Ειλικρίνεια και μία αφοπλιστικά πνευματώδης γλώσσα είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του συγγραφικού του λόγου. Από Το Πεθαμένο Λικέρ έως την Κωνσταντινούπολη των ασεβών μου πόθων, το αίσθημα της νοσταλγίας εκφράζεται με τον πιο βαθύ, ιδιαίτερο και ευφάνταστο τρόπο. Αξέχαστη έμεινε και Η Οικογένεια Μπες-Βγες της δεκαετίας του 80 μέσα από το μνημειώδες χιούμορ των εξωφρενικών καταστάσεων της μυθιστορηματικής πλοκής. Ο Γιάννης Ξανθούλης έχει διανύσει ένα μακρύ συγγραφικό βίο και πάντα τα γραπτά του μένουν ζωντανά και αξιομνημόνευτα. Η έμφυτη τάση στην ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό, γίνεται αντιληπτή και στην προφορική του έκφραση. Έτσι, μια συνέντευξη του Ξανθούλη παραμένει πάντα πρωτότυπη και εν γένει ανατρεπτική.
Πώς ένας άνθρωπος των γραμμάτων βλέπει έναν πολιτικό; Σαν συγγενή που αποφάσισε να προκαλέσει τα κατοικίδια θηρία που έκρυβε μέσα του. Φυσικά πρόκειται για μια πολύ ρητορική άποψη δική μου που είμαι άσχετος με όλα αυτά. Σίγουρα κάποιος πρέπει να κάνει και τούτη τη δουλειά. Άρα το θέμα είναι πρακτικό, πρωτίστως όμως είμαι βέβαιος πως δεν με ιντριγκάρει η ιδέα να γράψω μυθιστόρημα με ήρωα πολιτικό ή κάποιον που διεκδικεί θώκους.
Ποια η γνώμη σας για τους δημοσιογράφους-πολιτικούς και τους λογοτέχνες-πολιτικούς, σε αντιδιαστολή με τους δημοσιογράφους-λογοτέχνες; Συχνά παρακολουθώντας ή διαβάζοντας συνεντεύξεις με πολιτικούς έβρισκα πολύ πιο ενδιαφέρουσες τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων από τις κλισέ απαντήσεις με τις κοινότοπες γενικότητες των πολιτικών. Έτσι μάλλον δεν εκπλήσσομαι που στη θέση του ερωτώμενου βρίσκονται δημοσιογράφοι εθισμένοι στο παιχνίδι της εξουσίας προφανώς γοητευμένοι από την «μεγάλη ανατριχίλα» των ευθυνών τους. Οι δημοσιογράφοι-λογοτέχνες δεν έχουν καμιά σχέση με τους παραπάνω αφού οι νευρώσεις τους παραμένουν ιδιωτική υπόθεση.
Σύμφωνα με την προσωπική σας πείρα, μπορεί η ειρωνεία και ο σαρκασμός ενός διανοούμενου να αποτελέσει υπέρβαση για τον ίδιο και τη δουλειά του; Για μένα τώρα που πέρασαν τα χρόνια, ξέρω ότι ο σαρκασμός και ο αυτοσαρκασμός κυρίως, δεν ήταν απλή επινόηση ή τρικ αλλά αναπόσπαστο μέρος του χαρακτήρα μου. Πολλές φορές τα κείμενα και η συμπεριφορά μου παρεξηγήθηκαν τραγικά. Όμως το «σενάριο» δεν επιδέχεται εκπτώσεις. Είναι πολύ αργά να αποκτήσω ταλέντο σοβαροφάνειας και να μπω σε διαδικασίες «συγγνώμης» από τον εαυτόν μου.
Η αγάπη για τη λογοτεχνία υφίσταται έστω και στοιχειωδώς εντός ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος; Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι η επιτομή της τρέλας, οπότε η αγάπη στο βιβλίο, στη γνώση ή στη λογοτεχνία είναι πια τριτεύοντες παράμετροι. Η στερεότυπη βιασύνη και λαχτάρα των περισσοτέρων, είναι για μιας πεντάρας βόλεμα. Με λίγες δραματικές εξαιρέσεις. Θλιβερό πλην αληθινό. Το επιβεβαιώνουν οι ορδές αγραμμάτων που παρηγορούνται με ευχολόγια και λαμογιές εφόσον τους παίρνει. Γιατί και η λαμογιά θέλει το κατιτί της.
Μέσα στις δεκαετίες, τι αλλαγές έχετε προσέξει ως προς τη συγγραφική σας δημιουργικότητα; Πρόσεξα πως οι επινοήσεις μου ή αν θέλετε αυτό που ορίζουμε ως «φαντασία» ήταν προφητικές για μένα. Χωρίς να το ξέρω περιέγραφα μέσω των ηρώων μου τον εαυτό μου και καταστάσεις που εξελίχθηκαν στο μήκος του χρόνου. Κάπου αυτός ο διαρκής ενεστώτας των ηρώων μου με τρομάζει. Τολμώ και το λέω αποστασιοποιημένος πια από τα περισσότερα βιβλία μου.
Πώς σας φαίνεται ο κόσμος των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης; Τον ζηλεύω, τον σιχαίνομαι και τον αγνοώ. Οπότε δηλώνω πλήρη αναρμοδιότητα και φυσικά απολίθωμα άλλων καιρών. Καλώς ή κακώς βρίσκομαι σε κατάσταση προ Γουτεμβέργιου. Με χαρτί και μολύβι.
Ελλάδα—τι σημαίνει για εσάς; Θα ήθελα να σήμαινε αυτά που ένιωθα σαν παιδί στις σχολικές γιορτές του Δημοτικού.
Το τελευταίο βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη, Ο γιος του δασκάλου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.