Να ξεκαθαρίσω κάτι: Είμαι υπέρ του ΝΑΙ στην αυτοδιάθεση της Σκοτίας – γενικά και άνευ όρων είμαι υπέρ κάθε αυτοδιάθεσης, ατομικά ή συλλογικά – με απώτερο σκοπό αυτές οι «μονάδες» να συγκροτούν Κοινότητες. Όπως ο Νόμος αναγνωρίζει στους συζύγους – δλδ δύο «ξένα» μεταξύ τους πλάσματα – συγγένεια α! βαθμού, «νομιμοποιώντας» κατά βάθος ότι η ελεύθερη βούληση είναι τόσο σημαντική όσο και η εξ αίματος σχέση (γονεϊκή). Και βέβαια υπερισχύει της αδελφικής (β! βαθμού – τα αδέλφια σου δεν τα επιλέγεις – άσε που συχνά γίνεσαι μπίλιες). Για συντομία: Σκωτία αυτόνομη εντός ΕU, Αγγλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Μεγάλη Βρετανία ή όπως αλλιώς λέγεται ή θα λέγεται μετά και το μελλοντικό δημοψηφισμά της για την παραμονή ή όχι στην EU. Γενικά τα μικρά ευρωπαϊκά «έθνη» (χώρες Βαλτικής, μεσογειακά νησιά, πρώην Γιουγκοσλαβία, πρώην Τσεχοσλοβακία, πρώην Ισπανία, πρώην UK;), προσφέρονται για να οδηγηθούμε στις Ομόσπονδες Ευρωπαϊκές Δημοκρατικές Πολιτείες με ένα νούμερο κοντά στ0 50 (ή αλλιώς URES Union of Republics of European States, κάπως πρόχειρα αλλά καταλαβαίνετε το νόημα). O Τρίτος Δρόμος (του Ευρωπαϊκού Φεντεραλισμού) – μεταξύ USSR και USA – έχει στην ουσία εδώ και μερικά χρόνια ξεκινήσει. Το σημερινό Ρεφεράντουμ στην Σκοτία μπορεί να δώσει κάποιο boost, η επόμενη Γενιά θα πρέπει να το ολοκληρώσει.
Τα παρακάτω κείμενα είναι από μια εποχή όπου στον κόσμο των έντυπων περιοδικών (αλλά και αλλού) γινόταν «εμπορικά ταξίδια». Συμμετείχα στο συγκεκριμένο γιατί μου αρέσουν πολύ τα σκοτσέζικα ουίσκι (και της Ιρλανδίας επίσης). Μετά από αυτό το ταξίδι και την υποδειγματικά ανθρώπινη φιλοξενία και περιποίηση, αγάπησα την Σκοτία και μέσα μου τη διαφοροποίησα έκτοτε από το UK.
(σ.σ. Ανεξάρτητα από την εκδοχή με την ερμηνεία της προέλευσης ή όχι της λέξης Σκω(ο)τίας εκ του «σκότια χώρα» δηλαδή «σκοτεινή» χώρα, η ορθογραφία της πρέπει να είναι με όμικρον. Παρακάτω γράφεται όπως δημοσιεύθηκε)
————————————————————————————————————
Μια μικρή περιπλάνηση σε αποστακτήρια της Σκωτίας
(Οι πραγματικοί άνδρες κάποτε φορούσαν φούστες)
Υπάρχουν τρία στοιχεία που συνδέουν την Ελλάδα με τη Σκωτία: α) η σημαία τους, γαλάζιο και άσπρο, με έναν εμφατικό σταυρό – το πεπλατισμένο Χ, του Αγίου Ανδρέα, β) οι ξερολιθιές στα νησιά τους και το ασβέστωμα στις μεγαλύτερες πέτρες που ορίζουν μονοπάτια και αυλές γ) το κιλτ, η καρό «φουστανέλλα» τους.
Και ένα που συνδέει την Σκωτία με την Ελλάδα: Είμαστε οι μεγαλύτεροι και – πιο πιστοί – κατά κεφαλήν καταναλωτές σκωτσέζικου ουίσκι στον κόσμο [στοιχεία 2009]. Και το σκωτσέζικο ουίσκι δεν είναι μόνο οι κόκκινες, μαύρες, μπλε και πράσινες ετικέτες στις φιάλες του Τζόνι. Αλλά είναι και ο τόπος που γεννιούνται όλα αυτά, εκεί που «βλασταίνει» ένας κόκκος κριθαριού, ξηραίνεται, καπνίζεται, βρέχεται, ζυμώνεται, αποστάζεται και ωριμάζει για χρόνια και μετά, μετά έρχεται η στιγμή να πιεις τη φύση στο ποτήρι. Σε εκείνο του κονιάκ και χωρίς πάγο.
