ÆÁÐÐÅÉÏ ÅÍÁÑÎÇ ÅËËÇÍÉÊÇ ÐÑÏÅÄÑÉÁ ÅÅ  ÐÏËÉÔÉÊÇ ÅÕÑÙÐÁÉÊÇ ÅÍÙÓÇ  ÅÕÑÙÐÁÉÊÇ ÅÐÉÔÑÏÐÇ  ãåíéêÞ áôìüóöáéñá  êáèáñßóôñéá

Στο Ζάππειο μέγαρο, στις 28 Μαΐου 1979, έπεσαν οι υπογραφές για την συμμετοχή της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ. Στην ομιλία που ακολούθησε, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλεγε πως «Η Ελλάς από σήμερα αποδέχεται οριστικά την ιστορική πρόκληση και την ευρωπαϊκή της μοίρα. Διατηρώντας την εθνική μας ταυτότητα, έχουμε εμπιστοσύνη και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα». Δύο χρόνια αργότερα στήθηκαν οι πρώτες ευρωκάλπες στα εκλογικά κέντρα της χώρας και μέχρι σήμερα η συμμετοχή στις ευρωεκλογές – με αποκορύφωμα το φιάσκο του 2009 όπου η αποχή ξεπέρασε το 47% – ολοένα και μειώνεται. Την Κυριακή που κοντοζυγώνει, οι ψηφοφόροι καλούνται για άλλη φορά να επιλέξουν το κόμμα και τους ευρωβουλευτές που θα τους εκπροσωπήσουν στο ομοσπονδιακό μόρφωμα της Ε.Ε. και θα εμπλακούν στη διαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής. Με ποια κριτήρια όμως θα σταυρωθούν τα ψηφοδέλτια; Η Βασιλική Γεωργιάδου και ο Ηλίας Νικολακόπουλος απαντούν στις ερωτήσεις της Popaganda, προβλέποντας κατά κάποιο τρόπο το πως θα διαμορφωθούν τα αποτελέσματα σε εθνικό επίπεδο. Οι προσεχείς ευρωεκλογές με τα 46 υποψήφια κόμματα, τα σποτάκια της πρώτης φοράς, τους υποψήφιους που αναζωπύρωσαν μειονοτικά ζητήματα και με τον δεύτερο γύρο των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών α λα μπρατσέτα, στρέφουν δικαιολογημένα τα βλέμματά μας πάνω τους.

Με ποια κριτήρια ψηφίζουν οι Έλληνες ψηφοφόροι στις ευρωεκλογές; Κατά πόσο αυτά έχουν αλλάξει από την ένταξη της χώρας στην ΕΕ έως σήμερα;

