Η οδυνηρή επίγνωση μιας ολόκληρης εποχής και η αθλιότητα του Εμφυλίου που ακολούθησε. Η παρατεταμένη παρακμή και η θλίψη. Ο πόνος που δεν απαλύνεται και η αισιοδοξία που συνεχώς αναβάλλεται. Και μέσα σε όλα αυτά, ένα αδιαπραγμάτευτο, προσωπικό χρέος: η διεκδίκηση της αξιοπρέπειας! Ο Μανόλης Αναγνωστάκης (1925-2005) με την ποίησή του κατάφερε να αποτυπώσει τη σύνθλιψη μιας γενιάς που έζησε τον σπαραγμό του αδελφοκτόνου πολέμου. Μια ιστορική συγκυρία αδιανόητης σκληρότητας και ακραίας απανθρωπιάς που πραγμάτωσε τον σουρεαλισμό στην πιο αδυσώπητη εκδοχή του.
Εάν σε τέτοιες συνθήκες ο κοινωνικός περίγυρος τείνει να εκμηδενίσει τα πρόσωπα, τότε αυτό που πέτυχε ο ποιητής είναι πραγματικά σπουδαίο: κατόρθωσε να αναγάγει το προσωπικό του βίωμα, σε χρονικό της ελληνικής συλλογικής μοίρας μιας περιόδου η οποία άφησε πληγές που δύσκολα επουλώνονται. Ο Μανόλης Αναγνωστάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, σε μια μεσοαστική οικογένεια, και από νωρίς έδειξε σημάδια μιας ασυνήθιστα οξυμένης ποιητικής ευφυΐας: Ήδη από τα μαθητικά του χρόνια αποκτά τη φήμη του ποιητή, χάρη σε μία αυθόρμητη ικανότητα που διέθετε να συνθέτει στίχους.
Δεν θα αργήσει, όμως, να αντιληφθεί ότι η ποίηση είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το να βρίσκεις ομοιοκαταληξίες – μία τρομακτικά απαιτητική τέχνη όπου ο δημιουργός επιστρατεύει όλες του τις πνευματικές και ηθικές δυνάμεις. Και αυτό δεν θα το ξεχνούσε ποτέ, ιδίως στα αμέσως επόμενα χρόνια όπου η πνευματική ισορροπία και η ηθική υπόσταση της γενιάς του, έμελλε να αποδειχτούν ιδιαίτερα ευάλωτες. Στο μεταξύ, το φθινόπωρο του ’43, εγγράφεται στην Φυσικομαθηματική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και τον επόμενο χρόνο στην νεοσύστατη Ιατρική Σχολή. Και ενώ θα περίμενε κανείς ότι αυτή η επιλογή θα τον απομάκρυνε κάπως από τον αναβρασμό της εποχής του, συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Αποφασίζει και στρατεύεται με την Αριστερά, στο οργανωμένο αντιστασιακό κίνημα.
Ήταν τότε που θα γράψει και το συγκλονιστικό ποίημά του «Χάρης 1944» – απολύτως ενδεικτικό εκείνης της σπαρακτικής εποχής: «Ήμασταν όλοι μαζί και ξεδιπλώναμε ακούραστα τις ώρες μας / Τραγουδούσαμε σιγά για τις μέρες που θα ’ρχόντανε φορτωμένες πολύχρωμα οράματα / Αυτός τραγουδούσε, σωπαίναμε, η φωνή του ξυπνούσε μικρές πυρκαγιές / Χιλιάδες μικρές πυρκαγιές που πυρπολούσαν τη νιότη μας / Μερόνυχτα έπαιζε το κρυφτό με το θάνατο σε κάθε γωνιά και σοκάκι / Λαχταρούσε ξεχνώντας το δικό του κορμί να χαρίσει στους άλλους μιαν Άνοιξη. / Ήμασταν όλοι μαζί μα θαρρείς πως αυτός ήταν όλοι. / Μια μέρα μάς σφύριξε κάποιος στ’ αφτί: «Πέθανε ο Χάρης» / «Σκοτώθηκε» ή κάτι τέτοιο. Λέξεις που τις ακούμε κάθε μέρα. / Κανείς δεν τον είδε. Ήταν σούρουπο. Θα ’χε σφιγμένα τα χέρια όπως πάντα / Στα μάτια του χαράχτηκεν άσβηστα η χαρά της καινούριας ζωής μας / Μα όλα αυτά ήταν απλά κι ο καιρός είναι λίγος. Κανείς δεν προφταίνει.».
