Όταν ακούς το όνομα της Έλλης Πασπαλά, το πρώτο πράμα που σου έρχεται στο μυαλό είναι η χαρακτηριστική χροιά της φωνής της – δεν είναι η μόνη για την οποία ισχύει αυτό. Είναι ίδιον όλων των μεγάλων ερμηνευτριών. Η συγκεκριμένη έχει συνδέσει άρρηκτα την πορεία της με τα τραγούδια δημιουργών όπως ο Θεοδωράκης, o Καλαντζόπουλος, ο Κυπουργός, η Ρεμπούτσικα, ο Μαυρουδής, και ο Κραουνάκης, μα πάνω απ’ όλα την πορεία της καθόρισε η γνωριμία της με τον Μάνο Χατζιδάκι. Προφανώς γι’ αυτό συνεχίζει να αναπολεί τις στιγμές που κατάφερνε να διεγείρει την φαντασία της με το εκπληκτικό του λέγειν, όπως μας εξομολογήθηκε λίγο πριν ξεκινήσει μία νέα σειρά εμφανίσεων («Η Έλλη…και τα φεγγάρια της») στο Gazarte.
Απ’ όσο γνωρίζω, διδάσκετε σε νέους ανθρώπους. Μπορείτε να διακρίνετε τι λείπει μουσικά από τη νέα γενιά και τι έχει παραπάνω, σε σύγκριση με τις προηγούμενες; Αυτό που λείπει είναι η παιδεία. Συμπτωματικά, αυτό συζητούσαμε με έναν μαθητή μου σήμερα. Η μουσική παιδεία πρέπει να ξεκινήσει από πολύ μικρή ηλικία. Θα έλεγα ότι πρέπει να μπει στα σχολεία από τα νηπιαγωγεία! Όχι ότι θα γίνουν όλοι οι άνθρωποι μουσικοί, αλλά πιστεύω ότι η μουσική δημιουργεί καλύτερους ανθρώπους και προχωράει έναν πολιτισμό. Πέρα από το ότι ανοίγει το μυαλό ενός παιδιού κάνοντάς το να σκέφτεται διαφορετικά ακόμα και τον χώρο ή τον χρόνο, κάτι που τον βοηθάει αργότερα τόσο σε άλλα μαθήματα όσο και στη ζωή, το κυριότερο είναι ότι το κάνει πιο προικισμένο ακροατή. Η μουσική λαμβάνει χώρα στον χρόνο, αλλά απευθύνεται και σε κάποιον άνθρωπο. Με λίγα λόγια, μπορεί να μην γινόμαστε όλοι μουσικοί, αλλά πρέπει να καλλιεργηθεί ένα κοινό. Εκείνο όμως που έχουν τα νέα παιδιά είναι ο ενθουσιασμός και παράλληλα είναι πολύ ανοιχτοί σε πολλά είδη! Αυτό δεν υπήρχε παλιότερα. Ήταν και λίγο δύσκολα τότε να βρεις τα ακούσματα. Τώρα υπάρχει το internet που μπορείς να μπεις και να βρεις τα πάντα!Έχει κάνει καλό το internet στη δουλειά σας ή όχι; Το internet είναι ένα τρομερό εργαλείο και -σαν εργαλείο που είναι- έχει κάνει πολύ καλό. Αν και η αλήθεια είναι ότι το απεχθάνομαι γιατί καταλήγει να εισβάλλει στον χρόνο μου, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Πολλοί αναρωτιούνται αν το διαδίκτυο έχει «σκοτώσει» τη μουσική. Εγώ δεν το πιστεύω αυτό. Η μουσική υπάρχει. Απλώς, η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος ακούει μουσική με πολύ πιο διαφορετικό τρόπο από ότι παλιότερα. Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα οι συναυλίες! Αρέσει στον κόσμο να πηγαίνει σε συναυλίες και εκεί πραγματικά ακούει μουσική!