Β. Γ. Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες της Ε.Ε., ενόψει ευρωεκλογών, επικρατούν συχνά εγχώρια κριτήρια ψήφου, τα οποία διαμορφώνονται προπάντων βάσει των ζητημάτων πολιτικής που τη χρονική περίοδο διεξαγωγής των ευρωεκλογών απασχολούν την κοινή γνώμη. Αυτό θα συμβαίνει για όσο καιρό ακόμη τα ευρωπαϊκά ζητήματα θεωρούνται από τους ψηφοφόρους ως λιγότερο σημαντικά σε σύγκριση με τα αμιγώς εσωτερικά πολιτικά διακυβεύματα. Το αποτέλεσμα αυτής της ιεράρχησης αποτυπώνεται καταρχάς στο ποσοστό της εκλογικής συμμετοχής που στις Ευρωεκλογές είναι χαμηλότερο από ό,τι στις εθνικές εκλογές. Επί παραδείγματι, το 2009 το ποσοστό συμμετοχής στην Ελλάδα έφθασε μόλις το 52.6%, ενώ στις εθνικές εκλογές του ιδίου έτους, που έγιναν λίγους μήνες μετά, συμμετείχε το 71% των ψηφοφόρων. Από τις αρχές τις δεκαετίας του 1990 παρατηρείται μια φθίνουσα τάση όσον αφορά τη συμμετοχή των Ελλήνων ψηφοφόρων στις ευρωεκλογές, αν και ραγδαία πτώση έχουμε μεταξύ των ευρωεκλογών του 2004 και του 2009, όταν καταγράφηκε συρρίκνωση της εκλογικής συμμετοχής κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες. Αν κάτι ακόμη μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι σε επίπεδο ευρωβουλής μέχρι στιγμής τρία κόμματα της ελληνικής ακροδεξιάς, -και τώρα αναμένεται να υπάρξει και ένα τέταρτο-, έχουν εκπροσωπηθεί στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μάλιστα, τα δύο από αυτά (το Κόμμα των Προοδευτικών και η ΕΠΕΝ) χωρίς να κατορθώσουν ποτέ, πριν ή μετά, να εισέλθουν στο εθνικό κοινοβούλιο, ενώ ο ΛΑΟΣ εξέλεξε πρώτα ευρωβουλευτή (το 2004) και στη συνέχεια (το 2007 και το 2009) αντιπροσωπεύθηκε στην ελληνική Βουλή. Όπως συνήθως συμβαίνει στις χώρες-μέλη της ΕΕ, και στην Ελλάδα οι εκλογές αυτές προσφέρονται ιδανικά για την έκφραση της διάθεσης διαμαρτυρίας των πολιτών, αλλά και για την ανάδειξη στην κοινοβουλευτική σκηνή κομμάτων των άκρων. Αυτά, αν πρόκειται για flash parties (δηλαδή κόμματα – κομήτες ), μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων τους συνήθως απορροφάται από τα όμορα μεγαλύτερα κόμματα στις εθνικές εκλογές όποτε αυτές κι αν γίνουν.

Η. Ν. Οι ευρωεκλογές στην Ελλάδα δεν έχουν κάθε φορά τον ίδιο χαρακτήρα. Όταν τις αναλύουμε, το πρώτο στοιχείο που εξετάζουμε είναι σε ποιο σημείο του κύκλου της κυβερνητικής τετραετίας διεξάγονται. Το 1981 και το 1989 οι ευρωεκλογές έγιναν την ίδια ακριβώς μέρα με τις βουλευτικές, από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει συμβεί κάτι ανάλογο, ωστόσο τίποτα δεν αποκλείει πως θα ξανασυμβεί μελλοντικά. Σε μια τέτοιου είδους συγκυρία, οι εκλογείς ενδιαφέρονται κυρίως για τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών. Μάλιστα, το ’81 υπήρχε ένα τσιτάτο που έλεγε πως «Αν είχατε σκεφτεί ποτέ να ψηφίσετε δύο διαφορετικά κόμματα μέσα σε μια μέρα, αυτή είναι η ευκαιρία σας». Σαν να λέμε ότι μπορείς να έχεις και την σύζυγο και την ερωμένη. Εκείνη ήταν και η χρονιά που, μην έχοντας παγιώσει ακόμη το ΠΑΣΟΚ την εκλογική του επιρροή, έλαβε 8% λιγότερο στη διπλανή ευρωπαϊκή κάλπη και η ΝΔ αντίστοιχα βρέθηκε με 5% λιγότερο στο ευρωκοινοβούλιο. Επιπλέον, υπάρχει και ένας άλλος τύπος ευρωεκλογών στον οποίο θεωρούνται ως ο προκριματικός για την επόμενη αναμέτρηση, όπως ήταν αυτές του ’84 και του ’09. Τέτοιο χαρακτήρα ενδεχομένως να έχουν και οι προσεχείς της Κυριακής και σ’ αυτή την περίπτωση τα μεγάλα κόμματα επιδιώκουν την πόλωση. Σπανιότατα όμως οι ευρωεκλογές έχουν τον χαρακτήρα πραγματικών ευρωπαϊκών εκλογών αφού παρατηρούμε ότι η συμμετοχή σε αυτές έχει πτωτική πορεία και δεν αποτελούν προτεραιότητα για τους εκλογείς σε εθνικό επίπεδο. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό, αλλά παρατηρείται ευρύτερα στην Ευρώπη, αφού ήδη από τις ευρωεκλογές του ’99 η συμμετοχή σε ευρωπαϊκό επίπεδο έπεσε κάτω από το 50%.

