Τρεις φορές υποψήφια στα γαλλικά βραβεία Cesar, βραβευμένη άλλες τόσες στα David de Donatello της Ιταλίας κι έχοντας σηκώσει δυο φορές το ερμηνευτικό βραβείο της Βενετίας σε μια καριέρα που μετράει τρεις δεκαετίες, η Valeria Bruni – Tedeschi, η κόρη Ιταλού βιομήχανου που πήρε την οικογένειά του και κατέφυγε στη Γαλλία για να γλιτώσει τις απαγωγές της Ερυθράς Ταξιαρχίας, ποτέ δεν άφηνε τα media αδιάφορα, όπως ούτε και το κοινό της. Τα τελευταία χρόνια όμως, η στροφή της στη σκηνοθεσία έχει ιντριγκάρει ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον θαυμαστών και μη για τα προσωπικά της. Κι όχι άδικα, μια κι όλες οι ταινίες της είναι, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, βασισμένες ακριβώς σε αυτά. Μονάχα μην της τις πεις αυτοβιογραφικές.
«Δεν μου αρέσει αυτός ο χαρακτηρισμός, δεν μου αρέσει καθόλου», λέει στην Popaganda, συζητώντας για τη νέα της ταινία, το Un Chateau en Italie / Ένα Κάστρο στην Ιταλία, που προβλήθηκε στην Αθήνα στα πλαίσια του Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου τον περασμένο Μάρτη και βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη 25 Σεπτέμβρη. Με την ίδια στον πρωταγωνιστικό ρόλο, η ταινία παρακολουθεί την ιστορία μιας διάσημης ηθοποιού που αποφασίζει να βροντήξει την καριέρα της κατάχαμα και να αφιερώσει τη ζωή της στο να προσπαθήσει να αποκτήσει ένα παιδί. Στην πορεία, συναντά έναν ανερχόμενο ηθοποιό καμιά 10ετία μικρότερό της, ενώ παράλληλα προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στη μητέρα της, που θέλει να ξεφορτωθεί το κοστοβόρο κάστρο του τίτλου – κληρονομιά απ’ τον μακαρίτη άντρα της, αλλά και τον αδερφό της, που υποφέρει από AIDS και δυσκολεύεται να αποκόψει τους συναισθηματικούς δεσμούς με τα οικογενειακά κειμήλια.
«Δεν το δέχομαι ότι είναι αυτοβιογραφικές οι ταινίες μου γιατί τις δουλεύω πολύ. Και η δουλειά μεταμορφώνει την πραγματικότητα. Μπορεί να την χρησιμοποιώ ως βάση, αλλά αυτό είναι μονάχα η αρχή, κι ύστερα απ’ τα χρόνια που δουλεύουμε με το σενάριο, με τους ηθοποιούς, με τα γυρίσματα, με το μοντάζ, μετά από τόση δουλειά δεν βρίσκω καμία απολύτως σχέση με την πραγματικότητα», διευκρινίζει για την ταινία της, στην οποία τον νεαρό ηθοποιό υποδύεται ο Louis Garell. Με τον οποίο διατηρούσε πολύχρονη σχέση. «Κατά κάποιο τρόπο, το να λες ότι είναι αυτοβιογραφία, αυτό ακυρώνει όλη εκείνη την πολύχρονη δουλειά», συνεχίζει, κάνοντας μια στάση να εξηγήσει ότι «ακόμη κι αν ήθελα, είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρω μια ηθοποιό που να μιλά Γαλλικά κι Ιταλικά με άνεση, πέρα από την Chiara Mastroyianni που είχε παίξει την αδερφή μου στην πρώτη μου ταινία». Γι’ αυτό και τη μητέρα της, για άλλη μια φορά, την υποδύεται η μητέρα της.