Ασχολείστε με τα social media; Άνοιξα σελίδα στο facebook πριν από έναν χρόνο, το οποίο με «ρούφηξε», με αποτέλεσμα να ασχολούμαι έντονα τους πρώτους μήνες, αλλά μετά τρελάθηκα! Δεν μπορούσα να το παρακολουθήσω γιατί δεν είναι τόσο της συνείδησhς και της καθημερινότητάς μου. Ομολογώ ότι κάνω πάρα πολλές μέρες πλέον να ανοίξω τον υπολογιστή μου. Προτιμώ να μιλάω στο τηλέφωνο και να χρησιμοποιώ το internet μόνο σαν εργαλείο.
Ως καλλιτέχνης και δη μουσικός, πως κρίνετε το σημερινό πολιτιστικό γίγνεσθαι; Θεωρώ ότι είμαστε «φτωχοί». Υπάρχει έλλειψη παιδείας. Δεν μιλάω για έλλειψη σε ένα μόνο είδος τέχνης. Γενικώς, στην Ελλάδα δεν υπήρχε καμία παιδεία στις τέχνες. Ίσως να διδάσκεται λίγη λογοτεχνία στα σχολεία, περισσότερο όμως σε φιλολογικό επίπεδο. Η μουσική δε είναι ανύπαρκτη. Υπάρχουν μόνο κάποιες λαμπρές εξαιρέσεις. Συνάντησα, για παράδειγμα, έναν δάσκαλο σε δημόσιο σχολείο της Αργυρούπολης, ο οποίος κάνει πολύ καλή δουλειά με τα παιδιά. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν το πάθος να διδάξουν τα παιδιά κάποια πράγματα για την κληρονομιά μας και θέλουν να μεταλαμπαδεύσουν αξίες. Το θέμα είναι ότι δεν χτίζεις ένα οικοδόμημα από πάνω προς τα κάτω. Πρέπει να ξεκινήσεις από τη βάση. Θέλει γερά και σταθερά θεμέλια, αλλά τι να το κάνεις… εδώ έχουμε τεράστιο θέμα γενικά με την παιδεία. Όσο για τη μουσική, πλέον θεωρείται πολυτέλεια!
Πριν από λίγες ημέρες υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις, υπό τη μορφή γιουχαΐσματος, προς το πρόσωπο του υπουργού πολιτισμού από την Κίνηση Μαβίλη. Θέλετε να το σχολιάσετε; Θυμάμαι τα λόγια του Χατζιδάκι: «Μια χώρα που χρειάζεται υπουργείο πολιτισμού, μάλλον δεν έχει πολιτισμό». Ο πολιτισμός χρειάζεται μια φροντίδα, αλλά νομίζω ότι θεμελιώνεται αλλιώς. Πολιτισμός είναι ο τρόπος που συνομιλούμε ή ο τρόπος που συμπεριφέρεται κάποιος μέσα στο μετρό, για παράδειγμα. Ο πολιτισμός είναι στην καθημερινότητά μας.
Θυμηθήκατε λόγια του Χατζιδάκι. Επειδή Πασπαλά χωρίς Χατζιδάκι δεν γίνεται, πείτε μας τι άλλο θυμάστε από εκείνον; Τι τον χαρακτήριζε στην ιδιωτική του ζωή; Καταρχάς, η πνευματικότητα και το χιούμορ του. Πολύ περισσότερο όμως, το λέγειν του. Τα χρόνια που ήμουν με τον Χατζιδάκι, απλά τον άκουγα ή του έθετα ερωτήσεις. Δεν συνομιλούσαμε τόσο πολύ γιατί μου άρεσε να τον ακούω προσεκτικά. Ήταν μαγευτικό να βρίσκεσαι στο περιβάλλον του και να ακούς αυτά που λέει, ακόμα και σε πολύ χαλαρές του στιγμές.
