Χθες το βράδυ, το 45ο βραβείο Μπούκερ -ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά βραβεία στον κόσμο- απονεμήθηκε στη Νεοζηλανδή Eleanor Catton για το δεύτερο μυθιστόρημά της, το The Luminaries. Γεννημένη το 1985, είναι όχι μόνο η νεότερη κάτοχος του βραβείου, αλλά με το The Luminaries έσπασε και άλλο ένα ρεκόρ: είναι το πιο μακροσκελές μυθιστόρημα που έχει τιμηθεί ποτέ με το Μπούκερ – οι 832 σελίδες του ξεπερνούν κατά 160 σελίδες τον προηγούμενο κάτοχο του ρεκόρ, το Wolf Hall της Hilary Mantel, που τιμήθηκε με το Μπούκερ το 2009. Ένα άλλο στοιχείο που καθιστά το εφετινό Booker prize αξιομνημόνευτο είναι πώς από του χρόνου θα μπορούν να βραβεύονται με αυτό και έργα που δεν προέρχονται αποκλειστικά από τις χώρες της Κοινοπολιτείας, αλλά από όλο τον αγγλόφωνο κόσμο.
“Εμείς, όταν ήμασταν ακόμα στο στάδιο της μακράς λίστας, είπαμε ότι θα κερδίσει ο Crace ή η Catton,” μου είπε μέσω Twitter το βράδυ της Τρίτης το θρυλικό λονδρέζικο βιβλιοπωλείο Foyles – το πρώτο που πρόσφερε προς πώληση Τον Εραστή της Λαίδης Τσάτερλι, που ήταν απαγορευμένο μέχρι το 1960 στο Ηνωμένο Βασίλειο . “Η νίκη [της Catton] είναι εξαιρετικό κατόρθωμα!”
Το The Luminaries αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού Άγγλου, του Walter Moody, που ταξιδεύει στη Νέα Ζηλανδία το 1866 κατά τη διάρκεια ενός κύματος πυρετού του χρυσού στη περιοχή Hokitika στη Νότιο Νήσο. Εκεί μπλέκεται σε μια σειρά μυστηρίων που, μεταξύ άλλων, έχουν να κάνουν με την εξαφάνιση ενός πλούσιου άντρα, την αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας μιας πόρνης και την ανακάλυψη μιας τεράστιας – αλλά αγνώστου προέλευσης – περιουσίας στο σπίτι ενός μέθυσου.
Με αναφορές στην αστρολογία και χρησιμοποιώντας βικτοριανό τρόπο γραφής, το The Luminaries είναι χωρισμένο σε δώδεκα κεφάλαια, με το κάθε ένα να είναι μισό σε μήκος από το προηγούμενο. Έτσι, ενώ το πρώτο ξεπερνά τις 300 σελίδες, το τελευταίο έχει μήκος μόνο μία.
Λόγω του μήκους του και της περίπλοκης δομής του, το The Luminaries “είναι ο εφιάλτης του κάθε εκδότη,” παραδέχτηκε η Catton δεχόμενη το βραβείο από την Καμίλα, Δούκισσα της Κορνουάλης. Αυτό όμως που τη βοήθησε να το γράψει όπως εκείνη ήθελε, χωρίς συμβιβασμούς που στόχο θα είχαν να γίνει πιο “εύπεπτο”, ήταν ότι οι εκδότες της στη Νέα Ζηλανδία ποτέ δεν προσπάθησαν να την πιέσουν να γράψει κάτι πιο εμπορικό.
Η Catton είναι η δεύτερη νεοζηλανδή συγγραφέας που έχει τιμηθεί με το βραβείο -πρώτη ήταν η Keri Hulme το 1985 με το The Bone People– και σπάει ταυτόχρονα το σερί τεσσάρων βρετανικών Μπούκερ από το 2009 -τα δυο από αυτά κέρδισε η έξοχη Hilary Mantel.
Τετάρτη πρωί, ο Τύπος στη Βρετανία δέχτηκε με χαρά τη βράβευση της Catton, με ορισμένους αρθρογράφους να λένε ότι η νίκη μιας συγγραφέως μόλις 28 ετών, μετά από τις τέσσερις επί σειρά νίκες έμπειρων συγγραφέων που η συνολική τους ηλικία φτάνει φέτος τα 199, θα ενθαρρύνει τα νέα συγγραφικά ταλέντα. Αρθρογράφος στην εφημερίδα Guardian αναφέρθηκε στο ότι το The Luminaries, εκτός από συναρπαστική ιστορία μυστηρίου, λειτουργεί και ως κριτική του καπιταλισμού, καθώς παρουσιάζει τις συνέπειες της επιδίωξης του πλούτου, που είναι ένα από τα φλέγοντα θέματα των αρχών του 21ου αιώνα.
Τετάρτη πρωί, ο Τύπος στη Βρετανία δέχτηκε με χαρά τη βράβευση της Catton, με ορισμένους αρθρογράφους να λένε ότι η νίκη μιας συγγραφέως μόλις 28 ετών, μετά από τις τέσσερις επί σειρά νίκες έμπειρων συγγραφέων που η συνολική τους ηλικία φτάνει φέτος τα 199, θα ενθαρρύνει τα νέα συγγραφικά ταλέντα.
