Ημερολόγια, όνειρα και επιστολές αναδεύονται στον βυθό της αποσπασματικής και ημιτελούς γραφής του Φραντς Κάφκα (1883-1924)· ημερολόγια, όνειρα και επιστολές αποτελούν την πρώτη ύλη αυτού του φυγόκεντρου μυθιστορήματος.
Όλη η αφήγηση ξετυλίγεται γύρω από την απροσδιόριστη φιγούρα μιας ερευνήτριας· σκοτεινή πνευματίστρια, εμμονική αναγνώστρια του Τσεχοεβραίου, παθιασμένη ηρωίδα μιας ασχημάτιστης ιστορίας του – μια γυναίκα που κόβει και ράβει σελίδες και μέρες του συγγραφέα του Πύργου προσπαθώντας να αφουγκραστεί, μέσα σ’ έναν κυκεώνα καφκολογίας, αυτό που διαφεύγει: την καφκική σιωπή.
Lieber Anschel, lieber Franz,1
Συγγνώμη για την ξαφνική εγγύτητα, συγγνώμη αν σας κούρασα, συγγνώμη αν σας φορτώθηκα, συγγνώμη αν είπα κάτι που σας έθιξε ή σας δυσαρέστησε.
Σας διαβάζω περίπου από τα δώδεκά μου. Αν αυτό έχει κάποιο νόημα για εσάς. Πέρασα από τη Μαφάλντα σ’ εσάς. Κατευθείαν. Η Μαφάλντα μεταξύ Πράγας και Κομοτηνής. Ένα εξάχρονο μοναχικό κορίτσι που άλλοτε ένιωθε πως το έλεγαν Γιούλιε, άλλοτε Μίλενα κι άλλοτε Ντόρα. Ενδεχομένως και να σας ευθυμούσε αυτό. Άρχισα με τη Μεταμόρφωση. Φώτιζα τις σελίδες με φακό στη σκηνή μιας παραθαλάσσιας εφηβικής κατασκήνωσης. Το αγόρι που είχα ερωτευθεί με αγνοούσε, οι λεγόμενες ομαδικές δράσεις ήταν αφόρητα πληκτικές, μέχρι που η μητέρα μου, ας αποσιωπήσω καλύτερα τις καφκικές σχέσεις μας, μου έφερε κάποια παιδικά βιβλία. Τελικώς επέστρεψε στην Κομοτηνή με τα παιδικά βιβλία αφήνοντας σ’ εμένα το βιβλίο που διάβαζε.
Γεννήθηκα πενήντα δύο χρόνια μετά τον θάνατό σας σε μια μεθοριακή πόλη της βόρειας Ελλάδας. Μια επαρχιακή κοινωνία η οποία, παρ’ όλο το μακιγιάζ ευμάρειας και ανάπτυξης στο πέρασμα του χρόνου, στον πυρήνα της παρέμενε μια καταθλιπτική λασπούπολη χριστιανών και μουσουλμάνων, αλλά και απαρηγόρητων εβραϊκών φαντασμάτων· μια πρώην περιτοιχισμένη πολίχνη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που κάποτε ανήκε στο βιλαέτι της Αδριανούπολης.
Για χρόνια ένιωθα κάτι ανάμεσα σε ντροπιασμένο κορίτσι και παγιδευμένο ζώο.
Λέτε γι’ αυτό, εκτός των άλλων, να ευθύνεται και η ανεκπλήρωτη τελετή ενηλικίωσής μου; Το πέρασμα από τον κόσμο των παιδιών στον κόσμο των ενηλίκων που δεν πραγματοποιήθηκε λόγω παιδιόθεν γλωσσοδέτη…
Μέχρι σήμερα νιώθω την αύρα ενός διαρκώς αναβλημένου Μπατ Μιτσβά.2
Συγγνώμη για τη διαχυτικότητα της τελευταίας στιγμής. Σας χρωστώ πολλά. Θα περιοριστώ στο δεσπόζον. Σ’ αυτό που συχνά γαληνεύει την εθιστική ταραχή της γραφής.
