Παρακολουθήσαμε και φωτογραφήσαμε τις πρόβες της νέας παράστασης του Δημήτρη Καραντζά με το έργο του Χάρολντ Πίντερ Τέφρα και Σκιά. Και αμέσως μετά την πρεμιέρα, στο θέατρο Ροές, ανήμερα της ονομαστικής εορτής του, συνομιλήσαμε για αυτήν μαζί του. Η αποκάλυψη είναι ότι την θεωρεί τη δυσκολότερη δουλειά που μέχρι στιγμής έχει κάνει!
«Είναι το δυσκολότερο πράγμα που έχω κάνει», έλεγε ο Δημήτρης Καραντζάς, ο νεότερος σκηνοθέτης στην ιστορία της Επιδαύρου και πρώτος Ελληνας που εμφανίστηκε στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, μετά την πρεμιέρα του «Τέφρα και Σκιά», όταν τα πλήθη (απ’το σινάφι του κυριότατα) συνέρρεαν για να τον συγχαρούν. Λίγα λεπτά νωρίτερα το χειροκρότημα- βαρόμετρο είχε απογειώσει τη σκηνή με τους δυο ερμηνευτές των ημιτονίων, τον Χρήστο Λούλη και την Εύη Σαουλίδου. Και αρκετοί δήλωναν την ίδια ακριβώς πρόθεση: να ξαναδούν την παράσταση και δεύτερη φορά. Το αριστούργημα του Πίντερ, ένα έργο κρυπτογράφημα για τη βία, τον κίνδυνο των μεγάλων ηγετών-δικτατόρων («Θα τον ακολουθούσαν και στον γκρεμό, θά ‘πεφταν και στη θάλασσα αν τους το ζητούσε – είπε. Και θα τραγουδούσαν εν χορώ, φτάνει νά ‘χαν εκείνον για να τους διευθύνει), και την δική μας ανοχή σε φαινόμενα εκτροχιασμών, στην κρυστάλλινη παράσταση του Δημήτρη Καραντζά έφτανε στο κοινό σαν ένα γράμμα σύγχρονο, ένα επείγον μήνυμα που μας τραβάει στο 2016.
Το έργο παρουσιάστηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά από τον Λευτέρη Βογιατζή στο θέατρο της Οδού Κυκλάδων, με τον ίδιο και τη Ρένη Πιττακή. «Εσύ φοράς υπέροχο φόρεμα αλλά εγώ φορούσα καταπληκτικά πέδιλα», πείραζε μετά την πρεμιέρα η Πιττακή την Εύη Σαουλίδου, η οποία καθόλη την διάρκεια της παράστασης, ξυπόλητη και καθισμένη σε μια καρέκλα κήπου, κινεί και βουλιάζει τα πόδια της σε μια άμμο που θα μπορούσε να είναι τέφρα. Πέντε προβολείς στοχεύουν φανερά στους δυο ηθοποιούς, όπως θα στόχευαν φυτά θερμοκηπίου. Στη νησίδα που τους αναλογεί αποδίδουν οι δυο ερμηνευτές σαν έγκλειστοι μια εντυπωσιακή γκάμα ψυχικών μεταπτώσεων.
Η μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη, γλώσσα που κόβει σα νυστέρι, κοινή και στην παράσταση του Βογιατζή, δημιουργεί έντονους συνειρμούς. Ο Λευτέρης Βογιατζής σ’ ένα πολύ πιο περιορισμένο χώρο, μια στρογγυλή πίστα, κινιόταν ασταμάτητα γύρω από την Πιτακή, σαν ένα εύθραυστο κι έτοιμο να την κατασπαράξει όρνιο. Ο Χρήστος Λούλης μ’ ένα ποτήρι ουίσκι, που στον εκνευρισμό του πετάει στο χέρι της συζύγου του, αλλά αντικαθιστά αμέσως από το φορητό μπαρ, κάποια στιγμή κάθεται (σωριάζεται) δίπλα στη γυναίκα. Οι ηθοποιοί, δυο φιγούρες αρχέτυπα, υπάρξεις εν κενώ, συνυπάρχουν λειτουργώντας σαν δυο λεπτά μουσικά όργανα, με ελεγμένες ακόμα και τις παύσεις τους. Η ψείρα δεν βοηθά μόνο στην κάκιστη ακουστική του συγκεκριμένου θεάτρου. Σε τρία σημεία «πειράζει» τη φωνή της Σαουλίδου, αλλοιώνοντάς την. Παρόλα αυτά είναι η πρώτη φορά, μετά από πολύ καιρό, που ο Καραντζάς δεν πείραξε τον τρόπο εκφοράς μιας παράστασής του για να εισέλθει σε πολυφωνικά κανάλια. Αφησε τους ηθοποιούς του να αυτενεργήσουν. «Ηθελα να είναι πολύ λεπτά τα πράγματα, όπως είναι και στο έργο. Δεν ήθελα να επέμβω πολύ, ήθελα να ακουστεί το έργο σήμερα», τονίζει.
