Δεν θεωρώ πως στη συζήτηση για το προσφυγικό είναι αναγκαίο, προκειμένου να λειάνουμε την ξενοφοβία και να πείσουμε την Πολιτεία να αποδώσει στοιχειώδη δικαιώματα, να φέρνουμε στο προσκήνιο ιστορίες ανθρώπων που τα κατάφεραν να ενταχθούν. Η ένταξη, εξάλλου, σ’ έναν κοινωνικό σχηματισμό δεν είναι συνάρτηση της προσωπικής επιθυμίας, ούτε του προσωπικού μόχθου παρά συνισταμένη κρατικών πολιτικών που διαμορφώνουν δυνατότητες ή αποκλεισμούς.

Οι άνθρωποι δεν οφείλουν να τα καταφέρνουν υπερβαίνοντας εαυτόν, περνώντας μέσα από θύελλες ή επειδή στάθηκαν λίγο πιο τυχεροί από άλλους για να τους αναγνωρίζεται η ανθρωπινότητα τους. Αυτή προϋπάρχει. Είναι εκεί. Κι όταν αποσπάται από τα υποκείμενα της γίνεται λίπασμα για το μίσος. Αν, ωστόσο, βρίσκω ένα νόημα  στην αφήγηση ιστοριών επιτυχίας και θετικών παραδειγμάτων είναι αφενός γιατί τις έχουμε ανάγκη σαν βάλσαμο στο γκριζάρισμα της καθημερινότητας μας και στη γενικευμένη κατήφεια και αφετέρου γιατί συμβάλλουν στο ξεσκέπασμα των στερεοτύπων.

Ο ρατσισμός κάποιες φορές συνιστά ιδεολογία και ως εκ τούτου είναι ατσάλινος, δεν κάμπτεται παρά τη γνώση και την εμπειρία, κάποιες άλλες είναι αυτοματισμός που εδράζεται στην άγνοια, στο ότι δεν γνωρίζουμε τους/τις πρόσφυγες/ισσες και τους/τις μετανάστες/στριες, δεν αλληλεπιδρούμε μαζί τους, δεν μαθαίνουμε για τις ζωές τους κι έτσι τους προσδίδουμε είτε τερατώδη, είτε μειωτικά σχήματα. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο λόγος και η ορατότητα μπορεί να λειτουργήσουν διαφωτιστικά.

Γι’ αυτό σήμερα στο πλαίσιο της στήλης Do the right human thing θα πούμε την ιστορία του Αλέξανδρου που έφτασε στην Ελλάδα ολομόναχος πριν 10 χρόνια, χωρίς να γνωρίζει ούτε μια λέξη ελληνικά κι έφτασε πέρσι να παίρνει το πτυχίο Νομικής από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και πλέον εναποθέτει τη γνώση και τις ικανότητες που απέκτησε στο όραμα για μια αντιρατσιστική, συμπεριληπτική, πλουραλιστική κοινωνία.

“Η καταγωγή μου είναι από τη Νιγηρία. Στην Ελλάδα ήρθα στις αρχές του 2012 σε ηλικία 22 ετών. Όπως όλες οι ιστορίες που ίσως έχετε ακούσει κι όπως συμβαίνει ακόμα, το ταξίδι ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, είναι κάτι που δε θες να συμβεί ούτε στον χειρότερο εχθρό σου. Δεν ήξερα απολύτως κανέναν,  δεν ήξερα τι να κάνω και που να πάω, δεν ήξερα ελληνικά, ούτε καν καταλάβαινα ότι αυτό που μίλαγε ο κόσμος ήταν ελληνικά. Δε χρειάστηκε να μείνω σε camp. Έμεινα στην αρχή στον ξενώνα των Γιατρών του Κόσμου στην Αθήνα. Από εκεί γνώρισα μια ελληνική οικογένεια που με βοήθησε και με φιλοξένησε. Έγινε ο φύλακας άγγελος μου επί της ουσίας.

Εφόσον έφτασα εδώ και συνειδητοποίησα ότι για να βελτιώσω την κατάσταση μου πρέπει να μάθω τη γλώσσα, ξεκίνησα να προσπαθώ μόνος μου διαβάζοντας βιβλία. Στάθηκα, βέβαια, αρκετά τυχερός γιατί στη συνέχεια με βοήθησε μια γυναίκα που ήταν συνταξιούχος φιλολογίας. Μετά από κάποιον καιρό γράφτηκα στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας στο ΑΠΘ. Όλο αυτό προϋπέθετε σκληρή δουλειά.