Το να γράφεις ό,τι δεν μπορείς να γράψεις είναι ίσως ο μόνος τρόπος να γράφεις.
Έκπτωτε Άγγελε (Anschel) της Πράγας, έχω κάνει ακρότητες για εσάς. Έχω αυνανιστεί, έχω μεθύσει με κείμενά σας. Έχω σκεφτεί να πηδήσω από μπαλκόνι αγκαλιά με βιβλία σας. Έχω τσακωθεί άγρια με συναδέλφους στο Πανεπιστήμιο, σε συνέδρια και συμπόσια, ειδικά μ’ όσους μηρυκάζουν τα θέσφατα διαφόρων μετρ καφκολογίας, ακόμη και γκόμενο έχω χτυπήσει άσχημα στο κεφάλι με τα ημερολόγιά σας. Ντρέπομαι. Μέχρι και τον αστρολογικό σας χάρτη έχω σχεδιάσει…
Καρκίνος με ωροσκόπο Λέοντα. Σελήνη στο μεταίχμιο Διδύμου και Κριού. Οι επιδραστικότεροι πλανήτες σας είναι ο Ερμής, ο Ήλιος και ο Άρης. Αριθμολογικά σας αντιπροσωπεύει ο αριθμός 3, που δείχνει – να συνεχίσω;
Η μόνη ακρότητα που δεν έχω διαπράξει ακόμη είναι να ταξιδέψω στην Πράγα. Ακολούθησα ευλαβικά το παράδειγμά σας με την Αμερική, την αγνοούμενη ήπειρο του αγνοούμενου Καρλ.3
Μόλις όμως κυκλοφορήσει το βιβλίο μου θα επισκεφτώ την Πράγα. Και θα μείνω για όσο αντέχει η τσέπη μου. Μόνη μου. Στην πόλη σας, με την πόλη σας. Για την ακρίβεια θα σας μιμηθώ. Θα πατήσω στα χνάρια σας.
Καθώς η περιπλάνηση στην Πράγα από τη μια πλευρά σάς κατεύναζε και από την άλλη σάς ερέθιζε. Αφού πρώτα σας εξοικείωνε με την ατομική σας αποσπασματικότητα αλλά και το θρυμμάτισμα του κόσμου γύρω σας, παράλληλα σας ενέπλεκε σ’ ένα διαρκές παιχνίδι μη επιστροφής, μέσα από τη σαγήνη της κούρασης και της παραίτησης, καθώς, ενώ ήσασταν πεπεισμένος πως δεν είχατε ξεμυτίσει λεπτό από το δωμάτιό σας, βρισκόσασταν να περιφέρεστε σαν την άδικη κατάρα στη γενέθλια πόλη σας, λες και ήσασταν άστεγος, υπνοβάτης ή νεκρός, κάποιος, τέλος πάντων, που έχει χάσει προ πολλού την αίσθηση του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου αλλά και της αντικειμενικής ροής του χρόνου.
Αρκετά!
Σταματώ να αυτογελοιοποιούμαι και ν’ αναζητώ τα χνάρια σας στην υπερτουριστικοποιημένη πλέον πόλη σας. Όχι, δεν θα επισκεφτώ την Πράγα. Ποτέ! Αυτοψία δεν κάνεις σ’ έναν πολεοδομικό, υπαρξιακό, σεξουαλικό και ιστορικό εφιάλτη που φύτρωσε στο κεφάλι ενός συγγραφέα των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Πραγματογνωμοσύνη δεν επιχειρείς σε κάτι αμετάκλητα θαμμένο, πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά, και παρ’ όλα αυτά αδιανόητα απτό και ζωντανό.
