Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Μια κυβέρνηση προσπαθεί να περάσει μέτρα που επιβαρύνουν το εισόδημα των αγροτών. Αυτοί αντιδρούν, βγαίνουν στον δρόμο και τον κλείνουν. Το τρακτέρ γίνεται το εθνικό όχημα και η τηλεόραση γεμίζει ντοπιολαλιές. Και μετά ξεκινά η αμφισβήτηση. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, 9 στους 10 αγρότες δήλωσαν στην εφορία εισόδημα μέχρι 2.000 ευρώ. Παραπάνω από τους μισούς ισχυρίζονται ότι δεν ξεπερνούν σ’ έσοδα τα 1.000 ευρώ το χρόνο. Το ερώτημα είναι εύλογο:
Πως ζούνε; Πως επιβιώνουν; Γιατί ένας κάτοικος της Αθήνας έχει τεκμήριο διαβίωσης τα 10.000 ευρώ κι ένας του αγρού όχι;
Και ύστερα έρχονται οι φήμες. Για τις τεράστιες απολαβές των αρχηγών των μπλόκων και για τα γιγάντια εισοδήματα που έχουν βγάλει οι “χωραφάδες” (έτσι τους λένε στον κάμπο) από τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα που έχει σαν αποτέλεσμα να πιστεύουν διάφοροι ότι η Λάρισα είναι η πόλη με τον μεγαλύτερο αριθμό Πόρσε Καγιέν αναλογικά με τον πληθυσμό της. Μάλλον, οι περισσότεροι έχουμε κάποιο γνωστό ή συγγενή που έφτιαξε σπίτι από επιδοτήσεις αντί να ενισχύσει την καλλιέργειά του, αλλά σ’ ένα διεφθαρμένο κράτος, το να κατηγορείς μία μόνο επαγγελματική ομάδα για όλα τα δεινά της χώρας είναι από μόνο του άδικο. Οπότε, τι συμβαίνει πραγματικά με τους αγρότες;
Η Popaganda απευθύνθηκε στον Γιώργο Ρούστα, συνάδελφο στην εφημερίδα Ελευθερία της Λάρισας ζητώντας του κάποιες απαντήσεις για τους παραπάνω προβληματισμούς.
Υπάρχει μια γενική αίσθηση πως το μνημόνιο έχει πονέσει περισσότερο τα μεγάλα αστικά και βιομηχανικά κέντρα παρά τον αγροτικό πληθυσμό… Αν αναλογισθεί κανείς ότι οι επιπτώσεις του μνημονίου είναι έντονες σε μισθωτούς και συνταξιούχους, καθώς εκεί είχαμε τα προηγούμενα χρόνια αισθητές μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, τότε ναι τα μεγάλα αστικά κέντρα συγκαταλέγονται στους χαμένους της υπόθεσης. Έμμεσα όμως από την στιγμή που μειώθηκε η αγοραστική δύναμη, χαμένος είναι κι ο πρωτογενής τομέας και όσα επαγγέλματα σχετίζονται με αυτόν, καθώς η ποιότητα που κατά βάση χαρακτηρίζει τα ελληνικά προϊόντα έρχεται σε δεύτερη μοίρα και πρωτίστως στην επιλογή ενός καταναλωτή κυριαρχεί το φθηνό, που συνήθως την αγορά τροφίμων είναι εισαγόμενο.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία το μεγαλύτερο μέρος των αγροτών δήλωσαν πέρσι εισόδημα μέχρι 1000 ευρώ. Πως το καταφέρνουν; Αν ισχύει αυτό, πώς επιβιώνουν; Τα δηλωθέντα εισοδήματα των αγροτών δεν μπορούν να αποτελέσουν τον καθοριστικό παράγοντα που πρέπει να λάβουμε υπόψιν για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για την πραγματική οικονομική κατάσταση του Έλληνα αγρότη. Από την άλλη πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι επιδοτήσεις της Ε.Ε. που αποτελούν για ορισμένους κλάδους το βασικό εισόδημα και οι αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ στις περιπτώσεις ζημιών και καταστροφών είναι αφορολόγητες.
Υπάρχει μια διάχυτη άποψη πως για αρκετά χρόνια γινόταν πάρτι με τις επιδοτήσεις. Αυτό κατά τη γνώμη σου είναι μύθος ή αλήθεια; Τα παλιότερα χρόνια πράγματι συνέβαινε και σε μεγάλη έκταση. Βασικά την 10ετία του ’80, και σε μικρότερη έκταση του ’90, ο ουρανός «έβρεχε» επιδοτήσεις κι ο αγρότης τις επένδυε στην ιδιωτική του ζωή και όχι στην παραγωγή. Μερίδιο ευθύνης όμως –τότε- είχε και το ελληνικό κράτος, ο ελεγκτικός μηχανισμός του οποίου απουσίαζε παντελώς. Προφανώς βολευόταν απ αυτή την κατάσταση, καθώς έτσι καλύπτόταν η απουσία αναπτυξιακών παρεμβάσεων από την πλευρά του. Θα πρέπει όμως να τονισθεί ότι η κρατική αδιαφορία στο που πηγαίνουν τα κοινοτικά κονδύλια, ουδόλως απαλλάσσει τον αγρότη από τις ευθύνες του. Από το 2000 και μετά, οπότε μειώθηκαν οι επιδοτήσεις ξεκίνησαν τα προβλήματα και αποκαλύφθηκε η εθνική μας γύμνια. Από τότε σταμάτησαν οι σπατάλες των επιδοτήσεων, γιατί αυτές χρειάζονταν για την επιβίωση του αγρότη.
