Αυτή η ιστορική γειτονιά, τα Προσφυγικά της Λ. Αλεξάνδρας, δομήθηκε μεταξύ 1933-36 με σκοπό να στεγάσει προσφυγικές, κυρίως, οικογένειες από τη Μικρά Ασία. Στη διάρκεια σχεδόν ενός αιώνα, η γειτονιά έχει αποτελέσει πεδίο πολλών αγώνων με αποκορύφωμα τη μάχη στα Δεκεμβριανά. Την περίοδο της χούντας, ήταν η πρώτη φορά που δημοσιοποιήθηκαν σχέδια κατεδάφισης της γειτονιάς, που απλώνεται σε 14.500 τ.μ., προκειμένου να χτιστεί το δικαστικό μέγαρο. Αν και ματαιώθηκαν, έκτοτε κάθε κυβέρνηση δημοσιοποιούσε και ένα νέο σχέδιο “αξιοποίησής” της.

Στις αρχές του 2000 το κράτος κατάφερε να αδειάσει τα Προσφυγικά μέσα σε καθεστώς τρομοκρατίας. Η γειτονιά εγκαταλείφτηκε, ωστόσο 51 ιδιοκτήτες/ριες παρέμειναν και αγωνίστηκαν μαζί με κατοίκους των Αμπελοκήπων και τη στήριξη της αρχιτεκτονικής σχολής του ΕΜΠ, πετυχαίνοντας να ανακηρυχτούν τα κτίρια διατηρητέα και ιστορικά νεότερα μνημεία το 2009. Από εκείνο το σημείο μέχρι σήμερα, τα Προσφυγικά έχουν πολεμηθεί αλλεπάλληλες φορές.

Σήμερα ζουν εκεί 450 άνθρωποι από 27 χώρες. «Ζούμε αυτοοργανωμένα με πολλές δομές, όπως η δομή παιδικού στεκιού και αυτομόρφωσης, ο βρεφονηπιακός σταθμός, η δομή υγείας στην οποία συμμετέχει η πρωτοβουλία Ψ για ένα πολύμορφο κίνημα στην ψυχική υγεία με τον Θόδωρο Μεγαλοοικονόμου και το κοινωνικό ιατρείο αλληλεγγύης Εξαρχείων με την Κατερίνα Μάτσα», λένε οι κάτοικοι στο tvxs.

Τα Προσφυγικά βρίσκονται στο στόχαστρο αφενός γιατί αποτελούν παράδειγμα κοινωνικής αυτοοργάνωσης και αφετέρου γιατί ο εξευγενισμός και η Ανάπλαση Α.Ε. θέλουν να προχωρήσουν στη διπλή ανάπλαση της περιοχής. Στην πρόσφατη επίθεση της 18ης Ιουνίου του 2024 και των ημερών που τη διαδέχτηκαν, δύο άτομα της κοινότητας συνελήφθησαν βίαια και αναίτια στις 20 Ιουνίου, ενώ η γειτονιά μετατράπηκε σε εμπόλεμη ζώνη. Ακολούθησε η απρόκλητη επίθεση και η άγρια καταστολή που δέχτηκε 15χρονος μαθητής του Μουσικού Σχολείου Αθήνας από την αστυνομία, την 21η Ιουνίου στις 17:30. Ομάδα αστυνομικών της ΔΡΑΣΗ συνέλαβε τον Χ.Κ. και τον οδήγησε στη ΓΑΔΑ, χτυπώντας τον, εξυβρίζοντάς τον και απειλώντας τον με χυδαίες, σεξιστικές εκφράσεις και χειρονομίες, υπό την απειλή βιασμού. Τον εξανάγκασαν επανειλημμένα σε σωματικό έλεγχο, ενώ προσπαθούσαν να του αποσπάσουν ομολογία για συμμετοχή του στα γεγονότα της 20ης Ιουνίου.

Μέσα στο ζοφερό αυτό κλίμα, μέλη της Επιτροπής για την ανάδειξη και υπεράσπιση της Κοινότητας των Κατειλημμένων Προσφυγικών και της συλλογικής της μνήμης, πραγματοποίησαν συνέντευξη τύπου για τις χρόνιες πρακτικές που εφαρμόζουν στα Προσφυγικά οι κρατικοί μηχανισμοί, και η Popaganda ήταν εκεί.

