«Μπαίνεις σε βρώμικα νερά που πρέπει συνεχώς να καθαρίζουν», λέει ο Χάρης Φραγκούλης, φοβερό παιδί του ελληνικού θεάτρου. Σκηνοθέτησε και ανέβασε μαζί με την ομάδα του το έργο αγνώστου Ο Άρντεν πρέπει να πεθάνει (1592), σε μια παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών που παίρνει παράταση ζωής ανοίγοντας τη νέα σεζόν του Θεάτρου Τέχνης, ενώ συγχρόνως κάνει πρόβες με τον Νίκο Μαστοράκη ξανά στο Θέατρο Τέχνης για τα Παιδιά του Ήλιου του Μαξίμ Γκόρκι.
Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται τα πράγματα, ο τρόπος που μιλά για τον κόσμο, τη ζωή και το θέατρο θυμίζουν κράσεις, κλάσεις και ιδιοσυγκρασίες χαμένες στο χρόνο. Τον ρωτάω πού βρήκε την αστική τραγωδία του 16ου αιώνα, τον Άρντεν, έργο που φέρνει επί σκηνής την αληθινή δολοφονία του Τόμας Αρντεν, πρώην δημάρχου του Φέβερσαμ, από την άπιστη σύζυγό του.
«Την αγόρασα από το βιβλιοπωλείο, αγοράζοντας όλα τα έργα τον Μάρλοου», απαντά ψύχραιμα. Ήθελε πολύ να δουλέψει τον Εβραίο στη Μάλτα. Υπερίσχυσε τελικά ο Άρντεν, θεατρικό που «μιλά για τον έρωτα, την εξουσία, το ακραίο πάθος, ακραία και μεγάλα ζητήματα» για πρακτικούς λόγους. «Ο Εβραίος έχει μόνο 2-3 καλούς χαρακτήρες και οι υπόλοιποι είναι μονοδιάστατοι», εξηγεί. «Στον Άρντεν είναι όλοι οι χαρακτήρες σπουδαίοι. Αλλά και το ίδιο το έργο είναι σαν κουκλοθέατρο. Από μέσα του έχει κάτι το κλοουνίστικο, συστατικά που ήθελα να δοκιμάσω στη λειτουργία του ηθοποιού. Ηταν λίγο σαν επινόηση γι’αυτό και οι χαρακτήρες του είναι σαν κούκλες».
Ο Φραγκούλης δεν επαναπαύεται στην ερμηνεία ρόλων απαιτητικών, που του εμπιστεύονται πλέον οι πάντες. Επιδιώκει να δημιουργεί μέσα από τη συνθήκη της ομάδας, τους Kursk. «Φυσικά μπορείς να συνεργάζεσαι κάθε τόσο με άλλους ανθρώπους, αλλά παράλληλα πρέπει και να βαθαίνει κάτι. Το καινούριο έχει πάντα κάτι ελκυστικό αλλά είναι χρήσιμο να βαθαίνεις μέσα από μια σταθερή σχέση παρά τον κίνδυνο της φθοράς. Πρέπει εκεί να επιμένεις με τους ανθρώπους που πορεύεσαι παρέα. Κάπου μπαίνεις σε βρώμικα νερά που πρέπει συνεχώς να καθαρίζουν».
Η πέμπτη σκηνοθεσία του δεν ξέρει ακόμα τι θα είναι, παρόλο που τον απασχολεί ιδιαιτέρως ο Μπότο Στράους. «Σχεδόν πηγαίνεις τελικά εκεί που πάντα ήτανε να πας. Εκ των υστέρων καταλαβαίνεις δηλαδή γιατί πήγαινες σε κάτι. Και ολοένα ξεθολώνει κάτι μέσα από τη λειτουργία της ομάδας. Συνεχίζω μια άσκηση για την οποία δεν είχα αρχικά καμία ιδέα. Δεν είμαι όμως σίγουρος ό,τι μπορώ να δουλεύω και να συνεχίσω έτσι», διαπιστώνει.
Κι ωστόσο το να κάνει θέατρο σε συνδυασμό με κάτι άλλο το θεωρεί απίθανο. «Το θέατρο ή θα το κάνω ή δεν θα το κάνω. Για να κάνεις όμως κάτι που αγαπάς πρέπει να είσαι αδύναμος, ευάλωτος, ευαίσθητος. Αν δεν σου επιτρέπεται αυτό, τότε δεν μπορείς να το κάνεις. Κι αν έχεις ακριβά πράγματα μέσα σου και σταματήσουν να θεωρούνται ακριβά τότε θα πάψουν και να είναι».
Την νέα κρίση που ακολούθησε το Δημοψήφισμα πώς τη διαχειρίζεται; Πόσο τον επηρεάζει σε όσα κάνει; «Εγώ ποτέ δεν θεώρησα ότι τα πράγματα ήτανε τέλεια και ξαφνικά μας ήρθε μία κεραμίδα. Δεν μας έχει γίνει αυτονόητο, όπως σε ένα δυτικό καπιταλιστή, γιατί επιλέξαμε να γίνουμε το ίδιο. Υπάρχει έλλειψη παιδείας στην Ελλάδα. Της παιδείας που σου κάνει βίωμα πως αν δεν πλυθείς δεν θα καθαρίσεις. Θεωρούσαμε ότι κάπως θα τα βολέψουμε. Δεν κάνουμε κανένα κόπο. Και ήρθε μετά την Υβρη η Νέμεση. Και τώρα όλο αυτό το έλλειμμα παιδείας αποκαλύφθηκε με την άνοδο του φασισμού και της Χρυσής Αυγής. Φυσικά, κι οι δανειστές είναι συναισθηματικά ανάπηροι, είναι ο διάβολος, αλλά είναι ο διάβολος που κάνει τη δουλειά του!».