«Είμαστε ψύχραιμοι. Είμαστε ανθεκτικοί και σκληραγωγημένοι. Είμαστε μάχιμοι. Εγώ, ας πούμε, έχω περάσει 36-37 χρόνια μέσα στις ΜΕΘ. Έμπειροι είναι, φυσικά, και οι άλλοι νεότεροι συνάδελφοι, γιατροί και νοσηλευτές. Μπαίνουμε με κλειστά τα μάτια και τα αυτιά, που λέει ο λόγος, στη μάχη και δεν μας επηρεάζει τίποτα. Έτσι κι αλλιώς, η Εντατική σε κάνει να βλέπεις τα πράγματα αλλιώς. Έχουμε δει τόσους θανάτους στη δουλειά μας, κι αυτό μας κάνει ρεαλιστές. Και με έναν τρόπο, όσο κι αν φαίνεται οξύμωρο, αισιόδοξους».
Η φωνή της Ειρήνης Καραμπέκιου στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής είναι σταθερή. Όσο αυστηρή αρμόζει στην κρισιμότητα της στιγμής και στην ανάγκη ευλαβικής τήρησης των (νέων) πρωτοκόλλων. Λιγότερο αυστηρή πάντως από τον συνηθισμένο κοφτό και λακωνικό τρόπο των γιατρών – νοσηλευτές και νοσηλεύτριες έχουν πάντα τον τρόπο τους να είναι περισσότερο καθησυχαστικοί. Είναι επικεφαλής του νοσηλευτικού προσωπικού στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο «Αττικόν», ένα από τα 13 νοσοκομεία αναφοράς για τον κορωνοϊό σε όλη την Ελλάδα (βασικό νοσοκομείο της 2ης Υγειονομικής περιφέρειας Αττικής), υπεύθυνη για τη λειτουργία της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας. «Η δική μου αρμοδιότητα αφορά την οργάνωση κι εκπαίδευση του προσωπικού. Στο πρώτο έχει σημασία να υπάρχουν πάντα έμπειροι νοσηλευτές σε κάθε βάρδια, στο δεύτερο αυτό που προέχει τις μέρες του COVID-19 είναι να μάθουν να ξεντύνονται σωστά. Μετά την επαφή με τους ασθενείς, χρειάζεται πολλή προσοχή να μη μολυνθούν βγάζοντας αυτή τη λευκή ολόσωμη στολή “του αστροναύτη” που βλέπετε κι εσείς σε πλάνα και φωτογραφίες. Αλλά και να μη μολύνουν το περιβάλλον, γιατί ξέρουμε ότι ο κορωνοϊός κάθεται σε ψυχρές επιφάνειες για μέρες. Το πιο σημαντικο είναι, βέβαια, να πλένουμε κι εμείς καλά τα χέρια μας. Για πολλή ώρα και με σαπούνι».
Το Αττικό Νοσοκομείο έχει εδώ και περίπου 20 μέρες ασθενείς διασωληνωμένους. Αυτήν την στιγμή αντιμετωπίζει 5 κρούσματα σε κρίσιμη κατάσταση με βαριά πνευμονία, την περασμένη Κυριακή ένας ασθενής μεγάλης ηλικιάς με ηπατική ανεπάρκεια έχασε τη μάχη. «Διαμορφώσαμε έναν χώρο στη μονάδα σχετικά αρνητικής πίεσης. Δεν είναι όλα τα κρούσματα ηλικιωμένοι. ελπίζω να το έχει καταλάβει πια αυτό ο κόσμος. Ένα 20% των νοσούντων είναι που περνά βαριά πνευμονία και ίσως χρειαστεί να διασωληνωθεί. Θα χειροτερέψουν τα πράγματα, γι’ αυτό προετοιμαζόμαστε», λέει η Φραντσέσκα Φραντζεσκάκη, πνευμονολόγος-εντατικολόγος, επίσης στην πρώτη γραμμή στο Αττικό Νοσοκομείο.
Κάθε μέρα στις 18.00 όλο το έθνος συμμετέχει σε μια τηλεοπτική «θεία λειτουργία» όπως τη χαρακτήρισε κάποιος, παρακολουθώντας το αταίριαστο (μα τόσο συμπληρωματικό) δίδυμο του καθηγητή Τσιόδρα και του υφυπουργού Χαρδαλιά να ενημερώνει για νούμερα και μέτρα των τελευταίων 24 ωρών. Μέχρι τώρα, ο καθηγητής είναι συγκρατημένα καθησυχαστικός. «Ο ρυθμός εξάπλωσης του ιού είναι διαχειρίσιμος», επαναλαμβάνει καθημερινά σε διάφορες παραλλαγές. Οι συνομιλήτριές μου το επιβεβαιώνουν.