Στο στούντιο τι ιδιαίτερο είχε; Είχε τρομερή ενέργεια. Δεν κουραζόταν ποτέ. Βέβαια, πάντα αργούσε, ήταν χαρακτηριστικό του αυτό. Είχε όμως έναν μαγευτικό τρόπο να βγάζει τη δουλειά του. Θυμάμαι μια μέρα που κάναμε πρόβα. Η ορχήστρα έπαιζε την Μπαλάντα του Ούρι και η αλήθεια είναι ότι παιζόταν μια χαρά. Του Χατζιδάκι όμως, δεν του άρεσε. Ανέβηκε τότε εκείνος και κάθισε στο πιάνο και με το που άρχισε να παίζει, είχε κάτι χορευτικό μέσα του. Ο τρόπος που έπαιξε δύο μέτρα στο πιάνο είχε μια τεράστια διαφορά από το πώς έπαιζε ολόκληρη η ορχήστρα ολόκληρο το κομμάτι. Ήταν ποιητικός στο παίξιμο, στο χιούμορ του, σε όλα του. Ένας άνθρωπος που δεν μπορώ να περιγράψω εύκολα γιατί όλες οι λέξεις φαίνονται λίγες και φτωχές σε σχέση με τον άνθρωπο που έζησα.
Έχετε πει σε παλιότερη συνέντευξή σας ότι ο ακτιβισμός είναι κάτι που θα θέλατε πολύ να κάνετε. Πιστεύετε ότι ο ακτιβισμός λείπει από την ελληνική πραγματικότητα; Αν και μετά τους ολυμπιακούς αγώνες μπήκε περισσότερο στη συνείδηση του κόσμου, υπάρχει ακόμη μια κυνική αντιμετώπιση από κάποιους. Βέβαια, τώρα που πολύς κόσμος υποφέρει και στερείται πολλά πράγματα, είναι περισσότεροι εκείνοι που δείχνουν αλληλεγγύη, αλλά συνεχίζει ο κυνισμός από κάποιους απέναντι στον εθελοντισμό. Στο εξωτερικό δεν είναι έτσι οι Έλληνες. Θεωρώ ότι είμαστε φιλόξενος και γενναιόδωρος λαός, αλλά όταν είμαστε εδώ κάτι γίνεται λάθος. Όταν φεύγουμε από την Ελλάδα δείχνουμε πιο συχνά τον καλύτερό μας εαυτό. Ίσως γιατί είμαστε ανάμεσα σε άλλους που είναι ξένοι και θέλουμε να δείξουμε μια περηφάνια. Εδώ μας πιάνει μια μιζέρια και μια στενοχώρια.
Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην Αμερική. Αντιμετωπίσατε ποτέ κάποιο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στη χώρα μας; Ναι, πολύ έντονα. Μεγάλωσα στην Αστόρια, που είναι ελληνική συνοικία. Στη γειτονιά που έμενα ήμασταν η μόνη ελληνική οικογένεια με παιδιά. Υπήρχαν άλλα δύο ζευγάρια. Τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς ήταν Ιρλανδοαμερικανοί και καθολικοί. Εμένα με κυνηγούσαν ή μου έκλεβαν το ποδήλατο συχνά. Δεν μιλάμε για μεμονωμένα περιστατικά. Μια μέρα κάποιος μου επιτέθηκε και παρολίγο να κάνω ράμματα στο χείλος μου. Ήμουν δακτυλοδεικτούμενη, αλλά ήμουν και τρομερά περήφανη! Επέμενα στην καταγωγή μου. Γι’ αυτό και δεν μπορώ να πιστέψω όλα αυτά που γίνονται σήμερα. Ήρθα στην Ελλάδα το ’82. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα βρισκόταν ένα κόμμα που λέγεται Χρυσή Αυγή μέσα στο κοινοβούλιο. Είναι τραγικό.