ÅõÜããåëïò  ÂåíéæÝëïò ÆÁÐÐÅÉÏ ÅËËÇÍÉÊÇ ÐÑÏÅÄÑÉÁ ÅÅ ÅÐÉÈÅÙÑÇÓÇ

Πόσο επίφοβη είναι η χαλαρή ψήφος στις επερχόμενες εκλογές; Οι ευρωεκλογές δείχνουν να είναι «δεύτερης κατηγορίας» σε σχέση με τις βουλευτικές ή τις δημοτικές/περιφερειακές;

Β.Γ. Θεωρούνται «δεύτερης τάξης», καθώς τα θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής δεν εκλαμβάνονται ως τόσο αποφασιστικής σημασίας από τους ψηφοφόρους συγκρινόμενα με εκείνα της εγχώριας, κεντρικής και τοπικής, πολιτικής σκηνής. Βέβαια από τότε που διατυπώθηκε αυτή η άποψη και ιεραρχήθηκαν τα διακυβευόμενα των ευρωεκλογών σε σχέση με εκείνα των εθνικών εκλογών, τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά. Ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία, η σημασία της Ε.Ε. έχει συνειδητοποιηθεί από τους εκλογείς περισσότερο από ποτέ. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του ευρωβαρόμετρου (2013), οι Ευρωπαίοι πολίτες εμπιστεύονται την Ε.Ε. περισσότερο από την εθνική τους Βουλή και κυβέρνηση, ωστόσο –και αυτό είναι ένα πραγματικά αδύνατο σημείο για την Ευρώπη– ολοένα και περισσότεροι πολίτες θεωρούν ότι η γνώμη τους δεν μετράει μέσα στην Ε.Ε. Μάλιστα, στο σημείο αυτό, οι Έλληνες εκφράζουν το μεγαλύτερο αίσθημα αδυναμίας απέναντι στο οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς το 86% από αυτούς θεωρεί ότι “η γνώμη τους δεν μετράει”, ποσοστό που στο σύνολο των χωρών-μελών ανέρχεται στο 66%. Θέλω να πω ότι παρότι οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν θεωρούν πλέον όσα λαμβάνουν χώρα στην Ε.Ε. ως λιγότερο σημαντικά από εκείνα που συντελούνται σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο, εντούτοις οι ίδιοι έχουν ένα αίσθημα αδυναμίας απέναντι στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αυτό το αίσθημα αδυναμίας μπορεί περισσότερο να εκτονωθεί με αποχή από την εκλογική διαδικασία και λιγότερο με συμμετοχή σε αυτήν. Σίγουρα δεν θα εκφραστεί ένα τέτοιο συναίσθημα με “χαλαρή ψήφο”. Εξάλλου στην ευρωπαϊκή αρένα υπάρχουν κόμματα –που είναι κατά της ΕΕ, όπως είναι τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα– που επιδιώκουν να λειτουργήσουν ως συλλέκτες της διαμαρτυρίας των πολιτών. Τη ίδια στόχευση πάνω-κάτω έχουν και κόμματα π.χ. εκείνα της λαϊκιστικής ακροδεξιάς, που θέλουν να διεγείρουν τα τιμωρητικά συναισθήματα μερίδας εκλογέων και να αποσπάσουν την ψήφο τους, με την οποία επιδιώκεται να εκφραστεί η αποδοκιμασία των πολιτών στην πολιτική, τις πολιτικές που εφαρμόζονται ή και το σύστημα της διακυβέρνησης συνολικά.