«Προς το παρόν είναι διαχειρίσιμη η κατάσταση, αλλά οι εφεδρείες είναι οριακές. Στη ΜΕΘ είχαμε έλλειψη τόσο προσωπικού όσο και υλικών. Όταν ξέσπασε η επιδημία και στη χώρα μας, ήρθαν καινούρια μηχανήματα αλλά κι εξοπλισμός (μάσκες, αναπνευστήρες κτλ.). Τα χρησιμοποιήσαμε με φειδώ κάνοντας οικονομία, όμως πια λιγοστεύουν αφού αρκετοί από μας, ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, χρειάζεται να μπαίνουν εκ περιτροπής εκεί που είναι διασωληνωμένοι οι ασθενείς. Πρέπει επειγόντως να αυξηθούν τα μέσα ατομικής προστασίας και για μας τους ίδιους, καταλαβαίνετε ότι πρέπει να αποφύγουμε τον φαύλο κύκλο της μετάδοσης του ιού σε γιατρούς και νοσηλευτές», λέει η κυρία Φραντζεσκάκη. Η κυρία Καραμπέκιου υπερθεματίζει. «Ολόσωμη φόρμα, προστατευτικές ασπίδες, μάσκες υψηλής προστασίας – όλα είναι μιας χρήσης, εκτός από τις γαλότσες και τα ειδικά γυαλιά για τα οποία υπάρχουν τρόποι απολύμανσης. Εξοπλισμό έχουμε ζητήσει κι άλλο από την ΥΠΕ και περιμένουμε να μας φέρουν αναπνευστήρες και μόνιτορ. Και χρειαζόμαστε και περίπου 30 άτομα νοσηλευτικό προσωπικό, ήδη έχουν αρχίσει κι έρχονται οι πρώτοι εκτάκτως προσληφθέντες π.χ. παιδιά που είχαμε παλιά ή έχουν δουλέψει σε ιδιωτικές μονάδες. Αυτό που έχει σημασία είναι να έχουν εμπειρία από ΜΕΘ». Για να συμπληρώσει η γιατρός: «Χρειάζεται έξτρα έμψυχο υλικό. Πήραμε κάποιους γιατρούς επικουρικούς και νοσηλευτές με συμβάσεις, ενώ μετακινήθηκε και προσωπικό από άλλους χώρους του νοσοκομείου π.χ. τα τακτικά χειρουργεία».
Τα στατιστικά είναι γνωστά, κυκλοφορούν παντού αυτές τις μέρες. Η Ελλάδα του σχετικά υψηλού 6.1 γιατροί/1000 κατοίκους, δαπανά το σχετικά χαμηλό 7.7% του ΑΕΠ στον τομέα της Υγείας, και θα έπρεπε να ντρέπεται για το αποκαρδιωτικό 6 κλίνες ΜΕΘ/100.000 κατοίκους. Τα μέτρα φαίνεται ότι έχουν παρθεί έγκαιρα, παρ’ όλη την υπερβολή της επικοινωνιακής εργαλειοποίησης ή/κι ανεύθυνης απόρριψής τους. Το ερώτημα είναι ένα. Αν χειροτερέψουν τα πραματα, θα αντέξουμε; «Πάμε σιγά σιγά κι αυτό είναι θετικό. Στο νοσοκομείο μας έχουμε ήδη 11 κλίνες, κι ετοιμάζουμε και μια άλλη μονάδα για να φτάσουμε στις 27 στα μέσα της επόμενης εβδομάδας. Αν σκεφτείτε ότι αυτήν την στιγμή έχουμε να κάνουμε με μόνο 5 περιστατικά κορωνοϊού στο νοσοκομείο, είμαστε καλά. Αν συνεχίσει η εξάπλωση του ιού με αυτόν τον ρυθμό, θα αντέξουμε. Αν μεγάλωσει, έχουμε και δεύτερο και τρίτο πλάνο, υπάρχει η υποδομή. Θα χρησιμοποιήσουμε τη μονάδα καρδιοχειρουργικής που έχει κλείσει (άλλες 10 κλίνες), υπάρχει η μονάδα εμφραγμάτων (άλλες 9 κλίνες)», απαντά η κυρία Καραμπέκιου, συμπληρώνοντας: «Αυτό που φοβάμαι είναι να μην ξεμείνουμε από υλικά. Αυτήν την στιγμή είμαστε μπροστά 2 εβδομάδες, αλλά με δωρεές κι ανατροφοδοσία διαρκώς ανανεώνεται το απόθεμα. Για την ώρα, μέχρι να φτάσουν οι παραγγελίες που έχουμε κάνει, είμαστε καλά».