Για την πολιτική του δράση φυλακίστηκε στο διάστημα 1948-1951, ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο απ’ το έκτακτο στρατοδικείο. Πάντως, μέσα από την ποίησή του θα αναβλύσει η γενικευμένη συναισθηματική αιμορραγία, θα αναδειχθεί η σύγχρονη ελληνική τραγωδία. Όπως θα πει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του: «Ήθελα να εκφράσω μια γενικότερη αίσθηση του χαμού των πιο εκλεκτών παιδιών της στρατιάς της κατοχής, της Αντίστασης, του Εμφυλίου, που εξοντώθηκαν όχι μόνο φυσικά αλλά και ηθικά και πολιτικά και κυρίως ανθρώπινα».
Από τη φυλακή βγήκε το 1951 με την γενική αμνηστία. Η λογοτεχνική του δραστηριότητα -έκτοτε- ήταν έντονη: Εξέδωσε το περιοδικό «Κριτική» (1959-1961), υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των «Δεκαοχτώ κειμένων» (1970) και, βέβαια, έγραψε ποιήματα, κριτικά κείμενα και δοκίμια, όπως -μεταξύ άλλων- οι «Εποχές» (1945), «Εποχές 2» (1948), «Εποχές 3» (1951), «Η συνέχεια» (1954), «Τα ποιήματα» (1971), «Αντιδογματικά, άρθρα και σημειώματα» (1978) και το 1987 το αυτοβιογραφικό «Ο ποιητής Mανούσος Φάσσης».
Όλα αυτά τα χρόνια, μέσα από μια ποίηση εκπληκτικής μουσικότητας και λυρικών απηχήσεων, ο Μανόλης Αναγνωστάκης εμφανίζεται κυριευμένος από μια πνιγηρή απόγνωση. Αλλά δεν εγκαταλείπει ποτέ την προσπάθεια για μια κάποια συνέχεια, για τη διατήρηση της μνήμης – μία πεισματική ελπίδα για καλύτερους καιρούς. Αλλίμονο, όμως: Με τι κόστος. Η λυγμική συγκίνησή του για όσα χάθηκαν, μετασχηματίζεται σταδιακά σε μια διαδοχή αιχμηρών σκέψεων και απροσδιόριστων ενοχών, με τη φωνή του να ακολουθεί τον τόνο μιας σχεδόν ψιθυριστής παραίνεσης ή -ακόμη περισσότερο- μιας τραυματικής διαπίστωσης, την οποία θέλει συνεχώς να εκμυστηρευτεί μέσα από την ποίησή του: «Τώρα δε μένει τίποτ’ άλλο / οι δυο τρεις λέξεις μας σε μια γωνιά του δρόμου».
Με την παρούσα έκδοση «Ένα πανόραμα της νεωτερικής μας ποίησης & ένα ηχητικό ντοκουμέντο» ο Μανόλης Αναγνωστάκης προσθέτει στο αμιγώς προσωπικό του ποιητικό έργο και μία ξεχωριστή ανθολογία: διάλεξε έργα από τη νεωτερική σύγχρονή ποιητική παραγωγή και τα ηχογράφησε προκειμένου να αναμεταδοθούν από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Ηρακλείου Κρήτης σε 20 εκπομπές. Η συγκεκριμένη ανθολόγηση παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε μορφή βιβλίου μαζί με τη συνέντευξη που έδωσε ο Αναγνωστάκης στον επιμελητή της, Γιώργο Ζεβελάκη, στον οποίο οφείλουμε και τη συγκέντρωση του υλικού, καθώς και το ηχητικό ντοκουμέντο το οποίο συνοδεύει αυτήν την εξαιρετικά σημαντική έκδοση.