Η.Ν. Η βασική θεωρητική υπόθεση στον χώρο της πολιτικής επιστήμης είναι ότι ενώ θα έπρεπε να θεωρούνται έκφραση της βούλησης των πολιτών της ένωσης, στην πραγματικότητα είναι απλά μια ενδιάμεση εκλογή δεύτερης τάξης, σε σχέση με τις βουλευτικές που θεωρούνται πρώτης τάξης. Σε τέτοιου είδους εκλογικές αναμετρήσεις, η ισχύς των μεγάλων κομμάτων μειώνεται, ενώ τα μικρά και τα μεσαία κόμματα κατά κανόνα λαμβάνουν μεγαλύτερα ποσοστά. Η γενικευμένη αποχή λοιπόν και η αντιστροφή των ποσοστών είναι τα στοιχεία που τις κάνουν δευτερευούσης σημασίας. Επιπλέον, μπορεί να λειτουργήσουν ως εκλογές τιμωρίας προς το κυβερνών κόμμα, αναλόγως βέβαια με το χρονικό περιθώριο που έχει δοθεί σε μια κυβέρνηση για να κάνει λάθη. Αν, για παράδειγμα, πραγματοποιηθούν όπως το 2004 με μόλις δύο με τρεις μήνες διαφορά από τις βουλευτικές και η κυβέρνηση βρίσκεται σε περίοδο χάριτος, τότε δεν θα υπάρξει πτώση της εκλογικής της δυναμικής.

ÈÅÁÔÑÏ ÁÊÑÏÐÏË ÅÊÄÇËÙÓÇ ÁËÅÎÇÓ ÔÓÉÐÑÁÓ ÏÌÉËÉÁ ÓÕÑÉÆÁ ÅÕÑÙÐÁÉÊÇ ÅÐÉÔÑÏÐÇ ÕÐÏØÇÖÉÏÔÇÔÁ ÐÑÏÅÄÑÉÁ ÅÅ ÅÕÑÙÅÊËÏÃÅÓ

Κατά πόσο φαίνεται οι ψηφοφόροι να γνωρίζουν σε ποια «ευρωπαϊκή οικογένεια» ανήκει το εγχώριο κόμμα που θα επιλέξουν;

Β.Γ. Γενικώς οι γνώσεις για τα όργανα, τους θεσμούς και τις λειτουργίες της ΕΕ είναι χαμηλή μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών. Σε αυτές τις εκλογές ωστόσο, μέσα από τις τηλεμαχίες (debate) των υποψηφίων για τη θέση του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και τα πρόσωπα που εκπροσωπούν τις «ευρωπαϊκές οικογένειες» και οι ίδιες αυτές οι «οικογένειες» απόκτησαν μεγαλύτερη ορατότητα μέσα στον πληθυσμό. Από την άλλη, η σημασία των ευρωκομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ομάδων θα παραμένει χαμηλή στην πρόσληψη του Ευρωπαίου πολίτη για όσο καιρό ακόμη τα κόμματα της εθνικής πολιτικής σκηνής θα διεκδικούν την ψήφο του και θα είναι αυτά που θα εκπροσωπούνται στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.

Η.Ν. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα διαμορφώθηκαν επισήμως ήδη από το πρώτο άμεσα εκλεγμένο ευρωκοινοβούλιο, ενώ στην ουσία προϋπήρχαν άτυπα δια των αντιπροσώπων τους και στην κοινοβουλευτική συνέλευση της ΕΟΚ. Τα τρία παραδοσιακά, δηλαδή το λαϊκό, το σοσιαλιστικό και το φιλελεύθερο διοικούν και εξουσιάζουν τροφοδοτώντας με ανθρώπινο δυναμικό όλα τα όργανα της ευρωπαϊκής ένωσης. Παρόλο λοιπόν που αυτές οι πολιτικές οικογένειες παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο εντός του ευρωκοινοβουλίου, δεν πιστεύω πως οι περισσότεροι πολίτες έχουν την αίσθηση ότι το εγχώριο πολιτικό κόμμα που θα επιλέξουν, αποτελεί με την σειρά του μέλος μιας εξ αυτών των οικογενειών. Έρευνες που έγιναν στην Γαλλία δείχνουν πως παραπάνω από τους μισούς ψηφοφόρους αγνοούν ότι οι ευρωβουλευτές εκλέγονται απευθείας από το εκλογικό σώμα. Όταν βέβαια τα γαλλικά δεξιά κόμματα κατεβαίνουν με κοινό ευρωψηφοδέλτιο ενώ κανονικά ανήκουν σε διαφορετικά ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, δημιουργούν από μόνα τους σύγχυση και έχουν μερίδιο στη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης.

