Κέννεντυ_Fayoum 150εκ 180εκ

Ντάλας, Τέξας. Πλατεία Ντήλυ, συντεταγμένες 32° 46′ 44.51″ Β, 96° 48′ 31.21″ Δ. 22 Νοεμβρίου 1963. Μισός αιώνας.

*   *   *

Μαρούσι. Αττική. Συντεταγμένες 38ο 3΄ 0΄΄ Β, 23ο 48΄ 0΄΄ Α. 22 Νοεμβρίου 2013. Τώρα.

*   *   *

*   *   *

Vincent Bugliosi/ Product Details/ Hardcover: 1648 pages/ Publisher: W. W. Norton & Company; 1st edition (May 15, 2007)/ Language: English/ ISBN-10: 0393045250/ ISBN-13: 978-0393045253/ Product Dimensions: 2.6 x 7.2 x 10.1 inches

                                                                                                                                                                                                                                      *   *   *

«Ο Μπουλιόζι το έγραψε στο χέρι, χίλιες εξακόσιες δώδεκα σελίδες είναι το βιβλίο, συν ένα CD-ROM άλλες χίλιες και βάλε σελίδες με τις σημειώσεις, φαντάσου, και βλέπεις μεγάλο σχήμα που έχει, δες διαστάσεις 26.1 x 18.4 x 6.8 εκατοστά, κοντά τέσσερα κιλά βάρος, και βλέπεις γράμματα, τόσο μικρά που είναι, ναι, σ’ το λέω, το έγραψε ο Βικέντιος με στυλογράφο, όλο. Ένα εκατομμύριο πεντακόσιες τριάντα πέντε χιλιάδες και επτακόσιες ενενήντα μία λέξεις έγραψε, με στυλογράφο. Ούτε υπολογιστές ούτε καν ηλεκτρική γραφομηχανή, τίποτα, με στυλογράφο, όλο. Άλλοι λένε ότι πρόκειται για έναν Parker 51, του  1948, ενώ άλλοι επιμένουν ότι ο αγαπημένος και τυχερός στυλογράφος του συγγραφέα που έφερε τα πάνω κάτω με το να ξαναστήσει στα  πόδια του το αυτονόητο που αμφισβητήθηκε όσο κανένα άλλο γεγονός του δευτέρου ημίσεως του εικοστού αιώνα, είναι απλούστατα ένας μαύρος Sheaffer, ένας No Nonsense απ’ τη δεκαετία του εβδομήντα, από κείνους τους εφηβικούς, ξέρεις. Ο Έλροϊ, επίσης. Στο χέρι. Με μπορντό Waterman, λένε. Ο ΝτεΛίλλο γράφει πάντα στη γραφομηχανή. Έχει μια παλιά Olympia, σαν τη δική σου, ίδια. Κανένας δεν γράφει με υπολογιστή. Και οι τρεις έχουν γράψει μεγάλα έργα για τον Κέννεντυ. Αλλεπάλληλες συμπτώσεις, θα πεις. Βγαίνει κάποιο συμπέρασμα;, θα ρωτήσω. Όχι, θα απαντήσω, δεν βγαίνει, κι αυτό μ’ αρέσει».

*   *   *

 

