Π Ο Ι Ο Π ΡΑ Γ Μ Α Τ Ι Κ Α Ε Ι Ν Α Ι Τ Ο Π Ο Τ Α Μ Ι;
Συχνά λέγεται για το Ποτάμι ότι αποτελεί ένα «μιντιακό» κόμμα, που μπήκε στο κομματικό παιχνίδι για να «διεμβολίσει» πολιτικά τον ΣΥΡΙΖΑ.
«Αυτός ο ισχυρισμός δεν έχει καμία βάση», αναφέρει ο κ. Μανδραβέλης. «Αυτή την άποψη την έχουμε ακούσει κατά καιρούς για όλα τα κόμματα. Όλοι παίζουν κάποιο σκοτεινό παιχνίδι και παρόμοια τέτοια. Με θεωρίες συνωμοσίας δεν προχωράει ο κόσμος. Και για να κάνω το δικηγόρο του διαβόλου: γιατί να μην είναι βαλτός ο ΣΥΡΙΖΑ για να βγάλει την Ελλάδα από την ΕΕ; Όταν κάποιος υποστηρίζει κάτι, φέρει και το βάρος της απόδειξης του ισχυρισμού».
«Η άποψη» ότι το Ποτάμι είναι μιντιακό κόμμα που εξυπηρετεί παλαιοκομματικά συμφέροντα «δεν νομίζω ότι απέχει πολύ από την πραγματικότητα», αναφέρει ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης. «Τα ”παλαιοκομματικά συμφέροντα” δεν πρέπει να προσωποποιούνται, όπως συνήθως γίνεται στον δημόσιο διάλογο της χώρας αλλά κυρίως με τη λογική που διέπει τη λογική της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος και πιο συγκεκριμένα με τις σχέσεις κοινωνίας κράτους. Μια ματιά γρήγορη ματιά στα κείμενα του ιδρυτικού συνεδρίου του κόμματος θα έβλεπε κανείς ότι επισημαίνονται πολλές από τις παθογένειες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, ωστόσο αυτές δεν γίνονται κατανοητές ως αποτέλεσμα ιστορικών διεργασιών αλλά κυρίως ως αποτέλεσμα επιλογών του ”ξεπερασμένου” πολιτικού συστήματος και των πολιτικών. Έτσι, οι όποιες προτάσεις για την αντιμετώπιση των παθογενειών γίνονται αντικείμενο ενός ηθικολογικού βολονταρισμού, οποίος μπορεί να υλοποιήσει το σύνολο των ομολογουμένως ορθολογικών προτάσεων του κόμματος, οι οποίες όμως περισσότερο θυμίζουν έκθεση ιδεών και λίστα επιθυμιών άπειρων περί τα κοινά εφήβων, παρά σοβαρές και ιστορικά θεμελιωμένες προτάσεις. Πολιτικές προτάσεις, που με άλλα λόγια, μπορεί να έχουν διάρκεια και συνεκτικότητα με συγκεκριμένη κοινωνική γείωση. Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι το Ποτάμι ουσιαστικά φλερτάρει με ένα νέο – για τα ελληνικά δεδομένα – είδος μεταμοντέρνου λαϊκισμού, χωρίς ιστορική προοπτική, τουλάχιστον όπως εμφανίζεται σήμερα. Αν θυμηθεί κανείς την δήλωση του Σταύρου Θεοδωράκη ότι ”μπορεί προσωπικά να σώσει την Ελλάδα”, καθώς επίσης και τη δήλωση διαθεσιμότητάς του να ηγηθεί της διαπραγμάτευσης της χώρας μια και στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας ”έχει μεγάλη πείρα διαπραγματεύσεων” – με τους εργοδότες του, εύκολα θα κατανοήσει ότι η παραπάνω θεώρηση μόνο αυστηρή δεν είναι».
