Κρυμμένο σε μια στοά στην Εμμανουήλ Μπενάκη των Εξαρχείων, βρίσκεται το παραδοσιακό καφενείο «Χαλαρά». Μουσικές επιλογές από Τσιτσάνη μέχρι λαικά και ότι φέρει το κέφι, ωραίο τσίπουρο παραγωγής του ιδιοκτήτη, και αυστηρά καλή διάθεση. Και μέσα σε αυτό το κλίμα, θα φιλοξενείται από σήμερα η παράσταση Blackout (μια μικρή διαμαρτυρία). Ο Χρήστος Σαπουντζής, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Ειρήνης Μαργαρίτη, μας αφηγείται δυο ιστορίες για έναν κόσμο σκληρό, με κανόνες για λίγους. Για τον δικό μας κόσμο του σήμερα δηλαδή.
Οι ιστορίες προέρχονται από το βιβλίο «Κάτι θα γίνει, θα δεις», του Χρήστου Οικονόμου. «Είναι 16 ιστορίες με απλούς καθημερινούς ήρωες που παλεύουν μέσα από πολύ αντίξοες συνθήκες να κρατηθούν όρθιοι στη ζωή τους», μας εξηγεί η Ειρήνη. «Εμείς έχουμε διαλέξει δυο από αυτές, το “Μουστακάκι με κάρβουνο” και το “Πλακάτ με σκουπόξυλο”. Το “Μουστακάκι με κάρβουνο” διαδραματίζεται μέσα σε καφενείο- ουζερί, γι’ αυτό και μας έκανε το πειρβάλλον εδώ. Το δεύτερο είναι για έναν άνθρωπο που πηγαίνει και κάνει μια διαμαρτυρία μόνος του για ένα φίλο του που σκοτώθηκε σε εργατικό ατύχημα. Ουσιαστικά είναι μια αφήγηση που την εντάσσουμε μέσα στο καφενείο». «Πέρασα τυχαία μια μέρα εξώ από το μαγαζί κάνοντας βόλτες στα Εξάρχεια και είδα άτομα να χορεύουν ζεμπέκικο και αμέσως με κάλεσαν μέσα και με κέρασαν τσίπουρα. “Εδώ είμαστε”, σκέφτηκα αμέσως».
Το βιβλίο είναι του 2010 και βραβεύτηκε το 2011 (Κρατικό Βραβείο Διηγήματος). «Η όλη ιδεά ξεκίνησε όταν το διαβάσαμε και μας άρεσε γιατί είναι λόγος πολύ επίκαιρος και σύγχονος. Έχει μια ιδιαίτερη θεατρικότητα, δεν είναι απλά διηγήματα, πολύ εύκολα μπορείς να τα φανταστείς. Και ο Χρήστος, που γνωριζόμασταν από παλιά, ταιριάζει απόλυτα- χωρίς το Χρήστο, το βιβλίο και το καφενείο δεν θα υπήρχε αυτή η παράσταση».
Σε ένα τραπεζάκι κάθεται ο Χρήστος για την αφήγηση, παρέα με τα τσιγάρα του, έναν ελληνικό καφέ και το τασάκι. Στο δεύτερο μέρος υπάρχουν κάποιες κινήσεις στο χώρο του καφενείου, αλλά ελάχιστες. Παράλληλα ο κόσμος γύρω πίνει το τσιπουράκι το, τρώει τα νόστιμα μεζεδάκια – το μαγαζί έχει άκρη στην Ικαρία και φέρνει ψάρια φρέσκα!-και μπορεί να παίζει και χαρτιά. Η παράσταση δεν είναι διαδραστική, βέβαια ο Χρήστος λέει τις ιστορίες στον κόσμο του καφενείου και γίνεται μέρος ουστιστικά της δράσης. Αυτό ήθελαν να πετύχουν εξάλλου για τη συγκεκριμένη παράσταση. Το «πείραμα» ήταν να βρεθεί ένας χώρος που να είναι από τη φύση του λαικός.
