Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΘΕΑΤΡΟ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Tελικά πόσο ροκ ήταν ο Γιάννης Σκαρίμπας;

Ο Άρης Μπινιάρης μιλάει στην Popaganda για το, από στόμα σε στόμα, επιτυχημένο Θείο Τραγί, για το '21 που ανεβάζει στο Gazarte και για τη γοητεία που του ασκεί ο Γιάννης Σκαρίμπας.
unnamed (1)

Το όνομα του Άρη Μπινιάρη κυκλοφορησε από στόμα σε στόμα ανάμεσα στους Αθηναίους θεατρόφιλους την εποχή που παρουσίαζε Το Θείο Τραγί, κι όλοι μιλούσαν για τον γεμάτο ενέργεια τρόπο με τον οποίο ο νεαρός ηθοποιός και οι μουσικοί του μετέδιδαν τον απαιτητικό λόγο του Γιάννη Σκαρίμπα. Όταν το μυστικό αυτής της παράστασης έφτασε μέχρι το Φεστιβάλ Αθηνών κι έγινε γνωστό σε όλους, ο Άρης Μπινιάρης καταπιάστηκε με ένα άλλο σημαντικό ζήτημα: την ελληνική επανάσταση. Το να βλέπει κανείς Το ’21 του, είναι μοναδική εμπειρία, σαν να βρίσκεται μπροστά σε ένα καμίνι και να νιώθει την ορμή και τη φλόγα της φωτιάς. Η Popaganda τον συνάντησε και θέλησε να μάθει από πού πηγάζει η τόση δύναμή του.

Άρη, το θέατρο υπήρχε στην οικογένειά σου, δεν είναι έτσι; Ναι. Ο πατέρας μου, ο Γιώργος Μπινιάρης, είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης.

Άρα υπήρχε πάντα στο νου σου το να ασχοληθείς με αυτό; Όχι. Το είχα αποκλείσει μέχρι τα 18-19 μου, όπου και το βρήκα μέσα από το θέατρο δρόμου και τα ζογκλερικά, έτσι το προσέγγισα. Αργότερα άρχισα να ασχολούμαι περισσότερο με τα κείμενα της αρχαίας τραγωδίας, και πιο συγκεκριμένα με την αρχαία μετρική, δηλαδή τις ρυθμολογίες που έχουν διασωθεί από αυτά τα κείμενα. Ανέβασα μια παράσταση, την Αντιγόνη, που ήταν βασισμένη στην αρχαία μετρική, και μετά τις Βάκχες πάνω στην ίδια μέθοδο. Αυτές οι δουλειές είχαν να κάνουν με τη μουσικότητα του λόγου. Τότε ήταν που έκανα και το πρώτο βήμα μου στο θέατρο σε κλειστό χώρο και σταμάτησα να κάνω θέατρο δρόμου. Από κει και πέρα τα βήματά μου είχαν πάντα να κάνουν με κείμενα που μπορούν να αναδειχθούν μέσω της μουσικής. Το πρώτο βήμα ήταν ο Γιάννης Σκαρίμπας και το Θείο Τραγί, το μεγάλο αυτό ταξίδι, και μετά ήρθε Το ’21. Κεντρικός άξονας είναι η μουσική, η μουσικότητα του λόγου και η αφήγηση μέσω αυτής.

Γιατί είχες αποκλείσει μέχρι τα 18-19 το να ασχοληθείς με το θέατρο; Δεν ήταν στα σχέδιά μου να γίνω ηθοποιός. Άκουγα πάρα πολλή μουσική. Πάρα πολλή όμως! Ενδεχομένως είναι και η πιο έντονη επιρροή μου σε ό,τι αφορά την τέχνη. Μέσω αυτής γαλουχήθηκα.

Τι μουσική; Πανκ και ροκ αρχικά. Dead Kennedys, αλλά και κλασικό ροκ, πιο παλιά πράγματα, dark wave αρκετά, Joy Division… Όλη αυτή τη γκάμα, από κλασικό ροκ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Από τα πιο μετά, μόνο τους Rage Against The Machine κρατάμε! Και τους Nirvana…

Είχες σκεφτεί δηλαδή να γίνεις μουσικός; Ναι. Εϊχα μια μπάντα στο λύκειο όπου τραγούδαγα. Αλλά δεν είχαμε κάνει πολλά πράγματα, ξέρεις, τζαμάραμε. Δεν το είχα σκεφτεί συνειδητά, αλλά μου άρεσε που παίζαμε. Μετά μέσω του θεάτρου ξαναβρήκα τη μουσική.