Διαρκώς αυξάνονται τα κρεβάτια ΜΕΘ σε όλη την Ελλάδα. Αυτό είναι θετικό, αλλά μη με ρωτήσει κανείς γιατί κάνουμε τώρα με την ψυχή στο στόμα αυτό που φωνάζουμε οι εντατικολόγοι τόσα χρόνια…
«Συμμερίζομαι την αισιοδοξία ότι πάμε καλά», συνεχίζει η Φραντσέσκα Φραντζεσκάκη. «Αυτό δείχνει πρώτα απ’ όλα η αναλογία θανάτων και πληθυσμού ή η σύγκριση του ρυθμού εξάπλωσης π.χ. με την Ισπανία που ξεκινήσαμε σχεδόν μαζί. Υποτίμησαν την επιδημία εκεί, όπως και στην Ιταλία και τη Μεγάλη Βρετανία, δεν έκαναν καν ελέγχους. Το μεγάλο στοίχημα είναι η αντίδραση αν υπάρχει μεγάλη έξαρση του ιού. Παρακολουθήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα ένα πανευρωπαϊκό σεμινάριο σχετικά με το τι έγινε σε άλλες ευρωπαίκές χώρες. Στην Ιταλία, ας πούμε, κάθε χώρος των νοσοκομείων αξιοποιήθηκε για να στηθούν υποδομές ΜΕΘ. Είδαμε π.χ. εικόνες ασθενών να μοιράζονται αναπνευστήρες.
Δε νομίζω ότι μπορούμε να γίνουμε Αγγλία που έστω κι αργοπορημένα χτίζεται ολόκληρο νοσοκομείο στο νοτιανατολικό Λονδίνο, αλλά υπάρχει πρόβλεψη κάποια νοσοκομεία να αφιερωθούν αποκλειστικά σε περιπτώσεις κορονοϊού. Εκεί μπορεί να επιταχθούν και ιδιωτικά νοσοκομεία. Δεν έχουμε φτάσει σε σημείο αυτό να είναι απαραίτητο, είμαστε ακόμα στους μόλις 91 διασωληνωμένους, ενώ διαρκώς αυξάνονται τα κρεβάτια ΜΕΘ σε όλη την Ελλάδα. Αυτά είναι θετικά στοιχεία, αλλά μη με ρωτήσει κανείς γιατί κάνουμε τώρα με την ψυχή στο στόμα αυτό που φωνάζουμε οι εντατικολόγοι τόσα χρόνια…»
Πριν περάσουμε στο φλέγον ζήτημα των τεστ, της ζητάω να μου πει την γνώμη της σχετικά με την συμπεριφορά του κόσμου, το εκκρεμές της «ατομικής ευθύνης» είναι ο μικρός μας εμφύλιος τις μέρες της πανδημίας. «Νομίζω, γενικά, ότι μέχρι τώρα, ο κόσμος δείχνει υπευθυνότητα. Γι’ αυτό και τα νούμερα είναι ελεγχόμενα. Είναι αλήθεια ότι στην αρχή, βλέπε περιπτώσεις Αμαλιάδας ή καρναβαλιού στην Πάτρα, δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο. Όμως αυτό έγινε σιγά σιγά, πάρθηκαν γρήγορα τα μέτρα κι ο κόσμος έδειξε κατανόηση. Στη γενική εφημερία έρχεται κόσμος που ανησυχεί, αλλά μπαίνει μεγάλο φρένο στον ΕΟΔΥ σε όσους έχουν ήπια συμπτώματα, προκειμένου να μη δημιουργείται συνωστισμός. Είναι πολύ διαφορετική η εικόνα της γενικής εφημερίας σε σχέση π.χ. με δύο μήνες πριν, ο κόσμος έρχεται σπανιότερα για άλλους λόγους, πλην του κορονοϊού, στο νοσοκομείο. Παίζουν ρόλο φυσικά και οι περιορισμοί στις μετακινήσεις, αλλά προφανώς όλοι φοβούνται ότι θα κολλήσουν». Η Ειρήνη Καραμπέκιου λέει: «Δεν αναγνωρίζουμε πια το νοσοκομείο, εκεί που είχαμε ράντζα τώρα έχει άδειασει από άλλους ασθενείς. Έχει απαγορευθεί το επισκεπτήριο, μόνο τηλεφωνικά επικοινωνούν οι συγγενείς με τους ασθενείς κάθε είδους, όχι μόνο του COVID-19. Κατανοώ το άγχος και την ανησυχία, αλλά δε γίνεται διαφορετικά».