Επιθέσεις κρατικών αρχών, έλεγχοι, παρακολουθήσεις: Οι άνθρωποι των Προσφυγικών στο στόχαστρο

Ο Δημοσθένης Καραβόλτσιος, μέλος της κοινότητας των Προσφυγικών, περιγράφει: «Έχουμε χτίσει μία πλατφόρμα όπου όλες οι διαφορετικότητες μπορούν να συν-διοργανώνονται, να αγωνίζονται και να επιβιώνουν μαζί. Το 2000 το ελληνικό κράτος κατέφυγε σε μια εκστρατεία τρομοκρατίας, εκδιώκοντας την πλειοψηφία των τότε κατοίκων των Προσφυγικών και παραμείναμε μόνο 51. Η γειτονιά άρχισε να αποκτά ξανά ζωή μέσα από τις καταλήψεις και ως το 2010 καταφέραμε η αστυνομία να μην έρχεται από τη ΓΑΔΑ στα Προσφυγικά. Έκτοτε όμως, η καταστολή δεν έχει σταματήσει. Το 2016 γίνεται η πρώτη μεγάλη επίθεση, στην πρώτη χρονιά του ΣΥΡΙΖΑ και στη δίκη της Χρυσής Αυγής στις φυλακές Κορυδαλλού. Τότε πάρθηκε μια κεντρική πολιτική απόφαση, να μεταφερθεί η δίκη στο Εφετείο Αθηνών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα Προσφυγικά». 

Επί μήνες, η ασφάλεια, τάγματα εφόδου της ΧΑ και δυνάμεις καταστολής πραγματοποιούσαν περιπολία στα Προσφυγικά. Στις 30 Οκτώβρη του 2016, προς το τέλος της δίκης, τα ΜΑΤ και από πίσω οι χρυσαυγίτες επιτέθηκαν στους ανθρώπους της κοινότητας και επιχείρησαν να εισβάλλουν στα σπίτια τους. Όπως θυμάται ο Δημοσθένης Καραβόλτσιος, «Η γειτονιά αμύνθηκε και εκδίωξε της αστυνομία και τα τάγματα εφόδου της ΧΑ. Την επόμενη μέρα, μεγάλες δυνάμεις χρυσαυγιτών στη Δέγλερη, πίσω από τα ΜΑΤ ξανά, επιχείρησαν να επιτεθούν πετώντας πέτρες και ασκώντας βία». 

«Μετά το 2022, βιώνουμε συνεχή φυσική και ηλεκτρονική παρακολούθηση μέσα στη γειτονιά. Η κάμερα της τροχαίας παρακολουθεί και στοχοποιεί μόνιμα την κοινότητα. Το τελευταίο διάστημα έχουμε επίσης συνεχή επέμβαση και εισβολή σε κοινωνικούς απελευθερωμένους χώρους και καταλήψεις (στον Εξωστρεφή στον Λόφο του Στρέφη, στα Ζιζάνια στα Πατήσια κ.ά.) και συνεχείς ελέγχους της νεολαίας στους δρόμους», λέει ο ίδιος. Παράλληλα, έχουν πολεμηθεί και από τα ΜΜΕ. «Στις 20 Ιουνίου του 2024 που ξεκίνησε η επιχείρηση με την προσαγωγή των δύο συντρόφων/ισσών, τα ΜΜΕ μετέδιδαν πως όχλος από τα Προσφυγικά επιτέθηκε με πέτρες σε δυνάμεις των ΟΠΚΕ. Στις 21 Ιουνίου, στην απαγωγή του 15χρονου, το παιδί αναφερόταν στα ΜΜΕ ως “ο 15χρονος οργανωτής της αντιπαράθεσης μέσα στα προσφυγικά” και “ο 15χρονος ύποπτος για εμπλοκή σε υποθέσεις της εγχώριας τρομοκρατίας”». 