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης επέλεξε με βαθιά γνώση έργα 22 συνολικά ποιητών – μεταξύ των οποίων οι Νικηφόρος Βρεττάκος, Νίκος Γκάτσος, Νίκος Εγγονόπουλος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Ανδρέας Εμπειρίκος, Τάκης Παπατσώνης, Γιάννης Ρίτσος, Γιώργος Σαραντάρης. Η προηγούμενη ανθολογία του, η «Χαμηλή Φωνή» (1990), χαρακτηριζόταν ως «μία προσωπική ανθολογία». Αλλά σε αυτήν, επιχείρησε να αποφύγει τα υποκειμενικά στοιχεία και τις προσωπικές προτιμήσεις: «Δεν θέλησα ν’ αφήσω έξω κανέναν ποιητή που έχει πια καταξιωθεί στη συνείδηση της κριτικής, αλλά που εμένα δεν με συγκινεί ιδιαιτέρως. Θέλησα να δώσω ένα πανόραμα της νεωτερικής μας ποίησης της πρώτης γενιάς». Και αυτό έκανε, μέσα από προσεκτικά σταθμισμένες επιλογές.
Πρόκειται, σίγουρα, για μία πολύτιμη ανθολόγηση από τον ποιητή της προσωπικής εντιμότητας, ο οποίος έβλεπε ότι το ήθος της δημιουργίας έπρεπε να συνυπάρχει με το ήθος της δράσης και -κατ’ επέκτασιν- της ίδιας της ζωής…
«Ένα πανόραμα της νεωτερικής μας ποίησης & ένα ηχητικό ντοκουμέντο»
Ανθολόγηση: Μανόλης Αναγνωστάκης
Επιμέλεια: Γιώργος Ζεβελάκης
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 334
Γιάννης Μπουτάρης
σε συνεργασία με τη Μαρία Μαυρικάκη
«Εξήντα χρόνια τρύγος»
Εκδόσεις: Πατάκη
Σελίδες: 368
Με τη χαρακτηριστική ευθύτητά του, ο Γιάννης Μπουτάρης ανιστορεί την προδιαγεγραμμένη –λόγω οικογενειακής παράδοσης– ενασχόλησή του με τα κρασιά, τη συλλογική του δράση, τις καινοτομίες και τις συγκρούσεις που σημάδεψαν τον κλάδο στην Ελλάδα από τη μεταπολεμική περίοδο ως τις μέρες μας. Περιγράφει το τέρας του αλκοολισμού που κατάφερε να νικήσει και τη βοήθεια που αξιώθηκε να δώσει σε άλλους εξαρτημένους. Πολιτικές θέσεις και αμφιλεγόμενα στοιχεία της συμπεριφοράς του, τα οποία έχουν διχάσει τον δημόσιο διάλογο, ξεπηδούν στην αφήγησή του πλάι σε σπαράγματα από έντονες οικογενειακές στιγμές και αποτυπώνουν τη θυμοσοφία, το χάρισμα, τις αντιφάσεις και τελικά τον απολογισμό του οινοποιού. Η αφήγησή του ολοκληρώνεται με το απραγματοποίητο, μέχρι στιγμής, όραμά του.