Αυτό που φοβάμαι είναι να μην ξεμείνουμε από υλικά. Αυτήν την στιγμή είμαστε μπροστά 2 εβδομάδες, αλλά με δωρεές κι ανατροφοδοσία διαρκώς ανανεώνεται το απόθεμα.
Η γιατρός βάζει κι άλλη μια σημαστική διάσταση, όταν την υπενθυμίζω το περιστατικό της 41χρονης στην Καστοριά που της είπαν από τον ΕΟΔΥ να κάτσει σπίτι και τελικά κατέληξε εκεί. «Προφανώς, δεν μπορεί να γίνει ιατρική από το τηλέφωνο. Φοβάμαι, όμως, ότι σε συνθήκες πανδημίας, θα συμβούν κι αυτά. Δυστυχώς. Θα έπρεπε η πρωτοβάθμια περίθαλψη να παίζει έναν πιο στιβαρό ρόλο. Αναδεικνύεται με τον πιο δραματικό τρόπο η ανάγκη να αναπτυχθεί ο ρόλος της. Για παράδειγμα, η γενική εφημερία στο Αττικόν, ένα πανεπιστημιακό νοσοκομείο σημειώνω, ποτέ δεν μπόρεσε να λειτουργήσει αποφορτισμένη από ελαφρές περιπτώσεις».
Στην χθεσινη ενημέρωση (2/4) ο καθηγητής Τσιόδρας ενημέρωσε ότι έχουν διεξαχθεί 18.844 τεστ, πριν λίγες μέρες είχε προσδιορίσει τον πραγματικό αριθμό των κρουσμάτων σε όλη την Ελλάδα σε περίπου 8-10.000. Με πάνω από 1500 επιβεβαιωμένα, αυτή η εκτίμηση προφανώς θα έχει αυξηθεί. Θα μπορούσαν να είχαν γίνει περισσότερα τεστ για να έχουμε μια πιο ακριβή εικόνα της μόλυνσης του γενικού πληθυσμού; «Δεν μπορώ να προσδιορίσω τον ακριβή αριθμό των κρουσμάτων γιατί δεν έχουμε εκτεταμένους δειγματοληπτικούς ελέγχους. Δεν ξέρω αν έπρεπε αυτή να είναι η στρατηγική, πόσα τεστ υπάρχουν πια; Επίσης, μια άλλη ερώτηση είναι αν υπάρχει και τόσο προσωπικό για να υποστηρίξει μια τέτοια στρατηγική;», αναφέρει η κυρια Φραντσεσκάκη. «Πια δεν μας απασχολεί μόνο το επιδημιολογικό ιστορικό (όσοι έχουν έρθει σε επαφή ή ταξιδέψει, δηλαδή) γιατί υπάρχουν πολλά “ορφανά” κρούσματα, οι περισσότεροι νοσούντες είναι τέτοιοι πια. Η οδηγία είναι να ελέγχονται όσοι παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα, ακόμα κι αν δεν έχουν ιστορικό έκθεσης π.χ. όσοι έρχονται στο νοσοκομείο με σοβαρή πνευμονία αδιευκρίνιστης αιτιολογίας. Για κάποιον με ήπια συμπτώματα από την κοινότητα, δεν υπάρχει λόγος να ρισκάρει την επαφή με το νοσοκομείο για να πάει νa ελέγχθεί, αφήστε που θα υπερφορτωθεί έτσι και το εργαστηριακό κόμματι και δε θα μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις.
Στα νοσοκομεία αναφοράς υπάρχουν τεστ. Επαρκούν προς το παρόν για τη διαδικασία που περιέγραψα πριν. Επίσης, δεν υπάρχει οδηγία να γίνουν τεστ σε όσους από το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό έρθουν σε επαφή με κάποιον ασθενή που θα βγει θετικός. Αν κρίνουμε από τα δεδομένα των άλλων χωρών που εκδηλώθηκε νωρίτερα η επιδημία, θα μας πάρει πολύ καιρό να ξεμπερδέψουμε. Δεν είναι εφικτό να μιλάμε στην Ευρώπη, για μια αντιμετώπιση τύπου Κίνας. Εκεί υπήρχε ένα πολύ συμπαγές σύστημα υγείας, χτίστηκαν νοσοκομεία, κατάφεραν να ελέγξουν την κατάσταση».