Σχολιάζοντας την υπόθεση της επίθεσης στον 15χρονο μαθητή, η Ντίνα Ρέππα, δασκάλα στο σχολείο και μέλος του συλλόγου εκπαιδευτικών Αριστοτέλης, αναφέρθηκε στις «περιβόητες» πλατφόρμες ενάντια στο bullying, και αναρωτήθηκε: «Τι έκανε το κράτος στον 15χρονο; Νομιμοποίησε με τον πιο χυδαίο τρόπο το bullying και τη βία. Η τηλεόραση που έχει αναπαράγει κάθε σύγκρουση μαθητών, μιλώντας για τον εκφοβισμό, σε αυτό το ζήτημα δεν μίλησε. Ένας επίσημος κρατικός θεσμός πήρε έναν 15χρονο μαθητή, τον απείλησε με κάθε έννοια – ακόμα και σεξουαλικά. Εμείς δεν θα επιτρέψουμε το παιδί να μείνει στα χέρια τους».

Φωτογραφία: SOOC

Οι τρεις κομβικοί σταθμοί των επιθέσεων στην Κοινότητα και η νομική τους σημασία

Ο δικηγόρος και δημοτικός σύμβουλος Αγίας Παρασκευής, Πάνος Αντωνίου, επικεντρώθηκε στους τρεις μεγάλους σταθμούς, από νομικής πλευράς, στην προσπάθεια του κράτους, της κυβέρνησης και της αστυνομίας να χτυπηθεί ο κόσμος της κοινότητας των Προσφυγικών. Η πρώτη μαζική επίθεση των τελευταίων χρόνων, σημειώθηκε στις 22 Νοεμβρίου του 2022, όταν όλη η γειτονιά αποκλείστηκε από κάθε λογής κατασταλτικές δυνάμεις. Το κράτος εξαπέλυσε μιας μεγάλης κλίμακας αστυνομική επιχείρηση, η οποία, πέρα από τη χρήση υπέρμετρης βίας, τις εικόνες με ανθρώπους δεμένους πισθάγκωνα στους τοίχους των Προσφυγικών και το άνοιγμα των σπιτιών, ολοκληρώθηκε με 79 απευθείας συλλήψεις. Όπως επισημαίνει ο δικηγόρος, «Πρόκειται για μία αβάσιμη στο νομικό της σκέλος δικογραφία, μια δικογραφία “business as usual”. Μερικοί αστυνομικοί καταθέτουν δηλαδή για όλους τους συλληφθέντες, ότι προέβησαν σε βία κατά υπαλλήλων, διατάραξη κοινής ειρήνης (στην ίδια τη γειτονιά τους), πρόκληση απλής σωματικής βλάβης προς τους αστυνομικούς -χωρίς καταθέσεις από γιατρούς ή πολίτες-, απόπειρα βαριάς σωματικής βλάβης, φθορά ξένης ιδιοκτησίας από κοινού, εξύβριση από κοινού και παραβίαση των νόμων περί όπλων και φωτοβολίδων».

Ανάμεσα στους συλληφθέντες, οι οποίοι ήταν άνθρωποι διαφόρων κοινωνικών ομάδων, βρίσκονταν δύο ανήλικοι και ένας δικηγόρος. Στην αυτόφωρη διαδικασία, το κράτος έκανε επίδειξη δύναμης ακόμα και στην πιο ευάλωτη στιγμή των ανθρώπων, οι οποίοι βρίσκονταν στα χέρια των κρατικών μηχανισμών και κρίνονταν. Όταν τελικά αφέθηκαν, αρκετοί χτυπήθηκαν εκ νέου. Ο Πάνος Αντωνίου σημειώνει πως, «Στόχος της κατασταλτικής επιχείρησης ήταν να οριοθετήσει τη δράση πολλών ανθρώπων στα Προσφυγικά και να τους φακελώσει. Έκτοτε είχαμε διαρκώς αστυνόμευση και προσαγωγές σε μέρες-ορόσημα, όπως στις πορείες της 6ης Δεκέμβρη ή της 17 Νοέμβρη, αλλά και πριν τις νόμιμες διαδηλώσεις για το έγκλημα στα Τέμπη, με προφανή σκοπό τη μη συμμετοχή και την τρομοκρατία των ανθρώπων».