Μιλώντας για φύση, μιλάμε για ανθρώπους που ζουν από και με τη φύση. Βύνη, μαγιά, τύρφη. Οι γνωστές – άγνωστες λέξεις οι οποίες με καθαρό νερό παράγουν ένα απολαυστικό ελιξήριο «καταπολέμησης» του πανδαμάτωρα χρόνου, αφού έτσι κι αλλιώς σ’ αυτό το παιχνίδι (με το χρόνο) είσαι ο χαμένος.
Αν το σώμα της Σκωτίας είναι ένας πράσινος καλοκάγαθος Σρεκ ή ένας κέλτης Ηulk, που σέρνει πίσω του ένα καροτσάκι του γκόλφ, και στις φλέβες του ρέει άφθονο το «ανάμικτο» ουίσκι τότε αυτό που στέλνει μια καρδιά-αποστακτήριο δεν είναι άλλο από το malt ουίσκι. Mαλτ=βύνη, μκροσκοπικός βλαστός ημερών βρεγμένου κριθαριού, μαγιά=συμπυκνωμένη «πάστα» ζυμωμυκητών δημητριακών, τύρφη=μάζα «πατικωμένου» χορτολιβαδικού υλικού από το πέρασμα παγετώνα. Αυτά για την πατριδογνωσία.
Αϊλα (Islay)= νησί βορειοδυτικά της Γλασκόβης, περίπου σαν τη Νάξο με πρόβατα να βόσκουν ελεύθερα σε αδόμητες εκτάσεις, γλαροπούλια σε λιμάνια με «τραβηγμένα» νερά, γήπεδα γκολφ χωρίς καμμιά εκζήτηση, πέτρινοι κέλτικοι σταυροί στα νεκροταφεία, μαύρος σχιστολιθικός γρανίτης (slate) στις σκεπές από τα ασπρισμένα σπίτια, χαμηλός μολυβί ορίζοντας που ενώνεται με τη θάλασσα της Ιρλανδίας, «σπρέυ» βροχής, μυρωδιά και ήχοι του Ατλαντικού στις παραλίες. Και αποστακτήρια. Κυριολεκτικά πάνω στο κύμα. Και να τρως στρείδια συνοδεία Lagavulin. Για τις κυρίες μπορεί και να ακούγεται σαν μια μικρή κόλαση αυτή η «εξορία», και δεν υπάρχει κανένας λόγος να τις πείσουμε για το αντίθετο. Πρέπει να πιούμε και να πούμε μόνοι μας για τις «ανεκπλήρωτες» εξερευνήσεις, για μια μπάλα οποιουδήποτε διαμετρήματος που δε σκοράραμε, μπροστά από μια φωτιά και έξω να λυσσομανά. Και αυτό να είναι ελευθερία, ευχαρίστηση και ευδαιμονία.
Ενα ώριμο μαλτ, είναι η σοφία των χρόνων σου που δεν την σπαταλάς ούτε την ανακατεύεις με «φθηνό» βιομηχανικό ξηρό πάγο, με ένα σκέτο Lagavulin 16 χρόνων δε, τότε υποκλίνεσαι, ακούς το χρόνο να «τρίζει» καθώς μπαίνει στο αίμα σου μέσα από την «καιόμενη βάτο» του στέρνου σου, την μυρωδιά της καπνισμένης γης να σου θυμίζει ένα αρχέγονο αίσθημα γαλήνης και να θαυμάζεις πως όλα αυτά χωράν σε ένα μπουκάλι. Να ευγνωμωνείς αυτούς τους «φαροφύλακες» της γεύσης που ο χρόνος είναι σύμμαχός τους, δεν τον διαταράσσουν, τον ακολουθούν, τον σέβονται.