Για τη Λάρισα ειδικά ακούγεται αυτός ο μύθος με τις πολλές Πόρσε, η περίφημη αναλογία Πόρσε-κατοίκων. Ισχύει ή έτσι το λένε; Προφανώς είναι μύθος. Τα παλιότερα χρόνια, όταν έβρεχε «επιδοτήσεις» στα χωριά διέκρινες αρκετές BMW και πολλά τζιπ. Τα τελευταία χρόνια οι …τροχοφόρες επιλογές των αγροτών είναι προσγειωμένες. Τώρα αν στα λασπωμένα δρομάκια της θεσσαλικής υπαίθρου ξεφυτρώσει και καμία Πόρσε, δεν σημαίνει αυτόματα ότι ανήκει σε αγρότη. Το πιθανότερο είναι να την οδηγεί ο μεσίτης ή ο έμπορος, ο οποίος θα πάει στο χωριό για να αγοράσει την σοδειά του παραγωγού. Και αρκετοί έμποροι για να αποδείξουν το μεγάλο πορτοφόλι που διαθέτουν και να καθησυχάσουν τον αγρότη ότι θα πληρωθεί για τον ιδρώτα του, συνηθίζουν τέτοιες εμφανίσεις. Άσχετα αν μετά την συμφωνία και την προμήθεια της πρώτης ύλης, μην τον είδατε τον …Παναή.
Οι αγρότες γενικά στη Λάρισα τι ψήφισαν; Είναι υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας; Η συντριπτική πλειοψηφία, ναι, είναι υπέρ της Ε.Ε. Το έδειξαν και στο πρόσφατο δημοψήφισμα, αλλά και στις εθνικές εκλογές, όπου στα κλασικά κάστρα της αγροτιάς ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε πρώτο κόμμα. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, διότι όπως προανέφερα, σήμερα η επιβίωσή του με την σημαντική πτώση της εμπορικής αξίας των προϊόντων του, στηρίζεται στις επιδοτήσεις. Και χωρίς Ε.Ε. δεν θα υπάρξουν επιδοτήσεις.
Τώρα αν στα λασπωμένα δρομάκια της θεσσαλικής υπαίθρου ξεφυτρώσει και καμία Πόρσε, δεν σημαίνει αυτόματα ότι ανήκει σε αγρότη.
Πιστεύουν όμως ότι θα παραμείνουμε στο ευρώ χωρίς να πειραχτεί το εισόδημά τους; Θεωρούν ότι η χώρα θα μπορέσει να βγει από το αδιέξοδο, στηριζόμενη στις βαριές της βιομηχανίες που είναι η γεωργία και ο τουρισμός. Δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι, προστατεύοντας μόνο τον δημόσιο τομέα, ή ασκώντας επιδοματική πολιτική στους οικονομικά αδύναμους. Χρειάζεται αναπτυξιακή πολιτική, η οποία είναι απαραίτητη κυρίως στην γεωργία που παράγει.
Γενικά στις άλλες μάχες που είχαν δώσει βγήκαν κερδισμένοι; Όπως λένε και οι ίδιοι «χαμένος αγώνας είναι μόνο αυτός που δεν γίνεται». Άλλοτε κερδίσανε κάποια πράγματα, κι άλλοτε αποχώρησαν από τα μπλόκα καταγγέλλοντας την εκάστοτε κυβέρνηση για αδιαλλαξία. Δεν ξέρω φέτος αν θα κερδίσουν κάτι. Ήδη η κυβέρνηση διαρρέει ότι σχεδιάζει κάποιες βελτιώσεις στο φορολογικό και ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Βελτιώσεις που δεν θα γίνονταν, αν μένανε παθητικά στα χωριά τους.
Πιστεύεις ότι θα έχουμε πάλι ευτράπελα με σκασμένα λάστιχα όπως επί Σημίτη; Νομίζω πως όχι. Γιατί τότε, το 1997 η κίνηση αυτή έριξε λάδι στη φωτιά του θεσσαλικού κάμπου και εξαγρίωσε ακόμη περισσότερο τους αγρότες, οι οποίοι –ίσως να μην γνωρίζουν οι περισσότεροι- είναι έντονα συναισθηματικά δεμένοι με το τρακτέρ τους και ….αλίμονο σε αυτόν που το πειράξει.