la-ca-jc-don-winslow-20150621-e1475353212256

Δέκα χρόνια μετά το «Η Δύναμη του Σκύλου», ο Ντον Γουίνσλοου επιστρέφει στη βεντέτα του Αμερικανού πράκτορα της Δίωξης, Αρτ Κέλερ και του μεγαλύτερου εμπόρου ναρκωτικών του Μεξικό (άρα και του πλανήτη), Αδάν Μπαρέρα. Βρισκόμαστε στο 2004 και ο τελευταίος βρίσκεται φυλακισμένος στις ΗΠΑ, μετά από ενέδρα του Κέλερ. Όμως, θα καταφέρει να μεταφερθεί σε φυλακή στο Μεξικό, απ’όπου δεν θα δυσκολευτεί να αποδράσει. Ελεύθερος πια, αρχίζει να ανακτά τη θέση του στην κορυφή της τεράστιας αγοράς των ναρκωτικών, συνεργαζόμενος και αντιμαχόμενος με φίλους και εχθρούς.

Με αυτές τις εξελίξεις, ο Αρκ Κέλερ θα αναγκαστεί να αφήσει πίσω την ειρηνική ζωή που έκανε επί 4 χρόνια και να ξαναρχίσει να κυνηγάει τον Μπαρέρα, κυρίως διότι ο Μεξικανός τον έχει επικηρύξει για 2.000.000 δολλάρια. Αυτό που θα ακολουθήσει μπορεί να περιγραφεί μόνο ως μια δεκαετής εποποϊία του πολέμου των ναρκωτικών, κατά τη διάρκεια της οποίας το Καλό και το Κακό έχουν πια ξεπεραστει σαν έννοιες. Στις 900(!) σελίδες του «Καρτέλ», η βία είναι πανταχού παρούσα, καθώς το Μεξικό μετατρέπεται σταδιακά σε μια ζωντανή Κόλαση, ένα πεδιό μαχών ανάμεσα στα διάφορα καρτέλ της χώρας, τα οποία ξεπερνούν σε δύναμη ακόμα και την Κυβέρνηση, η οποία συνεργάζεται σιωπηρά και στέλνει ακόμα και τον στρατό για να στηρίξει τον Μπαρέρα στον πόλεμό του!

Το χάος είναι ολοκληρωτικό, καθώς η ατελειώτη βία οδηγεί σε έναν πόλεμο όλων εναντίων όλων, χωρίς κανένας να μπορεί να βάλει ένα τέλος, γιατί κανένας δεν γνωρίζει πια ποιον ακριβώς πολεμάει και γιατί. Είναι δυνατόν αυτή η παράνοια να είναι η μόνη λύση;

winslow

«Νομίζεις ότι παίρνει κανείς στα σοβαρά αυτό τον υποτιθέμενο πόλεμο ενάντια στα ναρκωτικά; […] Μερικοί μπάτσοι στους δρόμους, ίσως – μερικοί χαμηλόβαθμοι σταυροφόροι σαν κι εσένα, ίσως – , αλλά τα υψηλά κλιμάκια; Η κυβέρνηση και το κεφάλαιο; Οι σοβαροί άνθρωποι δεν μπορούν να το δουν σοβαρά το θέμα. Ιδίως μετά το 2008. Μετά την κρίση, η μόνη πηγή ρευστότητας ήταν το χρήμα απ’τα ναρκωτικά. Αν μας βάγαζε λουκέτο, η οικονομία θα δεχόταν τη χαριστική βολή. Εμείς δεν χρειαστήκαμε στήριξη όπως η Τζένεραλ Μότορς. Και τώρα; Σκέψου τα δισεκατομμύρια δολάρια σε ακίνητα, μετοχές και νέες επιχειρήσεις. Για να μην πω για τα εκατομμύρια δολάρια που προέκυψαν από τον ίδιο τον «πόλεμο»: όπλα, αεροσκάφη, συστήματα παρακολούθησης. Κατασκευές φυλακών. Νομίζεις ότι θα τα σταματήσουν όλα αυτά; […] Η ExxonMobil, η BP είναι στο πλευρό μου, γιατί εγώ δεν ανακατεύομαι στις δουλειές τους. Με τη σειρά τους, δεν ανακατεύονται στις δικές μου. Συμπέρασμα; Κάποιος θα πουλάει ναρκωτικά. […] Κι εγώ είμαι η καλύτερη επιλογή. Θα φέρω ειρήνη και σταθερότητα».

Στο «Καρτέλ» ο Γουίνσλοου βρίσκεται εμφανώς σε φόρμα. Η μαεστρία του στο να απλώσει την – εξαιρετικά πυκνή και γεμάτη ανατροπές – ιστορία του σε ένα τόσο εκτεταμένο κείμενο, είναι υποδειγματική: οι χαρακτήρες του είναι αληθοφανείς, η πλοκή ιδιαίτερα πλούσια, το υπόβαθρο γερά δομημένο. Οι σελίδες γυρίζουν με μεγάλη ταχύτητα, η αδιανόητη και ατελειώτη βία δικαιολογείται (και δικαιολογεί τις εξελίξεις) και το βασικό ερώτημα («Ποιός φταίει;») έξυπνα δεν παίρνει απάντηση.

Κι αν η μυθοπλασία χρειάζεται κάποιο έρεισμα στην πραγματικότητα για να γίνει πιστευτή, εδώ αυτό λειτουργεί ανάποδα: το μυθιστότημα βοηθάει τον αναγνώστη να κατανοήσει την εξωφρενική πραγματικότητα του ναρκοπολέμου στο Μεξικό.

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.