Την τραγωδία, λόγω θεατρικής οικογένειας, μπορώ να φανταστώ πώς τη συνάντησες, με το Σκαρίμπα πώς συνέβη; Μέσω του Νικόλα Άσιμου. Είχα ακούσει το Ουλαλούμ, τη μελοποίηση του ποιήματος του Σκαρίμπα, όταν ήμουν 18 χρονών και είχα πάθει πλάκα. Άρχισα να διαβάζω Σκαρίμπα σε εκείνη την ηλικία και επίσης έπαθα πλάκα. Είχα συγκινηθεί. Ο Σκαρίμπας απαιτεί να είσαι πολύ ενεργός αναγνώστης. Στην αρχή με είχε δυσκολέψει πολύ να τον διαβάσω, γύρναγα σελίδες πίσω, ξαναδιάβαζα για να καταλάβω τι θέλει να πει. Όταν άρχισα να αποκωδικοποιώ τη γλώσσα του, στο δεύτερο – τρίτο βιβλίο, άρχισε να με απασχολεί πολύ, σαν αναγνώστη, πριν αποφασίσω να κάνω θέατρο. Μετά πέρασαν τα χρόνια, μια δεκαετία σχεδόν, κι όταν έψαχνα να δω τι θα κάνω μετά τις Βάκχες που είχαμε ανεβάσει, είχα την ανάγκη να κάνω ένα βήμα με ένα έργο το οποίο να παίρνει μια σαφή θέση κοινωνικά, πολιτικά, υπαρξιακά, κι ο Σκαρίμπας ήταν ιδανικός για εκείνη τη στιγμή. Αυτό που με συγκίνησε απίστευτα σε αυτόν τον άνθρωπο, ήταν ότι δεν αμφιταλαντευόταν στις θέσεις του, καθόλου. Σου λέει «ένα κι ένα κάνουν δύο». Από αυτό ακριβώς πηγάζει όλη του η ποιητικότητα. Όλη του η δύναμη και η βαθιά συγκίνηση. Έτσι συνάντησα το Σκαρίμπα. 

Το Θείο Τραγί βρήκε το κοινό του, από εκεί σε ανακαλύψαμε οι περισσότεροι. Όμως αρχικά, πόσο εύκολο ήταν να το ανεβάσεις και να βρείς πού να παιχτεί; Δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, διότι λόγω της παρουσίας μου με τις δύο προηγούμενες δουλειές, υπήρχαν κάποιοι χώροι, όπως το Bios όπου και τελικά πρωτοανέβηκε, οι οποίοι είχαν δείγμα της δουλειάς μου, οπότε ήξεραν ότι αν μη τι άλλο θα γίνει κάτι σοβαρό. Φυσικά, το αν θα πετύχει ή όχι πάντα παίζεται. Στο Bios είχα ανεβάσει τις Βάκχες, οπότε είχαμε μια καλή σχέση και μου είπαν «προχώρα». Και μάλιστα πριν μορφοποιηθεί καν. Βέβαια από τον περίγυρο υπήρχαν πολλές αμφιβολίες, του τύπου «Πού πας τώρα με το Σκαρίμπα; Κανείς δεν θα καταλάβει, κάνε κάτι πιο ευρείας κατανάλωσης». Μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού ήταν οι άνθρωποι που μου είπαν «Προχώρα, είναι υπέροχο». Άκουσα την καρδιά μου, γιατί πραγματικά με συγκινεί πάρα πολύ αυτό το κείμενο και προχώρησα. Κι έγινε αυτό που έγινε. Τρία χρόνια παίζαμε, Φεστιβάλ Αθηνών, Bios δύο φορές, Θέατρο της Οδού Κυκλάδων… Μια χαρά!

«Όταν σκέφτεσαι το 1821, το πρώτο που σου έρχεται στο νου δεν είναι να βάλεις παραμορφωμένο μπάσο ή ντραμς. Αλλά αφενός είναι η μουσική που άκουγα και ακούω και μου αρέσει, κι αφετέρου το νεύρο της ροκ μπορεί από μόνο του να εκφράσει κάτι πολεμικό, ανατρεπτικό και επαναστατικό»

Πώς δημιουργήθηκε ντόρος για την παράσταση; Από στόμα σε στομα; Ναι,από στόμα σε στόμα. Αυτό άρχισε να φέρνει σιγά-σιγά και κριτικούς θεάτρου, οι οποίοι έγραψαν και φυσικά βοήθησαν. Μετά άρχισε να ανοίγει ακόμα περισσότερο στον κόσμο. Παίξαμε ένα μήνα πριν γραφτεί η πρώτη κριτική.