«Το Ποτάμι διαθέτει τους λιγότερο ταυτισμένους ψηφοφόρους μαζί του – μαζί με τους Ανεξάρτητους Έλληνες – ενώ διαθέτει μετρίως εθνικοποιημένη, δηλαδή γεωγραφικά ομοιογενή ψήφο. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι βεβαίως αναμενόμενα για ένα τόσο νέο κόμμα, σημαίνουν όμως ταυτόχρονα ότι οι ψηφοφόροι του είναι οι περισσότερο «διαθέσιμοι» για μετακινήσεις προς άλλα κόμματα», Γιάννης Τσίρμπας
«Χωρίς αμφιβολία το Ποτάμι παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον από την οπτική της πολιτικής κοινωνιολογίας, όταν επιχειρηθεί η κατάταξή του σε κάποια αναλυτική κατηγορία και μάλιστα σε σχέση με τα κόμματα του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος», αναφέρει η Βάλια Αρανίτου. «Από μια πρώτη ανάγνωση φαίνεται ότι στα προγραμματικά του κείμενα ασκεί κριτική σε μια σειρά παθογένειες του ελληνικού πολιτικού και κοινωνικού συστήματος, χωρίς ωστόσο να την εντάσσει σε ένα ευρύτερο θεωρητικό πλαίσιο. Μάλιστα πολύ συχνά αποδίδει τα προβλήματα σε λανθασμένες επιλογές προσώπων. Καταδικάζοντας συλλήβδην τα βασικά χαρακτηριστικά των κομμάτων της μεταπολίτευσης, κάνοντας λόγο για κομματοκρατία και λαϊκισμό οδηγείται σε έναν ιδιότυπο δρόμο: αυτό του ”νέου τύπου κόμματος στελεχών”. Πρόκειται για κόμματα που εμφανίζονται τον 19ο αιώνα συνιστούσαν τοπικές επιτροπές από προσωπικότητες με επιρροή και προύχοντες στα πλαίσια κάθε εκλογικής περιφέρειας με μεγάλη αυτονομία και ατελή εσωτερική οργάνωση. Σημασία είχε η ποιότητα των μελών σε σχέση με την ποσότητα, οι βουλευτές είχαν πλήρη ελευθερία κινήσεων και ανεξαρτησία από αυτό αυτοπροσδιοριζόμενοι είτε ως εκπρόσωποι του έθνους. Οι πολιτικές μάχες εντός της κοινοβουλευτικής συνέλευσης συχνά έπαιρναν το χαρακτήρα της μονομαχίας μεταξύ των ”μεγάλων ανδρών”».
Η κ. Αρανίτου προσθέτει: «Σύμφωνα με τους Katz και Mair οι κυριότεροι στόχοι πολιτικής των κομμάτων στελεχών/ελίτ, αφορούσαν στην κατανομή προνομίων, όπου η κυριότερη πηγή τους ήταν οι προσωπικές επαφές και οι δίαυλοι κομματικής επικοινωνίας τα διαπροσωπικά δίκτυα. Η λογική που διέπει αυτά τα κόμματα των ελίτ – elite parties – είναι κυρίως αριστοκρατική και η νοοτροπία που κυριαρχεί είναι αυτή του κλειστού κλαμπ ή λέσχης. Κατά έναν ιδιότυπο τρόπο το Ποτάμι μοιάζει να διαθέτει – σε μια άλλη ασφαλώς ιστορική περίοδο – μια σειρά από αυτά τα χαρακτηριστικά».
Υπάρχουν πολίτες που κατηγορούν το Ποτάμι γιατί έχει ένα θολό, συγκεχυμένο λόγο, χωρίς ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα: «Όταν μια κοινωνία βρίσκεται σε κρίση, αναγκαστικά τα κόμματα βγαίνουν και από την καθαρή πολιτική τους έκφραση. Αυτή τη στιγμή έχουμε μια κοινωνία σε απόλυτη σύγχυση, οπότε είναι λογικό αυτή η σύγχυση να εμφανίζεται και πολιτικά. Από όλα τα κόμματα. Θεωρείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καθαρό αριστερό λόγο;», απαντάει ο Πάσχος Μανδραβέλης.
Πολλά παραδοσιακά στελέχη από το χώρο της κεντροαριστεράς προσχώρησαν στο Ποτάμι. Μπορούν να φέρουν κάτι καινούριο μέσα από ένα νέο κόμμα ή θα το μετατρέψουν σε ένα «παλαιοκομματικό» στρατόπεδο; «Η ποινικοποίηση του παλιού δεν είναι παραγωγική», αναφέρει ο Πάσχος Μανδραβέλης. «Χρειάζεται και η εμπειρία. Σαφέστατα είναι αναγκαίο σε πρώτο πλάνο να βρίσκονται νέοι άνθρωποι με καινούριες ιδέες, αλλά δεν μπορείς να πεις ”βάζω ένα ηλικιακό μέτρο”. Το ζήτημα είναι να λέει κάποιος κάτι σήμερα».