ÆÁÐÐÅÉÏ ÅÍÁÑÎÇ ÅËËÇÍÉÊÇ ÐÑÏÅÄÑÉÁ ÅÅ  ÐÏËÉÔÉÊÇ ÅÕÑÙÐÁÉÊÇ ÅÍÙÓÇ ÏÉÊÏÃÅÍÅÉÁÊÇ ÖÙÔÏÃÑÁÖÉÁ ÅÕÑÙÐÁÉÊÇ ÅÐÉÔÑÏÐÇ ÅÐÉÔÑÏÐÏÓ

Πως πιστεύετε ότι θα επηρεάσει η κατάργηση της λίστας και η εφαρμογή της σταυροδοσίας τα εκλογικά αποτελέσματα;

Β.Γ. Η επιρροή αυτή θα είναι θετική και αρνητική ταυτοχρόνως. Θεωρώ θετικό στοιχείο ότι η αποφασιστική επιλογή των αντιπροσώπων γίνεται πλέον από τον πολίτη με την ψήφο του και όχι από τον κομματικό αρχηγό και τον κομματικό μηχανισμό, οι οποίοι μέχρι το 2009 κατάρτιζαν τις λίστες των υποψηφίων ευρωβουλευτών και συγχρόνως εκ των πραγμάτων όριζαν ποιοι (ευτυχώς όχι και πόσοι!) από αυτούς θα εκλεγούν. Από την άλλη θεωρώ αρνητικό στοιχείο ότι με την εκλογή με σταυρό όλων των υποψηφίων δεν υπάρχει η δυνατότητα να εκλεγούν στο Ευρωκοινοβούλιο άτομα που έχουν μεν τη γνώση για μια στοχευμένη προσφορά, όμως δεν διαθέτουν τη δυνατότητα διεκδίκησης του σταυρού των πολιτών. Προσωπικά θα έβλεπα με καλό μάτι να υπάρχει ένας επικεφαλής των συνδυασμών των κομμάτων, ο οποίος να εκλέγεται απευθείας, χωρίς σταυρό, υπό την προϋπόθεση ότι το συγκεκριμένο κόμμα θα λάμβανε ένα ποσοστό ψήφων άνω του 10%. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσαν τα μεγαλύτερα κόμματα αφενός μεν να μην παραβιάσουν τη θέληση των πολιτών, όπως αυτή εκφράζεται μέσω της σταυροδοσίας, αφετέρου όμως να προωθήσουν στην Ευρωβουλή ορισμένα άτομα που θα είχαν τη γνώση και την ικανότητα να προσφέρουν εξειδικευμένη γνώση σαν αυτή που απαιτείται για τη διεκπεραίωση ενός μεγάλου μέρος της δουλειάς στο ευρωκοινοβούλιο.