Γιατί ειδικά σήμερα; «Και για το κομμάτι με τους πνιγμούς, και για το κομμάτι με τη βία, που δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς, και για το ότι ενώ είσαι γνώστης της βιαιοπραγίας δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Συγχρόνως όμως δεν μπορείς να ζήσεις στο καβούκι σου. Ολα αυτά τα ζητήματα ο Πίντερ τα θίγει τόσο λεπτά».
Το έργο ήταν «μια 100% δική μου επιλογή», με αιφνιδιάζει. «Περνάς από τη επιφάνεια στο βάθος σε ελεύθερη πτώση συνέχεια. Κι αυτό εμένα μου «ανοίγει» τα πάντα . Με συγκινεί τρομερά το πώς ξεκινάει τόσο αστικά μια κουβέντα και πόσο επιθετικά ειβάλλουν σε αυτή οι φρικαλεότητες, αλλά και πάλι με εξαιρετικά λεπτό τρόπο». Το κείμενο το ανακάλυψε όταν κάποιος του το έδωσε για να δει πώς μεταφράζει η Τζένη Μαστοράκη. Οταν είχε τελειώσει την ανάγνωσή του ήταν σίγουρος για ένα πράγμα: ήθελε να το σκηνοθετήσει. Δεν είχε δει την παράσταση του Βογιατζή:«Ήμουνα πολύ μικρός τότε, 12 χρονών».
Γιατί επαναλαμβάνει ότι η Τέφρα και σκιά είναι το δυσκολότερο πράγμα που έχει κάνει; «Γιατί για να βγει με απλότητα αυτό που βουτά από την επιφάνεια στο βάθος θέλει ακρίβεια χειρουργική και δεν θέλει σκηνοθετισμούς. Χρειάζεται να έχεις μεγάλη εμπιστοσύνη στους ηθοποιούς και πολύ σαφή στόχο τού πού θέλεις να φτάσει η παράσταση». Από την πρώτη πάντως στιγμή ήξερε με ποιους ήθελε να δουλέψει: «Μόλις γεννήθηκε η ιδέα του έργου, αποκλειστικά με το Χρήστο και την Εύη μπορούσα να το κάνω. Με ενέπνεαν πολύ και ως ντουέτο αλλά τους ήθελα πολύ και καθέναν ξεχωριστά. Θεωρούσα ότι ο συνδυασμός τους σε αυτό το κείμενο θα ήταν ιδανικός». Δικαιώθηκε. Με τη Σαουλίδου είχαν συνεργαστεί ξανά στον “Φαέθοντα”. Με τον Λούλη πρωτοσυναντήθηκαν τώρα. Είναι και οι δύο ενθουσιασμένοι. «’Ξταν η πρώτη φορά που ήμουν πιο δεκτικός στην αυτενέργεια των ηθοποιών, γιατί τους εμπιστευόμουν πολύ», αποκαλύπτει ο Καραντζάς. «Αν σε αυτό το έργο δεν βρεις την δική σου εσωτερική σύνδεση δεν πρόκειται να λειτουργήσει. Το ότι εκχωρήθηκαν στους ηθοποιούς ελευθερίες αποδείχθηκε τελικά και για μένα πολύ απελευθερωτικό.»