Και Το ’21; Πώς σκέφτηκες να το κάνεις; Αρχικά πάλι μέσω του Γιάννη Σκαρίμπα. Είχα διαβάσει το Το ’21 και η Αλήθεια, το οποίο δεν είναι ένα βιβλίο με λογοτεχνική αξία, αλλά ένα ιστορικό βιβλίο βαθιά συγκινητικό, και αρκετά προκλητικό το πώς γράφει την ιστορία. Μου άρεσε το πνεύμα του, άσχετα αν συμφωνώ 100% με τις θέσεις του – υπάρχουν κάποιες που συμφωνώ και κάποιες που διαφωνώ. Αλλά μου αρέσει πολύ ο τρόπος που γράφει. Πιστεύω πως με αυτό τον τρόπο θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία η ιστορία. Παίρνει θέση, δεν φοβάται, δεν διστάζει. Και τι καταφέρνει με αυτό το βιβλίο; Να γεφυρώσει το χάσμα και την απέραντη απόσταση που μας έχει δημιουργήσει η επίσημη εκπαίδευση με την ιστορία. Ο Σκαρίμπας σε φέρνει κοντά. Διαβάζεις γι’ αυτούς τους ανθρώπους, και καταλαβαίνεις ότι ήταν άνθρωποι. Δεν ήταν κάποιοι ήρωες μακρινών παραμυθιών. Τους βλέπεις, τους μυρίζεις, τους αντιλαμβάνεσαι. Αυτό επαναφέρει την ιστορία σε αυτό που οφείλει να είναι, και είναι κι ο χρηστός της ρόλος. Η ιστορία υπάρχει ώστε εσύ να μπορείς να πάρεις μια θέση απέναντι στα γεγονότα. Δεν είναι μια απλή γνώση, μια καταγραφή. Έχω τη δυνατότητα να ταυτιστώ με συμπεριφορές του παρελθόντος ή όχι. Και το σχολείο – πολύ συνειδητά, πιστεύω – δεν σε βάζει σε αυτή τη διαδικασία. Ο Σκαρίμπας το καταφέρνει αυτό. Είναι εργαλείο η ιστορία. Αυτή είναι και η γραμμή που ήθελα να έχει η παράσταση. Να καταλύσει την απόσταση που υπάρχει. Να καταλάβουμε ότι και τότε ήταν άνθρωποι αυτοί, όχι ήρωες ή άγιοι.

Κι από πλευράς κειμένων επιστρέφεις στις πηγές. Ναι. Αυτή τη φορά αναζήτησα την ποίηση που παράγουν τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα, ενώ στο Τραγί είναι ποητικό το κείμενο από μόνο του. Οπότε τώρα το δύσκολο και το καινούριο ήταν ακριβώς να αναδείξουμε αυτή την ποιητικότητα. Ανέτρεξα σε κείμενα από το 1817 μέχρι το 1835, δηλαδή πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο. Έχουμε μια συρραφή κειμένων: επιστολογραφία, άρθρα εφημερίδων της εποχής, απομνημονεύματα οπλαρχηγών, κείμενα εθνοσυνελεύσεων, τα οποία ακολουθούν μια νοηματική ροή κι ο θεατής παρακολουθεί μια συγκεκριμένη ιστορία με πρωτότυπο τρόπο.

unnamed

Επιλέγεις μια μουσική γλώσσα η οποία σε σχέση με το θέμα σου δεν είναι η αυτονόητη. Εννοείς τον ροκ ήχο. Ναι, πράγματι όταν σκέφτεσαι το 1821, το πρώτο που σου έρχεται στο νου δεν είναι να βάλεις παραμορφωμένο μπάσο ή ντραμς. Αλλά αφενός είναι η μουσική που άκουγα και ακούω και μου αρέσει, κι αφετέρου το νεύρο της ροκ μπορεί από μόνο του να εκφράσει κάτι πολεμικό, ανατρεπτικό και επαναστατικό. Αυτή η μουσική υπήρξε ούτως ή άλλως ανατρεπτική, μουσική αμφισβήτησης. Έχει λοιπόν πολλά κοινά με μια διαδικασία εξέγερσης, με την επιθυμία να αλλάξεις κάτι.