Ζητήματα επιβίωσης πάντα υπήρχαν, όταν στην κοινωνία που ζεις υπάρχει φόβος για οτιδήποτε θεωρείται ξένο, δεν ανοίγονται πολλές ευκαιρίες. Θα κάνεις αίτηση για δουλειά και θα περιμένεις, θα περιμένεις… Ευτυχώς, εγώ είχα αυτή την οικογένεια αλλιώς θα ήταν ανυπέρβλητο.

Έχοντας, λοιπόν, βιώσει όλα αυτά τα πράγματα, παρατηρώντας την αορατότητα των προσφύγων, το ότι δε μαθαίνουμε για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και υπάρχει έλλειμμα πληροφόρησης, όταν με πήραν στη Νομική είπα αυτό θέλω να κάνω. Θέλω να συμβάλλω να αποκτήσουν φωνή αυτοί που δεν μπορούν να μιλήσουν, να υπερασπιστώ τα δικαιώματα μας.

Στην αρχή με δυσκόλεψε πολύ η σχολή, γι’ αυτό άργησα να πάρω πτυχίο. Ήταν εξαιρετικοί οι καθηγητές αλλά η γλώσσα αποτελούσε το μεγαλύτερο εμπόδιο. Είναι άλλο πράγμα να μιλάς τα καθημερινά ελληνικά κι άλλο να μιλάς επιστημονικά, να έχεις στα χέρια σου απαιτητικά συγγράμματα, να εξοικειώνεσαι με τη νομική ορολογία. Αυτό ήθελε πολύ διάβασμα και κόπο μέχρι να αφομοιώσω πλήρως την ελληνική γλώσσα σε τόσο υψηλό επίπεδο. Σιγά σιγά ομαλοποιήθηκε.

Η πρόσβαση στην εργασία και την υγεία είναι από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετώπισα. Γνωρίζω ότι υπάρχει μεγάλη ανεργία στην Ελλάδα αλλά δεν εξηγείται μόνο από αυτό. Το νιώθεις όταν πας σ’ ένα ραντεβού για δουλειά, ότι σε αποκλείουν εξαιτίας της καταγωγής σου. Τώρα είμαι εθελοντής σε μια ΜΚΟ που προσπαθούμε να διασυνδέσουμε προσφυγικό πληθυσμό με επιχειρήσεις για δουλειά. Παίρνουμε τηλέφωνα και μας λένε πχ ότι δε θέλουν μετανάστες ή ρωτάνε από πού είναι ο υποψήφιος εργαζόμενος, απαντάς από το Πακιστάν και δυσανασχετούν. Είναι πολύ άσχημο να το ακούς.

Ρατσιστικές διακρίσεις πάντα υπάρχουν. Στις ρατσιστικές συμπεριφορές προσπαθώ να μην απαντάω. Όταν πρωτοήρθα δεν καταλάβαινα τι έλεγαν, διαισθανόμουν, όμως, ότι ήταν κάτι κακόβουλο. Έχω ακούσει «πήγαινε πίσω στη χώρα σου, τι κάνεις εδώ;». Μάλιστα, κάποιοι όταν αντιλαμβάνονται ότι καταλαβαίνεις τι λένε, ότι ξέρεις ελληνικά, αλλάζουν συμπεριφορά κι αυτό είναι υποκρισία.

Είμαι κοινωνικός σαν άνθρωπος και έκανα φίλους, έχω φτιάξει έναν κύκλο με ανθρώπους που με αποδέχτηκαν που είναι εκεί όταν τους χρειάζομαι. Τα αδέρφια μου ζουν στη Νιγηρία. Ο πατέρας μου έχει πεθάνει. Δεν έχω πάει από τότε κι ο βασικός λόγος είναι ότι η ελληνική πολιτεία καθυστερεί την έκδοση άδειας διαμονής. Δεν γίνεται να περιμένεις τόσα χρόνια χωρίς να εκδοθεί και όταν εκδίδεται είναι ληγμένη. Αυτό δημιουργεί τρομερά εμπόδια, δεν μπορείς να έχεις πρόσβαση σε πολλά πράγματα, σε αρκετές δουλειές ζητούν νομιμοποιητικά έγγραφα για να σε προσλάβουν, έχεις έναν διαρκή φόβο τι θα συμβεί αν σε σταματήσει στο δρόμο η Αστυνομία για έλεγχο. Είναι απίστευτη γραφειοκρατία. Μπορεί να χρειαστεί να περιμένεις 3-4 χρόνια για την άδεια διαμονής και όταν την πάρεις να είναι ληγμένη. Αυτό σκοτώνει τους ανθρώπους μέσα τους, ψυχολογικά δεν είναι καλά, το ξέρω γιατί το έχω ζήσει.