Η.Ν. Θα συνυπογράψω αυτό που έχει δηλώσει επί του θέματος η κυρία Μαριέττα Γιαννάκου, κάνοντας κατά τη γνώμη μου την πιο εύστοχη κριτική που έχει γίνει μέχρι στιγμής. Ο σταυρός προτίμησης για την εκλογή των ευρωβουλευτών εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο στην Ιταλία και στο Βέλγιο. Στις υπόλοιπες χρησιμοποιείται η λίστα και οι εκλογείς έχουν μια δικλείδα ασφαλείας για την ανατροπή της, σε περίπτωση που αποδοκιμάζουν τις κομματικές επιλογές που περιλαμβάνει ένα ψηφοδέλτιο. Η κυρία Γιαννάκου λοιπόν είπε ότι οι ευρωβουλευτές που εκλέγονται με σταυρό, είναι και οι πλέον απόντες από το ευρωκοινοβούλιο. Δίνουν το παρόν ελάχιστα, σαν να ‘ναι τουρίστες γιατί αυτό που τους ενδιαφέρει ως επί το πλείστων είναι να μην απομακρύνονται από στις περιφέρειες τους και να διατηρούν τη δημοτικότητά τους, προκειμένου να τους σταυρώσουν και την επόμενη φορά που θα βρεθούν στη θέση του υποψηφίου. Στις δύο χώρες που εφαρμόζεται σταυροδοσία, οι εκλογές γίνονται σε περιφερειακό επίπεδο και το εκλογικό σώμα γνωρίζει καλύτερα τους υποψηφίους. Η διεξαγωγή ευρωεκλογών με σταυρό και μάλιστα σε εθνικό επίπεδο αποτελεί μία ελληνική πατέντα που εξυπηρετεί κομματικές σκοπιμότητες, είναι η χειρότερη διαδικασία για την ανάδειξη των ευρωβουλευτών μας. Είναι δύσκολο βέβαια να το εξηγήσεις αυτό σε όποιον ισχυρίζεται ότι πρόκειται για μια καθαρά δημοκρατική διαδικασία, αφού η επιλογή είναι του λαού και όχι του προέδρου ενός κόμματός.

Θεωρείτε πως οι ”διάσημες” προσωπικότητες σε ένα ψηφοδέλτιο λειτουργούν ως επικοινωνιακό κίνητρο για τους ψηφοφόρους;

Β.Γ. Νομίζω ότι το εκλογικό σώμα έχει κουραστεί από τους «διάσημους» και τις «διάσημες». Πλέον προτιμά τους «άγνωστους» και τις «άγνωστες». Θέλω να πω ότι οι εκλογείς αντιλαμβάνονται ολοένα και καλύτερα ότι η αναγνωρισιμότητα δεν αποτελεί εχέγγυο μιας επιτυχημένης κοινοβουλευτικής ή κυβερνητικής θητείας. Οι διαδικασίες επιλογής πρέπει να ανοίξουν. Αν τα ψηφοδέλτια γεμίζουν με «διασημότητες», η πολιτική κινδυνεύει να αδειάσει από ενδιαφερόμενους για τα κοινά πολίτες, από όλες τις ηλικίες, τα φύλα, τα επαγγέλματα. Η Ελλάδα και η Ευρώπη βρίσκεται –ακόμη– σε μια περίοδο κρίσης, στις κορυφώσεις της οποίας συνειδητοποιήσαμε τη σημασία της ποιότητας (όπως και της μέτριας ποιότητας) του πολιτικού προσωπικού. Αυτό νομίζω ότι ήρθε η ώρα να αλλάξει ριζικά.

 Η.Ν. Σε καμία περίπτωση ένα ψηφοδέλτιο εμπλουτισμένο με τέτοιου είδους προσωπικότητες δεν αποτελεί επικοινωνιακό κίνητρο, με την έννοια του ότι θα φέρει περισσότερους ψηφοφόρους στις κάλπες το όνομα ενός ποδοσφαιριστή. Ωστόσο αρκετοί ψηφοφόροι που θα δουν το όνομά του και θα το αναγνωρίσουν, ενδεχομένως και θα τον ψηφίσουν. Η σταυροδοσία σε συνδυασμό με τέτοιου είδους υποψηφιότητες ακυρώνει την αξία της ελληνικής εκπροσώπησης στο ευρωκοινοβούλιο.

Η Βασιλική Γεωργιάδου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Πολιτικής επιστήμης και ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Ο Ηλίας Νικολακόπουλος είναι καθηγητής εκλογικής κοινωνιολογίας στο τμήμα Πολιτικής επιστήμης και δημόσιας διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών