Ένα ζευγάρι στο οποίο είτε ο άντρας είτε η γυναίκα είναι φορέας του ιού, μπορεί να αποκτήσει παιδιά; Γιατί, όπως θα γνωρίζετε, ο περισσότερος κόσμος αντιμετωπίζει ένα τέτοιο σενάριο ως επιστημονική φαντασία. Φυσικά και μπορεί. Στην περίπτωση που ο άντρας είναι υγιής και η γυναίκα οροθετική, η καλύτερη λύση είναι να γίνει σπερματέγχυση. Αντίθετα, αν ο άντρας είναι οροθετικός, και η γυναίκα – που δεν είναι – θέλει να μείνει έγκυος, πρέπει να γίνει μία διαδικασία όμοια της εξωσωματικής. Να προηγηθεί προεμφυτευτικός έλεγχος και καθαρισμός του σπέρματος. Πρόκειται, όμως, για πολύ πιο δύσκολο σενάριο από το πρώτο, για πρακτικούς λόγους, γιατί όλα αυτά μπορούν να γίνουν μόνο σε εργαστήρια εξωσωματικής, αλλά η νομοθεσία δεν το επιτρέπει, γιατί επιβάλλει σε κάθε εργαστήριο εξωσωματικής που κάνει αυτή τη διαδικασία, να έχει στις εγκαταστάσεις του άλλο ένα εργαστήριο για τις λοιμώξεις.
Από τη στιγμή που ένα παιδί θα γεννηθεί υγιές, η κοινή ζωή με μία οροθετική μάνα δεν ενέχει μεγάλους κινδύνους; Ξεκινάμε από το ότι το παιδί δεν θα θηλάσει. Θα πει κάποιος «μα καλά, πως γίνεται να μην κολλάει το παιδί 9 μήνες μέσα στην κοιλιά της μητέρας του και να φοβάσαι το θηλασμό;». Εμείς εδώ, όπως είπα, προσπαθούμε με φάρμακα να βελτιώσουμε το ανοσοποιητικό και να ελαχιστοποιήσουμε την πιθανότητα της επίθεσης του ιού στο έμβρυο. Από τη στιγμή που το παιδάκι βγει υγιές στον κόσμο, δε χρειάζεται να συνεχίσουμε αυτή την αγωγή, μόνο και μόνο γιατί θα το εκθέσουμε σε κινδύνους για να μπορεί να θηλάσει. Άρα λοιπόν ο θηλασμός αντεδείκνυται, όπως και σε άλλες λοιμώξεις. Κατά τ’ άλλα, η συμβίωση είναι όπως μιας οποιασδήποτε μητέρας με το παιδί της.
Υπάρχουν ζευγάρια στα οποία ο ένας εκ των δύο είναι οροθετικός κι έχουν μια κοινή πορεία, κάνουν οικογένεια. Είναι πλέον σαφές ότι δεν πρόκειται για μία ασθένεια που θα οδηγήσει σώνει και καλά τον άνθρωπο στο περιθώριο.
Και αν η μητέρα καθώς μαγειρεύει κοπεί με το μαχαίρι και το παιδάκι που είναι άτακτο πιάσει το αίμα και μετά βάλει το δάχτυλό του στο στόμα του; Το παιδί, όπως όλοι μας, αν έρθει σε επαφή με το αίμα ή το βιολογικό υλικό ενός οροθετικού ανθρώπου, θα πρέπει να γίνουν κάποιες κινήσεις. Να πάρει προληπτική αγωγή, να επανελεγχθεί σε 15 μέρες κλπ, είναι μία καθορισμένη διαδικασία. Από κει και πέρα, ένα παιδάκι που γεννιέται από οροθετική μητέρα, θα έχει ούτως ή άλλως μία πιο συχνή παρακολούθηση από γιατρούς, θα γίνονται, ας πούμε, εξετάσεις αίματος ανά τακτά διαστήματα. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν πρέπει να απομονώσουμε μία οροθετική μητέρα ή έναν οροθετικό πατέρα από την ανατροφή ενός παιδιού. Τι γίνεται δηλαδή αν ένας από τους γονείς είναι αλκοολικός ή καπνιστής ή χαρτοπαίκτης ή βίαιος; Αυτές είναι πολύ χειρότερες καταστάσεις. Δυστυχώς στην HIV λοίμωξη υπάρχει τεράστιο ταμπού.