Η στιγμή κατά την οποία αποφασίζεις να ασχοληθείς με αυτό το θέμα δεν μου φαίνεται συμπτωματική. Πόσο συνειδητή είναι αυτή η επιλογή; Με Το ’21 υπήρξε μια πολύ ωραία συγχρονικότητα: αποφασίζω να το κάνω, ξεκινάμε να το δουλεύουμε, λέμε το ΟΚ με το Φεστιβάλ Αθηνών και το προχωράμε, και ξαφνικά βρισκόμαστε να είναι οι δύο παραστάσεις στο Φεστιβάλ τον Ιούλιο που μας πέρασε ακριβώς δύο μέρες πριν από το δημοψήφισμα! Αυτό είχε δημιουργήσει ένα πολύ όμορφα φορτισμένο και συγκινητικό κλίμα. Φυσικά δεν έγινε επί τούτου, αλλά νομίζω πως όταν υπάρχει κάτι που θέλεις να πεις και αυτό συγκινεί, σίγουρα έχει να κάνει με το σήμερα. Το ίδιο έγινε και με το Τραγί. Ήθελα να το κάνω, μου άρεσε η ιδέα και με συγκινούσε, κι αυτό ήρθε σε άμεση σχέση με ό,τι συμβαίνει γύρω. Ευτυχώς. Έτσι ένιωσα πως κι εγώ δεν είμαι αποκομμένος.

Το ’21 λοιπόν θα έχει ακόμα ένα κύκλο παραστάσεων μέσα στον Απρίλιο. Έχεις κάνει ήδη σκέψεις για το επόμενο βήμα; Ναι. Απλά δε είναι ακόμα κάτι ανακοινώσιμο, επειδή δεν είναι μορφοποιημένο 100%. Το επόμενο βήμα θα είναι η ανάπτυξη των δύο προηγούμενων, αυτού του δρομου αφήγησης.

Ακούω πολύ συχνά, επειδή γίνονται πάρα πολλές θεατρικές δουλειές σε σχέση με το μέγεθος της Αθήνας και του κοινού της, να μιλάμε για θεατρική Άνοιξη. Στην πράξη, εσείς από μέσα πώς το βιώνετε; Μπορεί κανείς να ζήσει από το θέατρο; Όχι. Δεν είναι εύκολο να ζήσει από το θέατρο, όπως δεν είναι εύκολο να ζήσει και από τα υπόλοιπα επαγγέλματα! Ό,τι συμβαίνει σε αυτά, συμβαίνει και στο θέατρο. Ελπίζουμε όμως να βρούμε τρόπους να συνεχίσουμε. Είναι αναλόγως πώς βλέπεις την εποχή κι αυτά που συμβαίνουν. Εγώ είμαι περισσότερο με τους εξοδίτες του Μεσολογγίου, οι οποίοι όταν είδαν πως τα είχαν χάσει όλα κι είχαν αρχίσει να τρώνε γάτες, ποντίκια και τα λοιπά, και είχαν απ’ έξω 80.000 στρατό να τους πολιορκεί και την επίσημη ελληνική πολιτεία να τους έχει αφήσει στη μοίρα τους, αποφάσισαν εκείνη τη στιγμή να κάνουν έξοδο. Σου λέει, όσους πάρουμε! Χαμένοι για χαμένοι είμαστε! Όσους πάρουμε! Λοιπόν ταυτίζομαι πολύ με αυτή τη στιγμή. Τελικά σώθηκαν 1000 με 1200 από τους εξοδίτες του Μεσολογγίου. Κάνανε έξοδο και επιβίωσαν. Σε αυτό τον τόπο, τη στιγμή που τα είχαν χάσει όλα, δεν παρέδωσαν τα όπλα και κάνανε έξοδο. Αυτό είναι υπέροχο. Με συγκινεί βαθιά, ταυτίζομαι και θεωρώ πολύ χρήσιμη την παρακαταθήκη αυτών των ανθρώπων για μας.


3, 10, 17 & 24 Απριλίου, Gazarte Theater Stage, Βουτάδων 32-34, Γκάζι, www.gazarte.gr | Ώρα έναρξης: 21:00. Τιμές εισιτηρίων: 15€. Μειωμένο: 12€
POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.