«Βρισκόμαστε σε μια σειρά γεγονότων μιας κλιμακούμενης καταστολής σε βάρος της κοινότητας και προσπάθειας ανακοπής της συλλογικής δράσης»

Ο δεύτερος κομβικός σταθμός καταστολής, την 1η Νοέμβρη του 2023, περιελάμβανε και ακροδεξιούς παρακρατικούς μηχανισμούς, οι οποίοι έδρασαν μετά από τη μαζική αντιφασιστική συγκέντρωση απέναντι στο διεθνές κάλεσμα εθνικιστικών-νεοναζιστικών ομάδων στο Ν. Ηράκλειο και τη Ν. Ιωνία. Κατά την επιστροφή ανθρώπων των Προσφυγικών και την αλλαγή γραμμής στο Μοναστηράκι, δέχτηκαν εγκληματική επίθεση από τάγμα εφόδου ακροδεξιών ομάδων, με την ανοχή της αστυνομίας, όπως φανέρωσε το πλούσιο βιντεοληπτικό υλικό. «Η αστυνομία δεν φρόντισε για την άμεση απομάκρυνσή τους, αλλά “δια μαγείας” εμφανίστηκαν διμοιρίες των ΜΑΤ και προέβησαν σε συλλήψεις. Ως “εκ θαύματος” οι συλληφθέντες προέρχονταν από το βαγόνι που μετακινούνταν οι αντιφασίστες. Υπήρξαν κακουργηματικοί τραυματισμοί και βαριές σωματικές βλάβες σε αλληλέγγυους που το μόνο που έκαναν ήταν να μετακινούνται στο βαγόνι, ενώ σχηματίστηκε ενιαία δικογραφία εις βάρος τους. Μετά από την πίεση του κόσμου και τη σοκαριστική εικόνα με το μπιτόνι, οι αρχές αναγκάστηκαν να συλλάβουν και μερικούς ακροδεξιούς, βάζοντάς τους στην ίδια δικογραφία», διασαφηνίζει ο δικηγόρος.

Φθάνοντας στο παρόν και στον τρίτο μεγάλο σταθμό, στις 18 Ιουνίου του 2024 σημειώθηκαν προσαγωγές μελών της κοινότητας στα πέριξ των Προσφυγικών, και στις 20 Ιουνίου η επέμβαση κλιμακώθηκε με τη σύλληψη δύο μελών της κοινότητας μετά από επίθεση ομάδων της ΟΠΚΕ και της συγκρότησης μιας δικογραφίας, αποτελούμενης από πολλά πλημμελήματα για τους συγκεκριμένους. Μάλιστα, η αστυνομία εξήγαγε αντίγραφα της δικογραφίας για περισσότερους από 70 «άγνωστους δράστες», ως συμμετέχοντες στα γεγονότα. «Στις 21 Ιουνίου, είχαμε το συμβάν με τον ανήλικο που μάλιστα είναι και ένας από τους συλληφθέντες του 2022, όταν οι δυνάμεις είχαν μπει στο σπίτι του και είχε γίνει σύλληψη μαζί με τον μικρότερο αδελφό του και τη μητέρα του. Με τους τρεις κύριους αυτούς σταθμούς, βρισκόμαστε σε μια σειρά γεγονότων μιας κλιμακούμενης καταστολής σε βάρος της κοινότητας και προσπάθειας ανακοπής της συλλογικής δράσης, με έναν τρόπο που έχει σκοπό να σε βάλει σε έναν κύκλο φόβου, εσωστρέφειας και δικαστικών εξόδων», τονίζει ο Πάνος Αντωνίου.

Η συμβολή του Νέου Ποινικού Κώδικα στην εξάπλωση της καταστολής

Σύμφωνα με τον ίδιο, όλα αυτά συμβαίνουν στο πλαίσιο του Νέου Ποινικού Κώδικα, με τον οποίο «αυξάνονται αρχικά οι ποινές σε μικρο-αδικήματα, ενώ οι ποινές άνω του έτους σε πολλές περιπτώσεις είναι εξαγοράσιμες, δεν έχεις δηλαδή αναστολή. Αυτό σημαίνει ότι βαθαίνει και η ταξικότητα στην καταστολή. Αφού πρακτικά περισσότερος κόσμος θα πηγαίνει στη φυλακή, τι δεν αντέχουμε ως κράτος; Το κόστος. Για τον λόγο αυτόν, δρομολογείται ήδη το σχέδιο ανέγερσης ιδιωτικών φυλακών στον Ασπρόπυργο, με κατεύθυνση τα μικρο-εγκλήματα. Επίσης, ακόμα και σε δικογραφίες που το μόνο και αποκλειστικό “στοιχείο ενοχής” είναι οι καταθέσεις των μαρτύρων αστυνομικών, για λόγους επιτάχυνσης της δικαιοσύνης, το δικαστήριο δεν οφείλει πλέον να τους καλέσει στη δίκη. Θα έχουμε λοιπόν μια δίκη, απλά με την κατάθεση των αστυνομικών, την οποία θα πρέπει να εκλάβουμε ως αληθή, χωρίς να επωμιστεί τη βάσανο της προφορικής εξέτασης και των ερωτήσεων ο μάρτυρας του κατηγορητηρίου».

