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες, για να κυκλοφορήσει το βιβλίο χωρίς περικοπές. Σε αυτό, ο συγγραφέας αφηγείται την ιστορία του Γιάκομπ Φάμπιαν, ενός άνεργου διδάκτορα φιλολογίας, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του ’30 εξερευνά τον βερολινέζικο κόσμο της νύχτας. Γύρω του ακμάζουν τα πορνεία, τα ατελιέ των καλλιτεχνών και τα παράνομα καμπαρέ. Η ανεργία μαστίζει την κοινωνία, ο πληθωρισμός καλπάζει, οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις καταλήγουν σε βίαιες συγκρούσεις. Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης αργοπεθαίνει, η πόλη βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, οι κάτοικοί της ζουν σαν να μην υπάρχει αύριο. Και βυθίζονται στο αλκοόλ και στις καταχρήσεις, γνωρίζοντας ότι το μέλλον δεν υπόσχεται τίποτα. Μέσα σε αυτήν τη γενικευμένη κατάπτωση, ο ήρωας του έργου παλεύει να επιβιώσει – σε μια ιστορική περίοδο όπου τίποτα δεν υποσχόταν τη σωτηρία και τη λύτρωση.
Εάν ο ιδιοφυής Μούζιλ κατόρθωσε να δει μια ολόκληρη εποχή μέσα από τη σκιαγράφηση ενός μόνο ανθρώπου και ο Κέστνερ την αποτύπωσε μέσα από την συγκινητική προσπάθεια του πρωταγωνιστή του να σταθεί όρθιος, ένας άλλος σπουδαίος λογοτέχνης, ο Γιόζεφ Ροτ, κατάφερε κάτι επίσης ιδιαίτερα σημαντικό: να δει μια ολόκληρη εποχή μέσα από τις περιδιαβάσεις του σε έναν κόσμο που κατευθυνόταν αμετάκλητα προς έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Στην ουσία, ο Ροτ με «Τα χρόνια των ξενοδοχείων» μας παραδίδει ένα εξαιρετικό ντοκουμέντο, μια ανθολόγηση κειμένων προερχομένων από το σύνολο του δημοσιογραφικού έργου του κατά τις δεκαετίες 1920 και 1930 όπου θα ταξίδευε πολύ σε μια Ευρώπη σε κρίση, περιπλανώμενος από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο και γράφοντας για τα μέρη από τα οποία περνούσε. Και, βέβαια, σε αυτήν την προφητική μαρτυρία για τον εφιάλτη του επερχόμενου πολέμου, αποτυπώνει εκπληκτικά την κατάθλιψη που θα ακολουθούσε την οικονομική ύφεση, την γενικευμένη αποχαύνωση, καθώς και εκείνην την τρομακτική γαλήνη που επικρατεί λίγο πριν από τη θύελλα. Καυστικός και απρόβλεπτος, φιλάνθρωπος και μισάνθρωπος, τρομαγμένος και ασυνήθιστα παρατηρητικός, επιθετικός αν και καλοπροαίρετος, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να υποκύψει στη γοητεία της παρακμής ο Ροτ φιλοτεχνεί το πορτρέτο της εποχής του και μοιράζεται τις καλειδοσκοπικές σκέψεις του για όλα: τη μοναρχία, τη λογοτεχνία, τον στρατό, τα έθνη, την εξορία, την αυξανόμενη βία, την αστάθεια και την συνεχή αναστάτωση στη Γερμανία της Βαϊμάρης, την πολιτική, το έγκλημα, τον κομμουνισμό, τον φασισμό, τον χιτλερισμό.
Κάποιοι, προφανώς, μεταξύ των οποίων και ο Ροτ, αισθάνθηκαν την ανάγκη να αντιταχθούν, να προαναγγείλουν τη φρίκη, να αφυπνίσουν συνειδήσεις, να προειδοποιήσουν για την άβυσσο που πλησίαζε. Είδαν το λυκόφως μιας εποχής να αχνοδιαφαίνεται, τον άλλοτε θαυμαστό ευρωπαϊκό πολιτισμό να οδεύει προς το μηδέν. Και προσπάθησαν με ό,τι μέσα διέθεταν, να αποφευχθεί η απόλυτη καταστροφή. Αλλά, όπως συνήθως γίνεται, τους έκαναν στην άκρη…
Γιόζεφ Ροτ
«Τα χρόνια των ξενοδοχείων – Περιπλανώμενος στην Ευρώπη ανάμεσα στους πολέμους»
Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου
Εκδόσεις: Άγρα
Βιβλία στη Βιτρίνα
Αλέξης Σταμάτης
«Αθώα πλάσματα»
Εκδόσεις: Καστανιώτη
Σελίδες: 272
Ο Στέφανος, ένας μοναχικός άντρας, επιστρέφει στην Αθήνα ύστερα από καιρό απουσίας σε περιοχή του μακρινού Βορρά. Η φυγή του σχετίζεται με ένα έντονο συναισθηματικό τραύμα από τη σχέση του με μια γυναίκα. Με ανεπούλωτες τις πληγές του, προσπαθεί να εργαστεί ως ιδιωτικός ερευνητής. Δεν έχει ιδιαίτερη δουλειά, ώσπου κάποια μέρα τον επισκέπτεται μια υποψήφια πελάτισσα, η Μαριάννα, που του ζητά κάτι ασυνήθιστο: Να την παρακολουθήσει. Αυτός αρχικά αρνείται, αλλά εντέλει παρασύρεται σε μια μυστηριώδη υπόθεση, στα σκοτεινά μονοπάτια ενός άλλου κόσμου, όπου κυριαρχεί το Κακό με μια μορφή που δεν έχει ξανασυναντήσει, ούτε έχει καν διανοηθεί. Στο νέο βιβλίο του Αλέξη Σταμάτη το πανάρχαιο δίπολο έρωτας-θάνατος είναι η κινητήρια δύναμη του μυθιστορηματικού του κόσμου. Είτε ταλαντώνεται σαν απειλητικό εκκρεμές, είτε πέφτει σαν σκιά στα γεγονότα, οδηγεί την ιστορία σε μια αναπάντεχη διαδρομή που σημαδεύει ανεξίτηλα όλους τους εμπλεκομένους.