Αυτό το ταμπού και η συνεχιζόμενη έλλειψη ενημέρωσης, για να μην πω η πλήρης απουσία της, είναι και σήμερα τα πιο δομικά προβλήματα σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα; Φυσικά. Όπως γνωρίζουμε όλοι, η ΗIV λοίμωξη δεν κάνει διακρίσεις. Ενώ στη δεκαετία του 80 και του 90 τα περισσότερα κρούσματα αφορούσαν συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού – τοξικομανείς, εκδιδόμενες γυναίκες, εκδιδόμενους άντρες, ομοφυλόφιλους – αυτό δεν ισχύει πια. Είναι κάτι που μπορείς να το συναντήσεις παντού. Κάποιος μπορεί να το έχει κολλήσει από μία τυχαία σχέση, από μετάγγιση, από οδοντίατρο, από χίλια πράγματα. Υπάρχουν γυναίκες και άντρες που κινούνται ανάμεσά μας, μπορεί να είναι φίλες μας, μπορεί να είναι συνεργάτιδές μας, μπορεί να είναι ξαδέρφες μας, και να έχουν την HIV λοίμωξη. Υπάρχουν ζευγάρια στα οποία ο ένας εκ των δύο είναι οροθετικός κι έχουν μια κοινή πορεία, κάνουν οικογένεια. Είναι πλέον σαφές ότι δεν πρόκειται για μία ασθένεια που θα οδηγήσει σώνει και καλά τον άνθρωπο στο περιθώριο. Όπως δηλαδή στην αρχή, που αντιμετωπίστηκε σαν τη λέπρα. Ήμασταν έτοιμοι εδώ στην Ελλάδα να δημιουργήσουμε Σπιναλόγκες. Και αν δεν το κάναμε επίσημα, το κάναμε ανεπίσημα. Γιατί τι άλλο μπορεί να σημαίνει όταν μια γυναίκα μεταφέρεται μόνη της από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, μέχρι τελικά να τη δεχθούν κάπου για να γεννήσει, χωρίς τα απαραίτητα πρωτόκολα;
Κοντεύουμε 30 χρόνια που ζούμε μαζί με την HIV λοίμωξη και δεν έχουμε ακόμη σωστή ενημέρωση. Κοντεύουμε 30 χρόνια και βλέπεις στα μάτια των επαγγελματιών υγείας, όταν έρχονται σε επαφή με το περιστατικό, να πλημμυρίζουν με τρόμο και δέος. Και βεβαίως άγνοια για το πως πρέπει να λειτουργήσουν. Είναι θλιβερό. Και ταυτόχρονα είναι κωμικοτραγικό από τη μία μεριά να βλέπεις πως συμπεριφέρονται ο γιατρός ή η νοσηλεύτρια σε μία γυναίκα ή έναν άνδρα που είναι οροθετικός, ενώ από την άλλη όταν έχουμε να κάνουμε με μία άλλη λοίμωξη, πιο επικίνδυνη, όπως η ηπατίτιδα C, να είναι πιο ήρεμοι. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό. Αυτό που ξέρω είναι ότι τις ρατσιστικές συμπεριφορές παντού και πάντα τις πυροδοτεί η άγνοια.
Για κάποιον που είναι φορέας του ιού και δεν το ξέρει, σε σχέση με κάποιον είναι φορέας και το ξέρει, εκτός από τον κίνδυνο μετάδοσης, τι διαφορά υπάρχει στο προσδόκιμο ζωής; Στην πρώτη περίπτωση χαμηλώνει. Ξαφνικά μπορεί να πάθεις, ας πούμε, πνευμονία γιατί έκανες τρία ξενύχτια σερί, η ασθένεια να μην περνάει κι εσύ να αναρωτιέσαι γιατί…
Η ερώτηση του «ενός εκατομμυρίου δολαρίων». Η ερώτηση που όλοι έχουν στο μυαλό τους. Σήμερα πεθαίνεις από AIDS; Αν δεν παρακολουθείσαι, αν δεν έχεις πρόσβαση σε φάρμακα, αν έχεις ένα κουραστικό και ανθυγιεινό τρόπο ζωής, τότε ναι, μπορείς να πεθάνεις από aids. Αν όμως είσαι συνεπής στα φάρμακα που λαμβάνεις – τα οποία φάρμακα νέας γενιάς δεν έχουν πολλές παρενέργειες, υπάρχουν φάρμακα για ψυχιατρικές παθήσεις με πολύ πιο δυνατές παρενέργειες, για να καταλάβεις – αν προσέχεις τον εαυτό σου, αν δεν κουράζεσαι, αν δεν ξενυχτάς συνέχεια, αν δεν παίρνεις ναρκωτικά, αν δεν πίνεις πολύ αλκοόλ, πράγματα δηλαδή που επιβαρύνουν τον οποιονδήποτε, τότε μπορείς να ζήσεις κανονικά, όπως όλοι. Να σου το πω αλλιώς: αν έχεις ζάχαρο και δεν παίρνεις τα φάρμακά σου και τρως συνέχεια γλυκά, θα έχεις καλή κατάληξη; Αν έχεις πρόβλημα στην καρδιά και καπνίζεις και τρως φαγητά με χοληστερίνη, θα ζήσεις κανονικά; Κάτι ανάλογο είναι. Μπορεί να ακουστεί ως ένα τεράστιο κλισέ, όμως η άγνοια είναι που σκοτώνει. Η λύση απαιτεί κρατική παρέμβαση – δύσκολο πράγμα στις μέρες μας με την κρίση που μαστίζει τη χώρα – με κονδύλια για ενημέρωση και πάνω απ’ όλα για σωστή οργάνωση των υπηρεσιών υγείας ώστε να παρέχουν τη δυνατότητα στα οροθετικά άτομα να παρακολουθούνται στενά από λοιμωξιολόγους, και ειδικά στις οροθετικές που κυοφορούν από μαιευτήρες. Ο στόχος ήταν, είναι και θα είναι να καταστέλλουμε τον ιό σε έναν οροθετικό, να βελτιώνουμε την ανοσολογική του κατάσταση και σαν μαιευτήρες να προλαμβάνουμε τη γέννηση οροθετικών παιδιών. Αν το καταφέρουμε αυτό θα οδηγηθούμε σε μία συναρπαστική μείωση των κρουσμάτων της HIV λοίμωξης.