Η στελέχωση του Ποταμιού παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα της απορρόφησης στελεχών από ετερόκλητους πολιτικούς χώρους. Θα μπορούσε αυτό το χαρακτηριστικό να ανανεώσει τον πολιτικό λόγο εντός του Ποταμιού, διαμορφώνοντας ένα πολυδιάστατο κόμμα με διαφορετικά πολιτικά προφίλ, ή θα οδηγηθεί σε ένα γενικόλογο και συγκεχυμένο ντίκτουμ; «Η επιλογή του Σταύρου Θεοδωράκη να αποδεσμευτεί, τουλάχιστον αρχικά, από τον άξονα ”δεξιά – αριστερά” και να αρθρώσει ένα -κατά κάποιο τρόπο- ”προοδευτικό λαϊκισμό” γύρω από την διαίρεση ”παλιό-νέο” και το μεταϊδεολογικό πρόταγμα ”συγκεκριμένες λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα” εξηγεί την συγκρότηση της ετερόκλητης πολιτικής του ομάδας», αναφέρει ο Πασχάλης Αγανίδης. «Η όσμωση διαφορετικών απόψεων είναι συνήθως ωφέλιμη στα κόμματα, αν και υπάρχει ο κίνδυνος για μία συγκεχυμένη πολιτική πρόταση. Θεωρώ ότι, αυτή η στρατηγική στο επίπεδο του πολιτικού λογοπλαισίου και της στελεχιακής συγκρότησης έχει περιορισμούς στο βαθμό που δεν αναδυθεί ένα ισχυρότερο πλαίσιο ιδεών που μπορεί με εκλογικά πειστικό και κοινωνικά ελκυστικό τρόπο να υποστηρίξει την καταλληλότητα των μεταρρυθμίσεων και τον δίκαιο επιμερισμό του κόστους και του οφέλους, των κινήτρων και των βαρών, των πόρων και των ευκαιριών. Το ποιες αλλαγές θα γίνουν και γιατί, για ποιους, πότε και πώς είναι ζήτημα ιδεών και πολιτικών ιεραρχήσεων. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό των οργανωμένων θεσμικών κομμάτων που μπορεί να οδηγήσει σε μία πολιτική πρόταση με καλύτερη συγκρότηση και περισσότερη συνοχή. Η ”πολιτικοποίηση” του Ποταμιού είναι ακόμα μία πρόκληση για το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη».
Το Ποτάμι υποστηρίζει ότι στηλιτεύει παλαιοκομματικές πρακτικές. Όμως υπάρχει η αίσθηση ότι η κριτική απέναντι σε σειρά από υπαρκτά ζητήματα παραμένει σε ένα πρώτο επίπεδο άρνησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο συνδικαλισμός. Είναι αλήθεια ότι στα μεταπολιτευτικά χρόνια, η αύξηση των συνδικαλιστικών ελευθεριών συνδυάστηκε με μία κυβερνητική προσπάθεια να δαμασθεί από τα κόμματα το συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτό έχει κάνει πολλούς να ασκούν κριτική στο συνδικαλισμό, με τρόπο όμως που αρνείται το ρόλο του στη σύγχρονη κοινωνία. Το Ποτάμι αναγνωρίζει τη σημασία του συνδικαλισμού;
«Θεωρούμε πως ο συνδικαλισμός είναι αναγκαίος», αναφέρει ο Χάρης Θεοχάρης. «Ωστόσο, το συνδικαλιστικό κίνημα έχει, πέρα από δικαιώματα, και υποχρεώσεις. Δεν μπορεί να καλύπτει φαινόμενα διαφθοράς. Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να στηλιτεύει την αλαζονεία της εξουσίας, είτε πρόκειται για την εξουσία του εργοδότη, είτε πρόκειται για την εξουσία του κράτους στο δημόσιο τομέα. Εκτός από την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ο συνδικαλισμός θα πρέπει να προσπαθεί, ώστε ο δημόσιος οργανισμός στον οποίον έχει παρουσία να πετυχαίνει το στόχο του. Δεν μπορείς να χρησιμοποιείς τη δύναμή σου μόνο για να κλείνεις μία δημόσια τομέα με σκοπό να ταλαιπωρήσεις τον κόσμο. Ο ρόλος του συνδικαλισμού δεν εξαντλείται στο να ζητά. Θα πρέπει να προσφέρει».
Σε λίγες ημέρες, το Ποτάμι θα κατέβει στην τρίτη εκλογική μάχη εντός εννέα μηνών. Οι σχέσεις του με το ΣΥΡΙΖΑ, τη ΝΔ και το πολιτικό στίγμα που θα επιχειρήσει να αφήσει σε μία πολιτική συγκυρία που δοκιμάζει τις αντοχές της Ελλάδας στο ευρώ θα καθορίσουν τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης και την πολιτική που αυτή θα εφαρμόσει. Η κάλπη – και πάλι – κυρίαρχα θα αποφασίσει.