Jack Fairweather
«Ο εθελοντής – Η αληθινή ιστορια του ήρωα της αντίστασης που διείσδυσε στο Άουσβιτς»
Μετάφραση: Θεοδώρα Δαρβίρη
Εκδόσεις: Gutenberg
Σελίδες: 528
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία ενός αφανούς ήρωα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, του Βίτολντ Πιλέτσκι. Ενός γενναίου αξιωματικού του πολωνικού στρατού και μέλους της αντίστασης της Βαρσοβίας, ο οποίος το φθινόπωρο του 1940 και ενώ οι Ναζί έχουν καταλάβει την Πολωνία διεισδύει εθελοντικά στο Άουσβιτς, συγκροτεί αντιστασιακό πυρήνα και συντάσσει αναφορές για τις ναζιστικές φρικαλεότητες. Επί τρία χρόνια περίπου βιώνει τον εφιάλτη και βλέπει το στρατόπεδο συγκέντρωσης να μετατρέπεται σε εργοστάσιο θανάτου. Και όμως, όταν τελειώνει ο πόλεμος και οι Σοβιετικοί γίνονται οι νέοι κύριοι της αγαπημένης του πατρίδας, καταδικάζεται για εσχάτη προδοσία και εκτελείται έπειτα από μια παρωδία δίκης. Οι ηρωικές του προσπάθειες να ενημερώσει τις συμμαχικές δυνάμεις για την κόλαση του Άουσβιτς και να τις πιέσει να αντιδράσουν αποκαλύφθηκαν δεκαετίες αργότερα, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και το άνοιγμα των πολωνικών κρατικών αρχείων. Ο Βίτολντ Πιλέτσκι έφυγε από τη ζωή νομίζοντας πως είχε αποτύχει. Αλλά η συνεισφορά του στην αποκάλυψη της αλήθειας για το τέρας του ναζισμού θεωρείται πλέον ανυπολόγιστη.
Νίκος Βατόπουλος
«Στο βάθος του αιώνα – Ένα αφήγημα για την Αθήνα»
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 280
Αναμνήσεις, βιώματα, άνθρωποι, βιβλία, κτίρια… Σε αυτό το προσωπικό αφήγημα, ο Νίκος Βατόπουλος ξετυλίγει έναν χάρτη μέσα από τη ροή μιας συνειρμικής γραφής και μας οδηγεί σε μια αστική πατριδογνωσία που είναι παράλληλα και μια σπουδή πάνω στους κύκλους του χρόνου και τη δύναμη της μνήμης. Συνθέτει σταδιακά μια εναλλακτική θεώρηση της Αθήνας των τελευταίων δεκαετιών, με στοιχεία βιογραφίας, προσωπικής και αστικής, παραδίδοντάς μας ένα υβριδικό χρονικό.
Τζον Ντος Πάσος
«Manhattan Transfer»
Μετάφραση: Τρισεύγενη Παπαϊωάννου
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 536
Το «Manhattan Transfer» είναι το χρονικό της πόλης της Νέας Υόρκης στις αρχές του εικοστού αιώνα. Ένα παθιασμένο μυθιστόρημα στο οποίο ο συγγραφέας ανατέμνει ισότιμα τις ζωές των πλούσιων χρηματιστών και των μεταναστών που αγωνίζονται για τον επιούσιο και παρακολουθεί από κοντά τους αγώνες τους να ενταχθούν στη «νέα» μοντέρνα κοινωνία πριν αυτή τους καταπιεί. Χρησιμοποιώντας τεχνικές που δανείζεται από τον κινηματογράφο και ενσωματώνοντας τεχνουργήματα της λαϊκής κουλτούρας της δεκαετίας του ’20, ο Ντος Πάσος συνθέτει µια αστραφτερή εικόνα της Νέας Υόρκης, η οποία αποτελεί συγχρόνως κοινωνιολογική καταγραφή της εποχής αλλά και ένα καινοτόμο κείμενο μυθοπλασίας. Σχεδόν εκατό χρόνια από την πρώτη έκδοσή του, εξακολουθεί να αποτελεί ένα αριστούργημα της σύγχρονης λογοτεχνίας και έναν διαρκή φόρο τιμής στις δύο όψεις του αμερικάνικου ονείρου.