Έτσι κι αλλιώς η Πράγα σας δεν υπήρξε ούτε όταν ζούσατε στην Πράγα…
Σκέφτομαι, έχω καταλήξει μάλλον, ότι, προσωπικά για μένα, το πιο στέρεο ερευνητικό πεδίο για το έργο σας είναι ο ύπνος, η ύπνωση, η αυθυποβολή, η ψευδαίσθηση, η εξωσωματική εμπειρία, η εικονική πραγματικότητα. Μια παθιασμένη, μια ερεθισμένη προσομοίωση του θανάτου. Κυρίως μ’ αυτά τα απορριπτέα, αφερέγγυα, πάνω απ’ όλα όμως ανορθολογικά και αντιεπιστημονικά εργαλεία σάς πλησίασα – ένα πλησίασμα αμετάδοτο. Η μέθοδός μου είναι η μέθοδος της αϋπνίας. Ούτε της δικής σας, ούτε της δικής μου. Των κειμένων σας. Η γραφή σάς ξαγρυπνά. Βλέφαρα βαριά κι ωστόσο ανοιχτά, μέλη κατάκοπα κι ωστόσο τεντωμένα, συνείδηση βυθισμένη κι ωστόσο σ’ εγρήγορση.
Κατά βάθος σας πλησίασα ομοιοπαθητικά. Όνειρον έδωκας, όνειρο θα λάβεις. Μην επαναλάβουμε την πασίγνωστη ημερολογιακή σας διατύπωση…4
Φυσικά και δεν αρνούμαι το μέγα όφελος από τις ατέλειωτες ώρες σε βιβλιοθήκες ή στο διαδίκτυο, εντρυφώντας σε θηριώδεις βιβλιογραφίες, ελέγχοντας κείμενα, εδάφια, λέξεις, τίτλους, αντιπαραβάλλοντας χρονολογίες, βιογραφικές και αφηγηματικές λεπτομέρειες, αλλά και διακρίνοντας ερμηνευτικές συγκλίσεις και αποκλίσεις εμβληματικών, ανατρεπτικών, αναμενόμενων, ακόμη και ανεπαρκών ή κακότροπων μελετητών σας – όλοι έχουν τη θέση τους στην καφκική Βαβέλ.
Ωστόσο κάθε πρωί ξυπνούσα, όταν κοιμόμουν, όσο κοιμόμουν, όπως κοιμόμουν, με το ίδιο αναπάντητο ερώτημα: ανασύνθεση ή αποσύνθεση;
Δηλαδή, ανασυνθέτεις το παρελθόν του ερευνητικού σου αντικειμένου για να το φέρεις ανάγλυφα και πειστικά στο παρόν, ή αποσυντίθεσαι εσύ στη θέση του ώστε να επιστρέψεις στο παρελθόν του, να ψηλαφίσεις όσο πιο απτά γίνεται την εποχή του, τα πρόσωπα που το διαμόρφωσαν, τις σκέψεις και τις εικόνες που το βασάνιζαν ή το γαλήνευαν;
Σ’ αυτό το κρίσιμο ερώτημα κάθε μέρα ζυγιζόμουν ως μελετήτριά σας. Το να σας εκμυστηρευτώ λοιπόν πως σας έχω ονειρευτεί είναι πλεονασματικός πλεονασμός.
Συγγνώμη, συγγνώμη, συγγνώμη. Συγγνώμη για όλα.
Την επόμενη φορά επιφυλάσσομαι. Θα είμαι πιο σύντομη και περιεκτική. Δηλαδή σιωπηλή.
Εν ανάγκη θα περιοριστώ στις επιθανάτιες φράσεις σας:
«Ναι, έτσι, έτσι είναι καλά» (κατά Μπροντ).5
«Φεύγω όμως εγώ» (κατά Κλόπστοκ).6
Ή μήπως θα αρκεστώ στο αποσβολωμένο βλέμμα της αδελφής Άννας7 με το τετέλεσται;
Άραγε, θα υπάρξει επόμενη φορά;
Σημειώσεις της Ερευνήτριας
1 Αγαπητέ Άγγελε, αγαπητέ Φραντς.