Με κατεπείγουσα αφορμή συναγερμού, ξανασυζητάμε εδώ και τρεις εβδομάδες εγκλεισμού για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Διαπιστώνουμε ως μετά Κορωνοϊόν προφήτες ότι είναι «κατασυκοφαντημένο», ότι είναι «παραμελημένο», ότι (θα έπρεπε να) είναι «εθνική προτεραιότητα». Στις 15/3, μάλιστα, βγήκαμε την 9η βραδινή και στα μπαλκόνια μας για να χειροκροτήσουμε τους «ηρωες της στιγμής», όσους αποτελούν το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. «Συγκινήθηκα με το χειροκρότημα γιατί παίρνεις μια ηθική ικανοποίηση όταν εσύ δουλεύεις στη φωτιά και κάποιοι σε σκέφτονται. Να μας γίνει μάθημα αυτή η κατάσταση, αλλά και όσα βλέπουμε σε Ισπανία-Ιταλία, ότι επιβάλλεται να έχουμε ένα καλό σύστημα υγείας και ότι όλοι πρέπει να στηρίζουμε ένα δυνατό ΕΣΥ. Να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι» λέει η Ειρήνη Καραμπέκιου.
Από τη μία μας χειροκροτάνε στα μπαλκόνια, κι από την άλλη άνθρωποι με τους οποίους αναγκαστικά ερχόμασταν σε επαφή απομακρύνθηκαν, παρότι τηρούμε κάθε κανόνα καθαριότητας
Η δρ. Φραντσέσκα Φραντζεσκάκη το είδε διαφορετικά. «Είναι πολύ σημαντικό το όψιμο ενδιαφέρον για τα υγειονομικά π.χ. η ερώτηση “πόσα κρεβάτια ΜΕΘ έχουμε;”. Να επιβιώσουμε κι ο κόσμος να συνεχίσει να την κάνει και μετά. Βλέπετε ότι αυτήν την στιγμή δεν υπάρχει ιδιωτικός τομέας και πρωτοβάθμια περίθαλψη, ξαφνικά το ΕΣΥ αποθεώνεται ενώ πριν λίγους μήνες η κυρίαρχη αφήγηση αφορούσε φακελάκια, κατάντια κτλ. Μου φάνηκε, λοιπόν, λίγο υποκριτικό το χειροκρότημα, για να είμαι ειλικρινής. Όντως είναι πολλοί εκείνοι που ανησυχούν, ενδιαφέρονται, μας παίρνουν τηλέφωνο να δουν πως είμαστε. Όμως θα θέλαμε λίγη παραπάνω υποστήριξη π.χ. όπως βλέπω στις ειδήσεις για ομάδες εθελοντών που πάνε και προσέχουν ηλικιωμένους. Γιατί διαπιστώνω και κάτι που μου έχει κάνει εντύπωση, με έχει σοκάρει μπορώ να πω. Έναν ιδιότυπο “υγειονομικό ρατσισμό” που έχει αντπυχθεί απέναντί μας. Από τη μία μας χειροκροτάνε στα μπαλκόνια, κι από την άλλη άνθρωποι με τους οποίους αναγκαστικά ερχόμασταν σε επαφή απομακρύνθηκαν, παρότι τηρούμε κάθε κανόνα καθαριότητας και υγιεινής. Π.χ. κάποιος που μπορεί να σου κρατάει τα παιδιά ενώ δουλεύεις».
Το πιο ευοίωνο ερώτημα που κάνουμε αυτές τις μέρες, πρωτίστως στον εαυτό μας, είναι το «όταν θα τελειώσει όλο αυτό…». Το απευθύνω στην Ειρήνη Καραμπέκιου. «Τέτοιες καταστάσεις σε κάνουν να αναθεωρείς πολλά, να διαπιστώνεις ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αυτό που μου έχει λέιψει, όπως και σε όλους, είναι να βγω μια βόλτα, να πάω για έναν καφέ. Όχι σε αυτές τις συνθήκες νέκρας, αλλά σε μια πολή με κανονική ζωή».
Της το εύχομαι ολόψυχα και την ευχαριστώ, μαζί με τη γιατρό, και για λογαριασμό σας…