JFK_Μητροπολιτικό φαγιούμ, 2013

Παρίσι/ Δεκαετία του 1960/ Την ίδια ημέρα/ 22 Νοεμβρίου 1963/ Οι William S. Burroughs/ & Brion Gysin πειραματίζονται μεθυσμένοι μεθοδικοί μαστουρωμένοι μυθοπλασιακοί με τα θρυλικά πια cut-up/ fold-in. Η δολοφονία του JFK γίνεται κατανοητή, και οι λεπτομέρειές της μεταδόσιμες, μέσα από απανωτά cut-up και fold-in με υλικό αντλημένο από τα έργα Ιούλιος Καίσαρας (1599) του William S. Shakespeare και Μοναχικό Πλήθος/ The Lonely Crowd (1952) του David Riesman. Μισό αιώνα μετά, στο Μαρούσι, αλλά και στην Οδό Καλλιδρομίου, στο Μπαρ Ένοικος, σε κατοικίες φωτεινές, σε καταγώγια της καταγωγής, συντίθεται από το υλικό αυτό (Shakespeare/Riesman & Burroughs/Gysin) το έργο Μαγνητοταινία/Tape, μια προσπάθεια καταγραφής της μοναχικής τρέλας, που εκπροσωπείται από τον δολοφόνο του JFK, τον Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ, ας πούμε από την αμερικανική εκδοχή της διασάλευσης, που απλώνεται και κατακλύζει τα πλήθη, που φτιάχνει και φτάνει και στοιχειώνει το Μοναχικό Πλήθος, και της μαζικής παράνοιας, τριάντα χρόνια πριν από τη δολοφονία του Κέννεντυ, το 1963, της μαζικής παράνοιας που έφτασε να είναι ο ναζισμός. Μοναχική Τρέλα & Μαζική Παράνοια, οι δύο πόλοι. Κι ανάμεσά τους εμείς.  Οι Happy Few. Οι Lonely Lovers Left. Οι Διάκονοι της Διαλεκτικής. Οι Εραστές του Ωραίου Κινδύνου.

*   *   *

 

Κέννεντυ_100cm 100cm

«Πίνω πολύ, ξέρω. Με τσαντίζει όταν μου λένε πίνεις πολύ για γυναίκα. Τι πάει να πει πίνω πολύ για γυναίκα; Τι ανοησία, τι παπαριά είν’ αυτή; Πίνεις πολύ για γυναίκα. Καπνίζεις πολύ για γυναίκα. Γράφεις πολύ για γυναίκα. Και το χειρότερο: γράφεις καλά για γυναίκα. Όχι, όχι, κάτσε, περίμενε, το χειρότερο είναι, Μα εσύ δεν γράφεις σαν γυναίκα! Έχουμε φτάσει σχεδόν στα μισά της δεύτερης δεκαετίας του εικοστού πρώτου αιώνα, είμαστε μισό αιώνα από τη δολοφονία του Κέννεντυ, πήγαμε κι ήρθαμε εκατό φορές στο φεγγάρι, ο Μαίηλερ έχει εννιά δεκαετίες που γεννήθηκε, κύλησαν σαράντα χρόνια από το Ουράνιο Τόξο της Βαρύτητας, πάνε δέκα χρόνια από το θάνατο του Μπολάνιο, η Πλαθ αυτοκτόνησε εδώ και πέντε δεκαετίες, κι ακόμη λέγονται τέτοια εδώ πέρα, και το τρελό, το ανεξήγητο, το ανήκουστο, η μαλακία, είναι ότι τα λένε γυναίκες, άκου, ρε γαμώτο, πιο πολλές είναι οι γυναίκες που λένε τέτοιες παπαριές παρά οι άντρες, άντε να το εξηγήσεις, και ωραία, πες πως το εξήγησες, άντε να το χωνέψεις».

*   *   *

Όταν την γνώρισε, όταν ο Δαβίδ Φοίβος Βαλλάσης την είδε για πρώτη φορά, εκείνη την αλησμόνητη Πέμπτη, στο δρομάκι, ναι, τα μάτια της, τα μάτια της Έλλης Ιωάννας Φραντζάκη, μόλις είχαν ξεκουραστεί από την επανειλημμένη νοερή θέαση της σφαίρας που εισέβαλε και τσάκιζε σε (πόσα;) κομμάτια το κρανίο του Τζον Φιτζέραλντ Κέννεντυ, εκείνο το μεσημέρι, τριάντα λεπτά μετά την δωδεκάτη, στο Ντάλας, ενώ η ανοιχτή λιμουζίνα κυλούσε αργά προς το χάος που έμελλε να απλωθεί σαν ραδιενεργός σκόνη σε κάθε επιφάνεια και να περάσει από κάθε χαραμάδα κάθε μελάθρου και κάθε τρώγλης και να μολύνει τα πάντα ύστερα από κείνη τη μοιραία στιγμή.

 *  *  *