«…Με πιάνει φόβος που βλέπω έτσι σκοτεινό τον κόσμο, σα να ‘ναι πόλεμος ή κατοχή σα να ΄χει γίνει κάποιο κακό μεγάλο. Κι ύστερα, για λίγο, για μια στιγμή, ο φόβος γίνεται γαλήνη όταν σκέφτομαι πως έξω είναι σκοτάδι και παγωνιά αλλά εγώ είμαι μέσα στα ζεστά, φυλαγμένος, με φως, φαί και τσίπουρο, με τον Τάκη να μιλάει να μιλάει…»
«Εδώ στο καφενείο οι θαμώνες γνωρίζονται μεταξύ τους, ο ήρωες εδώ είναι απλοί άνθρωποι και είχε ενδιαφέρον για μας να μπορέσουμε να το επικοινωνήσουμε», παρατηρεί ο Χρήστος. «Το συνάφι μας έχει ιστορία σε αυτά τα μέρη. Τα μπουλούκια παλιά που έκαναν περιοδίες σε τέτοια μέρη έπαιζαν. Αν πηγαίναν στο χωριό που θα έπαιζαν; Σε καφενεία, πλατείες και σχολεία- έβαζαν τραπέζια για σκηνή. Δεν διεκδικούμε καμιά παγκόσμια πρωτοπορία. Εμάς μας ενδιέφερε το δημόσιο πρόσωπο.» Πράγματι, στα καφενεία γίνονταν ζυμώσεις- πολιτικές, προωπικές και επαγγελματικές. Στο παρελθόν μαζεύονταν όλοι εκεί ο κόσμος έβρισκε δουλειές. «Θυμάμαι παλιά που ο πατέρας μου με έπαιρνε στα καφενεία και έσκαγε ένας εργολάβος και έλεγε ότι ψάχνουν χτίστες, σιδεράδες… Προεκλογικά ειδικά γίνονταν όλα στα καφενεία. Είναι ένας πολύ προσωπικός χώρος. Και είμαστε σε μια εποχή που όλα γυρνάνε πίσω. Και στς σημερινές καφετέριες δε συμβαίνει τίποτα- είναι γεμάτος ο χώρος με iphone και οι άνθρωποι δεν μιλάνε μεταξύ τους. Είναι παλαβό γιατί υπάρχει μια τάση οι άνθρωποι να προσπαθούν να ξαναφέρουν το παραδοσιακό με ένα σύγχρονο τρόπο.»
Υπάρχει μια απίστευτη οικειότητα, μπαίνεις μέσα στο καφενείο και ξέρεις τους πάντες, τους χαιρετάς όλους και σε χαιρετάνε με ένα χαμόγελο. Ο χώρος διατηρείται αυθεντικός, τίποτα δεν αλλάζει για την παράσταση.Αντίθετα, η παράσταση γίνεται κομμάτι του καφενείου, τα λόγια δένουν με την παλαιική ατμόσφαιρα που σου δημιουργεί το μέρος. Βλέπεις έναν άνθρωπο να σου χαμογελάει και αμέσως υπάρχει η εμπιστοσύνη. Και αν έχεις μια σκέψη ότι αυτός μπορεί να σου την κάνει, αυτή είναι κρυμμένη βαθιά. Νιώθεις ότι κάθε μέρα είναι και μια ανακάλυψη αυτό το μέρος. Είναι ένα καφενείο με ιστορία 60χρόνων, που το ξέρουν οι παλιοί. Μπαίνεις μέσα και νομίζεις ότι είσαι σε έναν άλλο κόσμο, ότι μεταφέρεσαι σε μια εποχή που οι ρυιμοί σε συνεπαίρνουν σε μια όμορφη νοσταλγία και σε μια ηρεμία ότι όλα γίνονται και ότι όλοι περνούν καλά. Κι όλα αυτά, ενώ είσαι δίπλα στην Ομόνοια. Κι όλα αυτά, ενώ βγαίνοντας έξω από το καφενείο θα σκεφτείς πάλι τις άπειρες υποχρεώσεις και το άγχος θα εμφανιστεί και πάλι.
«Στο θέατρο το στοίχημα που πρέπει να κερδίζεται είναι το στοίχημα με το χρόνο»- αυτό είναι που δείχνουν και οι ρυθμοί του καφενείου. Να τελειώνει η παράσταση και ο θεατής να έχει την απορία «πότε πέρασε ο χρόνος;». Στόχος είναι η άμβλυνση του χρόνου και ο χώρος αυτός του καφενείου το βοηθάει αυτό να γίνει ενεργειακά. «Είναι ο Γιώργος έτσι, άλλωστε, ο ιδιοκτήτης του καφενείου. Έχει ένα θέμα με το χρόνο, όλα κυλούν χαλαρά, όπως δηλώνει και το όνομα του μαγαζιού», τονίζει ο Χρήστος. Είναι λίγο περίεργο αυτό για την εποχή μας αλλά και απαραίτητο. Οι ικαριώτικες ρίζες δείχνουν ότι είναι θέμα γι’ αυτούς το πως διαχειρίζονται την αίσθηση του χρόνου. Είναι ποιητική η σχέση τους με το χρόνο- όπως διαβάζεις ένα ποίημα και ο χρόνος μεγαλώνει, συρρικνώνεται, αμβλύνεται. «Είναι αυτό το παιχνίδι. Ερχόμαστε τόσο καιρό εδώ και κάνουμε πρόβες και δεν ξέρω αν μας έχουν ακούσει πραγματικά κάποια φορά. Είναι εντελώς άλλοι ρυθμοί», τον συμπληρώνει η Ειρήνη.
Ένα ικαριώτικο τσίπουρο ή κρασί και οι αφηγήσεις θα σας πείσουν ότι τελικά κάτι θα γίνει…
*η παράσταση παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 8.30 και κάθε Κυριακή μεσημέρι στις 2. Τηλέφωνο κρατήσεων 6972 310 415, 6948 592574. Σκηνοθεσία: Ειρήνη Μαργαρίτη. Μουσική: Sancho 003. Ερμηνεύει ο Χρήστος Σαπουντζής.