Η αδελφική αγάπη αποκαλύφθηκε ως η θεματική της ημέρας στο Επίσημο Διαγωνιστικό των Καννών, με τους αδερφούς Safdie, πρωτάρηδες του Επίσημου Διαγωνιστικού, αλλά εργάτες του φεστιβάλ με αρκετές συμμετοχές σε άλλα τμήματά του, να παρουσιάζουν ένα σφιχτό αστυνομικό θρίλερ με έντονες αναφορές στα κινηματογραφικά (και μη) 80s, ενώ ο βετεράνος Francois Ozon, ένας ιδιαίτερα αγαπητός, και ιδιαίτερα αβράβευτος δημιουργός των διεθνών φεστιβάλ εν γένει, διαγωνίζεται για τρίτη φορά στη μεγάλη λίγκα της Κρουαζέτ, με ένα ατμοσφαιρικό ψυχόδραμα που είναι εύκολα το πιο ριψοκίνδυνο πράγμα που έχει προβληθεί στο δεύτερο μισό της διοργάνωσης.
https://www.youtube.com/watch?v=PxTSw7RbG0I
Με βασικό εμπορικό ατού του αυτό που έχει χαιρετιστεί ως η καλύτερη ερμηνεία στην καριέρα του Robert Pattinson, το Good Time είναι ένα σφιχτοδεμένο νουάρ θρίλερ καταδίωξης, που μπορεί εκ πρώτης όψεως να μην φέρει ιδιαίτερες βραβειακές αξιώσεις, έχει όμως αρκετά να προσφέρει στο επίπεδο της αγνής, αναπολογητικής κινηματογραφικής διασκέδασης: με όχημά του την ιστορία ενός Ελληνοαμερικανού μικροαπατεώνα, του Constantine Nikas (όνομα και καταγωγή στην επιλογή των οποίων θα έβαλε το χεράκι του ο παραγωγός της ταινίας Πάρης Κασιδόκωστας), που αφού έμπλεξε τον νοητικά υστερημένο αδερφό του σε μια αποτυχημένη ληστεία, τώρα προσπαθεί να μαζέψει μέσα σε μια νύχτα $10.000 για να τον βγάλει από τη φυλακή, το σκηνοθετικό δίδυμο από την Νέα Υόρκη υπογράφει μια ολοκληρωτική καταβύθιση στην εποχή της κινηματογραφικής δυστοπίας.
https://www.youtube.com/watch?v=nrR-SbCRgCU
Μουλιάζοντας την αφήγησή τους στην 80s αισθητική σε βαθμό τέτοιο που να πιάνεις τον εαυτό σου να αναρωτιέται γιατί οι ήρωες βγάζουν κινητά τηλέφωνα από την τσέπη, ή τι δουλειά έχουν τα δοχεία αντισηπτικού στους τοίχους των νοσοκομείων, οι αδερφοί Safdie ξεδιπλώνουν την οπτική τους σα μια πιο ωμή κι ανεπιτήδευτη, αλλά και πιο συνδεδεμένη με την κοινωνική της πραγματικότητα εκδοχή του Drive. Αναβιώνοντας έτσι την εικονογραφία μιας εποχής στιγματισμένης απ’ την αποσύνδεση μεταξύ κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας, αναδεικνύουν τη διαχρονικότητα ενός εν μέρει παρεξηγημένου κεφαλαίου της αμερικανικής φιλμογραφίας. Την ίδια ώρα, καδράρισμα, φωτογραφία, μοντάρισμα και μουσική σε αγαστή σύμπνοια, συνθέτουν βαριά και πηχτή την ατμόσφαιρα παράνοιας στην οποία είναι πνιγμένο αυτό το ταξίδι του ήρωα μέσα στη μακριά νύχτα της ηθικής του κατάπτωσης, με τον Pattinson να κουβαλάει δυναμικά στην πλάτη του μια ιστορία που έχει μεν τα προβλήματά της στην ομαλότητα με την οποία παίρνει τις απότομες στροφές της πλοκής, προσφέρει όμως μια εμπειρία θέασης αμιγώς κινηματογραφική, και αδιαμφισβήτητα απολαυστική.