Θετική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι, από την 1η Μαΐου που έχει τεθεί σε εφαρμογή η δυνατότητα αυτή για τους αστυνομικούς, οι μαχόμενοι δικηγόροι αρνούνται πεισματικά να πραγματοποιήσουν δίκες χωρίς μάρτυρες. «Προσπαθούμε να δημιουργούμε ρωγμές και το σύνολο των δικαστηρίων έχουν αναγκαστεί προκειμένου να μην εξευτελιστούν, να αναβάλουν τις δίκες για να κληθούν οι μάρτυρες κατηγορητηρίου. Έχουν γίνει επίσης παρεμβάσεις από Συλλόγους Γονέων και Καθηγητών από το Μουσικό Σχολείο όπου φοιτά ο 15χρονος, έχει γίνει αναφορά στον Συνήγορο του Παιδιού, για να αποδειχθεί μάλιστα πως όλη αυτή η βία που υπέστη έχει επιπτώσεις που μπορεί να διαπιστώσει ένας ψυχολόγος. Γίνεται προσπάθεια να φτάσουν αυτά τα γεγονότα και στο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας και άλλους φορείς, ακόμα και στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων», μας πληροφορεί ο δικηγόρος. 

Η συλλογικότητα και η κοινή δράση, αντίδοτο στην κοινωνική βάση των ψυχικών διαταραχών

Η σπουδαία ψυχίατρος, συγγραφέας και πρώην διευθύντρια του 18 Άνω, Κατερίνα Μάτσα, εργάζεται τα τελευταία 13 χρόνια στα Κοινωνικά Ιατρεία, μία αυτοοργανωμένη δομή που χρονολογείται από την εποχή των μνημονίων, όταν άνεργοι, πρόσφυγες και φτωχοί άνθρωποι χρειάζονταν δωρεάν περίθαλψη. Ο διπλός ρόλος που χαρακτηρίζει τη δημιουργία τους βρίσκει ένα κοινό σημείο συνάντησης με τον τρόπο που είναι οργανωμένη η ζωή στα Προσφυγικά της Αλεξάνδρας. Όπως μας εξήγησε, «Ο βασικός ρόλος μας ήταν να προσφέρουμε φροντίδα υγείας στους ανθρώπους που το σύστημα υγείας έδιωχνε και απέρριπτε, γιατί το επιστημονικό μοντέλο της ιατρικής που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια είναι η ιατρική για το κέρδος και όχι η ιατρική της υγείας. Πλέον, οι σχέσεις γιατρού-ασθενή διαβρώνονται εξαιτίας της εμπορευματοποίησης που κυριαρχεί (και) στον κλάδο». Αντιθέτως, στα Κοινωνικά Ιατρεία οι σχέσεις είναι ισότιμες, οριζόντιες, και οργανώνονται μέσα από τις συνελεύσεις στις οποίες συμμετέχει όλη η κοινότητα και όχι μόνο όσοι απασχολούνται στο Ιατρείο.