 Το παίρνω προσωπικά όταν βλέπω εικόνες από ναυάγια και καταυλισμούς. Δε μπορώ να το συνηθίσω με τίποτα. Έχουν περάσει 10 χρόνια και δεν έχει αλλάξει τίποτα, μπορεί να έχουν χειροτερέψει κιόλας σε διάφορους τομείς. Οι πρόσφυγες συχνά μένουν άστεγοι ή δεν έχουν σωστή και επαρκή σίτιση. Γι’ αυτό λέω ότι θα κάνω ότι μπορώ για να ακουστούν αυτά, να τους πω να μην το βάλουν κάτω. Έτσι αντιμετωπίζω τα παιδιά που απευθύνονται στη ΜΚΟ. Έρχονται ψυχολογικά χάλια και ο σκοπός μας είναι όταν φεύγουν να αναπτερωθούν. Τους φτιάχνουμε καφέ, μιλάμε μαζί τους, προσπαθούμε να τους βοηθήσομε να βρουν δουλειά.

Αντί διάφοροι πολιτικοί να αναζητούν τρόπους για αναχαίτιση των ροών και να ρίχνουν το φταίξιμο στους ξένους, εγώ πιστεύω πως θα ήταν πολύ πιο εποικοδομητικό να εκπονούσαν ένα σχέδιο για την ένταξη των προσφύγων που να συμπεριλαμβάνει τους πρόσφυγες στην αναζήτηση λύσεων, γιατί πολύ συχνά αποφασίζουν γι’ αυτούς άνθρωποι που δεν έχουν καμία σχέση με το βίωμα του εκτοπισμού. Χρειάζεται συμπερίληψη στην κοινωνία. Αν υπάρχει θετική προσέγγιση θα δούμε καλά αποτελέσματα αντί να συνθηματολογούν και να προκαλούν διχασμό στην κοινωνία

Θέλω να αγωνιστώ για τα δικαιώματα των προσφύγων, να μη μας βλέπουν ως πρόβλημα. Μόνο όφελος μπορεί να προσφέρει η ένταξη. Θέλω να κάνω μεταπτυχιακό για να υποστηρίξω περισσότερο αυτό το όραμα και ιδανικά να φτιαχτεί σε κάθε πόλη συμβούλιο ένταξης μεταναστών και προσφύγων. Δε θέλουμε ούτε να μας φοβούνται, ούτε να μας λυπούνται, μόνο να μας δώσουμε ίση ευκαιρία στα βασικά δικαιώματα, στη στέγαση, την υγεία και την εργασία”.

Το έργο “Do the human right thing – Υψώνουμε τη Φωνή μας για τα Δικαιώματα των Προσφύγων” υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active Citizens Fund, με φορέα υλοποίησης το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ) και εταίρους το Κέντρο Διοτίμα, την International Rescue Committee Hellas (IRC) και την Popaganda. Το πρόγραμμα Active Citizens Fund, ύψους € 12εκ, χρηματοδοτείται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία και είναι μέρος του χρηματοδοτικού μηχανισμού του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) περιόδου 2014 – 2021, γνωστού ως EEAGrants. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ενδυνάμωση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας της κοινωνίας των πολιτών και στην ανάδειξη του ρόλου της στην προαγωγή των δημοκρατικών διαδικασιών, στην ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τη διαχείριση της επιχορήγησης του προγράμματος Active Citizens Fund για την Ελλάδα έχουν αναλάβει από κοινού το Ίδρυμα Μποδοσάκη και το Solidarity Now. Περισσότερες πληροφορίες: www.activecitizensfund.gr.

Οι απόψεις που εκφράζονται στο παρόν αποτελούν προσωπικές απόψεις του συντάκτη / της συντάκτριας και δεν απηχούν απαραίτητα τις απόψεις του Χρηματοδοτικού Μηχανισμού του ΕΟΧ ή του Διαχειριστή Επιχορήγησης του Προγράμματος Active Citizens Fund στην Ελλάδα (Ίδρυμα Μποδοσάκη σε συνεργασία με το Σωματείο Αλληλεγγύη -– Solidarity Now).