Ακόμη απολαυστικότερο, αν και με σαφώς νοσηρότερο τρόπο, είναι το L’ Amant Double με το οποίο διεκδικεί για τρίτη φορά τον Χρυσό Φοίνικα ο Francois Ozon, ο οποίος φέρνει ετούτη τη φορά στις Κάννες αν όχι μια απ’ τις καλύτερες, σίγουρα μια απ’ τις πιο ριψοκίνδυνες ταινίες της καριέρας του: αποσπώντας ιαχές ενθουσιασμού απ’ τους θεατές της παγκόσμιας πρεμιέρας του με το πρώτο κιόλας πλάνο, που ξεκινά με μια πολύ διεισδυτική ματιά σε ένα πολύ συγκεκριμένο σημείο της γυναικείας ανατομίας, ο Ozon κάνει φέτος αισθητή την παρουσία του στην Κυανή Ακτή με ένα βραδυφλεγές, μεθοδικό, και πλήρως ατμοσφαιρικό ψυχόδραμα, που επαναεπιβεβαιώνει τη φήμη του Γάλλου ως ένας απ’ τους σημαντικότερους μελετητές της γυναικείας ψυχοσύνθεσης, με αφοσίωση, οξυδέρκεια και ευστοχία τέτοια, που θα μπορούσε κανείς να πει ότι απειλεί και τον θρόνο του ίδιου του Pedro Almodovar – ο οποίος, παρεμπιπτόντως, είναι και πρόεδρος της φετινής κριτική επιτροπής…
https://www.youtube.com/watch?v=4xLAGOJCCD0
Έντονα κι εξόφθαλμα ψυχαναλυτική, η νέα ταινία του enfant terrible του γαλλικού σινεμά κι ενός απ’ τους εμβληματικούς εκφραστές του cinema du corps, το L’ Amant Double εικονοποιεί με μαστόρικη σκηνοθετική ευελιξία τον διχασμό μιας εύθραυστης γυναίκας που συνειδητοποιεί ότι θέλει το καλό παιδί για το σπίτι, και για τα διαλείμματα έναν αλήτη, μέσα από την ιστορία μιας γυναίκας που ανακαλύπτει ότι εκτός από σκοτεινό παρελθόν, ο άντρας τον οποίο έχει ερωτευτεί κρύβει κι έναν σκοτεινότερο ακόμα δίδυμο αδελφό. Όπως είναι αναμενόμενο, ο αδελφός αυτός ενσωματώνει όλα αυτά που δεν βρίσκει η ηρωίδα στον καλό της, κι ο Ozon, με ζηλευτή δεξιοτεχνία, μετατρέπει την εντελώς μελοδραματική, σαπουνοπερετική σεναριακή του βάση, σ’ ένα ολοκληρωτικά εγκολπωτικό ψυχολογικό θρίλερ, κομπλέ με αυτά τα vintage ψυχοσεξουαλικά συμπλέγματα που αποτελούν το ψωμοτύρι του σπουδαίου Γάλλου δημιουργού.
Φιλμάροντας το θέμα του με απαράμιλλη κομψότητα, αισθητική κοφτερή σα λεπίδι, κι ένα ολιστικό αφηγηματικό σύνολο αβίαστης φινέτσας, ο Ozon ξεπερνά τις αμήχανες εκφραστικές αφλογιστίες στις οποίες βάλτωναν οι δημιουργικές ακρότητες των πιο πρόσφατων ταινιών του, και παραδίδει ένα στολίδι κινηματογραφικής ευλυγισίας, που θα μπορούσε να ωφεληθεί αρκετά από ένα πιο καθαρό φινάλε, αλλά ακόμη κι έτσι παραμένει ένα απ’ τα πιο ενδιαφέροντα κι αξιοβραβεύσιμα πράγματα που έχουν περάσει από το δεύτερο μισό του φετινό διαγωνιστικού τουλάχιστον.