«Στην κλινική μας δουλειά είχαμε κατά βάση ανθρώπους κατατρεγμένους, φτωχούς, μετανάστες και πρόσφυγες. Η κατάρρευση του ΕΣΥ δεν είναι αποκλειστικά θέμα Άδωνι (ο οποίος αποτελεί μια ακραία περίπτωση χυδαιότητας), αλλά απόρροια της νεοφιλελεύθερης πολιτικής για την υγεία. Ετοιμάζουν μάλιστα με νόμο τις επόμενες μέρες να μην υπάρχει ούτε δημόσια ψυχική υγεία ούτε δημόσια απεξάρτηση», καταγγέλλει η κα. Μάτσα.  Αναφερόμενη στη συνέχεια στην κοινωνική βάση των ψυχικών διαταραχών, αναδεικνύει την κοινωνική ψυχοπαθολογία που αποτυπώνεται στον πολύ ευαίσθητο ψυχισμό των ανθρώπων, ο οποίος γίνεται ευάλωτος επειδή η κοινωνία βρίσκεται σε κρίση. Γιατί ο άνθρωπος ζει σε όρους ζωής που είναι αβίωτοι και οι οποίοι δεν του επιτρέπουν να νιώθει ασφάλεια. «Αντιθέτως, καλλιεργείται συστηματικά ο φόβος, η ανασφάλεια και η αίσθηση ότι ο καθένας πρέπει να τα βγάλει πέρα μόνος. Αυτό δηλαδή που έλεγε η Θάτσερ: Είσαι φτωχός; Φταις εσύ που είσαι. Είσαι άνεργος; Είσαι κακός επιχειρηματίας του εαυτού σου. Είδαμε το κράτος να προωθεί την ατομική ευθύνη κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Δεν υπάρχει συλλογική ευθύνη».

«Έχουμε υποχρέωση όλοι να δώσουμε μάχη για να μην περάσει η αστυνομοκρατία και τα σχέδιά τους στα Προσφυγικά»

Όταν η κοινότητα των Προσφυγικών απευθύνθηκε στο Κοινωνικό Ιατρείο για να ικανοποιήσει διάφορες ανάγκες, οι άνθρωποι του Ιατρείου διαπίστωσαν πως αυτό που συμβαίνει στον χώρο τους, υφίσταται και στα Προσφυγικά ως προς την οργάνωση του τρόπου ζωής. Αυτός βασίζεται στη συλλογικότητα και την κοινή δράση, ενώ οι άνθρωποι αναζητούν μαζί λύσεις για τα προβλήματά τους και στα δύο περιβάλλοντα. Όπως γνωστοποιεί η ψυχίατρος, «Αποκτήσαμε μαζί τους μια σχέση που αναπτύσσεται διαρκώς και δίνει τη μορφή Δικτύου Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων. Είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε αυτή τη συνεργασία, γιατί ξέρουμε ότι το ζήτημα των Προσφυγικών έχει καθαρά πολιτικό χαρακτήρα. Στην περιοχή υπάρχει το θέμα της ανάπλασης και της διπλής ανάπλασης, παίζονται πολύ μεγάλα κεφάλαια». 

Παράλληλα, στα Προσφυγικά οργανώνεται μια κοινωνική ζωή σε σύγκρουση με την κανονικοποιημένη ζωή της παραίτησης, που καλλιεργεί στους ανθρώπους την αντίληψη ότι δεν είναι αρκετοί. Η κα. Μάτσα μας λέει πως, «Ο φόβος είναι τεράστια δύναμη στα χέρια της εξουσίας γιατί καθηλώνει τον άνθρωπο και τον κάνει να νιώθει σαν σκουπίδι. Στα Προσφυγικά δίνεται μια ιδεολογική μάχη τεράστιας σημασίας. Γι’ αυτό γίνονται οι επιδρομές της αστυνομίας, για να διαλύσουν τους ανθρώπους της κοινότητας σαν προσωπικότητες. Στην περίοδο της κατοχής υπήρχαν ψυχίατροι που έκαναν μια έρευνα σε όλα τα νοσοκομεία της Αθήνας και διαπίστωσαν πως αυτοί που αντιστέκονταν στον κατακτητή, είχαν τα μικρότερα α ή καθόλου ποσοστά ψυχοπαθολογίας. Έχουμε υποχρέωση όλοι να δώσουμε μάχη για να μην περάσει η αστυνομοκρατία και τα σχέδιά τους στα Προσφυγικά, και να παραμείνει σαν ένας υποδειγματικός χώρος συλλογικής δράσης και αλληλεγγύης – αυτό δηλαδή που χρειάζεται η κοινωνία σε αυτή την περίοδο της κρίσης».