Έλενα Μαρούτσου
«Θηριόμορφοι»
Φωτογράφιση: Laura Makabresku
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες: 224
Σε ένα ξενοδοχείο της Κρακοβίας ένας ώριμος άντρας, συντετριμμένος από τον πρόσφατο χαμό της γυναίκας του, συναντά μια αινιγματική κοπέλα. Παρότι εντελώς άγνωστοι και διαφορετικοί μεταξύ τους, εκείνος Έλληνας κι εκείνη Ιταλίδα, εκείνος καθηγητής λογοτεχνίας κι εκείνη ηθοποιός, αισθάνονται πως τους συνδέει κάτι απροσδιόριστο. Η τυχαία συνάντησή τους προκαλεί το ξετύλιγμα ιστοριών που οδηγούν τον αναγνώστη πίσω στον χρόνο, σε ένα αρχοντικό της Χίου και ακόμα πιο πίσω, σε ένα καθολικό μοναστήρι στη Συρακούσα. Πρόκειται για ιστορίες έρωτα και απώλειας, φιλίας και ενηλικίωσης, ενοχής και εκδίκησης που, εκκινώντας από τις στάχτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και φτάνοντας ώς το σήμερα, εμπλέκουν τους δύο πρωταγωνιστές με τον πιο αναπάντεχο τρόπο. Ένα μυθιστόρημα για τον ερωτισμό της εφηβείας, τη σεξουαλική αποχαλίνωση, τον κίνδυνο της γλώσσας και το καταφύγιο της σιωπής, για τις μικρές αγριότητες των καθημερινών ιστοριών με φόντο τις μεγάλες θηριωδίες της Ιστορίας.
Έμιλι Μπροντέ
«Ανεμοδαρμένα ύψη»
Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 464
Μπορούσε μια κοπέλα να έχει γράψει ένα τέτοιο βιβλίο; Πολλοί αναγνώστες έθεσαν αυτό ακριβώς το ερώτημα αφού διάβασαν τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» της Έμιλι Μπροντέ, όχι μόνο στην εποχή της αλλά και αργότερα. Ένα σκοτεινό, παθιασμένο, αγωνιώδες και άκρως συναρπαστικό αφήγημα που εκτυλίσσεται στην καρδιά της βικτοριανής Αγγλίας, στις άγριες ερημιές του βορρά, σε τόπους στοιχειωμένους. Ένας λυσσαλέος έρωτας κυριαρχεί, αυτός ανάμεσα στην τρυφερή, μα και ατίθαση, επαναστατική Κάθριν, και στον απόκοσμο, τραχύ Χίθκλιφ, με τα φαντάσματα των δύο εραστών να κατατρύχουν όσους επισκέπτονται τους τόπους τους. Η σύγκρουση ανάμεσα στον πολιτισμό (με την καταπίεση και την υποκρισία του, αλλά και τη δική του βία) και στην ανεξέλεγκτη φύση είναι επίσης ένα άλλο σημαντικό στοιχείο του μυθιστορήματος, το οποίο φαίνεται να βρίσκεται πιο μπροστά από την εποχή του. Όταν, μάλιστα, πρωτοκυκλοφόρησε, στα μέσα του 19ου αιώνα, προκάλεσε πολλές συζητήσεις και διαφωνίες, σόκαρε και τάραξε τα νερά. Σήμερα όμως θεωρείται ένα αδιαφιλονίκητο κλασικό ανάγνωσμα με έναν ανέλπιστα μοντέρνο, νεωτερικό αέρα να το διαπερνά. Εξ ου και τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» ενέπνευσαν ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, μιούζικαλ, μπαλέτα, όπερες, ακόμα και σκετς από τους Μόντι Πάιθον.