Μας έχει κάνει εντύπωση ένα πρόσφατο τραγούδι σας με τους Apurimac. Το “Mi ultimo tango en Atenas” . Γιατί “ultimo”, δηλαδή «τελευταίο»; Αυτός είναι στίχος του Daniel Armando και ήταν πολύ εύστοχο αυτό που έκανε. Το έγραψε όλο στα ισπανικά, αλλά χρησιμοποίησε λέξεις με καθαρά ελληνικές ρίζες. Μπορεί να το καταλάβει το ίδιο καλά ένας Έλληνας, όπως και ένας Ισπανός. Ήταν μια αντίδραση του δημιουργού για όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Είναι ένα τραγούδι ελπίδας, αλλά και επίγνωσης του τι γίνεται. Υπάρχουν μέσα του όλες αυτές οι λέξεις, κουλτούρα, πολιτισμός, ιστορία, που πάνε να εξαφανιστούν. Ιδωμένο και ειπωμένο από την δική του πλευρά. Σαν Αργεντινός που είναι, ζει αυτό το πράγμα πολύ έντονα γιατί βλέπει να επαναλαμβάνεται αυτό που έζησε στην δική του χώρα.
Στο Gazarte τι θα δούμε ή μάλλον, τι θα ακούσουμε; Στο Gazarte θα είμαστε τρεις Πέμπτες (6, 20, 27/3) και μια Τετάρτη (12/3) με το σπουδαίο επιτελείο μουσικών που με συνοδεύουν. Θα είναι ο David Lynch στα σαξόφωνα και κρουστά, ο Τάκης Φαραζής στο πιάνο και σε διάφορα άλλα «μαγικά» παιχνίδια, ο Γιώτης Κιουρτσόγλου στο μπάσο, ο Μιχάλης Καπηλίδης στα τύμπανα και ο Γιώργος Λιμάκης στις κιθάρες. Το πρόγραμμα λέγεται «Η Έλλη με τα φεγγάρια της», εμπνευσμένο από τα πολλά υπέροχα τραγούδια που έχουνε γραφτεί για το φεγγάρι, ξένα, σε διάφορες γλώσσες, και ελληνικά, από πολύ αγαπημένους μου δημιουργούς όπως είναι ο Χατζιδάκις, ο Tom Waits, ο Leonard Cohen, ο Καλαντζόπουλος, η Ρεμπούτσικα, ο Ξαρχάκος, αλλά και κάποια ρεμπέτικα. Επίσης, την Τετάρτη 12/3 θα έχουμε αφιέρωμα στην Joni Mitchell καθώς επίσης και κάποια γαλλικά τραγούδια μια και η εκδήλωση γίνεται υπό την αιγίδα της Καναδέζικης πρεσβείας με την συμμετοχή και άλλων πρεσβειών.
Η συνέντευξη τελείωσε και μαζεύω τα πράγματά μου για να την αφήσω στα μαθήματά της. Όση ώρα μαζεύω κάνουμε μια φιλική κουβέντα στην οποία αναφέρεται η περιοχή του Κολωνού.
«Να σας πω μια σύντομη ιστορία για τον Κολωνό;» με ρώτησε.
«Φυσικά», της απάντησα.
«Ήταν καλοκαίρι και είχε όρεξη για βόλτα ο Χατζιδάκις. Ήθελε να πάει στον Κολωνό. Δεν θα το ξεχάσω αυτό. Ήταν πάρα πολύ ήρεμη βραδιά με πολύ ζέστη. Πρέπει να ήταν πολύ αργά, ίσως και τρεις το πρωί. Δεν ξέρω σε ποιον δρόμο περπατούσαμε, αλλά θυμάμαι ότι είχε χαμηλά σπιτάκια. Όπως περπατούσαμε παρατήρησε ο Χατζιδάκις ένα σπίτι που ενώ είχε κλειστά τα παντζούρια, από τις γρίλιες φαινότανε φως. Κοντοστάθηκε λίγο και έλεγε “Τι να κάνουνε τώρα εκεί μέσα; Να είναι ένα νεαρό ζευγάρι; Μπορεί να μιλάνε, να κάνουν έρωτα, να συζητάνε, να σκέφτονται την αυριανή τους μέρα…”. Έφτιαξε ένα ολόκληρο σκηνικό! Κάπως έτσι φαντάζομαι ότι θα ήταν η Οδός Ονείρων.»
INFO: 06, 12, 20, 27 Μαρτίου. Gazarte (Βουτάδων 32-34, Γκάζι). Ώρα έναρξης: 21.00