Η κοινοτική εκπαίδευση ως αντίβαρο στην κυρίαρχη χειραγωγική ιδεολογία – Ο ρόλος των Προσφυγικών ως «κοινωνική κατοικία»

Από την πλευρά της, ως εκπαιδευτικός, η Ντίνα Ρέππα τόνισε πως η καταστολή και η επίθεση απέναντι στην κοινότητα των Προσφυγικών, «δεν έχει στόχο μόνο τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Η κοινότητα των Προσφυγικών είναι ένα αντιπαράδειγμα και χτυπιέται γι’ αυτό, διότι η αντίληψη όλα αυτά τα χρόνια είναι ότι δεν πρέπει να υπάρχει τίποτα απολύτως το οποίο να μην μεσολαβείται από την εμπορευματοποίηση και το κέρδος. Δεν μπορεί να υπάρχει τίποτα κοινό και καλό που να ανήκει στον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο που μόνο αν ένας επιχειρηματίας φτιάξει κάτι μπορούμε να έχουμε ένα καθαρό πάρκο, άμεση ιατρική περίθαλψη κ.ά.».

Η Κοινότητα των Προσφυγικών έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο γύρω από τα ζητήματα της εκπαίδευσης. Πέραν της Δομής Παιδικού Στεκιού και Αυτομόρφωσης, της ενισχυτικής διδασκαλίας, του παιδικού σταθμού κ.λπ., γίνεται μια προσπάθεια για να διαμορφωθεί μια διαφορετική αντίληψη για το πώς αντιμετωπίζει κανείς τη μόρφωση, με την πολύ ευρεία έννοιά της, έξω από τα πλαίσια του θεσμοθετημένου σχολείου. Η κα. Ρέππα σχολιάζει ότι, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της ψυχικής υγείας, έτσι και στην εκπαίδευση «τις τελευταίες δεκαετίες το κράτος έχει αναβαθμίσει πάρα πολύ την ιδεολογική και χειραγωγική επίδρασή του στους νέους και μάλιστα από πολύ μικρή ηλικία». 

Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι κοινότητες αλληλεγγύης όπως αυτή των Προσφυγικών, αλλά και άλλες στον χώρο της εκπαίδευσης, επιδιώκουν να αντιστρέψουν με την κυρίαρχη αφήγηση, πρωτίστως αξιακά και κόντρα σε ένα κράτος που επιδιώκει να μάθει τα παιδιά ότι οι άνθρωποι χωρίζονται σε «καλούς» και «κακούς», σε «άξιους» και «ανάξιους». Στην κοινότητα των Προσφυγικών, δεν υπάρχουν παιδιά που «μπορούν» και «δεν μπορούν». Μπορούν όλα, το καθένα με την ιδιαίτερη κλίση του. Σύμφωνα με την εκπαιδευτικό, «Δεν είναι ένας χώρος σε αποστείρωση, αφού ούτε τα Προσφυγικά ούτε εμείς οι εκπαιδευτικοί έχουμε απομακρυνθεί από τα κοινά. Επικοινωνούμε με το έξω και τους κοινωνικούς αγώνες, και θέλουμε να εκπροσωπήσουμε την εκπαίδευση της απελευθέρωσης σε μια χειραφετημένη εργασία». 

Παράλληλα, όπως ανέδειξε ο Πάνος Αντωνίου για τον κοινωνικό ρόλο των Προσφυγικών, αν και οι κοινωνικές κατοικίες θα έπρεπε να είναι δεδομένες σε περιόδους φτωχοποίησης, κρίσης και ακρίβειας, ο Δήμος Αθηναίων δεν έχει αναγνωρίσει την ανάγκη ύπαρξής τους. «Τα προσφυγικά λειτουργούν και μπορούν να λειτουργήσουν ακόμα περισσότερο ως κοινωνική κατοικία. Όταν ανεβαίνουν τα ενοίκια και γίνεται εξευγενισμός των γειτονιών με τα Airbnb, τα Προσφυγικά προσφέρουν κατοικία και επιτελούν τη λειτουργία των κοινωνικών κατοικιών, που θα έπρεπε να είναι από τις προτεραιότητες του Δήμου και οποιουδήποτε κρατικού φορέα», υπογράμμισε.