2 Μπατ Μιτσβά σημαίνει Κόρη των Εντολών και είναι τελετή ενηλικίωσης για τα κορίτσια στα δεκατρία τους χρόνια (στα δώδεκα για τους ορθόδοξους Εβραίους). Το ασκεναζίμ αντίστοιχο τελετουργικό ονομάζεται bas mitzveh αντί bat mitzvah.
3 Καρλ Ρόσμαν ονομάζεται ο νεαρός πρωταγωνιστής στο ημιτελές μυθιστόρημα του Κάφκα Ο αγνοούμενος. Ο Μπροντ, αποσιωπώντας τον τίτλο του συγγραφέα (τόσο φορτισμένο από γλωσσικές, υπαρξιακές και πολιτισμικές συνδηλώσεις), το πρωτοδημοσίευσε, με δική του εισαγωγή, με τον τίτλο Η Αμερική (1927).
4 «Ιδωμένη από τη σκοπιά της λογοτεχνίας, η μοίρα μου είναι πολύ απλή. Η έγνοια της απεικόνισης της ονειρικής μου εσωτερικής ζωής έχει σπρώξει όλα τα υπόλοιπα στο περιθώριο, με αποτέλεσμα να έχουν μαραζώσει σε σημείο φρικτό και να μην παύουν να μαραζώνουν. Τίποτα άλλο δεν μπορεί ποτέ να με ικανοποιήσει» (Ημερολόγιο, 6.8.1914, παρατίθεται στο Όνειρα, μτφρ. Αλεξάνδρα Ρασιδάκη, Άγρα, 2020, σελ. 25).
5 Μαξ Μπροντ (1884-1968): Τσέχος γερμανόφωνος συγγραφέας εβραϊκής καταγωγής. Γνωρίστηκαν με τον Κάφκα στα φοιτητικά τους χρόνια. Έγραψε ιστορικοφανή μυθιστορήματα και νουβέλες. Διέσωσε το έργο του Κάφκα, παράλληλα, όμως, καθόρισε επί μακρόν την πρόσληψή του στο πλατύ αναγνωστικό κοινό. Το 1937 εκδίδει την πρώτη βιογραφία του Κάφκα (Franz Kafka, Eine Biographie). Από το 1939 εγκαθίσταται στην Παλαιστίνη. Πεθαίνει στο Τελ Αβίβ. Τα τελευταία χρόνια αποκαθίσταται το έργο του Κάφκα από την πνευματική αλλά και υφολογική σκιά του Μπροντ.
6 Ρόμπερτ Κλόπστοκ (1899-1972): Ούγγρος γιατρός που γνωρίστηκαν με τον Κάφκα τον Φεβρουάριο του 1920 στο σανατόριο Μάτλιαρι, όπου κι ο Κλόπστοκ (ακόμη φοιτητής Ιατρικής) υποβαλλόταν σε θεραπεία. Γρήγορα έγιναν φίλοι και άρχισαν να αλληλογραφούν. Ο Κλόπστοκ αφοσιώθηκε στην περιπέτεια της υγείας του Κάφκα μέχρι το τέλος του. Μαζί με την Ντόρα Ντιαμάντ συγκρότησαν το δίπολο των προσώπων που στάθηκαν σθεναρά στο προσκέφαλό του. Κυριολεκτικά ο Κάφκα πέθανε στα χέρια του στο σανατόριο του Κήρλινγκ. Κατόπιν ο Κλόπστοκ εργάστηκε ως χειρούργος στη Βουδαπέστη και στο Βερολίνο, ενώ το 1937 με τη σύζυγό του μετέφρασαν στα ουγγρικά τα πρώτα κεφάλαια της Δίκης. Το 1938 μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Δημοσίευσε πολλές επιστημονικές μελέτες. Εργάστηκε ως καθηγητής πνευμονικής χειρουργικής στο ιατρικό κέντρο Downstate στη Νέα Υόρκη.
7 Η Άννα, αγνώστων λοιπών στοιχείων, ήταν νοσοκόμα στο σανατόριο όπου κατέληξε ο Κάφκα. Ήταν παρούσα στο ψυχορράγημά του.