Το βραβείο Μπούκερ, πάντως, κάνει ένα βιβλίο-μαμούθ πιο αρεστό στον αναγνώστη;
“Κάποτε το μήκος ενός βιβλίου απωθούσε πολλούς αναγνώστες όπως εμένα. ‘Πού να κουβαλάω τώρα ένα βιβλίο-τούβλο κάθε μέρα στο μετρό,’ έλεγες,” μου λέει η Mary, πελάτης του υποκαταστήματος στο Canary Wharf της αλυσίδας βιβλιοπωλείων Waterstones, που από φέτος πουλάει και το Kindle, το e-reader της Amazon. “Τώρα πια, όμως, αυτό δεν ισχύει. Αν θες, μπορείς να το διαβάσεις ως e-book, που χωράει στην τσέπη σου. Εγώ διαβάζω και κανονικά βιβλία, και e-book, δεν κατανοώ γιατί πολύς κόσμος πιστεύει ότι το ένα αποκλείει το άλλο!”
Ρωτάω την Mary -η οποία, μου λέει, διαβάζει μόνο “σοβαρά” βιβλία κι όχι “σκουπίδια” τύπου “Πενήντα αποχρώσεις του γκρι”- αν σκοπεύει να διαβάσει το The Luminaries. “Ναι, ναι,” μου απαντά, “ακούγεται ιδανικό για τις διακοπές των Χριστουγέννων. Μάλιστα σκοπεύω να το αγοράσω σε hardback, όχι για το Kindle μου, όπως έκανα πέρυσι με την Mantel. Τζάκι, βαρύ χριστουγεννιάτικο πουλόβερ, τσάι και ένα βιβλίο μαμούθ που λαμβάνει χώρα στη βικτοριανή περίοδο; Ευτυχία!”
Στο Waterstones το τελευταίο αντίτυπο του The Luminaries πουλήθηκε το πρωί, μου λένε στο ταμείο. Νωρίτερα το πρωί, όμως, ο εκδοτικός οίκος της Catton στην Βρετανία, ο Granta Books, ανακοίνωσε ότι 25,000 νέα αντίτυπα του βιβλίου θα έχουν φτάσει τα βιβλιοπωλεία της χώρας μέχρι τη Δευτέρα, αν και, φυσικά, το βιβλίο είναι πάντα διαθέσιμο στην ηλεκτρονική του μορφή.
Στο μικροσκοπικό, ανεξάρτητο Broadway Bookshop στο Hackney, απ’ όπου αγοράζω τα βιβλία μου, η ιδιοκτήτρια, Jane Howe, λέει ότι ακόμα και πριν ανακοινωθεί η βραχεία λίστα οι πελάτες της έδειξαν ενδιαφέρον και για τα δύο βιβλία της Catton – το πρώτο της λέγεται The Rehearsal και αφηγείται το σκάνδαλο που προκαλεί σε ένα σχολείο η ερωτική σχέση μεταξύ μιας μαθήτριας και του δάσκαλου μουσικής της .
“Σε μας, εδώ κι εβδομάδες, είναι το πιο ευπώλητο απ’ όλα τα βιβλία που ήταν υποψήφια για το βραβείο, κάτι που αρχικά μας εξέπληξε. Είδαμε και μια σταθερή άνοδο στις πωλήσεις του Rehearsal, το οποίο έχω διαβάσει και το λάτρεψα. Όσον αφορά το The Luminairies, έχω την εντύπωση ότι αρέσει στο κόσμο ακριβώς επειδή είναι μακροσκελές και ζουμερό. Αυτοί που το αγοράζουν αισθάνονται ότι αξίζει τον κόπο και τα λεφτά του. Εγώ, πάντως, το έχω κρατήσει για να το διαβάσω στις διακοπές μου στη παραλία!”
Η Catton, η οποία ζει στο Όκλαντ που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της Νέας Ζηλανδίας και είναι η μεγαλύτερη πόλη της χώρας, ξεκίνησε να γράφει το The Luminairies έχοντας εμπνευστεί από το τοπίο της Hokitika, μετά από επίσκεψή της στην περιοχή, επειδή ήθελε να δείξει μια άγνωστη πτυχή της γεωγραφίας και της ιστορίας της πατρίδας της.
“Ε, έτσι είναι όταν έχεις να κάνεις με μια χώρα που βρίσκεται στην άλλη άκρη του κόσμου” μου λέει ο νεοζηλανδός Ben που δουλεύει σε ένα από τα πολλά χιπστερικά καφέ του ανατολικού Λονδίνου, λίγο πιο πάνω από το Broadway Bookshop. Πολλά από αυτά τα καφέ είναι νεοζηλανδικής ιδιοκτησίας. “Σκέψου το όμως: στη Νέα Ζηλανδία έχουμε πλουσιότατο coffee culture, το οποίο έχουμε εξαγάγει με επιτυχία στο Λονδίνο, σώζοντας έτσι τους Λονδρέζους από τα απαίσια Starbucks και τις άλλες αλυσίδες καφενείων. Το coffee culture πάει, φυσικά, χέρι-χέρι με την ανάγνωσή και τη συγγραφή. Οι νεοζηλανδοί, να ξέρεις, είμαστε βιβλιοφάγοι, κι ας μη μας φαίνεται!”
Πάντως αν θέλετε να μάθετε ποια είναι η συγγραφική ρουτίνα της Catton, είναι πολύ απλή: “Το πρωί γράψιμο, το βράδυ τηλεόραση,” είπε στο BBC. That’s all.
Η ηλεκτρονική έκδοση του The Luminaries προσφέρεται από το store του Ibooks της Apple και άλλα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία έναντι 13,99 ευρώ