– Δημοσιευμένο στο ΒΗΜΑΜΕΝ, 29 Νοεμβρίου 2009
———————————————————————————————————————
Dum Spiro Spirit
Το ουίσκι πάει με όλα. Συμπέρασμα που αποκόμισα όταν μια μέρα στο γραφείο δεν είχα ούτε λίγο κρασί, ούτε μπίρα ούτε τσίπουρο να συνοδέψω τα μακαρόνια με κιμά που μου είχε ετοιμάσει απο το σπίτι η γυναίκα μου. Οι υπόλοιποι στο ατελιέ με κοίταξαν περίεργα. Δεν είναι ιεροσυλία, διαμαρτυρήθηκα, ένα σκέτο σκοτς που συνοδεύει προϊόν σιταριού και κρέατος, ίσα-ίσα «καίει» τα λίπη. Ιεροσυλία με το φαγητό ανταπάνησα, θα ήταν κάποιο αναψυκτικό με ζάχαρη, στο κάτω-κάτω ένα ταπεινό VAT 69 είχα εύκαιρο στο ντουλάπι δίπλα στον υπολογιστή (για τα βράδια).
Τι θέλω να πω: Όπως όλα τα αποστάγματα σαν το τσίπουρο/ρακή, στην Κρήτη, στον Βόλο, στη Μακεδονία, το ούζο στη Μυτιλήνη και παντού σχεδόν στην Ελλάδα, που συνοδεύουν όταν «κουτσοτρώς» από νωρίς το μεσημέρι, όπως η βότκα συνοδεύει το φαγητό των Ρώσων, έτσι και όταν επισκέφτηκα το ατμοσφαιρικό αποστακτήριο του Lagavulin στο ξεχωριστό νησί του Islay (Αϊλα) στη ΒΔ Σκωτία και με παρότρυνε ο μετρ να γεμίσω το ωμό στρείδι με το ντόπιο μαλτ (!), το συμπέρασμα μου έγινε βεβαιότητα. Είχα βρει το ιδανικό άλλοθι.
Με τη Σκωτία μας χώριζουν πολλά, όμως αυτό που μας ενώνει – σε βαθμό εξάρτησης – είναι ότι κατάφεραν οι απόγονοι των Κελτών, με τους μυστήριους σταυρούς τους και τον συννεφιασμένο ουρανό τους, να κάνουν μια χώρα της θεάς Δήμητρας, να «υπερκεράσει» στο πιοτό μια χώρα του Διονύσου. Γιατί ήπιαμε σχεδόν 30.000.000 φιάλες σκοτσέτζικου «νερού της φωτιάς» μέσα στο 2008. Ξανά θαυμαστικό.
Όλα ξεκινούν από ένα κόκκο κριθαριού που βυνοποιείται (βλασταίνει ελεγχόμενα), ξηραίνεται, καπνίζεται με τύρφη, βρέχεται με νερό πηγής, ζυμώνεται σαν μια μπύρα ale, αποστάζεται και ωριμάζει για χρόνια και μετά, είτε το κρατάνε στα βαρέλια τους για τα μαλτ, είτε το στέλνουν για «ανάμειξη». Η πιο γνωστή από αυτές (blends) είναι του ασπροκόκκινου περιπατητή. Φιγούρα που έχει εγγραφεί στο συλλογικό μας αλκοολούχο –και όχι οινο-πνευματικό ασυνείδητο–, μια εικόνα ζώσα και παρελθούσα, λαϊκή και αστική, εφηβική και μεσήλικη, «τελειωμένη» αλλά και αριστοκρατική (blue label). Από τα ζαχαροπλαστεία με τα μωσαϊκά μέχρι τις «πίστες», το ποτήρι σωλήνας, το σύγχρονο τοτέμ μιας μοναδικής απόλαυσης (παρακαλώ με σύνεση).
Αν βρεθείτε σε κανένα παλαιού τύπου ποτάδικο, έξω έχει σκοτεινιάσει, είναι σχεδόν χειμώνας και Κυριακή όπως σήμερα, η κίνηση έχει αραιώσει και στο κέντρο της πόλης οι υπόλοιποι βλέπουν το δελτίο των οχτώ, παραγγείλτε τον «καπνισμένο δαίμονα», ένα Lagavulin 16 ετών, σκέτο (οι κυρίες μπορούν να βάλουν λίγες σταγόνες μεταλλικό νερό), ένα κομμάτι καπνιστό χοιρομέρι και το Τutu του Miles Davis στο πικάπ. Με δέκα-δώδεκα ευρώ ταξιδεύεις non stop στις ημιφωτισμένες pub της Σκωτίας (χωρίς να είσαι στον καναπέ σου).
– Δημοσιευμένο στο BHMagazino, 15 Νοεμβρίου 2009