Όπως και η ηρωίδα του Κάστρου στην Ιταλία, η Valeria Bruni έχασε τον αδερφό της από AIDS το 2006. Ένα χρόνο μετά, όταν η ίδια βρισκόταν στις Κάννες στο παράλληλο διαγωνιστικό του Un Certain Regard με το Actrices -ένα υπαρξιακό δράμα στο οποίο αντιπαρετίθεντο δυο ηθοποιοί, με την μια να έχει εγκαταλείψει την καριέρα της για να κάνει οικογένεια και την άλλη να έχει εγκαταλείψει την ιδέα της οικογένειας για να κάνει καριέρα-, ερωτήσεις για το πώς είχε επηρεάσει τα υπαρξιακά ερωτήματα της ταινίας της ο χαμός του αδερφού της, την είχαν κάνει να ακυρώσει ολόκληρες σειρές από συνεντεύξεις, αφήνοντας τους δημοσιογράφους σύξυλους. Το ίδιο συνέβη και το Μάη του ‘13, ξανά στις Κάννες, όπου διαγωνιζόταν για τον Χρυσό Φοίνικα. Και το ίδιο παραλίγο να συμβεί και το Μάρτη του ‘14, στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου μια συνέντευξη πριν τη δική μας, όταν συνάδελφος θέλησε να μάθει για την υιοθετημένη κόρη της σκηνοθέτιδας. Άλλωστε, όπως στις Κάννες, έτσι και στην Αθήνα, η συμβουλή ήταν ίδια: όχι προσωπικές ερωτήσεις.
Τη ρωτάω γιατί. «Ξέρεις ότι οι δημοσιογράφοι θέλουν να έχουν τροφή να ταΐσουν τους αναγνώστες τους, έτσι δουλεύει αυτό, το καταλαβαίνω. Το καταλαβαίνω, αλλά δεν συμφωνώ. Κι ο καθένας μπορεί να θέλει ό,τι θέλει, αλλά έτσι κι εγώ θέλω να μην το κάνω αυτό, να μην τους δίνω αυτήν την τροφή. Οπότε συνήθως προσπαθώ να είμαι ευγενική και να εξηγώ γιατί δεν το κάνω και μπλα-μπλα-μπλα. Αλλά όταν έχεις περάσει τρεις – τέσσερις μέρες να προσπαθείς να είσαι ευγενική, κάποια στιγμή χτυπάς τα χέρια σου και λες “εντάξει, πάω σπίτι”». Δεν θα περίμενε όμως κανείς από μια απόγονο της χώρας που γέννησε τους παπαράτσι, να είναι λίγο πιο ανεκτική στην ανάγκη του κόσμου να νιώσει ότι κι οι αστέρες της οθόνες στο ίδιο καζάνι βράζουνε μ’ εμάς; «Ναι, είναι ιταλική λέξη οι παπαράτσι, σωστά… Καταλαβαίνω, όλοι οι άνθρωποι έχουμε αυτήν την ανάγκη, μας αποσπά την προσοχή απ’ τα δικά μας προβλήματα. Κι εγώ το κάνω μερικές φορές, ανοίγω κάνα κουτσομπολίστικο να δω… Δεν νιώθω περήφανη, αλλά το κάνω. Αλλά δεν θέλω να δώσω τροφή σ’ αυτό».
Προσπαθώ να καταλάβω αν θα έκανε ποτέ μια ex profundis εξομολόγηση σε ένα βαρύ περιοδικό, σ’ έναν έμπιστό της δημοσιογράφο, όπως θα έκανε μια ex profundis εξομολόγηση στο κινηματογραφικό της σύμπαν. «Δεν θέλω να χαρίσω. Θέλω να πω, όταν δουλεύω νιώθω μεγάλη άνεση να αποκαλύψω την οικειότητά μου. Να παίξω, να διασκεδάσω, να πονέσω, να προβληματιστώ με πράγματα βαθιά δικά μου. Κι όσο πιο βαθιά είναι, τόσο πιο ευτυχής είμαι. Αλλά για τους δημοσιογράφους, τις συνεντεύξεις, τα περιοδικά κι όλα αυτά, δεν νιώθω ότι είναι ok να μοιραστώ την οικειότητά μου. Γιατί όταν δουλεύω, υπάρχει πάντα το φίλτρο της δουλειάς, νιώθω ότι προκύπτει μια εξέλιξη, ότι πας κάπου πιο πέρα. Όταν κάνεις μια συνέντευξη, δεν υπάρχει τίποτα, καμία εξέλιξη. Οπότε, όχι, δεν βρίσκω νόημα στο να μιλήσω για την ιδιωτική μου ζωή».
Το οποίο ίσως είναι κι ένας εύσχημος τρόπος να πεις ότι θέλεις να κρατήσεις την αποκλειστικότητα στα δικαιώματα της ζωής σου. Που είναι κι αυτό, βέβαια, τόσο δικαίωμά σου, όσο και το να μην το αποδέχεσαι ως αυτοβιογραφία.
*Η ταινία Un Chateu en Italie / Ένα Κάστρο στην Ιταλία της Valeria Bruni Tedeschi με την ίδια, τον Louis Garrel, την Marisa Bruni Tedeschi και τον Filippo Timi στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου, σε διανομή της Feelgood Entertainment