Η διαφθορά είναι το κύριο χαρακτηριστικό του Ελληνικού πολιτικού συστήματος από την ίδρυση του σύγχρονου Ελληνικού κράτους. Θεσμικά ταυτίζεται με την κυριαρχία των κομμάτων στην οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας. Εκφάνσεις της αποτελούν η συγκέντρωση της εξουσίας και δημόσιων πόρων στα κυβερνώντα κόμματα, η χωρίς λογοδοσία κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος, ο συμβιβασμός του κράτους δικαίου, το υπερτροφικό αλλά αδύναμο κράτος πλαισιωμένο από μια αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση τις περισσότερες φορές στελεχωμένη αναξιοκρατικά από κομματικούς πελάτες.
Επιπλέον η διαφθορά έχει καθορίσει και την κοινωνική ηθική στην Ελλάδα. Οι ανταλλαγές εξυπηρετήσεων μεταξύ της πολιτικής τάξης και της κοινωνίας καθορίζουν το Ελληνικό φαντασιακό. Με άλλα λόγια αποτελούν τη νομιμοποιητική βάση των ελληνικών πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων και το μέτρο με το οποίο οι πολίτες επιδιώκουν και αξιολογούν τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους.
Είναι ενδεικτικό ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων θεωρούν ότι δεν είναι απαραίτητο να συμμορφώνονται με το νόμο όταν δεν τους βλέπουν, αποδέχονται τη δωροδοκία ως μέσο άσκησης των συμφερόντων τους, αλλά και ως μέσω άσκησης των συμφερόντων τρίτων στο βαθμό που δεν παραβιάζονται τα ατομικά τους συμφέροντα. Ενώ οι Έλληνες συμμετέχουν στα κοινά, σε επαγγελματικές και κοινωνικές ενώσεις και στις εκλογικές διαδικασίες, ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται από απάθεια προς το δημόσιο συμφέρον, θεωρούν ότι η Ελληνική κοινωνία είναι κατεστραμμένη, έχουν χαμηλή εμπιστοσύνη στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, δεν πιστεύουν στο αίσθημα της δικαιοσύνης και στη βοήθεια προς τον συνάνθρωπο.
H πάταξη της διαφθοράς επομένως στην Ελλάδα δεν έχει να κάνει μόνο με την αποδυνάμωση των κομμάτων, την αυστηρή εφαρμογή του νόμου, την απλή αλλαγή του θεσμικού πλαισίου ή την αναβάθμιση του με ελέγχους και διαφάνεια. Επιπλέον σχετίζεται με και εξαρτάται από την εγκαθίδρυση μιας διαφορετικής κοινωνικής ηθικής, μιας νέας κοινωνικής φαντασίας.
Η μαγιά για μια τέτοια μετάβαση υπάρχει ήδη. Είναι παρούσα σε πρωτοβουλίες που προέρχονται απευθείας από τη λαϊκή βάση και που προωθούν την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη μέσα από εναλλακτικές μορφές οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Τέτοιες πρωτοβουλίες για παράδειγμα είναι, τα κοινωνικά σχολεία, η παροχή ψυχολογικής υποστήριξης και κοινωνική στέγης στα θύματα της κρίσης, η κοινωνική εργασία του δρόμου, οι δράσεις πολιτών για την αυτο-διαχείριση των γειτονιών, για την προώθηση της περιβαλλοντικής αειφορίας, την κοινωνικο-οικονομική ισότητα και τη διαφορετικότητα, οι κοινωνικές βιβλιοθήκες, οι κοινωνικές «κουζίνες» και οι δράσεις για την πολιτιστική και καλλιτεχνική διεύθυνση των αστικών κέντρων.
Παρόλα αυτά, η εγκαδίθρυση μιας διαφορετικής κοινωνικής ηθικής και εν τω τέλει η εφαρμογή ενός πραγματικά αριστερού κοινωνικού προγράμματος (project), προϋποθέτει την εμπέδωσή της από την Ελληνική κοινωνία ευρύτερα. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την εμβάθυνση του κοινωνικού κράτους και από γενικές κοινωνικές πολιτικές που θα λειτουργήσουν παιδευτικά για τον κάθε πολίτη ξεχωριστά και πολλαπλασιαστικά για την κοινωνία συνολικά.